«Οι εντυπώσεις μου από την Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα την Ρόδο, όπου βρίσκομαι, είναι πάρα πολύ θετικές», αποκρίθηκε αρχικά ο προσιτός κι ευγενικός Ντρου Γκάουντλοκ, στο «καλώς όρισες στο Basketball Guru», κατά την διαδικτυακή μας επικοινωνία. «Λατρεύω το πόσο φιλικοί και φιλόξενοι είναι οι άνθρωποι εδώ στο νησί, ενώ κι η πόλη είναι πολύ όμορφη. Ακόμη, είναι αρκετά ασφαλές το μέρος κι αυτό μου αρέσει πολύ», μας μετέφερε για τους περίπου επτά μήνες που αισίως κλείνει στην πρωτεύουσα των Δωδεκανήσων.
«Η σχέση που έχω δημιουργήσει αυτό το διάστημα με τον κόσμο στην Ελλάδα είναι εξαιρετική. Πηγαίνουμε για φάγητο με τους ανθρώπους εδώ και μιλάμε πολύ συχνά. Στην Ρόδο οι άνθρωποι είναι κάτι σαν οικογένεια για εμένα», επισημαίνει ο Γκάουντλοκ, προτού κάνουμε βουτιά στα αμιγώς μπασκετικά. Στο μεταξύ, ο Κολοσσός συμμετέχει στο Top 6 της Basket League, αφήνοντας πίσω του ΑΕΚ και ΠΑΟΚ στην κανονική περίοδο, σε μια σίγουρα αξιομνημόνευτη σεζόν για τους Γαλάζιους. «Πιστεύω ότι κάναμε καταπληκτική δουλειά κατά την διάρκεια της Regular Season, γι' αυτό κι εξασφαλίσαμε μια θέση στα playoffs. Η χημεία μας ως ομάδα βρίσκεται σε πολύ καλό επίπεδο και αισθάνομαι πως ακόμη βελτιωνόμαστε μέρα με τη μέρα», εξηγεί ο ίδιος.
«Ο στόχος μου για το σύνολο είναι να μπορέσουμε να πάμε όσο το δυνατόν καλύτερα στα playoffs που θα ακολουθήσουν. Πιστεύω πως διαθέτουμε το ταλέντο να κερδίσουμε οποιαδήποτε ομάδα», τόνισε ο βετεράνος αστέρας, λίγα 24ώρα μετά την εντυπωσιακή προσπάθεια που κατέβαλε ο Κολοσσός κόντρα στον Παναθηναϊκό (74-79), χάνοντας εντελώς οριακά στο φινάλε. «Σε προσωπικό επίπεδο, θέλω απλώς να συνεχίσω να γίνομαι καλύτερος κάθε μέρα που περνά», λέει ο Γκάουντλοκ που σε καμία περίπτωση δεν επαναπαύεται, παρά τους 16,6 πόντους με 38% στο τρίποντο σε 18 παιχνίδια φέτος στην Ελλάδα.
Προσωπικά, αυτό που με εντυπωσιάζει στον Γκάουντλοκ, είναι η νοοτροπία του. Έχει ζήσει τα πάντα στο μπάσκετ, έχοντας βγάλει πολλά χρήματα, ενώ έχει ταξιδέψει και σε όλο τον κόσμο. Λέικερς και Ρόκετς στο NBA, τρεις σεζόν στην Euroleague, και 5 φορές (!) MVP σε EuroCup (2014), τελικούς Serie A (2018), Κύπελλο Ρωσίας και VTB (2014), αλλά και στην G League (2013). Άλλοτε μέλος τεράστιων οργανισμών όπως η Φενέρμπαχτσε, η Μακάμπι και το Μιλάνο, όπως και πολλών ακόμη ιστορικών συλλόγων της Γηραιάς Ηπείρου (Βενέτσια, Μπιλμπάο, Ρίτας, Ούνικς). Εντούτοις ο Γκάουντλοκ δε σταματά να μιλά για την καθημερινή του αυτοβελτίωση. Ακόμη και σήμερα, σχεδόν 14 χρόνια μετά την επιλογή του στο NBA Draft του 2011!
