Τετάρτη, 13 Ιουνίου 2018 09:11

Kουκίδες στον χάρτη

Από :
Με τους συναδέλφους μου κυρίως τη δεκαετία του ’90, όταν ταξιδεύαμε εβδομάδα παρά εβδομάδα με τους «αιώνιους» στα ντουζένια τους, τα λεφτά (των ΜΜΕ) να υπάρχουν και το ενδιαφέρον του κόσμου στην προ ίντερνετ εποχή στα ύψη, κάθε φορά που πηγαίναμε στα Τρεβίζο, της Τζιρόνες, στα Σαν Κεντάν και στα Προκόμ αυτού του κόσμου σημειώναμε μετά το τέλος κάθε ταξιδιού μία κουκίδα. Μία κουκίδα στον χάρτη για να θυμόμαστε τα μέρη που έχουμε επισκεφτεί. Όταν πια με τον νόμο Μποσμάν στην ίδια… κατηγορία μπήκαν πρώτα οι παίκτες και μετά οι Έλληνες προπονητές και παράλληλα ο κόσμος έγινε πιο «μικρός» με την είσοδο του διαδικτύου στη ζωή μας, οι κουκίδες όπου άφηναν ελληνική σημαιούλα οι ταξιδευτές έφτασαν στα πέρατα του κόσμου και δεν περιορίστηκαν στα στενά πλέον όρια της «γηραιάς ηπείρου».
Αρχισαν, τότε, να μαθαίνουν και οι πλέον δύσπιστοι ότι μπάσκετ παίζεται… παντού και όπου παίζεται μπάσκετ μπορείς να συναντήσεις και έναν Έλληνα. Σαν τώρα θυμάμαι πριν καμιά 10αριά χρόνια να ανακαλύπτω τυχαία στο πλαίσιο μίας έρευνας για το περιοδικό All Star Basket έναν πατριώτη μας, από την Τρίπολη καλή του ώρα, που από την Αρκαδία βρέθηκε στην Αυστραλία και από εκεί… γραφείο Τύπου της Ομοσπονδίας μπάσκετ των (ω ναι) νησιών Φίτζι. Είναι αυτό που λένε στα ύστερα του κόσμου.
 
Κάπου εκεί λοιπόν θα ταξιδέψουμε σήμερα. Στις «εσχατιές» του πλανήτη όπου, προκειμένου να βγάλουν τα προς το ζην ή να γλιτώσουν από όσα τους «κυνηγούσαν» στην πατρίδα, βρέθηκαν παίκτες και προπονητές του μπάσκετ της χώρας μας. Αν δε, θυμήσουμε στους παλιούς και γνωρίσουμε στους νεότερους ότι ένας από τους πρώτους που διέπραξε την ξενιτιά όχι στα Παρίσια, τα Λονδίνα και τις Μόσχες αλλά στην μακρινή Ισλανδία παίζοντας σε μία ομάδα ονόματι U.M.F. Γκρίνταβικ, ήταν πριν 21 χρόνια ο Κώστας Τσαρτσαρής στην τρυφερή ηλικία των 17 ετών, τότε ίσως καταλάβετε για πόσο… ύστερα του κόσμου μιλάμε. Τότε ο «Τσάρτσα» είχε την ευκαιρία να σπάσει τα δεσμά του… κρεμασμένου στον τοίχο δελτίου από την ομάδα στην οποία ανδρώθηκε (Φίλιππος Βέροιας), να γίνει επαγγελματίας αθλητής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να επιστρέψει μετά στην Ελλάδα για μία πορεία μέχρι την κορυφή μέσω Περιστερίου, Νήαρ Ηστ και Παναθηναϊκού.
 
Από τότε οι σφραγίδες στα διαβατήρια των συμπατριωτών μπασκετάκιδων υπερπολλαπλασιάστηκαν και έφτασαν μέχρι και σε μέρη που δεν μπορούσαμε να φανταστούμε πριν 15-20 χρόνια. Θυμάμαι την πρώτη σεζόν των «Μποσμάν» το μεγάλο χαμένο ταλέντο που ακούει στο όνομα Θοδωρής Χατζησμάλης, που μαζί με τον Γιάννη Γεωργικόπουλο είχαν μετακομίσει στην Πορτογαλία «πακέτο», για να βρουν ένα συμβόλαιο που δεν τους έδιναν στα μέρη μας. Θα πείτε, ε δεν είναι δα και μακριά η Πορτογαλία. Μπασκετικά όμως τότε ήταν πολύ «μακριά» από τα στάνταρ του ελληνικού μπάσκετ.
 
