Μικρό με φώναζαν «ψηλέα» αλλά μου άρεσε να κάνω παιχνίδι και όχι να περιμένω να με «ταίσουν» οι κοντοί. Λάτρης του Magic (όχι του παγωτού), του Σάρας και του Παπαλουκά. Play-maker από κούνια, Νικαιώτης, 69άρης, χαζομπαμπάς. Για τα υπόλοιπα κανονίστε τσίπουρο να τα πούμε.
Είναι ο «πωλών τοις μετρητοίς». Είναι ο μοναδικός που «τόλμησε» να έρθει σε ανοικτή κόντρα με τον «Μίδα» των πάγκων Ζέλικο Ομπράντοβιτς, με τον οποίο πλέον κάνει σπανίως «μπίζνες». Εχει εξ ολοκλήρου δική του ομάδα στην οποία πηγαινοφέρνει τα ταλέντα και τα «πλασάρει» ακόμη και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Είναι ο διασημότερος ατζέντης στα ευρωπαϊκά γήπεδα. Παράλληλα όμως είναι αυτός που δεν δίνει λογαριασμό σε κανέναν και για τίποτα, δεν… ιδρώνει το αυτί του στα όσα του καταλογίζουν οι επικριτές, οπότε αν ποτέ διαβάσει ή του μεταφέρουν το παρόν κείμενο το πιθανότερο είναι να το εκλάβει ως –γκρίζα- διαφήμιση…
Ο Μάνου Τζινόμπιλι έχοντας ήδη πατήσει τα 20 του χρόνια και έχοντας ξεπεράσει την περίοδο που θεωρείτο «ταλέντο» δεν ήταν καν ο δεύτερος καλύτερος μπασκετμπολίστας της οικογένειας. Τα αδέρφια του Λεάντρο (ο πρωτότοκος το 1970) και Σεμπαστιάν (ο μεσαίος του 1972) είχαν καθιερωθεί στην μπασκετική πιάτσα της χώρας. Ο Λεάντρο μάλιστα, μία σεζόν πριν ο Μάνου κάνει το ντεμπούτο του στην εθνική λίγκα της χώρας και πιο συγκεκριμένα το 1995-96 είχε αναδειχθεί 12ος σκόρερ με την Ντεπορτίβο Ρόκο με 22,4 πόντους μέσο όρο παρακαλώ, έχοντας χρησθεί και διεθνής με την Εθνική ομάδα. 23 χρόνια αργότερα αυτοσυστήνεται στον λογαριασμό του στο twitter ως «γνωστός ως ο αδερφός Του»…
Διαβάζεις το όνομα μιας τουρκικής ομάδας (Μπαχτσεσεχίρ, Bahcesehir) που δεν το έχεις ακούσει ποτέ ξανά στο παρελθόν. Μετά από λίγες μέρες μαθαίνεις ότι θα αντικαταστήσει ομάδα της πρώτης κατηγορίας που πτώχευσε (Εσκισεχίρ) παρότι δεν ήταν η σειρά της στην επετηρίδα από τη Β κατηγορία όπου πέρυσι ήταν μόλις 5η. Και στα καπάκια ενημερώνεσαι ότι μέσα σε τρεις μέρες απέκτησε: Τέσσερις παίκτες με προϋπηρεσία στο ΝΒΑ μέσα στη δεκαετία που διανύουμε, έναν παίκτη που έχει φάει με το κουτάλι τα γήπεδα της Ευρωλίγκα, και ετοιμάζεται για έναν ακόμη που μέχρι πέρυσι ήταν μήλο της έριδος για τις μισές ομάδες της Ευρωλίγκα. Και κάπου μέσα σε αυτό τον καταιγισμό ειδήσεων παρατηρείς ότι έχει και Έλληνα προπονητή (Στέφανος Δέδας). Ε, τι διάολο, κάτι (περίεργο) συμβαίνει και πρέπει να το ψάξουμε… Και αυτό κάναμε…
Αν σας ρωτούσε κάποιος ποια πιστεύετε ότι είναι η ομάδα που έχει «δώσει» τους περισσότερους παίκτες στην Α1 τα τελευταία 25 χρόνια τι θα απαντούσατε; Οι προφανείς απαντήσεις είναι ομάδες όπως ο Πανιώνιος, ο Ηρακλής, ο ΠΑΟΚ, ο Άρης. Ομάδες που ήταν ανέκαθεν προθάλαμοι παικτών για τους λεγόμενους «μεγάλους» που μονοπωλούν τους τίτλους στο διάστημα αυτό. Παραδείγματα; Αμέτρητα που χάνονται στον χρόνο. Και για τις τέσσερις αυτές ομάδες. Αν πάλι αναζητήσει κάποιος την απάντηση στο αντίστοιχο ερώτημα για ξένους παίκτες που έχουν έρθει στα μέρη μας το τελευταίο τέταρτο του αιώνα, ξέρουμε ότι θα δυσκολευτείτε, οπότε σας έχουμε έτοιμη την απάντηση. Η Παρτιζάν Βελιγραδίου!
