Δευτέρα, 05 Δεκεμβρίου 2022 12:06

Οι θέσεις παικτών, ιδιοκτητών και του NBA συνολικότερα, στον δρόμο για την νέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (CBA)

Από :

Στην καθημερινότητα του NBA η 15η Δεκεμβρίου είναι στο μυαλό των περισσότερων ως η μέρα που ξεκινούν να είναι διαθέσιμοι για ανταλλαγές οι παίκτες που υπέγραψαν ως free agents σε ομάδες κατά την offseason που είχε προηγηθεί. Όμως η 15η Δεκεμβρίου του 2022 έχει μία ακόμα, αρκετά σημαντικότερη σε βάθος χρόνου, ιδιαιτερότητα: είναι η καταληκτική ημερομηνία που οι δύο συμβαλλόμενες πλευρές του NBA, οι ιδιοκτήτες των ομάδων της Λίγκας (Board of Governors) και η Ένωση των Παικτών (NBPA – National Basketball Players Association), μπορούν να καταγγείλουν την τρέχουσα συλλογική σύμβαση (2017 CBA – Collective Bargaining Agreement), η οποία διαφορετικά λήγει στις 30 Ιουνίου 2023.

Σε μία περίοδο που, μετά την πανδημία, το NBA έχει επιστρέψει στην αγωνιστική του κανονικότητα από άποψη ημερολογιακής τέλεσης των αγώνων, αλλά και οικονομικά εμφανίζεται στην καλύτερη κατάσταση από ποτέ, η πρώτη ανάγνωση θα υπαγόρευε πως καμία πλευρά δεν δείχνει να έχει εμφανή λόγο να επισπεύσει τις όποιες μεταξύ τους διαπραγματεύσεις. Τούτο καθώς, οι σχέσεις ιδιοκτητών και παικτών φαίνεται να βρίσκονταιστο καλύτερο δυνατό σημείο τους, με τις δύο πλευρές να έχουν συνεργαστεί εξαιρετικά στην οικονομική διαχείριση της πανδημίας (στην υγειονομική, ως προς την υγεία των παικτών δηλαδή, όχι και τόσο βέβαια) και των επιπτώσεων αυτής στη Λίγκα. Ταυτόχρονα, οι παίκτες είναι αρκετά ενδυναμωμένοι ως προς τη διαχείριση των επιλογών τους, τουλάχιστον τα προβεβλημένα αστέρια μεταξύ αυτών (με την περίπτωση Crowder να δείχνει ωστόσο και μια τάση διάχυσης «προς τα κάτω» της συγκεκριμένης κατάστασης).  Παράλληλα, παρότι το τρέχον τηλεοπτικό συμβόλαιο της Λίγκας, με τα κανάλια ESPN/ABC (της Disney) και ΤΝΤ (της Warner Bros. Discovery), λήγει στο τέλος της σεζόν 2024, το NBA ήδη βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις ανανέωσης αυτού και μάλιστα σε τιμή ως και τριπλάσια από την τρέχουσα (από $24 δισ. για εννέα χρόνια στα ως και $75 δισ.). Κάτι τέτοιο θα σημαίνει πολλαπλασιασμό των χρημάτων που μοιράζονται μεταξύ ιδιοκτητών και παικτών και συμβόλαια παικτών ακόμα και της τάξης των $300 εκατ. στο όχι πολύ μακρινό μέλλον. Την ίδια στιγμή, θεωρείται σχεδόν δεδομένο, πως το ταλέντο στο NBA είναι τέτοιο και τόσο, που επιτρέπει την επέκταση της Λίγκας, με την είσοδο δύο νέων ομάδων και αύξηση του αριθμού από 30 σε 32, γεγονός που θα σημαίνει και 30 νέες θέσεις εργασίας (34 μαζί με τα 2-ways contracts).

Συνεπώς; Τι θα μπορούσε να χαλάσει αυτή την -ως και ειδυλλιακά περιγραφόμενη- εικόνα και να κάνει τους αρμονικά συνεργαζόμενους -και δυσανάλογα μεν, αλλά αμφότερους πλουτιζόμενους δε- ιδιοκτήτες και παίκτες, να τους καταστήσει αντιπαρατιθέμενους διαπραγματευτές;

Μα ακριβώς αυτός ο πακτωλός χρημάτων που αναμένεται εκ νέου να εισρεύσει στη Λίγκα!

Γιατί, όπως ένας σοφός παππούλης με μούσια, δεκαετίες πίσω, είχε -ορθότατα- υποστηρίξει, το θέμα δεν είναι τόσο στο παραγόμενο προϊόν, όσο στη διανομή αυτού. Και το πως θα διανεμηθούν αυτά τα πρόσθετα χρήματα, αναμένεται να δημιουργήσει ένα νέο πεδίο αντιπαράθεσης, αυτή τη φορά όχι αποκλειστικά ανάμεσα σε ιδιοκτήτες και παίκτες, αλλά ανάμεσα σε ιδιοκτήτες που αρέσκονται να επενδύουν -πολλά- στις ομάδες τους (Warriors, Clippers, Nets) και σε πιο σφιχτοχέρηδες ιδιοκτήτες  (Pelicans, Hornets, Pistons, Wizards, Nuggets, Bulls, Hawks), αλλά και σε επίπεδο ένωσης ιδιοκτητών και παικτών στη συνέχεια.

Η πολυεπίπεδη διαπραγμάτευση, η οποία στην ουσία έχει ήδη ξεκινήσει μέσω διαρροών και δημοσιευμάτων, θα διεξαχθεί από πλειάδα συμβούλων, δικηγόρων, ορκωτών ελεγκτών και αναλυτών δεδομένων, και θα ηγηθεί, από την πλευρά των ιδιοκτητών από τον εκπρόσωπό τους, τον Adam Silver, και από την πλευρά των παικτών, από τον πρόεδρο της ένωσής τους, τον C.J. McCollum και την εκτελεστική διευθύντρια της NBPA, Tamika Tremaglia. Την διαπραγμάτευση αυτή θα προσπαθήσουμε να παρακολουθήσουμε μέσα από την στήλη Moneyball του Basketball Guru[1] σε μια σειρά κειμένων που θα αναλύουν τα ανωτέρω θέματα. Η κρισιμότητα των συγκεκριμένων ζητημάτων έγκειται ακριβώς στο γεγονός πως το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων και της επόμενης CBA είναι που θα καθορίσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο ομάδες και παίκτες θα λειτουργούν, θα δρουν και θα αποφασίζουν. Πιο απλά, το αποτέλεσμα των όσων συμφωνηθούν σε αυτό το υπό διαμόρφωση πλαίσιο, είναι αυτό που θα βλέπουμε εμείς ως τελικό προϊόν καθημερινά στα παρκέ του «Μαγικού Κόσμου». Γιατί αυτό το πλαίσιο αποκλειστικά θέτει τα εργαλεία, αλλά και τους περιορισμούς, βάσει των οποίων μπορούν να στηθούν και να λειτουργήσουν οι ομάδες.

“Δύο λάθη δεν κάνουν ένα σωστό”

Το ζητούμενο σε κάθε νέα CBA είναι να μην δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα (θεωρητικά) προσπαθεί να λύσει. Και αν αυτή η πρόταση φαντάζει αυτονόητη, δυστυχώς η ιστορία της Λίγκας έχει δείξει πως κάθε άλλο παρά τέτοια δεν είναι. Συγκεκριμένα, τόσο η τρέχουσα, 2017 CBA, όσο και όλες όσες προηγήθηκαν, απέτυχαν να επιλύσουν τα προβλήματα που θεωρητικά στόχευαν, μεταθέτοντάς τα κάθε φορά για την επόμενη διαπραγμάτευση.

Οι CBAs Αποτελούν το Πλαίσιο Λειτουργίας του NBA[2]

Οι CBAs, των οποίων έχω καταφέρει να μελετήσω τα γραφόμενά τους και το πλαίσιο διοικητικής και οικονομικής λειτουργίας που αυτές έθεταν σε μεγαλύτερο βάθος, είναι οι πέντε τελευταίες, αυτές των 1995[3], 1999, 2005, 2011 και 2017, παρότι πολύ θα ήθελα κάποια στιγμή να βρω τον χρόνο να καταπιαστώ και με παλαιότερες.

Οι CBAs είναι εκείνες που διαμορφώνουν το πλαίσιο μέσα από το οποίο μπορεί να γίνει κατανοητό το πώς και γιατί κάποιες ομάδες (πόσο μάλλον κάποιες Δυναστείες) στήθηκαν. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα σχετικά αποτελεί το πως η 1976 CBA[4] οδήγησε στο να καταλήξει ο Magic Johnson στους Lakers και στη δημιουργία της Δυναστείας των Lakers στα ’80s. Συγκεκριμένα, η 1976 CBA, πέρα από το ότι ολοκλήρωνε τη συγχώνευση (απορρόφηση στην ουσία) του ABA με το NBA, ύστερα από μία επταετία ένθεν και ένθεν μηνύσεων και θεσμικών διευθετήσεων, ήταν εκείνη που έδινε και τα πρώτα δικαιώματα στους παίκτες ως free agents. Και πάλι όμως, ήταν τόσο εμβρυακό το στάδιο αυτών των δικαιωμάτων, που για να αλλάξει ομάδα ένας παίκτης θα έπρεπε η προηγούμενη ομάδα του να αποζημιωθεί.

Κάπως έτσι, όταν λίγες μέρες μετά την υπογραφή της 1976 CBA, στις 19 Ιούλη, οι Lakers αποφάσισαν πως δεν επιθυμούσαν να δώσουν τα $1,4 εκατ. που ζητούσε για τριετές συμβόλαιο ο τότε 32χρονος δεύτερος σκόρερ της ομάδας τους (με 19,5 πόντους μέσο όρο, πίσω μόνο από τον Kareem) -και γενικότερα εμβληματικός παίκτης για την ομάδα τους-, Gail Goodrich[5], κατέληξε να υπογράψει για αυτό το ποσό με τους New Orleans Jazz. Οι Jazz έβλεπαν στο πρόσωπό του το ιδανικό συμπλήρωμα μιας εξαιρετικής backcourt δίπλα στον “Pistol Pete” Maravich[6]. Ωστόσο, βάσει CBA, οι Lakers έπρεπε να αποζημιωθούν από τους Jazz. Το deal οριστικοποιήθηκε στις 5 Αυγούστου εκείνου του έτους και προέβλεπε πως οι Jazz, πέραν του Goodrich, θα λάμβαναν και δύο picks από τους Lakers, εκείνο του δεύτερου γύρου τους το 1977 και του πρώτου γύρου τους το 1978, έναντι τριών picks πρώτου γύρου των Jazz, των ετών 1977, 1978, και 1979, καθώς και ενός δεύτερου, του 1980. E, όλοι γνωρίζουμε πια καλά τόσο ποιον διάλεξαν οι Lakers με το pick των Jazz του 1979 που είχαν στην κατοχή τους, που ήταν το #1 pick του draft εκείνης της χρονιάς, όσο και το τι έγινε στη συνέχεια.

Από την παραπάνω πρόταση από μόνη της, βλέπουμε ένα ακόμα γεγονός που στις μέρες μας, όχι μόνο δεν ισχύει, αλλά, αντίθετα, φαντάζει παράδοξο: την ανταλλαγή συνεχόμενων draft picks από μία ομάδα. Και αυτό “το πρόβλημα” διευθετήθηκε αργότερα, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, με το “Stepien Rule”, παίρνοντάς το όνομά του από τον ιδιοκτήτη των Cavaliers τα έτη 1980 ως 1983, Ted Stepien. Ο Stepien, σε μία παράλογη -και προφανώς πλήρως αποτυχημένη- “win now” λογική, αντάλλαξε συνεχόμενα picks πρώτου γύρου της ομάδας του, αναγκάζοντας τη Λίγκα τόσο να τον διώξει από αυτήν, όσο και να χαρίσει στους Cavaliers πρώτα picks για τα έτη 1983 ως 1986! Για να καταλάβει κανείς την καταστροφικότητά του στην ομάδα, αρκεί να δει σε τι χρυσάφι μετατράπηκαν τα picks που έδωσε (μέσα σε μια τετραετία θυμίζω!):

  • James Worthy, 1982, #1 (γιατί δεν έφτανε η “ληστεία” με τον Magic προφανώς…)
  • Derek Harper, 1983, #11
  • Sam Perkins, 1984, #4
  • Detlef Schrempf, 1985, #8
  • Roy Tarpley, 1986, #7
  • Dennis Rodman, 1986, #27

Αν συνήλθατε, απλά να σημειώσω πως ο “Stepien Rule” δεν είναι μέρος κάποιου κειμένου μιας CBA, αλλά είναι μέρος του “NBA Constitution and By-Laws[7]”, και συγκεκριμένα στην παράγραφο 7 αυτού.