Άλλες εποχές, άλλες κουλτούρες, άλλο μπάσκετ. Το βίωσε και ο καλός φίλος Αβραάμ Καλλινικίδης ο οποίος το 1999, στα 21 του, έφτασε μέχρι το Τούρκου στη νοτιοδυτική Φινλανδία για να βρει μία μπασκετική στέγη, έστω για λίγους μήνες στην Aura Basket. Η επαφή όμως με κάτι εντελώς «ξένο» με την ελληνική πραγματικότητα ήταν αυτή που άρχισε να ανοίγει τα μάτια των Ελλήνων μπασκετμπολιστών, που στόμα με στόμα μοιράζονταν τις εμπειρίες τους. «Μπορεί το μπασκετικό επίπεδο στη Φινλανδία να μην είναι τόσο προηγμένο, αλλά όλο το άλλο κομμάτι ήταν έτη φωτός μπροστά από την Ελλάδα. Εκεί άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο λάθος  αντιμετωπίζουμε το άθλημα. Εκεί είναι απλά ένα παιχνίδι.  Χαίρεσαι-λυπάσαι τέλος. Κανείς δεν σκοτώνεται γι' αυτό και τίποτα δεν περιστρέφεται γύρω από αυτό. Έχει απλά την θέση του στην κοινωνία» δήλωνε αρκετά χρόνια αργότερα ο «Κάλλι» για εκείνη την εμπειρία.
 
Τα μέχρι πρότινος στενά όρια της Ευρώπης τα πέρασε πρώτος στις αρχές της δεκαετίας των zeros (2003-04) ένας προπονητής. Η απόφαση του Ηλία Ζούρου, ο οποίος 2-3 χρόνια πριν βάλει σφραγίδα που έγραφε επάνω Lebanon εργαζόταν σε ένα από τα κορυφαία κλαμπ της Ευρώπης, τον Ολυμπιακό, έμοιαζε περισσότερο με αυτομαστίγωμα. Τον… Lebanon τον ξέραμε περισσότερο από τη διάσημη επιτυχία των Human League καμιά 15αριά χρόνια πριν και όχι για το μπάσκετ, αλλά ο Ηλίας τα κατάφερε περίφημα. Οδήγησε τη Sagese (Σαζές) στην κατάκτηση του Πανασιατικού Πρωταθλήματος Συλλόγων και έδειξε τον δρόμο και στους υπόλοιπους. Τους έκανε να τολμήσουν και να μη φοβηθούν το άγνωστο, το περίεργο.
 
 
Το παράδειγμά του ακολούθησαν αρκετά χρόνια αργότερα μπόλικοι Έλληνες προπονητές, που βίωσαν μία διαφορετική εμπειρία. Ο Στέργιος Κουφός στο Κατάρ και την Al Rayan, ο Γιώργος Κετσελίδης στον Λίβανο και την Champville (αμφότεροι τη σεζόν 2014-15), ενώ ο Βασίλης Φραγκιάς και ο Βαγγέλης Αλεξανδρής πήγαν ένα βήμα ακόμη πιο ψηλά, αναλαμβάνοντας τις Εθνικές ομάδες Ιορδανίας και Κατάρ αντίστοιχα. Μάλιστα ήταν μια χρονιά (καλοκαίρι 2013) που οι δύο προαναφερθέντες, μαζί με τον Παναγιώτη Γιαννάκη που τότε ήταν προπονητής στην Εθνική Κίνας, βρέθηκαν στο Πανασιατικό Πρωτάθλημα! Τρεις Έλληνες προπονητές σε ισάριθμες Εθνικές ομάδες ασιατικών χωρών! Που ακούστηκε…
 
 
Βέβαια δεν ήταν όλα και για όλους ρόδινα. Ο Γιώργος Κετσελίδης για παράδειγμα, βίωσε μία τρομακτική εμπειρία στον Λίβανο. Κάνοντας μπάνιο στην πισίνα ενός ξενοδοχείου κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη χώρα, από κάποιο σπάνιο μικρόβιο έπαθε μόλυνση το ένα μάτι του και κινδύνευσε να το χάσει! Δεν πτοήθηκε πάντως να δοκιμάσει ξανά να κοουτσάρει στην… άγονη γραμμή του μπάσκετ, αφού δύο χρόνια αργότερα ο δρόμος τον έφερε στην Αφρική.
 