Το «παλτό». Ο «φραγκοφονιάς». Ο «ηγέτης» που έγινε «πουλημένο τομάρι». Ο «ένας από εμάς» και το «παρτάλι». Το καλοκαίρι ήταν ανέκαθεν η αγαπημένη εποχή του χρόνου για όσους ασχολούνται με τον ομαδικό αθλητισμό λόγω μεταγραφών, στόχων, υποψήφιων, αλλά με τα social media να έχουν μπει για τα καλά στη ζωή μας αυτή η αγαπημένη εποχή έχει… απογειωθεί. Όλα όσα διαβάζουμε και γράφουμε (όλοι μας, ναι, και σε εσένα που κοιτάς δεξιά-αριστερά απευθύνομαι) για τους υποψήφιους στόχους ή για τους παικταράδες που έρχονται και τους τελειωμένους που φεύγουν, για την προεδράρα που άλλοτε σπρώχνει όλο το χαρτί και άλλοτε έχει καβούρια στην τσέπη, έχουν γίνει μέρος της καθημερινότητάς μας.
Η είδηση πως η ισπανική Μπιλμπάο υποβιβάσθηκε φέτος στο πρωτάθλημα της ACB μόλις έξι σεζόν μετά τη συμμετοχή της στην Ευρωλίγκα πέρασε ολίγον τι στο… ντούκου, που λένε και στο χωριό μου. Βλέπετε, η ομάδα από τη χώρα των Βάσκων δεν έχει το brand name άλλων για να κάνει «γκελ» και άλλωστε τα τελευταία 3-4 χρόνια με το ζόρι κρατιόταν στην πρώτη κατηγορία. Όμως ο υποβιβασμός της Μπιλμπαό και η αμφιβολία ακόμη και για το αν θα καταφέρει να φτιάξει ομάδα τη νέα σεζόν για τη λίγκα LEB Gold, ήρθε να προσθέσει το όνομα της ομάδας στη μακρά λίστα αυτών που… φαγώθηκαν εξ αιτίας της συμμετοχής τους στην Ευρωλίγκα. Μιας διοργάνωσης που δεν μπόρεσαν να την αντέξουν αγωνιστικά και κυρίως οικονομικά, αφού δεν είχαν τις βάσεις να το κάνουν.
Είναι η κορυφαία χώρα όσον αφορά τις επιτυχίες σε εθνικό επίπεδο τις δύο τελευταίες δεκαετίες, μετρώντας μετάλλια σχεδόν σε κάθε μεγάλη διοργάνωση (με εξαίρεση το Ευρωμπάσκετ του 2005) από το 1999 μέχρι το 2017. Είναι η χώρα που διαθέτει δύο από τους κορυφαίους και διασημότερους (ίσως τους διασημότερους) συλλόγους σε όλο τον κόσμο, που ειδικότερα στο μπάσκετ έχουν να επιδείξουν συνολικά 12 τρόπαια της Ευρωλίγκα. Παίκτες της έχουν θέσεις βασικών σε πολλές ομάδες του ΝΒΑ, έχουν γίνει All Star και κερδίζουν εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Κι όμως, ξέρετε πόσοι Ισπανοί προπονητές είχαν εργασθεί μακριά από τη χώρα τους από… καταβολής του ισπανικού μπάσκετ μέχρι το 2010;
Στην φωτογραφία, εκπρόσωποι των παικτών του πρωταθλήματος Ισραήλ, με κάρτες προαναγγελίας της απεργίας
Ένας νόμος, τρεις απεργίες, και το μπάσκετ μιας χώρας που εδώ και μια δεκαετία και βάλε προσπαθεί να ορθοποδήσει πάνω σε νέες βάσεις προκειμένου να επιστρέψει στο προσκήνιο, αφού με εξαίρεση τον από κάθε άποψη ανέλπιστο θρίαμβο της Μακάμπι το 2014 δεν έχει να επιδείξει την παραμικρή επιτυχία από το 2006 και μετά. Ο λόγος για το πρωτάθλημα και κατ’ επέκταση το μπάσκετ στο Ισραήλ, που από τη σεζόν 2005-6 και μετά προσπαθεί να μπει σε διαφορετικές βάσεις, αλλά που όλα στο τέλος της ημέρας τριγυρίζουν και καταλήγουν στον ίδιο παρανομαστή. Την πάλαι ποτέ κραταιά «ομάδα του λαού» Μακάμπι Τελ Αβίβ.