Γιατί (και) η 2017 CBA απέτυχε στον βασικό σκοπό της

Το ανωτέρω χωρίο κάνει σαφές το ακόλουθο: δυστυχώς, τα κύρια χαρακτηριστικά των CBAs, και γενικότερα των διαρθρωτικών αλλαγών στις οποίες η Λίγκα προβαίνει, διαχρονικά αποσκοπούσαν σε αποκλειστικά δύο πράγματα: στην εξασφάλιση της βέλτιστης οικονομικής θέσης των ιδιοκτητών, και στη διόρθωση των λαθών των ίδιων των ιδιοκτητών, εν είδει μιας προστασίας αυτών από τις ίδιες τους τις πράξεις, από τους ίδιους τους τους εαυτούς. Ως προς το δεύτερο σκέλος, είχαν δηλαδή κατά βάση κατασταλτικό χαρακτήρα, παρά προληπτικό.

Δεν κατάφεραν να προβλέψουν και να αποτρέψουν καταστάσεις, αλλά προσπαθούσαν να διορθώσουν λάθη και πεπραγμένα, με σκοπό την αποφυγή επανάληψής τους. Και αυτό από μόνο του, σε κάθε δυναμικό και ταχύτατα μεταβαλλόμενο περιβάλλον όπως το NBA, από οικονομικής και όχι μόνο σκοπιάς, είναι λάθος. Είναι σαν να οδηγεί κάποιος ένα γρήγορο αυτοκίνητο στην εθνική οδό και αντί να κοιτάει μπροστά του τον δρόμο, να κοιτάει στους καθρέφτες του το ατύχημα που μόλις γλίτωσε (ή που, στην περίπτωση του NBA δεν γλίτωσε, αλλά πήρε το “μηλαράκι” και του χαρίστηκε σαν “καινούρια ζωή” για να συνεχίσει την πίστα). Ε, νομοτελειακά θα προκαλέσει νέο ατύχημα μπροστά του. Αντίστοιχα, η συνηθέστερη κατάληξη αυτής της περιορισμένης οπτικής των ιδιοκτητών, δεν ήταν άλλη από τη δημιουργία νέων προβληματικών καταστάσεων.

Και ακριβώς εντός του ίδιου πλαισίου φαίνεται πως δομήθηκε και λειτουργεί και η τρέχουσα, 2017 CBA, η οποία απλά προσπάθησε να λύσει τα προβλήματα που οι προηγούμενες CBAs είχαν δημιουργήσει.

Μια σύντομη ιστορική αναδρομή

Συγκεκριμένα, για να καταλάβουμε τον κύριο σκοπό της, πρέπει να πάμε πίσω στις αρχές προς μέσα της δεκαετίας του ’90 για να την εξετάσουμε ως συνέχεια των CBAs που είχαν προηγηθεί. Τότε λοιπόν, στα early ‘90s, δεν υπήρχε rookie scale και δεν υπήρχε και ο χρονικός περιορισμός της πενταετίας στα συμβόλαια που οι ομάδες μπορούσαν να προσφέρουν στους παίκτες. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ήταν το rookie συμβόλαιο του Glenn Robinson το 1994, που ήταν 10ετούς διάρκειας και αξίας $68 εκατ., μάλιστα αυτά εγγυημένα στο σύνολό τους. Καταλαβαίνετε λοιπόν, τι ακριβώς διευθετούσε η 1995 CBA: εισήγαγε για πρώτη φορά την rookie scale, περιορίζοντας το ύψος της αμοιβής κάθε rookie συμβολαίου. Η 1999 CBA εισήγαγε τα max συμβόλαια, ενώ η 2005 CBA περιόριζε τη χρονική διάρκεια αυτών στα πέντε έτη, ενώ εισήγαγε παράλληλα και την έννοια του “Amnesty Clause”, της δυνατότητας δηλαδή των ομάδων να αποδεσμεύουν έναν παίκτη του roster τους, χωρίς το συμβόλαιο αυτού να υπολογίζεται στο salary cap τους, παρότι θα το πληρώνουν κανονικά.

Όλα αυτά για να “προστατεύσουν” τις ομάδες από τις ίδιες τους τις αποφάσεις και τα λάθη που είχαν οι ίδιες κάνει, δίνοντας παράλογης διάρκειας και αξίας συμβόλαια σε παίκτες που δεν είχαν αποδείξει πως τα άξιζαν, αλλά, αντίθετα, οι ομάδες πόνταραν -τυφλά- στην σχετική πιθανότητα. Χαρακτηριστικότερα σχετικά παραδείγματα της εποχής, αποτελούν τα συμβόλαια των Vin Baker με τους Sonics, για εφτά χρόνια και $86 εκατ. το 1999, και του Alan Houston με τους Knicks, για έξι χρόνια και $101 εκατ. το 2001.

Φτάνοντας στο 2011 και την 2011 CBA πρέπει αρχικά να σημειωθεί πως αυτή υπογράφηκε ένα καλοκαίρι μετά τη μετακίνηση των LeBron και Βοsh στο Miami, οπότε από τα βασικά της μελήματα ήταν να αποτρέψει τη δημιουργία και άλλων superteams μελλοντικά. Η λύση που προέκρινε για το συγκεκριμένο πρόβλημα ήταν μέσω της αύξησης των tax penalties για τις ομάδες που περνάνε τόσο το salary, όσο και το tax line, θεωρώντας πως έτσι θα απέτρεπε τις ομάδες από το να πληρώνουν πολλούς superstars, άρα δεν θα μπορούσαν να έχουν συγκεντρωμένους πάνω από έναν παίκτη κορυφαίου επιπέδου. Κυριότερα όμως, και συνεπείς  με την κοντόφθαλμη και παρελθοντική οπτική τους, οι ιδιοκτήτες είχαν σαν κύριο μέλημά στην συγκεκριμένη διαπραγμάτευση την αύξηση του μεριδίου της πίτας για τους εαυτούς τους, καθώς η Λίγκα δεν έχει ακόμα μπει στη δεκαετία εκτόξευσης των εσόδων και των κερδών της που θα ακολουθούσε, με τις ομάδες να παρουσιάζουν ζημιογονους ισολογισμους. Έτσι, όλο το βάρος δόθηκε από την πλευρά τους στη μείωση του ποσοστού που πήγαινε στους παίκτες από το Basketball Related Income (BRI) από το 57% στο 51%.

Η 2017 CBA

Στα έξι χρόνια που ακολούθησαν μέχρι την επόμενη CBA όλοι μας γνωρίζουμε καλά πως το πρόβλημα των μετακινήσεων των superstars και της συγκέντρωσης αυτών σε κοινή ομάδα, όχι μόνο δεν διευθετήθηκε, αλλά γιγαντώθηκε, με κορύφωση αυτού την μετακίνηση του Durant στους Warriors την offseason του 2016. Συνέπεια αυτού, να αποφασίσουν οι ιδιοκτήτες, ιδίως των small market franchises, να ασχοληθούν -με την συνηθισμένη καθυστέρηση- με το συγκεκριμένο θέμα στην 2017 CBA, εισάγοντας την έννοια των supermax contracts (“designated extension”, η επίσημη ονομασία), όπου ένας παίκτης θα μπορούσε να πάρει το 35% του cap σε συμβόλαιο διάρκειας ως και έξι χρόνων, αποκλειστικά όμως από την ομάδα που τον επέλεξε στο draft -και μόνο εφόσον πληροί συγκεκριμένα αγωνιστικά κριτήρια- ως κίνητρο για να παραμείνει στην ομάδα αυτή.

Την συγκεκριμένη 2017 CBA είχα αναλύσει σε βάθος, αμέσως μετά την υπογραφή της, το καλοκαίρι του 2017, σε τρία μέρη (πρώτο, δεύτερο, και τρίτο), με  έμφαση, στα συμπεράσματά μου, σε ξεχωριστό τέταρτο κείμενο που ακολούθησε τα τρία της ανάλυσης, όπου η από τότε κατακλείδα ήταν “Τι δείχνει να μην υπολογίζει η 2017 CBΑ”, τονίζοντας τρεις βασικές τάσεις:

  • Οι καλύτεροι παίκτες πλέον εισπράττουν περισσότερα χρήματα εκτός παρκέ
  • “Players wanna play” & “(Top) Players have the Power” (thanks to LeBron)
  • Players wanna win. Now.

Προς έκπληξη κανενός, γρήγορα αποδείχθηκε πως και η συγκεκριμένη CBA κοιτούσε πίσω αντί για μπροστά, αποτυγχάνοντας να επιλύσει τα θέματα που είχε σκοπό, παρά την εισαγωγή των supermax. Δεν είναι τυχαίο, πως όχι μόνο οι περισσότεροι που υπέγραψαν supermax (Wall, Westbrook, για να αναφέρω τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις “μικρών” franchises), έφυγαν εν μέσω αυτών από τις ομάδες με τις οποίες αρχικά δεσμεύτηκαν, αλλά φτάσαμε στο ακραίο φαινόμενο, ο Durant να απαιτεί trade παρότι το συμβόλαιο που είχε υπογράψει δεν είχε καν αρχίσει ακόμα να τρέχει. Το ερώτημα ωστόσο που για μένα παραμένει αναπάντητο είναι πως γίνεται κάτι που ακόμα και ένα ερασιτεχνικό site σε μια γωνιά της Ελλάδας, μπορούσε να εντοπίσει και να καταγράψει, να μην γίνεται αντιληπτό από μια σειρά επιτυχημένων επιχειρηματιών, τους συμβούλους και τους δικηγόρους τους.

H κατάσταση του ΝΒΑ σήμερα

Καθώς λοιπόν στο παρελθόν φάνηκε πως είχαμε καταφέρει να διαβάσουμε αρκετά εύστοχα τις καταστάσεις και τα συμφέροντα των δύο πλευρών, Ένωσης Ιδιοκτητών (Board of Governors) και Ένωσης Παικτών (NBPA), το ίδιο θα επιχειρήσουμε ενόψει και της νέας CBA, οι διαπραγματεύσεις για την οποία έχουν ήδη παρασκηνιακά (και μέσω ένθεν και ένθεν δημοσιευμάτων και διαρροών) ξεκινήσει. Ακολούθως λοιπόν, θα γίνει μία καταγραφή της τρέχουσας κατάστασης της Λίγκας, από οικονομική και οργανωτική σκοπιά, και στη συνέχεια θα αναλυθούν οι θέσεις, οι ενδεχόμενες απαιτήσεις και τα διαπραγματευτικά χαρτιά των δύο πλευρών.

Οικονομικές αποτίμησεις στα ύψη

Μιας και έχουμε θέσει το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης και αυτό πρώτα και κύρια παραμένει οικονομικό, η όποια περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης ακριβώς από τα οικονομικά οφείλει να ξεκινήσει. Και ενδεχομένως ο καλύτερος σχετικός δείκτης εισαγωγικά είναι η αξία αποτίμησης των ομάδων της Λίγκας. Συγκεκριμένα, τον Γενάρη του 2017, την περίοδο συμφωνίας της τρέχουσας 2017 CBA (και λίγους μήνες πριν την επίσημη υπογραφή της, το καλοκαίρι του ίδιου έτους), στην 19η έκθεση αποτίμησης των ομάδων του NBA από το περιοδικό Forbes, ως “ακριβότερη ομάδα της Λίγκας”, αποτιμούνταν οι Knicks, στα $3,3 δισ., ακολουθούμενοι, από τους -συνήθεις υπόπτους όλα αυτά τα χρόνια- Lakers, η αποτίμηση των οποίων ανερχόταν στα $3,0 δισ. Οι Warriors, 1,5 χρόνο μετά την κατάκτηση του πρώτου τους πρωταθλήματος την τρέχουσα χιλιετία και λίγους μήνες μετά την κατάρριψη του ρεκόρ που φάνταζε απίθανο να καταρριφθεί, τις 73 νίκες στη regular season, ήταν στην τρίτη θέση της σχετικής λίστας, αποτιμούμενοι στα $2,6 δισ. (έχοντας διπλασιάσει την αποτιμητική τους αξία μέσα σε δύο χρόνια, από τα $1,3 δισ. του 2015). Η δε μέση αξία κάθε ομάδας NBA ανερχόταν στα $1,36 δισ.

Κατά τη διάρκεια της ισχύος της τρέχουσας 2017 CBA, από το 2017 και έπειτα λοιπόν, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως τα πράγματα μάλλον βαίνουν εξαιρετικά για τη Λίγκα: στην φετινή έκθεση του περιοδικού Forbes, η μέση αποτιμητική αξία κάθε ομάδας του NBA έχει -σε απόλυτα νούμερα- διπλασιαστεί, στα $2,86 δισ. Οι Warriors, τρία ακόμα πρωταθλήματα μετά και μια ιδιόκτητη αρένα αξίας $2 δισ., είναι η ακριβότερη ομάδα της Λίγκας, στα $7,0 δισ., ακολουθούμενοι πλέον από τους Knicks και Lakers, στα $6,1 δισ. και $5,9 δισ. αντίστοιχα.