Την πιο… άγρια εμπειρία πάντως είχε ο Νέστορας Κόμματος, ο οποίος τέσσερα χρόνια αφού είχε στεφθεί πρωταθλητής Ευρώπης με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ στη Μόσχα, έφτασε μέχρι το Ιράν για να βρει ένα συμβόλαιο της προκοπής. Ήταν 2009 όταν συμφώνησε με την διάσημη στην πατρίδα της Zob Ahan Ishafan, αλλά η παρουσία του στην πόλη του Ισχαφάν είχε διάρκεια μικρότερη του μήνα. Πρόλαβε και έπαιξε 2-3 ματς, αλλά όταν έσκασε μία βόμβα πολύ κοντά από το μέρος στο οποίο έμενε μάζεψε το ίδιο βράδυ τα πράγματά του και έφυγε…
 
Αντίθετα με τον Κόμματο, ο προπονητής Γιάννης Τσιρογιάννης βρέθηκε στο γειτονικό Ιράκ και μάλιστα δύο συνεχόμενες σεζόν (2014-16) με την ομάδα Al Tadamon, αλλά ουδέποτε ένιωσε να απειλείται ή να κινδυνεύει. «Δεν υπάρχει φόβος στην περιοχή που πηγαίνω και στον τρόπο που προστατεύουν όσους δουλεύουν στη χώρα. Υπάρχουν εκατοντάδες συμπολίτες μας που στο Ιράκ έχουν βρει τον παράδεισό τους. Δεν πρέπει να κλαιγόμαστε, δεν θα πάω εργάτης, για μπάσκετ θα πάω. Δεν νιώθω φόβο» δήλωνε όταν είχε αναλάβει τη δουλειά αφού «είναι τόσο άσχημα τα πράγματα στην Ελλάδα με τη δυστοκία στους μισθούς και τα κασέ που είναι πολύ καλή επιλογή να ψάξεις εργασία στο εξωτερικό».
 
Στη λεγόμενη «μαύρη ήπειρο» πρώτος τον δρόμο χάραξε πριν από δέκα χρόνια ένας μπασκετμπολίστας που είχε ουκ ολίγα μπλεξίματα με τον νόμο στην Ελλάδα και που πέρασε και από τη φυλακή. Ο λόγος για τον Χριστόδουλο Καράβολα, ο οποίος τη σεζόν 2008-9 βρέθηκε (άκουσον άκουσον) στη… Λιβύη και στην ομάδα Al Shabab. Ναι, τη χώρα του Μουαμάρ Καντάφι , που και τότε ακόμη από τους τοπ… εχθρούς των Αμερικανών. «Ο λόγος που πήρα μία τέτοια απόφαση ήταν τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζα. Η ομάδα είχε έδρα την Τρίπολη, ενώ στη διοίκηση υπήρχαν κι αρκετοί Έλληνες. Οι γυναίκες φορούσαν μπούργκες και οι άνδρες δεν επιτρεπόταν να κοιτάξουν το άλλο φύλο, να πιουν αλκοόλ ή να ξενυχτίσουν. Μάλιστα κάποια μέρα παραλίγο να πληρώσω ακριβά το ότι δεν γνώριζα τα ήθη και τα έθιμα της χώρας αφού είδα στον δρόμο μια γυναίκα με μπούργκα αλλά όμορφα χαρακτηριστικά. Της έπιασα κουβέντα αλλά  μετά από λίγο εμφανίστηκαν περίπου 10-15 άτομα, τα οποία και μου έκαναν λεκτική επίθεση. Ευτυχώς εκείνη την ώρα έφθασε ο συγκάτοικος μου, ο οποίος μου εξήγησε πως όταν μιλάς με μία κοπέλα στην Αραβία ή θα την παντρευτείς ή θα πας φυλακή», είχε δηλώσει αρκετά χρόνια αργότερα ο Καράβολας στο contra.gr για εκείνη την εμπειρία του επισημαίνοντας, αναφορικά στο αγωνιστικό μέρος, πως «παίζαμε σε ανοιχτό γήπεδο, οι γραμμές ήταν βαμμένες με το χέρι ενώ στο σπίτι που έμενα κοιμόμουν πάνω σε ένα ξύλο κόντρα πλακέ»…
 