Ας ανατρέξουμε όμως στην τριετή δράση του στην κορυφαία πίστα της Ευρώπης. «Σίγουρα μου λείπουν κάποια πράγματα από τις μέρες μου στην Euroleague. Κυρίως αυτά έχουν να κάνουν με τον ανταγωνισμό της λίγκας. Όμως είμαι τώρα εδώ που είμαι - και λατρεύω που είμαι εδώ», αναφέρει ο σούτινγκ γκαρντ από τη Τζώρτζια. Για την ιστορία, σε 74 αγώνες της Euroleague, ο Γκάουντλοκ κατέγραψε 15,5 πόντους κατά μέσο όρο!
«Στη Φενέρμπαχτσε ήταν η πρώτη μου εμπειρία στο επίπεδο της Euroleague. Πρόκειται για τη σεζόν 2014-15. Ακόμη τότε ήμουν σε φάση που μάθαινα πράγματα τόσο για τον εαυτό μου, όσο και για το άθλημα γενικότερα. Αναμφίβολα έζησα ορισμένες πολύ σπουδαίες στιγμές. Κέρδισα πάρα πολλές γνώσεις. Ήταν μια ομάδα με μπόλικο ταλέντο. Κι έναν εκπληκτικό προπονητή...». Σε περίπτωση που σας διαφεύγει, ο Γκάουντλοκ αγωνίστηκε στην Κωνσταντινούπολη υπό τις οδηγίες του Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Στην εκπληκτική ομάδα της Φενέρ με Γιαν Βέσελι, Μπόγκνταν Μπογκντάνοβιτς, Νέμανια Μπιέλιτσα, αλλά και Νίκο Ζήση, που έφτασε για πρώτη φορά στην ιστορία του κλαμπ σε Final 4, έκείνο της Μαδρίτης, την άνοιξη του 2015.
«Με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς είχαμε καλή συνεργασία στο γήπεδο. Είχε καταλάβει τον τρόπο παιχνιδιού μου και μου είχε επιτρέψει να έχω την ελευθερία ώστε να είμαι ο εαυτός μου (σ.σ. είχε 17π., 46% τριπ., 2,2ρ. και 2,1α. σε 29 αγώνες). Ενώ παράλληλα με πίεζε να βελτιωθώ και μου μάθαινε πράγματα για το παιχνίδι. Όσα έμαθα από τη συνεργασία μας, ήταν ισάξια πολλών ετών. Ο όγκος της πληροφορίας που αποκόμισα από τη συνεργασία μας, παρότι συλλέχθηκε σε μόλις έναν χρόνο, ήταν ισάξιος με... πολλά χρόνια εμπειρίας».
(Γκάουντλοκ και Ζοτς στο ΣΕΦ, τον Μάρτιο του 2015, σε διπλό της Φενέρ επί του Ολυμπιακού με 64-73, όπου ο "Mini Mamba" είχε εκτελέσει με 24 πόντους και 6/7 τρίποντα την ελληνική ομάδα.)
Πριν περάσουμε σε αναμνήσεις από τις μετέπειτα ομάδες τις οποίες υπηρέτησε στην Euroleague, τον ρώτησα αν ακολουθεί ακόμη τα νέα της λίγκας. «Η αλήθεια είναι ότι δεν βλέπω τόσα πολλά παιχνίδια σε ζωντανή μετάδοση, αλλά σίγουρα θα τσεκάρω τα αποτελέσματα και θα δω τα στιγμιότυπα των περισσότερων αγώνων». Του ζήτησα βέβαια και κάτι πιο αχνιστό, μιας κι η σεζόν μπαίνει σιγά σιγά στην τελική της ευθεία: «Η πρόβλεψη μου για το Final 4; Ρεάλ Μαδρίτης, Μονακό, Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός».