Ακόμα και αν αποπληθωρίσουμε τα συγκεκριμένα ποσά, με δεδομένο πως η αξία $1,00 το 2017, ισοδυναμεί σε αγοραστική αξία $1,22 το 2022, τότε, σε τιμές 2022, η μέση αξία ομάδας NBA το 2017 ήταν στα $1,65 δισ., με συνέπεια να έχουμε μια αύξηση της τάξης του 73% σε πέντε χρόνια. Και είναι ελάχιστες οι επενδύσεις εκεί έξω με τέτοιο ποσοστό return on investment (που δεν είναι φούσκες τουλάχιστον).

Άρα τα λεφτά είναι, δεδομένα πια, πάρα πολλά.

Επόμενο τηλεοπτικό συμβόλαιο

Και μάλιστα είναι δρομολογημένο να γίνουν ακόμα περισσότερα. Συγκεκριμένα, η τιμή που η Λίγκα διαπραγματεύεται για το επόμενο τηλεοπτικό της συμβόλαιο είναι της τάξης των $75 δισ., υπερδιπλάσιο από τα $24 δισ. (για εννέα χρόνια) του τρέχοντος τηλεοπτικού. Σε ετήσια, σταθμισμένη βάση, μιλάμε για μία αύξηση από $2,7 δισ. στα $8,3 δισ. Όταν το συνολικό έσοδο της Λίγκας για τη σεζόν 2021-22 ήταν -για πρώτη φορά στα χρονικά της- οριακά πάνω από τα $10 δισ. Συνεπώς, ακόμα και αν όλα τα υπόλοιπα μεγέθη παραμείνουν σταθερά (που δεν θα μείνουν, θα αυξηθούν και αυτά), το πρόσθετο έσοδο θα επιφέρει αύξηση άνω του 50% στα συνολικά ετήσια έσοδα της Λίγκας.

Πέρα από τα τηλεοπτικά δικαιώματα, το NBA σκοπεύει να πουλήσει και τα streaming δικαιώματα, την online αναμετάδοση των αγώνων που δεν έχουν τηλεοπτική κάλυψη. Τα τελευταία, βάσει του τρέχοντος τηλεοπτικού συμβολαίου, τα διατηρεί το NBA (για αυτό και τα αναμεταδίδει μέσω του league pass). Οι πληροφορίες μιλάνε για συζητήσεις με την Apple και την Amazon έναντι ετήσιου τιμήματος ύψους $1 δισ.

Με δεδομένο πως στην τρέχουσα σύμβαση εργασίας, τα έσοδα μοιράζονται 51%-49% (κυμαινόμενα ανάμεσα στα δύο αυτά ποσοστά) ανάμεσα σε παίκτες και ομάδες, οι 30 ομάδες θα έχουν ένα πρόσθετο ποσό αξίας κοντά $2,8 δισ. ετησίως να μοιράσουν στους παίκτες τους. Αν το ποσό αυτό μοιραζόταν αυτόματα από την πρώτη σεζόν του νέου τηλεοπτικού, τη σεζόν 2025-26, τότε θα είχαμε μια αύξηση της τάξης των $90 εκατ. στο salary cap της κάθε ομάδας.

Θεωρώ σχεδόν σίγουρο ωστόσο, πως η ομαλοποίηση της αύξησης του cap, σε αντίθεση με το τι συνέβη στην πρώτη σεζόν ισχύος του προηγούμενου τηλεοπτικού συμβολαίου, το 2016 και το περίφημο “cap spike” της συγκεκριμένης offseason (cap spike που επέτρεψε στους Warriors να υπογράψουν τον Durant ως free agent -που με κανέναν άλλον τρόπο δεν θα μπορούσαν), καθώς και την απόλυτα επιτυχημένη ομαλοποίηση των ζημιών της πανδημίας (αναλυτικότερα ακολούθως), θα “περιορίσει” την αύξηση του cap στα $50 εκατ., στην τάξη των άνω των $171 εκατ. για κάθε ομάδα, και μια σταθερή αύξηση τουλάχιστον $15 εκατ. στη συνέχεια. Κοινώς, το πολύ ως το 2027, σε αντίστοιχο χρονικό διάστημα από όσο έχει μεσολαβήσει από την offseason του 2017 και την υπογραφή της τρέχουσας CBA, το salary cap των ομάδων θα ξεπερνά τα $200 εκατ. ετησίως (προσοχή: τα $200 εκατ. θα ξεπερνά το cap. Το tax line θα είναι ακόμα ψηλότερα). Και αυτό, όπως προείπα, αποκλειστικά με την αύξηση από το νέο τηλεοπτικό και σταθερές όλες τις υπόλοιπες μεταβλητές εσόδων. Και πάλι, για να υπάρχει μια τάξη μεγέθους, το salary cap της σεζόν 2016-17 ανερχόταν στα $94,14 εκατ. για κάθε ομάδα και της σεζόν 2022-23 στα $123,7 εκατ.

Τα οικονομικά της συμφωνίας αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας  

Για να φτάσουμε στο σήμερα, απαιτείται και πάλι να ανατρέξουμε για λίγο στο 2011 και τις τότε διαπραγματεύσεις για την 2011 CBA. Συγκεκριμένα, τότε οι ομάδες του ΝΒΑ, όπως και το σύνολο της οικονομίας της χώρας -και του κόσμου, βίωναν ακόμα τις επιπτώσεις της κρίσης του 2008, με την μέση τιμή αποτίμησης των ομάδων της Λίγκας να ανέρχεται στα $369 εκατ., μειωμένη κατά 2,6% σε σχέση με τα $379 εκατ. του 2009. Με αυτό ως πρώτο επιχείρημα και δεύτερο τους ζημιογονους ισολογισμους τους, οι ιδιοκτήτες των ομάδων απαίτησαν αλλαγή στο πως μοιράζονται τα έσοδα του BRI (Basketball Related Income) από 57% - 43% ανάμεσα σε παίκτες και ιδιοκτήτες, σε 51% - 49%[9]. Παρότι ήταν σαφές πως οι όποιες ζημιές ήταν λογιστικές[10], οι ιδιοκτήτες εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός πως οι επικεφαλής των διαπραγματεύσεων από πλευράς παικτών ήταν ο δικηγόρος Billy Hunter και ο Derek Fisher, ως πρόεδρος της ένωσης παικτών[11], με αποτέλεσμα, παρά τις αρχικές αντιστάσεις των παικτών και το lockout από πλευράς ιδιοκτητών που ακολούθησε ως απόρροια αυτών, οι ιδιοκτήτες να βγουν απόλυτα κερδισμένοι από τη διαπραγμάτευση, ικανοποιώντας κάθε επιθυμία τους που είχαν θέσει στο διαπραγματευτικό τραπέζι.

Συνέπεια της συντριπτικής τους ήττας στις συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις, ήταν οι παίκτες να βλέπουν με δυσπιστία κάθε ενέργεια ή πρόταση των ιδιοκτητών τα επόμενα χρόνια. Όταν λοιπόν στις διαπραγματεύσεις για τη CBA του 2017 οι ιδιοκτήτες πρότειναν να μην υπολογιστεί αυτόματα και σε μία offseason στο BRI όλη η αύξηση που θα προκαλούσε το τηλεοπτικό συμβόλαιο του 2016, οι παίκτες αρνήθηκαν κάθετα: “δεν θα μας την φέρετε πάλι, ούτε θα μας φάτε πάλι λεφτά” ήταν απλοϊκά τοποθετημένη η θέση τους. Καθώς τα λεφτά ήταν και -για τότε δεδομένα- υπερβολικά πολλά, οι ιδιοκτήτες δεν επέμειναν. Αποτέλεσμα αυτής της απόφασης ήταν το γνωστό πια “cap spike”, με το salary cap να εκτοξεύεται από τα $70 εκατ. της σεζόν 2015-16 στα $94,4 εκατ. τη σεζόν 2016-17 και με τους παίκτες της συγκεκριμένης free agency να γίνονται αδικαιολόγητα πλουσιότεροι των συναδέλφων τους (Mahinmi, Mozgov, Deng μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα). Μα κυρίως, το συγκεκριμένο (σφ)άλμα ήταν που επέτρεψε στους Warriors να αποκτήσουν τον χώρο για να υπογράψουν ως free agent (και) τον Durant.

Κάπως έτσι, τέσσερις offseasons μετά, εν μέσω πανδημίας πια, το πάθημα είχε γίνει μάθημα: Οι απότομες αυξομειώσεις του cap δεν συμφέρουν συνολικά και μακροπρόθεσμα, ούτε τους παίκτες, ούτε την ανταγωνιστικότητα της Λίγκας. Αν λοιπόν NBA και NBPA αποφάσιζαν να πάει το cap της σεζόν 2020-21 στα «σωστά»/προβλεπόμενα, μοιράζοντας όπως κάθε χρόνο τα πραγματικά τελικά έσοδα μεταξύ παικτών και ομάδων (βάσει τον συμφωνημένων ποσοστών 51%-49%) και στη συνέχεια το ποσοστό των παικτών να το διαιρέσουν διά 30 για να βρουν το salary cap που αναλογεί σε κάθε ομάδα, αυτό θα έπρεπε να μειωθεί από τα $109,1 της σεζόν 2019-20 στα $90 εκατ. για τη σεζόν 2020-12, με την (ελπίδα για επιστροφή στην) «κανονικότητα» από τη σεζόν 2021-22, όπου και εκτιναζόταν στα επίσης τότε προβλεπόμενα $125 εκατ., καταγράφοντας κατά $10 εκατ. μεγαλύτερη αύξηση και από το καλοκαίρι του 2017.

Εύλογα αυτό δεν το ήθελε κανείς. Για να αποφευχθούν η αρχική καταβαράθρωση και το συνεπακόλουθο άλμα, οι δύο πλευρές συμφώνησαν στην εικονική ομαλοποίηση της πορείας του cap. Συγκεκριμένα, άφησαν στην άκρη την βασική αρχή της σύνδεσης του salary cap με τα έσοδα και το BRI, συμφώνησαν στη διατήρηση του cap στα $109,14 εκατ. και για τη σεζόν 2020-21 (με σταθερή και την tax line στα $132,63 εκατ.), με παράλληλη αύξηση του escrow[12] που θα παρακρατείται από τους παίκτες και σε μία σταδιακή αύξηση του salary cap.

Με την τρέχουσα 2017 CBA να έχει (θεωρητικά και αν δεν την “σπάσει” μία από τις δύο πλευρές στις 15.12.2022) ισχύ μέχρι και τη σεζόν 2023-24, συμφωνήθηκε μέχρι το πέρας της τρέχουσας σύμβασης εργασίας ένα εικονικό cap, που θα αυξάνεται κάθε χρόνο ανάλογα με την πορεία των εσόδων της Λίγκας (και του BRI κομματιού αυτών) από 3% ως 10%. Έτσι, από το 2020 και σε βάθος τετραετίας αυτό θα έχει διαμορφωθεί (αν πάρουμε τις ακραίες τιμές, της σταθερής αύξησης κατά 3% κάθε σεζόν και αντίστοιχα κατά 10%) κάπου ανάμεσα στα $119,26 εκατ. (τρεις αυξήσεις του 3% έκαστη) και $145,26 εκατ (τρεις αντίστοιχες με 10%). Ουσιαστικά η Λίγκα προέβλεψε πως σε αυτό το εύρος θα κινηθεί το πραγματικό cap και με αυτόν τον τρόπο θα το πιάσει, συνδέοντας εκ νέου salary cap με έσοδα και BRI το 2024. Με το cap για τη σεζόν 2022-23 να είναι στα $123,7 εκατ. και της σεζόν 2023-24 να προβλέπεται στα $134 εκατ., η πρόβλεψη της Λιγκας αποδείχτηκε απόλυτα σωστή και ο όλος μηχανισμός ομαλής απορρόφησης των έκτακτων ζημιών λόγω πανδημίας εξαιρετικά αποτελεσματικός, καθώς με την συγκεκριμένη ρύθμιση, η όποια οικονομική ζημιά μοιράστηκε σε τρεις σεζόν, εξασφαλίζοντας διαρκή και σημαντική αύξηση του cap χρόνο με τον χρόνο, αντί μάλιστα αναλογικότητας, έστω για τον φόβο της μεγαλύτερης διάρκειας της πανδημίας, ή οποιασδήποτε κατάστασης που θα επιφέρει μικρότερη του (ελάχιστα προβλεπόμενου στη συμφωνία) 3% αύξησης. Για να υπάρχει μέτρο σύγκρισης, η αναλογικότητα υπήρχε στη συμφωνία μετά το lock out του 2011[13].