Σε μία λιγότερο αυστηρή, όσον αφορά στους θρησκευτικούς κανόνες, χώρα έπαιξε και μάλιστα άφησε και το στίγμα του ένας από τους… ωραίους τρελούς του ελληνικού μπάσκετ, ο Γιάννης Γκαγκαλούδης, στην Etoile Sahel στην Τυνησία το 2013 και μάλιστα κατέκτησε και το νταμπλ. Η παρουσία του ακόμη μνημονεύεται από τους Τυνήσιους, ενώ ο ίδιος συχνά πυκνά μέσω social media θυμάται το πέρασμά του από εκεί. «Η Σούσα είναι μία καταπληκτική πόλη, με μεσογειακά χαρακτηριστικά και θάλασσα. Ο κόσμος της προσεγγίζει και τη δυτική κουλτούρα, χωρίς όμως να αφήνει την παραδοσιακή μουσουλμανική. Εγώ είχα την ευκαιρία να φιλοξενηθώ από συμπαίκτες μου, να δοκιμάσω τοπικά εδέσματα, να ακούσω παραδοσιακή μουσική και όλα αυτά μου άρεσαν πάρα πολύ. Φόρεσα ακόμα και παραδοσιακές φορεσιές της Τυνησίας» δήλωνε τότε στο contra.gr.
 
 
Στην ομάδα αυτή προπονητής τότε ήταν ο Κύπριος Λίνος Γαβριήλ, ενώ παλαιότερα (2006) είχε περάσει ο πρώην συνεργάτης του Ομπράντοβιτς στον Παναθηναϊκό Δημήτρης «Πάπι» Παπαδόπουλος, αλλά και ο Στράτος Κουκουλεκίδης, αδερφός του πρώην διεθνή διαιτητή Στέλιου. Ένας προπονητής που επίσης έχει καταγράψει… χιλιάδες χιλιόμετρα στο κοντέρ με θητεία ακόμη και στο πρωτάθλημα της Κίνας.
 
Η χάρη του μπάσκετ της χώρας έφτασε μέχρι και στην Άπω Ανατολή αλλά και την Ωκεανία στις αρχές της δεκαετίας που διανύουμε και τα τελευταία χρόνια έχει πιάσει και την… από εκεί πλευρά του Ατλαντικού και πιο συγκεκριμένα τη λατινική Αμερική. Στην Απω Ανατολή άφησε το στίγμα το ο πάλαι ποτέ συνεργάτης του - “two cups”- Ζέλικο Παβλίτσεβιτς, Βλάσης Βλαϊκίδης, ο οποίος εργάσθηκε για αρκετό καιρό στην Ιαπωνία. Πρώτα στους Iwata Bulls το 2011-12 και τελευταία φορά στη Shimane το 2013-14. Γειτονάκι του Βλάση ήταν μία σεζόν αργότερα ο Στηβ Γιατζόγλου, ο οποίος εργάσθηκε (πριν… προσβληθεί από το μικρόβιο της Χ.Α….) στους Goyang Orions στη Νότια Κορέα, ενώ ακόμη πιο νότια έφτασε η χάρη του Μιχάλη Καλαβρού.
 
 
Ο Καλαβρός είναι από τους πιο… περίεργα κοσμογυρισμένους προπονητές, αφού η ευρωπαϊκή του καριέρα ξεκίνησε σε μία ομάδα ονόματι Harstad Vikings στη Νορβηγία, συνεχίστηκε στην Κίνα και έφτασε μέχρι και τη Νέα Ζηλανδία! Αρχικά για λίγους μήνες ως βοηθός προπονητή του Ταμπ Μπόλντγουιν στους Manawuatu Jets και μετά την απόλυση του Ταμπ ως πρώτος προπονητής το καλοκαίρι του 2013.
 