Πίσω τώρα στο χρονολόγιο, ο Γκάουντλοκ συνεχίζει... «Στη Μακάμπι Τελ Αβίβ, τη σεζόν 2016-17, πέρασα όμορφα εντός κι εκτός γηπέδου. Θα ήθελα να είχαμε μεγαλύτερη πίστωση χρόνου στην αρχική ομάδα που χτίστηκε. Καθώς και σταθερή παρουσία ενός προπονητής. Όμως τελικά ήταν μια ιδιαίτερα διδακτική εμπειρία για εμένα». Με την «Ομάδα του Λαού», ο Γκάουντλοκ πανηγύρισε το State Cup κι ήταν μέλος της καλύτερης 5άδας της Winner League, όμως οι πολλές αλλαγές προπονητών (Εντελστάιν, Χαντάρ, Μπαγκάτσκις, Σίβεκ) σημάδεψαν τη σεζόν με το μελάνι της αποτυχίας.
«Αργότερα, στην Αρμάνι Μιλάνο ήταν μια γλυκόπικρη εμπειρία. Μιλάμε για τη σεζόν 2017-18. Εκεί έκανα κάποιους σπουδαίους φίλους, αλλά σε ο,τι αφορά το μπασκετικό σκέλος, τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα». Έψαχνα αφορμή για να το γράψω, αλλά ασπάζομαι την άποψη όσων πιστεύουν ότι η σύγχρονη Αρμάνι είναι μια ομάδα που συνηθέστερα χαλάει, παρά φτιάχνει καριέρες. Ο Ντρου στην Λομβαρδία έπαψε να είναι dominant, «κόλλησε» σε επιδόσεις περί των 12 πόντων, πολύ μακριά δηλαδή από τα στάνταρ των 17+ που μας είχε συνηθίσει. «Η σεζόν πάντως τελείωσε θετικά και γράψαμε ιστορία», κατέληξε, αφού η σεζόν έκλεισε με πρωτάθλημα Ιταλίας για την Ολίμπια και δάφνες του πολυτιμότερου για τον ίδιο, στους τελικούς με τη Τρέντο (4-2).
«Μάλλον η καλύτερη στιγμή στην καριέρα μου μέχρι σήμερα ήταν τότε που είχα βάλει 10 τρίποντα -ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων- σε ένα παιχνίδι στην Euroleague, Μπάγερν-Φενέρμπαχτσε. Ωστόσο δεν δίνω τώρα τόση βάση στο παρελθόν. Κάποια μέρα στο μέλλον, θα είμαι σε θέση να κάτσω με ηρεμία, να σκεφτώ και να θυμηθώ».
Φυσικά, πλην της Euroleague, ο Γκάουντλοκ συνήθισε να παίζει και σε μεγάλα εθνικά πρωταθλήματα, όπως το ιταλικό και το ρώσικο όπου ήταν MVP, ή το ελληνικό όπου φέτος ήταν All-Star. Όμως... «Το ισπανικό πρωτάθλημα, με τη Μπιλμπάο, ήταν το πιο δύσκολο απ' όλα όσα έχω αγωνιστεί ως τώρα. Εξαιρώ από τη συζήτηση το NBA. Κάθε ομάδα στην ACB βρίσκεται σε πολύ υψηλό επίπεδο. Ήταν διασκεδαστικό το μπάσκετ εκεί». Εν τω μεταξύ, μια κλασική αλλά πάντοτε εύλογη απορία ίσως βρει την απάντηση της στις παρακάτω γραμμές: «Οι κυριότερες διαφορές ανάμεσα στο NBA και το ευρωπαϊκό μπάσκετ σχετίζονται με την δύναμη και το physicality, τα χρήματα, αλλά το ποιος ελέγχει το παιχνίδι. Στην Ευρώπη ο έλεγχος είναι των προπονητών, ενώ στην Αμερική αντίστοιχα των παικτών. Το μπάσκετ είναι περισσότερο ομαδική υπόθεση στην Ευρώπη, από την άλλη στο NBA υπάρχει περισσότερο "ένας εναντίον ενός"».