Κλείνοντας την συγκεκριμένη ενότητα, οφείλει να σημειωθεί (ξανά) και η εξαιρετική διοργάνωση του Bubble. Η επιτυχής διοργάνωση και εκτέλεση του συγκεκριμένου project αποτέλεσε έναν θρίαμβο του NBA στο ξεκίνημα της πανδημίας και προ εμβολίων, ένα εγχείρημα που στην αρχική σύλληψη του και δημοσίευσή του δέχτηκε πολύ έντονες κριτικές. Πέρα από την οικονομική ανάσα που προσέφερε σε παίκτες, ιδιοκτήτες και Λίγκα, την ψυχολογική ανάταση μέσω της παράδοσης ενός υψηλότατης ποιότητας θεάματος σε μια πολύ δύσκολη περίοδο για όλο τον κόσμο, το Bubble είχε ως άμεση συνέπεια την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ Λίγκας και παικτών, ιδίως με τον τρόπο που η Λίγκα άφησε τους παίκτες να χειριστούν το θέμα των διαμαρτυριών τους πάνω σε κοινωνικά θέματα.

Επέκταση της Λίγκας στις 32 ομάδες

Στο τέλος της επόμενης σεζόν, το καλοκαίρι του 2024 το NBA θα κλείσει 20 χρόνια με σταθερό τον αριθμό των franchises που συμμετέχουν στη Λίγκα. Ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν περάσει πάνω από εννιά σεζόν χωρίς αλλαγή στον αριθμό των ομάδων, με μακρύτερο σχετικό διάστημα, από το 1995 και την είσοδο τότε των “Καναδών”, Toronto και Vancouver, ως και το 2004 και την τελευταία είσοδο σε αυτό το κλειστό, προνομιακό club, που είναι το NBA, των (αρχικά) Charlotte Bobcats (πλέον -ευτυχώς!) Hornets.

Την τελευταία τριετία ωστόσο, οι συζητήσεις, δημόσιες και επίσημες, έχουν ξεκινήσει αναφορικά με την επόμενη επέκταση της Λίγκας, με δύο επιπλέον θέσεις να διαπραγματεύονται και με συγκεκριμένα ονόματα μάλιστα ιδιαίτερα ανοιχτά: Seattle (ήδη στην 15η σεζόν από το έγκλημα - hashtag: “Bring back our Sonics”) και Las Vegas ως φαβορί και Mexico City ως outsider. Το μεν Seattle αποτελεί μία από τις μεγάλες πόλεις και αγορές των ΗΠΑ, έχει ένα ιστορικό franchise που η μπασκετική δικαιοσύνη οφείλει να αναγεννήσει, ενώ σήμα, χρώματα και ιστορία της ομάδας εξασφαλίζουν το, όχι μόνο τοπικό, αλλά παγκόσμιο ενδιαφέρον και την αντίστοιχη εμπορική και οικονομική θετική ανταπόκριση. Η πόλη έχει ήδη ανακαινίσει το παλιό γήπεδο των Sonics, πλέον ονομαζόμενο Climate Pledge Arena, και τρέχουσα έδρα τόσο των Seattle Kraken του NHL, αλλά και των Seattle Storm του WNBA, ενώ έχει σχεδιαστεί και η από το μηδέν ανέγερση και νέου γηπέδου που επίσης θα πληροί τις προϋποθέσεις του ΝΒΑ σε άλλη περιοχή της πόλης. Η ίδια κατασκευαστική εταιρεία που ανακαίνισε την Climate Pledge Arena έχει αναλάβει την κατασκευή γηπέδου προδιαγραφών NBA στο Las Vegas, μια πόλη που ήδη διαθέτει δύο γήπεδα σχετικού επιπέδου. To όνομα του μελλοντικού franchise που έχει διαρρεύσει είναι το “Las Vegas Venom”, ενώ εκεί κατοικοεδρεύει και η πρωταθλήτρια ομάδα του WNBA του 2022, Las Vegas Aces, να θυμίσω. Επιπλέον, τόσο το summer league όσο και μια σειρά λοιπών μπασκετικών εκδηλώσεων, όπως η προετοιμασία της Team USA, λαμβάνουν χώρα ετησίως στο Las Vegas, με τον LeBron να έχει δηλώσει δημόσια πως ενδιαφέρεται να αγοράσει/να συμμετάσχει στο fund που θα αγοράσει την εκεί νέα ομάδα. Τέλος, στα μέσα Οκτωβρίου 2022, το ESPN είχε ένα εκτενές αφιέρωμα στο γιατί το Mexico City θα πρέπει να εξεταστεί σοβαρά σαν ενδεχόμενος προορισμός μελλοντικής ομάδας της Λίγκας. Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν η τεράστια αγορά της Λατινικής Αμερικής (μέσω του ισπανόφωνου ESPN που έχει τα δικαιώματα της Λίγκας βεβαιώς-βεβαίως) αλλά και η επιτυχία της G-League team που εδρεύει στην πόλη, των Mexico City Capitanes.

Οι λεπτομέριες ενδεχόμενης επέκτασης

Η όλη τρέχουσα συζήτηση για την επέκταση έχει κατ’ εμέ τρία σκέλη: ένα αγωνιστικό, ένα οργανωτικό και -φυσικά- το οικονομικό. Ξεκινώντας με την αντίστροφη σειρά, το οικονομικό, αυτό έχει με τη σειρά του μια σειρά από σκέλη. Αρχικά, θα πρέπει να θυμίσω πως το NBA δεν είναι μια open market Λίγκα. Τούτο σημαίνει πως ως κλειστή αγορά, για να εισέλθει μια νέα ομάδα, πρέπει να πληρώσει “εισιτήριο εισόδου”, να αγοράσει με απλά λόγια τη νέα θέση που θα δημιουργηθεί για αυτή. Σε προηγούμενο χωρίο της ανάλυσης είχε σημειωθεί πως βάσει της τρέχουσας αποτίμησης του περιοδικού Forbes, η μέση αξία των ομάδων του NBA ανέρχεται για το 2022 στα $2,86 δισ. Όταν η συζήτηση για την επέκταση της Λίγκας είχε ξεκινήσει προ διετίας, η τιμή εισόδου που συζητιόταν ήταν τα $2,5 δισ. Προ μερικών μηνών ο ίδιος ο Adam Silver δήλωσε πως αυτή η τιμή θεωρείται πολύ χαμηλή. Το πιο ρεαλιστικό ποσό εισόδου μιας νέας ομάδας στη Λίγκα πλέον υπολογίζεται στην τάξη των $3 δισ. με $3,5 δισ. Συνεπώς, αφού μιλάμε για επέκταση δύο ομάδων, το συνολικό έσοδο της Λίγκας υπολογίζεται στα $6 δισ. με $7 δισ.

Και εδώ υπεισέρχεται μια κρίσιμη παράμετρος. Τα χρήματα που θα εισπραχθούν από ενδεχόμενη επέκταση, βάσει της τρέχουσας 2017 CBA, δεν αποτελούν μέρος του BRI, των εσόδων δηλαδή που μοιράζονται μεταξύ ιδιοκτητών και παικτών, αλλά πηγαίνουν αποκλειστικά στους (υπάρχοντες, παλαιούς) ιδιοκτήτες (ήτοι διά του 30). Άρα, υπό συζήτηση είναι ένα ποσό της τάξης των $200 εκατ. με $230 εκατ. για κάθε ιδιοκτήτη τρέχουσας ομάδας. Το ποσό αυτό θεωρητικά δίνεται έναντι της μελλοντικής απώλειας εσόδων των υπαρχόντων ιδιοκτητών ομάδων, από την αλλαγή του παρονομαστή στο μοίρασμα των εσόδων (από 30 σε 32, με συνεπακόλουθη μείωση της αναλογίας). Στην πράξη, η προβλεπόμενη αύξηση των εσόδων τα επόμενα χρόνια είναι τέτοια που μικρή διαφορά θα υπάρξει. Ωστόσο το ανωτέρω ποσό των άνω των $200 εκατ., είναι ικανό να καλύψει (και με το παραπάνω) την όποια ζημιά υπέστη κάθε franchise λόγω της πανδημίας τις σεζόν 2019-20 και 2020-21. Και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η όλη συζήτηση έχει ανοίξει πιο έντονα τα τελευταία χρόνια.

Θεωρητικά, ένα μειονέκτημα ενδεχόμενης επέκτασης αποτελεί η αλλαγή του παρονομαστή στον διαμερισμό των εσόδων, που από 30 μέρη, θα πρέπει να μοιράζεται σε 32 μέρη. Ωστόσο, το νέο τηλεοπτικό συμβόλαιο που θα εκκινήσει παράλληλα, ή και πριν από την επέκταση, είναι ικανό από μόνο του να καλύψει την θεωρητική μείωση των εσόδων από τα δύο επιπλέον μέρη που θα λαμβάνουν μερίδιο. Πόσο μάλλον δε, αν συνυπολογιστούν τα πρόσθετα εισιτήρια, τα έσοδα από τα τοπικά τηλεοπτικά δίκτυα (που κάθε ομάδα του NBA έχει, πέραν του κεντρικού, και που επίσης πέφτουν στον συνολικό, κεντρικό “κουβά” του BRI), αλλά και τη γενικότερη εμπορική επέκταση της Λίγκας, όχι μόνο σε τοπικό, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο. Μέρος των διαπραγματεύσεων της επόμενης CBA θαρρώ θα είναι από πλευράς παικτών να πάρουν ένα μέρος των χρημάτων της επέκτασης, αλλά δεν πιστεύω πως εύκολα θα καταφέρουν κάτι τέτοιο (καθώς πωλείται “κεφάλαιο” και το κεφάλαιο το βάζουν οι ιδιοκτήτες, κάτι αρκετά ξεκάθαρο στην αμερικάνικη λογική του επιχειρείν). 

Αν κάτι θα λάβουν ως αντιστάθμισμα οι παίκτες είναι αυτές οι πρόσθετες 28 με 34 νέες θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν για τα μέλη του Σωματείου τους[14]. Αν κάτι μας έχουν δείξει οι τελευταίες σεζόν είναι πως πλέον το ταλεντο περισσεύει στη Λίγκα. Και δεν αναφέρομαι αποκλειστικά στους παίκτες που κάθονται στις άκρες των πάγκων, αδυνατώντας να βρουν ουσιαστικά αγωνιστικά λεπτά, λόγω του πόσο καλύτεροι είναι όσοι προπορεύονται ιεραρχικά, αλλά ακόμα και στους παίκτες που είναι εντελώς εκτός ΝΒΑ, περιμένοντας μια ευκαιρία, έναν τραυματισμό, ένα δεκαήμερο συμβόλαιο, για να διεκδικήσουν “μια θέση στον ήλιο”. Η σεζόν 2021-22, με τα απανωτά κρούσματα covid, που είχε ως αποτέλεσμα μια σειρά ομάδων, για μια σειρά εβδομάδων, να κατεβαίνουν με motley crews στους αγώνες τους, νομίζω ενίσχυσε αρκετά την συγκεκριμένη θέση.  

Κλείνοντας, οργανωτικά, ενδεχόμενη επέκταση θα δώσει το δικαίωμα στη Λίγκα να μειώσει -επιτέλους- τα παιχνίδια της κάθε ομάδας στη σεζόν, από τα αναχρονιστικά και επικίνδυνα πια για την υγεία των παικτών, 82 παιχνίδια. Ένας αριθμός παιχνιδιών που εν τέλει ελάχιστοι  πετυχαινουν (τη σεζόν 2021-22 μόλις πέντε παίκτες αγωνίστηκαν και στα 82 παιχνίδια των ομάδων τους). Αναλυτικότερα σχετικά σε ακόλουθο χωρίο της ανάλυσης.

Τα διακυβεύματα της επικείμενης διαπραγμάτευσης

Έχοντας αναλύσει την τρέχουσα κατάσταση της Λίγκας, μπορούμε ακολούθως να δούμε τις διαπραγματευτικές θέσεις των εμπλεκόμενων πλευρών. Η συγκεκριμένη διαπραγμάτευση ωστόσο, φαίνεται να μην έχει αποκλειστικά τις συνηθισμένες, δύο, ξεκάθαρες, πλευρές, των Ιδιοκτητών και των Παικτών.

A. Owners (Governors) vs Owners (Governors)

1.   Ο μύθος του “paycheck wins”

Βάσει της δικής μου ανάγνωσης στην κατάσταση, οι διαπραγματεύσεις για την επόμενη CBA  αναμένεται να είναι σκληρότερες μεταξύ των ιδιοκτητών και των διαφορετικών οπτικών τους για το πως πρέπει να διοικούνται τα franchises (τους), παρά μεταξύ Board of Governors (Ένωση Ιδιοκτητών) και ΝΒPA (Ένωση Παικτών).