Όσο, τέλος, για αυτούς που γνώρισαν ένα διαφορετικό από τα συνηθισμένα ακόμη και για εμάς τους Μεσόγειους ταμπεραμέντο; Ρωτήστε τον Κρις Χουγκάζ πρώτα απ’ όλα. Ο γεννημένος στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου Χριστιανός (από εκεί βγαίνει το Κρις) Χουγκάζ βρέθηκε το 2013 στο Μεξικό και την ομάδα Correcaminos UAT στην πόλη Victoria. Μία πόλη από την οποία περνούσαν τα… κομβόι εκβιαστών, απαγωγέων και ντιλερς ναρκωτικών, στην οποία απαγορευόταν να κυκλοφορείς όταν νύχτωνε. «Οι Μεξικάνοι κάθε πρωί προσεύχονται να γυρίσουν σώοι στο σπίτι τους το βράδυ. Την ημέρα η ζωή είναι νορμάλ, αλλά το βράδυ όλοι είναι μέσα γιατί δρουν οι συμμορίες, με τις μάχες που δίνουν με την αστυνομία και τον στρατό. Μόνο με συνοδεία κυκλοφορείς εκεί. Εγώ είχα οδηγό και φύλακα. Γίνονται συνεχώς εκεί απαγωγές, κυρίως σε ανθρώπους που ασχολούνται με τον αθλητισμό. Όμως αυτό δεν έχει να κάνει με τους Μεξικάνους. Είναι καλοί άνθρωποι και έχουν σχεδόν ίδιο ταπεραμέντο με το δικό μας. Στη συγκεκριμένη πόλη δεν θα πήγαινα ξανά» είχε δηλώσει δύο χρόνια μετά το τέλος της… εμπειρίας του, στον sport-fm. Έκτοτε πάντως, ο Κρις συνέχισε το… αγροτικό του αφού προ διετίας βρέθηκε στην Αυστρία και την Oberwart (είχε περάσει από τη χώρα και ως παίκτης της Gmuden το 1999-2000), φέτος ήταν στην USK Prague και τη νέα σεζόν αναλαμβάνει την Εθνική ομάδα της Αρμενίας!
 
Τις δύο τελευταίες κουκίδες στον χάρτη πάντως τις έβαλε ο Φώτης Λαμπρόπουλος, ο οποίος έγινε ο πρώτος μπασκετμπολίστας που έπαιξε στη Λατινική Αμερική.
 
Πρώτα με τη Boca Juniors στην Αργεντινή και εδώ και λίγες μέρες με την Guaiqueries στη Βενεζουέλα! Για την ιστορία πάντως, αξίζει να αναφέρω ότι ο πρώτος που έφτασε πιο κοντά στο να παίξει σε αυτά τα μέρη ήταν πριν 15 χρόνια ο φίλος Γιάννης Γιαννούλης. Τιμωρημένος με εκείνη την περίεργη ιστορία χρήσης αναβολικών το 2002 από τη FIBA, έψαχνε να βρει μπασκετικό καταφύγιο. «Είχα πρόταση από την Κίνα αλλά τότε πέθαιναν κατά δεκάδες από επιδημία κίτρινου πυρετού και δεν με άφησε η μάνα μου. Μου πρότειναν να πάω στις Φιλιππίνες αλλά και εκεί με έπιαναν οι κανονισμοί της FIBA μέχρι που με πήρε τηλέφωνο ο Πικουλίν Ορτίθ και μου είπε να πάω στην ομάδα του στο Πουέρτο Ρίκο. Έφτασα πολύ κοντά στο να πάω αλλά τότε είχα τα δικαστήρια για την υπόθεσή μου και καλώς τελικά έμεινα στην Ελλάδα» θυμήθηκε πριν λίγες μέρες ο Γιαν-Γιαν τις (ιδιαίτερες και ξεχωριστές) ιστορίες του οποίου από την 20χρονη και βάλε μπασκετική του καριέρα μπορείτε να τις διαβάζετε στο δικό του site www.g-point.gr

Basketballguru.gr 2018 All righs reserved.      Designed and Developed by Web Rely