Εκεί, στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, στη τρυφερή μπασκετική ηλικία των 22 ετών, ο απόφοιτος του Charleston και draftee των Λέικερς το 2011, βίωσε κάτι παραπάνω από μια σεζόν στο πλευρό του αείμνηστου Black Mamba. «Ήταν πραγματική ευλογία το ότι υπήρξα συμπαίκτης με τον Κόμπε Μπράιαντ στο Λος Άντζελες. Ήμουν σε θέση να τον παρακολουθώ καθημερινά και να «διαβάζω» όσα έκανε. Εκείνος είχε πολύ μεγάλες απαιτήσεις από εμένα - κι αυτό ήταν σίγουρα κάτι που χρειαζόμουν. Είδε κάποια πράγματα σε εμένα, τα οποία εγώ ούτε που ήξερα ως εκείνη τη στιγμή!». Μια ακόμη ατάκα αθλητή που έρχεται να προστεθεί στο μπαούλο με τις άπειρες που έχουν κατά καιρούς ειπωθεί για την περιβόητη Mamba Mentality. Τη θεώρηση δηλαδή του Κόμπε για το άθλημα, την ομάδα, καθώς και το πως έβλεπε κι αντιμετώπιζε τους συμπαίκτες του. Όποιοι κι αν ήταν αυτοί.
Στο μεταξύ, ψάχνοντας πληροφορίες για το συναπάντημα του με τον Μπράιαντ, έπεσα σε αρθρογραφία της εποχής, με χαρακτηριστικά παραδείγματα κειμένων από αμερικανικά μέσα που αναρωτιόντουσαν αν ο Γκάουντλοκ μπορεί να αποτελέσει το back up του Κόμπε. Εξάλλου, αυτά μικρή σημασία έχουν μπροστά στα λόγια του ίδιου του Hall of Famer, ο οποίος αποκαλούσε "Mini Mamba" τον Ντρου! Σίγουρα ενδεικτικό του ότι πράγματι για μια περίοδο ο νυν παίκτης του Κολοσσού ήταν αξιόλογο asset για τους Λιμνανθρώπους. Ασχέτως αν η μοίρα τον οδήγησε γρήγορα σε ευρωπαϊκά λημέρια κι εσχάτως στα δικά μας νησιωτικά μέρη.
Για τα ελληνικά δεδομένα πάντως, στο άλλοτε κραταιό αλλά πια παρηκασμένο μας πρωτάθλημα, ο Γκάουντλοκ είναι ένας παίκτης που... Kob-ίζει, αν είναι δόκιμος ο όρος. Αν η σύγκριση ακούγεται ιερόσυλη, ας αρκεστούμε στο πιο λιτό σούπερ σταρ. «Δεν είμαι εγώ αυτός που θα αποφασίσει ποιος είναι σούπερ σταρ και ποιος όχι. Αυτά είναι κυρίως για τους φιλάθλους. Είναι δηλαδή απόψεις του κόσμου. Αλλά όπως και να 'χει, εκτιμώ πολύ αυτόν τον χαρακτηρισμό», υποστήριξε ο 2ος σκόρερ της εφετινής Basket League.
Όσο για το πως προσεγγίζει ο ίδιος τους τριγύρω του; «Η συμβουλή μου προς τους νεότερους συναθλητές μου είναι να προσπαθούν να γίνονται καλύτεροι μέρα με τη μέρα. Αυτός θα πρέπει να είναι ο στόχος τους. Αν βάλεις στη σειρά πολλές μέρες σκληρής δουλειάς, τότε η δουλειά σου θα φανεί. Επίσης, τους λέω να έχουν ισχυρή αυτοπεποίθηση. Να πιστεύουν στους εαυτούς τους», η κατακλείδα του Γκάουντλοκ των προσεχώς 500 αγώνων στο επαγγελματικό στερέωμα.