Και για εμένα αυτό κατέστη σαφές αμέσως μετά το πέρας των Τελικών του 2022 και την κατάκτηση του Πρωταθλήματος από τους Warriors, όταν ο -γνωστός μεταφορέας σημαντικών μηνυμάτων, και ουχί δημοσιογράφος ή απλός σχολιαστής- Brian Windhorst χαρακτήρισε την επικράτηση των Warriors “paycheck win”,το οποίο σαν μομφή είναι, κατά τη γνώμη μου, πέρα για πέρα άστοχη. Το τρέχον πλαίσιο του NBA, όπως διαμορφώνεται από την σε ισχύ 2017 CBA, επιτρέπει σε μια ομάδα να γίνει ακριβή αποκλειστικά με δύο τρόπους: είτε μέσω μιας σειράς από έξυπνα trades, trades σκαλοπάτια όμως, μέχρι να καταφέρει να “τεντώσει το μισθολόγιό της” και να χωράει τρία max ή near max συμβόλαια, είτε μέσω πετυχημένων επιλογών στο draft. Τα δύο παραπάνω συμβαίνουν γιατί για να δώσει μια ομάδα συμβόλαια σε παίκτες ξεπερνώντας το όριο του salary πρέπει είτε να τους έχει επιλέξει από το draft, είτε να τους έχει ανταλλάξει μαζί με τα bird rights τους, είτε μέσω συγκεκριμένων exceptions (αναλυτικότερα οι συγκεκριμένες έννοιες στο “Λεξικό του Salary Cap”). Σε κάθε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να δώσει συμβόλαια μέχρι το όριο του salary cap. Ακόμα και αν κάνει χρήση μέρους ή όλων των exceptions, έχει ένα ακόμα περιθώριο που πληρώνει “χωρίς τιμωρία”, μέχρι το luxury tax line.

Το luxury tax σαν έννοια εισήχθη στο NBA το 2001, μία από τις αποφάσεις/συνέπειες του lockout του 1998[15]. Στα 21 χρόνια που μεσολάβησαν, ως και την ολοκλήρωση της σεζόν 2021-22, σε δύο σεζόν δεν έχει καταβληθεί από καμία ομάδα φόρος (τις σεζόν 2001-02 και 2004-05) ενώ τις υπόλοιπες 19 έχει καταβληθεί συνολικός φόρος της τάξης των $2,1 δισ. Η ομάδα που έχει πληρώσει περισσότερες φορές φόρο είναι οι Lakers, 11 φορές, ωστόσο, εκείνη που έχει πληρώσει τον περισσότερο είναι οι Warriors, με συνολικά $337,8 εκατ., τις πέντε φορές που μπήκαν στο tax. Απαραίτητη και σημαντική σημείωση: ως το 2015 δεν είχαν ξεπεράσει το tax line, ως μία από τις τρεις ομάδας που κράταγαν το σχετικό ρεκόρ[16]. Έχει συνεπώς δίκιο ο Windhorst; Είναι η Δυναστεία των Warriors βασισμένη σε “paycheck wins”;

Η δική μου απάντηση εξακολουθεί να είναι όχι. Και τη δικαιολογώ σε δύο επίπεδα. Αρχικά, αν δούμε ιστορικά τους Πρωταθλητές των 19 χρόνων που έχει πληρωθεί tax. Οι ακριβότερες ομάδες κατέκτησαν τον Τίτλο όλες κι όλες τρεις φορές:

  • Οι Lakers τη σεζόν 2009-10
  • Οι Cavaliers τη σεζόν 2015-16
  • Οι Warriors τη σεζόν 2021-22

Αντίθετα, οι ομάδες που κατέκτησαν το Larry O’Brien Trophy ούσες κάτω από το tax line, την ίδια περίοδο είναι πέντε:

  • Οι Heat τη σεζόν 2005-06
  • Οι “Beautiful Basketball” Spurs τη σεζόν 2013-14
  • Οι Warriors (και όμως) της επόμενης σεζόν, 2014-15
  • Οι Warriors της σεζόν 2016-17, τη σεζόν δηλαδή μετά το cap spike και πριν ξεκινήσει το πρώτο max contract του Curry, ο οποίος ήταν ακόμα στο πολύ φιλικό μισθολογικά των τεσσάρων ετών έναντι συνολικά $44 εκατ.
  • Οι Lakers της σεζόν 2019-20 (και όμως επίσης)

Βλέπουμε λοιπόν, πως η ακριβότερη ομάδα κέρδισε το Πρωτάθλημα το 15.7% των περιπτώσεων από την έναρξη εφαρμογής του luxury tax, ενώ ομάδες κάτω από το tax line 26,3%. Με ακόμα πιο πολύ ενδιαφέρον βλέπουμε πως από τα τέσσερα Πρωταθλήματα τους οι Warriors, τα δύο τα πήρανε όντας κάτω από το tax line και μόλις ένα ούσα η ακριβότερη ομάδα της Λίγκας[17]. Συνολικά, τα τελευταία οκτώ, ήτοι την περίοδο κάθετης αύξησης των εσόδων και του salary cap, κάτω από το tax line ήταν οι τρεις Πρωταθλητές, ενώ ακριβότεροι οι δύο.

Το δεύτερο επίπεδο της ένστασής μου προς το σχόλιο του Windhorst βασίζεται στο απλό γεγονός ότι οι Warriors δεν έκαναν τίποτα απολύτως το παράτυπο. Τουναντίων, έκαναν πρότυπη διαχείριση κάθε διαθέσιμου εργαλείου που είχαν στα χέρια τους: από το roster του Πρωταθλήματος του 2022 οι Curry, Klay, Green, Poole, Looney, συν τους Kuminga, Moody, Wiseman, ήταν επιλογές τους στο draft, οι Bjelica, Otto Porter Jr.. Gary Payton II ήταν σε minimum συμβόλαια και ο Wiggins ήταν το αποτέλεσμα ανταλλαγής του salary slot που δημιουργήθηκε στη Λίγκα από το λάθος του cap spike του 2016, ευθύνη για το οποίο είχαν οι παίκτες και η Ένωσή τους και επ ουδενί οι Warriors. Οι Warriors απλά φρόντισαν μαεστρικά να διατηρήσουν διαθέσιμο αυτό το slot και να πληρώνουν ακριβά για αυτή τη διατήρηση. Έτσι μετέτρεψαν τον Durant, που υπέγραψαν το 2016 -ακριβώς και αποκλειστικά λόγω του cap spike- στον D’Angelo Russell (μέσω sign and trade) το 2019 και στον Wiggins το 2020. Συνεπώς, οι Warriors επένδυσαν σε όλα τα επίπεδα του οργανισμού, σε scouters, σε analytics, σε προπονητικό επιτελείο και επιτελείο development, με αποτέλεσμα να διαλέξουν τους κατάλληλους παίκτες στο draft και να τους αναπτύξουν, βελτιστοποιώντας τις δυνατότητές τους, Ταυτόχρονα, απέφυγαν λανθασμένες επιλογές (είπαν όχι στο trade Klay Thompson για Kevin Love το 2014), και επένδυσαν στις υποδομές, χτίζοντας με ίδια κεφάλαια ύψους $1,4 δισ. το Chase Center (και όχι εκβιάζοντας για πολιτειακά λεφτά, όπως οι Bucks και οι Suns πρόσφατα για τις ανακαινίσεις των δικών τους γηπέδων), με αποτελεσμα να αυξήσουν ακόμα παραπάνω τα όποια δικά τους έσοδα (πέραν του ποσοστού αυτών που εισφέρουν στον κοινό κουβά του BRI). Καθόλου τυχαία, είναι πλέον η πρώτη σε αποτίμηση ομάδα της Λίγκας.

Αξίζει μάλιστα να δούμε την όλη “μομφή” συνολικότερα. Αν η κατηγορία αφορά τα $184 εκατ. του μισθολογίου τους τη χρονιά του Πρωταθλήματος και στην επιλογή τους να πάνε $70 εκατ. πάνω από το $112,4 όριο του salary cap της εν λόγω σεζόν ή στα $170 εκατ. φόρου που πλήρωσαν, τότε μάλλον μιλάμε για μια -στην ουσία- άδικη ποινή. Και η ποινή φαντάζει άδικη, ακριβώς επειδή τους τιμωρεί οικονομικά που τα έκαναν όλα σωστά. Θα τους κατηγορήσει ο -κάθε- Windhorst (και όποιος εντολέας αυτού) και από πάνω;

Για να αντιστρέψω εντελώς την οπτική, κατά τη γνώμη μου το περσινό Πρωτάθλημα, η μη κατάκτησή του συγκεκριμένα, ήταν μια “paycheck loss” για την ομάδα του Milwaukee. Την ομάδα δηλαδή που αρνήθηκε να πληρώσει το πολύτιμο εργαλείο P.J. Tucker το καλοκαίρι του 2021 $3 εκατ. παραπάνω για να μην αυξηθεί πολλαπλασιαστικά ο φόρος της (κατά $17 εκατ.), με αποτέλεσμα να υπολείπεται κορμιών, εργαλείων και αντοχών στη σειρά που αποκλείστηκαν με τους Celtics (κατάσταση που φαίνεται ωστόσο πως κατάλαβαν και την επόμενη σεζόν, 2022-23 εχουν το τέταρτο ακριβότερο roster). Την στιγμή που το γήπεδο τους το ανακαίνισε η Πολιτεία, με τους ιδιοκτήτες της ομάδας να εκβιάζουν “απειλώντας” πως διαφορετικά θα μετακόμιζαν την ομάδα στο Seattle. 

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να εξετάσουμε τα παραπάνω και από μία ακόμα οπτική. Κατά τη σεζόν της δήθεν “paycheck win” των Warriors, αυτοί ναι μεν είχαν το ακριβότερο roster της Λίγκας, αλλά θα πρέπει να εξεταστεί τόσο το κατά πόσο ακριβότερο, όσο και το γιατί. Συγκεκριμένα, με το όριο του salary στα $112,4 εκατ. όπως προαναφέρθηκε, οι μισές ομάδες (ακριβώς 15 στις 30) είχαν μισθολόγια άνω των $130 εκατ., με τους Warriors να φτάνουν τα $175 εκατ. Άρα η διαφορά μπορεί μεν να είναι της τάξης ενός “τέταρτου max”, μα α) δεν είναι τόσο μεγάλη, β) αυτό το πρόσθετο ακριβό slot είναι η επιβράβευση των Warriors για τους εξαιρετικούς χειρισμούς τους, στην ανάγνωση και εκμετάλλευση του πλαισίου λειτουργίας της Λίγκας (διατήρηση του salary slot του αποχωρήσαντα KD και η -με υπομονή- μετατροπή του στον αρχικά undervalued, στη συνέχεια πολύτιμο Wiggins). Αντίθετα, εκεί που ανοίγει η ψαλίδα του κόστους ανάμεσα στους Warriors και τις υπόλοιπες ομάδες, είναι στα tax penalties.

Συγκεκριμένα, οι ομάδες που ξεπερνούν το όριο του tax πληρώνουν έναν προοδευτικό φόρο, αυξανόμενο για κάθε οριοθετημένο επίπεδο που ξεπερνιέται, ενώ υπάρχει και διαφορετικός συντελεστής -μεγαλύτερης επιβάρυνσης- για τις ομάδες που ξεπερνούν επαναλαμβανόμενα το όριο (tax repeaters), όπως ακριβώς παρουσιάζεται στον κάτωθι πίνακα[18]:

Το ποσό που εισπράττεται από τους φόρους κατά το 50% πηγαίνει, είτε στη Λίγκα, είτε στο BRI[19] και το υπόλοιπο 50% μοιράζεται στις ομάδες που ήταν κάτω από το tax.

Και ενώ η προοδευτικότητα των φορολογικών συντελεστών είναι κάτι λογικό (καθώς όσο περισσότερο μία ομάδα περνάει το όριο, τόσο υψηλότερο φόρο πληρώνει), αυτό που πρέπει να επανεξεταστεί θεωρώ πως είναι τα όρια των κλιμακίων. Τούτο καθώς τα $5 εκατ. εύρος του κάθε κλιμακίου είχε πρωτοκαθοριστεί τη σεζόν 2013-14, τότε που το salary cap ήταν στα $59 εκατ. Ποσοστιαία, το κάθε κλιμάκιο αντιστοιχούσε 8,5% του salary cap, ενώ πλέον, με το cap στα $112,4 εκατ. για τη σεζόν 2021-22 και στα $123,7 εκατ. για τη σεζόν 2022-23, αντιστοιχεί μόλις στο 4,4% και 4,0% του salary cap αντίστοιχα.

Με απλά λόγια, στο παράδειγμά μας, τους Warriors της σεζόν 2021-22, αν το εύρος της φορολογικού κλιμακίου ηταν στο 8,5% του salary, όπως στην πρώτη σεζόν εφαρμογής του μέτρου, ήτοι στα $10 εκατ. αντί των $5 εκατ., οι Warriors θα είχαν φορολογική επιβάρυνση $119 εκατ. αντί για τα $150 εκατ. που τελικά πλήρωσαν. Πάλι πολλά, αλλά κοντά “ένα max slot” λιγότερα.

Θεωρώ πως η λύση στο συγκεκριμένο, αν υπάρχει σχετική επιθυμία, είναι σχετικά απλή και εύκολη. Με την 2017 CBA εισήλθε η προσαρμογή των rookie scale contracts και των minimums στις διακυμάνσεις του salary cap, “right-sizing” η σχετική ορολογία στο κείμενο της CBA.  Ήτοι, οι κατώτατοι μισθοί και τα rookie contracts ακολουθούν πλήρως την ποσοστιαία μεταβολή του cap από έτος σε έτος. Αντίστοιχα, θα μπορούσε απλά να οριστεί το εύρος του κάθε φορολογικού κλιμακίου ως ένα ποσοστό, έστω το αρχικό 8,5% του salary, και με βάση αυτό να μεταβάλλεται αντιστοίχως ετησίως. Επιπλέον, κρίνοντας από το πως εντάχθηκαν οι όποιες φορολογικές αλλαγές που αποφασίστηκαν το 2013-14, ήτοι με μία περίοδο διετούς προσαρμογής, φαντάζομαι πως σε αντίστοιχη περίπτωση στο παρόν ή στο μέλλον, θα δοθεί τουλάχιστον αντίστοιχος χρόνος προκειμένου να εναρμονιστούν και πάλι οι ομάδες. Άρα άμεσα δεν θα αλλάξει κάτι για τους Warriors ή τους Nets. Θα αλλάξει ωστόσο σημαντικά στο μέλλον αν εφαρμοστεί κάτι παραπλήσιο με την ανωτέρω σκέψη μου.

Αν πρέπει να κάνουμε δύο βήματα πίσω πάντως και να δούμε την γενικότερη, μεγάλη εικόνα, θα παρατηρήσουμε το εξής: το salary cap, με τους κανόνες που σήμερα εφαρμόζονται, το tax line και tax penalties στα ύψη και τα κλιμάκια που ισχύουν, είναι δομημένα για να ενισχύουν τον ανταγωνισμό της Λίγκας. Συγεκριμένα, αποτρέπουν τις ομάδες να είναι πολύ καλές για πάνω από πέντε χρόνια. Μετά θα πρέπει ή να μπουν σε κατάσταση ανανεώσης, μέσω trades, ή να γίνουν υπερβολικά ακριβές. Ο LeBron ακριβώς αυτό διάβασε σαν κατάσταση και άλλαζε ομάδες νομίζω. Όταν είδε πως δεν ήταν σε οργανισμούς που ήταν διατεθειμένοι να ξοδεύουν πάρα πολλά για μεγάλο χρονικό διάστημα, πήγαινε για πέντε χρόνια, “ξεζουμιζε” κάθε πόρο, από πλευράς salary, trades, μελλοντικά picks, κατακτούσε το Πρωτάθλημα και πήγαινε παρακάτω. Και όλο το παραπάνω το αναφέρω για καλό. Έκανε ακριβώς ό,τι το πλαίσιο ορίζει. Ο μόνο τρόπος για να ξεπεράσει μια ομάδα αυτό το πλαίσιο, να παραμείνει ανταγωνιστική άνω των πέντε χρόνων, είναι να γίνει πανάκριβη. Και αυτόν τον δρόμο επέλεξαν οι Warriors. Τιμώντας (πληρώνοντας ακριβά δηλαδή) τους παίκτες που τους χάρισαν τα τέσσερα Πρωταθλήματα (πάνω από όλα και κύρια τον Curry, αλλά και τους Klay και Draymond) και ταυτόχρονα πληρώνοντας τα απαραίτητα εργαλεία για να τους διατηρήσουν διεκδικητές όταν “η πρώτη γενιά” γέρασε (Wiggins, Poole). Καθόλου τυχαία κέρδισαν τα δύο πρώτα τους Πρωταθλήματα (2015, 2017) όντας κάτω από το tax line, και το τελευταίο τους (2022, έξι χρόνια μετά το πρώτο, άνω της πενταετίας δηλαδή), όντας η ακριβότερη πλέον ομάδα της Λίγκας.

Προς επίρρωση των ανωτέρω, θα χρησιμοποιήσω ένα ακόμα παράδειγμα, και συγκεκριμένα των Orlando Magic της σεζόν 2022-23 για να τονίσω ένα ακόμα σημείο που σχετίζεται με την συγκεκριμένη κατάσταση και θεωρώ πως ενδεχομένως να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης, τόσο ανάμεσα στους ιδιοκτήτες, όσο και μεταξύ ιδιοκτητών και παικτών στις επικείμενες διαπραγματεύσεις: αυτό είναι ο φόρος πάνω στα rookie extensions, τα max συμβόλαια των παικτών που η ομάδα έχει η ίδια επιλέξει μέσω του draft. Η ομάδα του Orlando λοιπόν, τα τελευταία χρόνια έχει επιλέξει μέσω του draft:

  • το 2017 τον Jonathan Isaac στο #6 (τον οποίον έχει ήδη επεκτείνει για τέσσερα χρόνια έναντι $69,6 εκατ.),
  • το 2018 τον Mo Bamba, επίσης στο #6 (τον οποίον επίσης έχει επεκτείνει, για δύο χρόνια έναντι $20,6 εκατ.),
  • το 2019 τον Chuma Okeke στο #16,
  • το 2020 τον Cole Anthony στο #15,
  • το 2021 τους Jalen Suggs και Franz Wagner στα #5 και #8 αντίστοιχα και
  • το 2022 τον Paolo Banchero στο #1.

Παράλληλα, έχει αποκτήσει ενώ ήταν στα rookie contracts τους τους Markelle Fultz (#1 το 2017) και Wendell Carter Jr. (#7 το 2018) έχοντας επεκτείνει τα συμβόλαια αμφότερων (3/$50 εκατ. του πρώτου και 4/$50 εκατ. του δεύτερου). Οι παραπάνω εννέα παίκτες είναι άπαντες κάτω των 25 ετών και αποτελούν (με τον σημαντικό αστερίσκο τους τραυματισμούς, ιδίως των Isaac και Fultz) μια εξαιρετική βάση για να στήσουν οι Magic την ομάδα τους για τα επόμενα επτά με εννιά χρόνια (μαζί με το όποιο καλό lottery προσθέσουν από το draft του 2023). Με την ισχύουσα κατάσταση, δεν θα μπορέσουν να το κάνουν, εκτός και αν αποφασίσουν να πληρώνουν για πολλά χρόνια φόρους, από ένα σημείο και μετά σε ποσά αντίστοιχα με των Warriors. Με απλά λόγια, το πλαίσιο της τρέχουσας 2017 CBA είναι σαν να τιμωρεί τις ομάδες που draftάρουν καλά για συνεχόμενα έτη. Τις υποχρεώνει να είναι σε ένα διαρκές ανταλλακτικό παιχνίδι ανταλλαγής συμβολαίων, κάθε φορά που ένας παίκτης τους είναι να πληρωθεί. Να πληρώνουν δηλαδή είτε φόρο χρηματικό, είτε φόρο αξιακό (παίρνοντας παίκτη σε καλύτερο συμβόλαια, αλλά μικρότερης αξίας).

Ο συγκεκριμένος μηχανισμός είναι κατά τη γνώμη μου άδικος. Οι ομάδες δε, που τον υποστηρίζουν και που προσπαθούν ετσιθελικά να φορέσουν στην εξαιρετική, πρότυπη, διαχείριση των Warriors την ταμπέλα του “paycheck win”, το κάνουν για να αποφύγουν από τις δικές τους fanbases την πίεση της αντίστοιχης διαχείρισης, την αποφυγή της κριτικής για τις δικές τους αστοχίες/αποτυχίες και -κυρίως- την δική τους αδυναμία ή απροθυμία να ξοδέψουν αντίστοιχα μέσα στο tax προκειμένου να είναι ή να παραμείνουν ανταγωνιστικές. Και ακριβώς για αυτούς τους λόγους, θεωρώ πως η κύρια αντιπαράθεση της επόμενης CBA θα είναι μέχρι που ή πώς θα μπορούν να ξοδέψουν οι ομάδες. Ακριβώς εντός της λογικής “της γίδας του γείτονα”, οι πιο “σφιχτές” ομάδες θα προσπαθήσουν να περιορίσουν την επιθυμία των κάθε Warriors, Nets, Clippers να πάνε “όσο πάει” προκειμένου να κατακτήσουν το Πρωτάθλημα, Παρότι ουδείς από τους τρεις κάνει κάτι παράτυπο. Τίποτα πέρα από το να εκμεταλλεύεται κάθε δυνατότητα που του δίνει το πλαίσιο που η CBA εχει θέσει για να στήσει την καλύτερη δυνατή ομάδα. Αυτή την επιθυμία, οι λιγότεροι ικανοί, λιγότερο φιλόδοξοι, ή απλά “πιο τσιγκούνηδες”, ακριβώς επειδή είναι νόμιμη και όχι παράνομη, θα προσπαθήσουν να την περιορίσουν, αλλάζοντας το πλαίσιο, αλλάζοντας τα σχετικά προβλεπόμενα στην επόμενη CBA. Βρίσκοντας ωστόσο σε αυτή τους την επιθυμία απέναντί τους, όχι μόνο τις ιδιοκτησίες των τριών προαναφερθέντων franchises, αλλά, και σε μια παράδοξη και πρωτότυπη συμμαχία, τους παίκτες στο πλευρό αυτών (καθώς τα επιπλέον χρήματα που αυτοί ξοδεύουν, στους παίκτες καταλήγουν αμέσως ή εμμέσως).

1.   Hard cap, υπό τον ευφάνταστο τίτλο “Upper Spending Limit”

Και το πεδίο ευθείας αντιπαράθεσης των δύο πλευρών φαίνεται πως θα είναι η εφαρμογή ή μη hard cap. Υπό τον πιο “γλυκό” (και δεδομένα και πιο ευφάνταστο) τίτλο “Upper Spending Limit” (USL), όπως ο -έτερος μεταφορέας μηνυμάτων και επ’ ουδενί δημοσιογράφος- Adrian Wojnarowski του ESPN έγραψε σε σχετικό άρθρο του τον Οκτώβρη του 2022, μερίδα των ιδιοκτητών ομάδων του NBA σκέφτονται σοβαρά την έναρξη εφαρμογής του συγκεκριμένου μέτρου.

Στα μέχρι σήμερα ισχύοντα, το NBA, σε αντίθεση με άλλες επαγγελματικές Λίγκες των ΗΠΑ, όπως το NFL και το NHL, δεν έχει “hard cap”, αλλά soft cap. Αυτό σημαίνει πως οι ομάδες μπορούν υπό προϋποθέσεις, να περάσουν το ετησίως τεθέν όριο του salary cap. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι μια σειρά από εξαιρέσεις (exceptions)[20]. Πάνω από το όριο του salary cap, υπάρχει ένα χρηματικό περιθώριο μέχρι το tax line. Για τη σεζόν 2022-23, τα δύο αυτά όρια έχουν τεθεί το μεν salary cap στα $123,7 και το δε tax line στα $150,3[21].

Ωστόσο, υπό προϋποθέσεις μπορεί μια ομάδα να γίνει hardcapped. Συγκεκριμένα, υπό τρεις συγκεκριμένες προϋποθέσεις:

  • αν χρησιμοποιήσουν την bi-annual exception,
  • αν χρησιμοποιήσουν την non tax payer mid-level exception ενώ είναι tax payer
  • αν πάρουν παίκτη μέσω sign-and-trade.

Άπαξ και μια ομάδα υπαχθεί στο hard cap δεν μπορεί να ξεπεράσει το luxury tax apron σε καμία περίπτωση.To luxury tax apron είναι ένα ποσό περίπου $6 εκατ. πάνω από το tax line.

Ωστόσο, το να καταστεί μια ομάδα hardcapped δεν είναι τόσο σπάνιο όσο φαντάζει. Για παράδειγμα τη σεζόν 2021-22, 12 ομάδες της Λίγκας ήταν σε αυτή την κατάσταση.

Οπότε, γιατί αυτό να αποτελεί πρόβλημα να επεκταθεί σε όλες; Ιδίως αν η γραμμή του salary cap ανέβει υψηλότερα ως αντιστάθμισμα; Η απάντηση είναι απλή και είναι ακριβώς στην κατάσταση που έχει φέρει μέρος των ιδιοκτητών να συζητάνε αυτό το θέμα: το κατά πόσο περνάνε συγκεκριμένες ομάδας, οι Warriors, Nets και Clippers συγκεκριμένα, το όριο του salary cap, πληρώνοντας δηλαδή, με κάθε δυνατό από τη CBA τρόπό τους παίκτες της ομάδας τους όσο περισσότερο γίνεται. Συνεπώς, γιατί οι παίκτες να δεχτούν να μπει ένα συγκεκριμένο, απροσπέλαστο, όριο στο ποσό που μπορούν να πάρουν ετησίως συνολικά; Ειδικά όταν με το τρέχον, ελαστικό όριο, το περνούν τακτικά; Τη σεζόν 2021-22, 22 ομάδες είχαν μισθολόγια πάνω από το salary cap ($112,4 εκατ.) και οχτώ πάνω από το tax line ($136,6). Αυτή την κατάσταση ακριβώς βέβαια είναι που μέρος των ιδιοκτητων ομάδων προσπαθεί να περιορίσει.

Αν πρέπει να καταθέσω τη δική μου άποψη, θεωρώ απίθανο αυτό να περάσει. Δεν υπάρχει περίπτωση η Ένωση των παικτών να το κάνει αποδεκτό. Και επειδή τα λεφτά, όπως νομίζω ήδη έχει αναλυθεί διεξοδικά, είναι πάρα πολλά για να πάμε σε lockout, απλά δεν θα περάσει. “Τότε γιατί πέφτει πάνω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, και δη μέσω του πλέον επίσημου μεταφορέα μηνυμάτων, του Woj;”  Νομίζω είναι ένας ξεκάθαρος αντιπερισπασμός, “λαγός” επί του λαϊκότερου, για να υπάρχει στο διαπραγματευτικό τραπέζι ως μια φαινομενικά υποχώρηση των ιδιοκτητών στο τέλος σε αυτό το πεδίο, προκειμένου να κερδίσουν κάτι άλλο που τους ενδιαφέρει περισσότερο. Ενδεχομένως έναντι μιας πρότασης των παικτών να ζητήσουν μέρος των χρημάτων από την ενδεχόμενη (αναμενόμενη) επέκταση σε 32 ομάδες. Ή όπως θα δούμε ακολούθως, έναντι του player empowerment και των trade requests παικτών σε supermax συμβόλαια ή ακόμα και πριν την έναρξη των max επεκτάσεων τους.    

B. Owners (Governors) vs Players

Και κάπως έτσι περνάμε στα θέματα που φαίνεται πως θα απασχολήσουν περισσότερο τις δύο διαπραγματευομενες πλευρές, Ένωση Ιδιοκτητών (Boards of Governors) και Ένωση Παικτών (NBPA).

1.   Το (ξεχειλωμα των ορίων του) Player Empowerment

Το πρώτο από αυτά είναι αυτονόητα τα όρια του Player Empowerment που έχει λάβει χώρα κατά την τελευταία δεκαετία.

Κορύφωση για την όποια αγανάκτηση των ιδιοκτητών είναι οι συμπεριφορές των τριων -όσο γράφονται αυτές οι γραμμές τουλάχιστον- παικτών των Nets: Durant, Irving και Simmons, του τελευταίου όσο ήταν ακόμα παίκτης των Sixers. Συγκεκριμένα, η στάση των τριών ανέδειξε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που ενοχλούν (πολύ) τους ιδιοκτήτες. Και σε ένα βαθμό εύλογα. Ας τα δούμε όμως αναλυτικότερα. Ο μεν Durant υπέγραψε επέκταση συμβολαίου με τους Nets, για τέσσερα χρόνια και έναντι $194,2 εκατ. την offseason του 2021, με έναρξη την επόμενη σεζόν 2022-23. Ε, πριν την έναρξη ισχύος του συμβολαίου του, ο Durant ζήτησε trade, ζήτησε την απομάκρυνση τόσο του προπονητή, όσο και του GM, της ομάδας. Όχι λογικά πράγματα… Αντίστοιχα ο Kyrie παρότι συμβεβλημένος με max συμβόλαιο με τους Nets, πήρε πολλάκις -από τον εαυτό του- άδεια δύο εβδομάδων, αρνήθηκε να εναρμονιστεί με τα υγειονομικά πρωτόκολλα της ομάδας και της πόλης, και διαρκώς συμπεριφερόταν σαν να είναι ένας ανεξάρτητος, εξωτερικός παράγοντας, λειτουργώντας κατά το δοκούν, αρνούμενος τη συμμόρφωση ακόμα και με τις πλέον απλές συμβατικές του υποχρεώσεις, πολλώ δε μάλλον, να συμπεριφερθεί σαν το πλέον καλοπληρωμένο μέλος μιας ομάδας παικτών/ανθρώπων, με κοινό στόχο και σκοπό. Αποκορύφωμα όλων των ανωτέρω κατ’ εμέ, η δήλωση του μετά το πέρας της σεζόν 2021-22, όπου ανερυθρίαστα είπε πως ο ίδιος, ο Durant, o -τότε προπονητής της ομάδας- Nash και ο GM Marks, θα αποφασίσουν για το πως θα στηθεί η ομάδα για την επόμενη σεζόν. Σημειωτέον, αμφότεροι οι Durant και Irving έχουν προβεί κατά τις Nets days τους σε απαξιωτικές δηλώσεις των συμπαικτών τους. Κλείνοντας, ο Simmons, όντας ακόμα μέλος των Sixers, και μετά τον αποκλεισμό αυτών από τους Hawks στα Playoffs του 2021, απογοητευμένος από την στάση της ομάδας, προπονητή, μέρους των συμπαικτών και της διοίκησης προς το πρόσωπό του και την -κατ’αυτόν- απουσία στήριξης, αρνήθηκε να συμμετάσχει σε κάθε δραστηριότητα της ομάδας της Philadelphia, απαιτώντας trade, ενώ έμπαινε στον δεύτερο χρόνο του πενταετούς συμβολαίου του συνολικής αξίας $177,2 εκατ.

Οι παραπάνω συμπεριφορές μπορούν αντικειμενικά να κριθούν ως αντιεπαγγελματικές. Ακόμα και αν υπάρχουν καταστάσεις που ως ένα σημείο θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τις αντιδράσεις σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση, κάνοντας ένα βήμα πίσω μπορεί να παρατηρήσει καθείς:

  • δημόσιες τοποθετήσεις απαξίωσης του συμβαλλόμενου οργανισμού,
  • απαξίωση “προϊσταμένων” (προπονητών και GMs),
  • μη συμμόρφωση με συμβατικές υποχρεώσεις

Εύλογα συνεπώς μπορεί κανείς να περιμένει στις επικείμενες διαπραγματεύσεις ένα “κάπου ώπα” από πλευράς ιδιοκτητών.

Το αντεπιχείρημα από πλευράς παικτών είναι, το -εξόχως αμερικάνικο- “ποιος φέρνει τα λεφτά;”. Συγκεκριμένα, η λογική τους πλέον είναι στην κατεύθυνση πως το NBA είναι ένα “players league”. Με τα νούμερα να το υποστηρίζουν. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι του LeBron James: η αποχώρησή του από τους Cavaliers το 2010 έριξε την αποτιμητική αξία του franchise κατά 25%, προκαλώντας ταυτόχρονα μεγάλη ύφεση στην οικονομία της πόλης συνολικότερα. Ακριβώς αντίστροφα, η επιστροφή του στους Cavs το 2014, αύξησε την αποτιμητική αξία του οργανισμού κατά $1 δισ. Το γεγονός πως ο LeBron είναι μια τεράστια κινητή βιομηχανία φαίνεται από την επίπτωση που είχε η μετακόμισή του και στο “τεράστιο” (από κάθε άποψη) LA. Συγκεκριμένα, ακαδημαϊκή έρευνα έδειξε πως η έλευσή του επέφερε 3.000 νέες θέσεις εργασίας, $29 εκατ. έσοδα από φόρους στην Πολιτεία και ένα συνολικότερο θετικό οικονομικό αποτύπωμα της τάξης των $396 εκατ. σε βάθος πενταετίας. “Ο μισθός του” συνεπώς φαντάζει πολύ κατώτερος της όποιας οικονομικής προσφοράς του, αγωνιστικής και κυρίως οικονομικής, στην εκάστοτε ομάδα που αγωνίζεται. Αντίστοιχη ειναι και η επίδραση του Curry στους Warriors. Όσο εξαιρετικά και αν τα είχαν και πάλι κάνει οι διοικούντες της ομάδας του San Francisco την τελευταία οκταετία, ποιος πιστεύει πως η αποτιμητική αξία της ομάδας θα ήταν η ίδια, η υψηλότερη της Λίγκας, στα $7 δισ. χωρίς τον Stephen Curry;

Μάλιστα, ένα ενδιαφέρον στοιχείο για την ενδεχόμενη στάση των παικτών, έδειξε η υπερασπιστική γραμμή του αντιπροέδρου της Ένωσης των Παικτών, Jaylen Brown, κατά την τιμωρία του του Kyrie Irving, από τους Nets, σε συνέχεια των (Kyrie-ικά βλακωδών) αντισημιτικών σχολίων του τελευταίου[22]. Συγκεκριμένα, ο Brown επικαλέστηκε την σε ισχύ CBA και τα εκεί προβλεπόμενα, τονίζοντας πως η λίστα των ενεργειών που οι Nets ζητούσαν από τον παίκτη τους να πράξει ή να συμμορφωθεί, ήταν μη προβλεπόμενες από τη σύμβαση και θα έπρεπε να ανακαλέσουν. Η συγκεκριμένη υπενθύμιση δεν θα πρέπει να ληφθεί ως υπεράσπιση των όποιων θέσεων του Kyrie ή ένα συντεχνιακό flex. Αντίθετα, κατά τη γνώμη μου, είναι μία ορθότατη συνδικαλιστική υπενθύμιση των θεσμικών ορίων που η CBA βάζει και μια υπενθύμιση προς τους ιδιοκτήτες πως τα συγκεκριμένα όρια όχι απλά υπάρχουν και πρέπει να τηρούνται, αλλά και πως η θέση των παικτών στην επικείμενη διαπραγμάτευση θα είναι η δυναμική υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους. 

Με βάση τα ανωτέρω είναι εύλογο και αναμενόμενο το επικείμενο “bras de fer” των δύο πλευρών στο συγκεκριμένο ζήτημα. Από τη μία, οι ιδιοκτήτες θα θελήσουν να περιορίσουν το ευμετάβλητο των οργανισμών τους, της δομής, της αγωνιστικής απόδοσης, αλλά και της αποτίμησης αυτών, από τις ορέξεις των superstars τους. Ταυτόχρονα όμως, δεν μπορούν παρά να αποδεχτούν πως ως έναν βαθμό αυτό είναι πια θέσφατο, σε μια Λίγκα που η επιρροή και επίδραση των παικτών είναι τόσο μεγάλη. Πλέον του γεγονότος πως η ίδια η δομή της Λίγκας είναι προσωποκεντρική: κάτι που φαίνεται από το απλό παράδειγμα της αδυναμίας αγοράς εμφάνισης ομάδας χωρίς το όνομα-νούμερο κάποιου παίκτη της στην πλάτη.

Θαρρώ ωστόσο πως θα υπάρξει σχετικό consensus, ενδεχομένως σχετικά εύκολα. Συγκεκριμένα, η λύση ενδεχομένως να βρίσκεται στην μη ανταλλαξιμότητα των παικτών που υπογράφουν supermax contracts κατά τα πρώτα δύο ή τρία έτη της διάρκειάς τους. Ίσως με την ένταξη ενός αντίστροφου trade kicker, όπου παίκτης που ζητάει δημόσια trade request, θα έχει μείωση του συμβολαίου του κατά ένα (σημαντικό) ποσοστό αν τελικά ανταλλαχθει. Οτιδήποτε πρόσθετα ή αφαιρετικά των ανωτέρω πιθανών λύσεων, θα εξαρτηθεί από τη μόχλευση και τους συμβιβασμούς στα υπόλοιπα υπό διαπραγμάτευση θέματα. 

2.   Επεκτάσεις Συμβολαίων - Αλλαγές στη δομή των Συμβολαίων

Μία ακόμα λάθος επιλογή των ιδιοκτητών που καταγράφηκε στη 2011 CBA και ήρθε να διορθώσει η 2017 CBA ήταν οι επεκτάσεις των συμβολαίων των παικτών δύο χρόνια μετά την αρχική υπογραφή τους για συμβόλαια διάρκειας τριών και τεσσάρων ετών και τριών μετά την αρχική υπογραφή τους για συμβόλαια διάρκειας πέντε ή έξι ετών. Ωστόσο, η 2017 CBA έβαλε τον περιορισμό της αύξησης ως 120% στο ποσό της επέκτασης σε σχέση με το τρέχον συμβόλαιο. Ο συγκεκριμένος περιορισμός δημιουργεί προβλήματα σε επεκτάσεις παικτών που είχαν αρχικά υπογράψει μη max συμβόλαια αλλά η απόδοσή τους στη συνέχεια τους επιτρέπει να ζητήσουν (και να λάβουν) max. Για να μην κουράσω θεωρητικολογώντας, χαρακτηριστικό σχετικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του Jaylen Brown. Ο Brown είχε υπογράψει τετραετές συμβόλαιο αξίας $106 εκατ. το 2020. Από την offseason του 2022 θα μπορούσε να υπογράψει επέκταση του συμβολαίου του, ωστόσο αυτή θα περιόριζε το salary του στα $28,5 εκατ. ετησίως. Ωστόσο, αν περιμένει να ολοκληρωθεί το τρέχον συμβόλαιό του, την offseason του 2024, θα μπορέσει να διεκδικήσει (και με τα τρέχοντα δεδομένα θα λάβει) max ύψους ίσου με το 30% του τότε salary cap, ήτοι, με βάση τις προβλέψεις για το salary cap της σεζόν 2024-25, $41,5 εκατ. συμβόλαιο. Η διαφορά σε βάθος τετραετίας θα είναι αν υπέγραφε επέκταση το καλοκαίρι του 2022 της τάξης των $35 εκατ. και αν το καλοκαίρι του 2023, της τάξης των $25 εκατ. Το ρίσκο της υπογραφής επέκτασης από τον Brown γίνεται ακόμα μεγαλύτερο αν αναλογιστεί κανείς πως υπάρχει σημαντική πιθανότητα αυτός να είναι μέλος μιας All NBA ομάδας τη σεζόν 2022-23. Κάτι τέτοιο θα του έδινε δικαίωμα να ζητήσει supermax συμβόλαιο και η διαφορά στα χρήματα θα γινόταν κατά πολύ μεγαλύτερη, συγκεκριμένα από συμβόλαιο αξίας $136 εκατ. αν είχε υπογράψει επέκταση με τους τρέχοντες όρους, σε συμβόλαιο αξίας $216 εκατ. Συνεπώς ο Brown δεν έχει κανέναν λόγο να υπογράψει την συγκεκριμένη επέκταση.

Το πρόβλημα είναι πως οι Celtics δεν έχουν κανένα πρόβλημα να του δώσουν 30% του cap επέκταση προκειμένου να μην ρισκάρουν να τον χάσουν το καλοκαίρι του 2024. Ωστόσο, βάσει CBA, απλά δεν μπορούν. Αυτόν τον -στην πράξη- στρεβλωτικό περιορισμό αναμένω να άρουν παίκτες και ιδιοκτήτες στην επόμενη CBA.

Παράλληλα, φαντάζει παράλογο να μην μπορεί να προσυμφωνηθεί η δυνατότητα για supermax στην όποια επέκταση, και αν ο παίκτης πιάσει τα κριτήρια, να αλλάζει το συμβόλαιο της επέκτασης, όποτε αυτό ξεκινήσει. Να μπορεί, με απλά λόγια στο παράδειγμά μας, ο (κάθε Brown) να συμφωνεί για επέκταση συμβολαίου μετά την δεύτερη επέτειο υπογραφής του τρέχοντος συμβολαίου του για supermax συμβόλαιο, και αν μέχρι την εκκίνηση αυτού έχει πιάσει τα κριτήρια, να λαμβάνει το 35% του cap της συγκεκριμένης σεζόν, και αν όχι, το 30%. Ακριβώς δηλαδή η διαδικασία που ισχύει στις max επεκτάσεις των rookie συμβολαίων, που έχουν ενσωματωμένη αυτή ακριβώς τη μεταβλητότητα και βάσει κριτηρίων πηγαίνουν είτε στο 25% του cap, είτε στο 30%.

Παρότι είναι αρκετά σαφές πως συμφέρει τόσο τους παίκτες, όσο και τις ομάδες η αλλαγή των κανονισμών που διέπουν τις επεκτάσεις ως ανωτέρω, υπάρχει ένα σημαντικό σημείο που πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας: το επίπεδο του engagement στα social media αναφορικά με το NBA κατά τις πρώτες μέρες της free agency ετησίως είναι μεγαλύτερο από ό,τι στην κορύφωση του έτους, τους Τελικούς. Ενδεχόμενη απλοποίηση των επεκτάσεων, θα μειώσει τους ελεύθερους παίκτες, άρα και το όλο ετήσιο νταβαντούρι των πρώτων ημερών (ωρών) κάθε Ιούλη.

Μία ακόμα στρέβλωση που αναμένεται να συζητηθεί είναι τα κριτήρια επιλογής για supermax contract. Τα κριτήρια επιλεξιμότητας με βάση την 2017 CBA είναι τα ακόλουθα:

  • Ένας παίκτης να έχει ανακηρυχθεί Αμυντικός της Χρονιάς σε μία από τις δύο τελευταίες σεζόν προ της υπογραφής της επέκτασης του συμβολαίου του.
  • Ένας παίκτης να έχει ανακηρυχθεί MVP σε μία από τις τρεις τελευταίες σεζόν προ της υπογραφής της επέκτασης του συμβολαίου του.
  • Ένας παίκτης να έχει επιλεγεί σε μία εκ των τριών All-NBA Teams σε μία από τις δύο τελευταίες σεζόν προ της υπογραφής της επέκτασης του συμβολαίου του.

Νομίζω είναι αρκετά εύλογο πως η πλευρά των ιδιοκτητών θα προτείνει να μην έχουν την ίδια βαρύτητα οι τρεις All NBA ομάδες. Δεν είναι δυνατόν ο MVP, ή το μέλος της πρώτης All NBA ομάδας, να έχουν δικαίωμα συμβολαίου ίδιου ποσοστού επί του salary cap, με τους παίκτες που μπαίνουν για μια χρονιά στην τρίτη All NBA ομάδα. Ειδικά από την στιγμή που τα βραβεία και οι All NBA Teams είναι αποτέλεσμα επιλογής δημοσιογράφων, οι τεράστιες διαφορές σε χρήματα συμβολαίων που μπορούν να προκληθούν από μερικές ψήφους είναι κάτι που και φαντάζει και είναι παράλογο και οφείλει να διευθετηθεί[23].

 Ως προς τα designated veteran extensions, τα supermax contracts που η 2017 CBA εισήγαγε, η προβληματική αυτών (η στην πράξη αποτυχία τους) αναλύθηκε σε προηγούμενο χωρίο της παρούσας ανάλυσης. Τα παραδείγματα των John Wall και Russell Westbrook είναι πολύ χαρακτηριστικά. Και ως προς το ότι πληρώθηκαν πάρα πολλά χρήματα παίκτες που δεν μπόρεσαν να τα δικαιολογήσουν στην πορεία του συμβολαίου, μα και ότι τα supermax δεν στάθηκαν ικανά να τους διατηρήσουν στα small market franchises τους. Ο αντίλογος στο παραπάνω θα είναι πάντα η παραμονή του Giannis Antetokounmpo στους Bucks, ωστόσο μπορούμε νομίζω να συμφωνήσουμε πως ο Giannis είναι (στα περισσότερα από όσα κάνει) η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Καθόλου τυχαία δεν υπάρχει δεύτερη σχετική περίπτωση να αναφερθεί.

Συνεπώς, όπως σημειώθηκε και σε προηγούμενο χωρίο, φαντάζει αρκετά πιθανό η πλευρά των ιδιοκτητών να ζητήσει πως στα supermax contracts θα υπάρχει υποχρεωτική παραμονή για “x” χρόνια μετά την υπογραφή τους στην ομάδα, αρνητικό trade kicker σε περίπτωση δημόσιου trade request. Με απλά λόγια, αρκετά μεγαλύτερη δέσμευση και από την πλευρά των παικτών, όταν οι ιδιοκτήτες δεσμεύονται από την πλευρά τους να πληρώσουν έναν παίκτη τέτοιο πακτωλό χρημάτων για να είναι η σημαία του franchise τους.

Μικρότερης σημαντικότητας θέματα που ενδέχεται να επανεξεταστούν αναφορικά με συμβόλαια θαρρώ θα είναι:

  • η αύξηση του αριθμού των All Stars από 12 σε 13 για κάθε ομάδα. Οι ιδιοκτήτες δεν επιθυμούν την συγκεκριμένη αύξηση, καθώς πολλά συμβόλαια παικτών συμπεριλαμβάνουν bonus για συμμετοχή στο All Star Game -τα οποία προφανώς δεν θέλουν να πληρώνουν. Ωστόσο, από την στιγμή που ο ελάχιστος αριθμός ενεργών παικτών σε ένα roster είναι το “13”, οι παίκτες εύλογα διεκδικούν έναν πρόσθετο All Star σε κάθε ομάδα.
  • το καθεστώς των restricted free agents και ενδεχόμενη, είτε κατάργηση, είτε έστω μερική τροποποίηση αυτού (υπέρ των παικτών free agents)
  • επανεξέταση του -πετυχημένου συνολικά- καθεστώτος των two-way contracts, με επανεξέταση συγκεκριμένων λεπτομερειών, όπως οι δεσμευτικοί όροι παραμονής στην ομάδα αρχικής υπογραφής για δεύτερο συνεχές έτος.
  • επανεξέταση της δέσμευσης υπογραφής στη μητρική NBA ομάδα των παικτών που αγωνίζονται σε θυγατρικές των ομάδων στην G-League.

Καθώς τα ανωτέρω θέματα, δεν είναι αυξημένης σημαντικότητας,  θεωρώ πως δεν θα αποτελέσουν σημεία έντονης αντιπαράθεσης. Περισσότερο είναι θέματα που απλά χρήζουν βελτιώσεων και καθώς αναμένω να συζητηθούν, εξ ου και η εδώ αναφορά τους.

3.   Μείωση του ηλικιακού ορίου εισόδου στη Λίγκα

Ένα ακόμα ζήτημα που συζητείται καιρό, τόσο περιφερειακά της Λίγκας, όσο και από τα πλέον επίσημα χείλη, αυτά του Adam Silver, είναι η μείωση του ηλικιακού ορίου εισόδου των παικτών στη Λίγκα, κατά έναν χρόνο, από τα 19 έτη στα 18. Από το 2005 και την τότε CBA, ισχύει πως για να μπορεί να δηλώσει ένας παίκτης συμμετοχή στο draft του NBA πρέπει να είναι 19 ετών[24] ή να έχει ολοκληρωθεί μία σεζόν της Λίγκας από την ημερομηνία αποφοίτησης του παίκτη από το high school (λύκειο). Αυτή η σεζόν μπορεί να είναι είτε με τη μορφή “one and done” στο κολέγιο, είτε στην G-League Ignite, τη θυγατρική ομάδα του NBA στην αναπτυξιακή του Λίγκα, είτε στο εξωτερικό. Ωστόσο, η επιστροφή του ορίου στα 18 έτη είναι από τα ανοιχτά θέματα προς συζήτηση για εφαρμογή από το 2024. Αξίζει να θυμηθούμε, πως με βάση το ηλικιακό όριο των 18 ετών, είχαν περάσει στο NBA, χωρίς στάση στο κολέγιο ή αλλού, οι LeBron James, Kobe Bryant, Kevin Garnett, και Dwight Howard, μεταξύ άλλων.

Η προσωπική μου αίσθηση είναι πως αυτό θα συμβεί, για διάφορους λόγους. Πρώτον, το NBA, σαν επιχείρηση, δεν έχει λόγο να αφήνει δικά της (μελλοντικά) assets να αγωνιζονται στο NCAA, είτε στο εξωτερικό. Αν ένα αστέρι, όπως κάποτε ο LeBron, o Davis ή τώρα ο Wembanyama, μπορούν να παράξουν έσοδο, γιατί να το κάνουν σε οποιοδήποτε πλαίσιο εκτός του NBA; Και δη, με το πρόσθετο ρίσκο τραυματισμού, χωρίς μάλιστα την ιατροφαρμακευτική υποστήριξη που, στο υψηλότερο επίπεδο στον κόσμο, το NBA παρέχει για τους παίκτες του.

Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, το March Madness παράγει ετησίως έσοδα της τάξης άνω του $1 δισ., με τη διοργάνωση του 2022 να καταγράφει έσοδα $1,2 δισ. Σαν ποσοστό, το “ερασιτεχνικό πλαίσιο” του NCAA παράγει μέσα σε έναν μήνα ποσοστό ανώτερο του 10% του ετήσιου εσόδου του ΝΒΑ. Προφανώς, αυτό το έσοδο δεν μπορεί να μεταφερθεί αυτούσιο στο ΝΒΑ, αλλά αν το ΝΒΑ μπορεί να αποσπάσει και ένα κομμάτι αυτού, και να διασφαλίσει καλύτερα την υγεία των μελλοντικών αστέρων του, γιατί να μην το κάνει;

Άλλωστε, προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και η δημιουργία της ομάδας G-League Ignite, της θυγατρικής ομάδας του ίδιου του NBA στην αναπτυξιακή του Λίγκα. Η συγκεκριμένη ομάδα, με συμμετοχή προπονητών NBA, αντίστοιχη ιατροφαρμακευτική υποστήριξη, αλλά και πρώην παίκτες της Λίγκας να κάνουν “mentoring” στους υποψήφιους, έχει στείλει μέσω draft στο NBA κατά τα δύο πρώτα έτη ύπαρξής της τους Jalen Green (#2, 2021), Jonathan Kuminga (#7, 2021), Isaiah Todd (#31, 2021), Dyson Daniels (#8, 2022), MarJon Beauchamp (#24, 2022), Jaden Hardy (#37, 2022), καθώς και ως undrafted τους Daishen Nix και Michael Foster Jr.

Το NCAA, αντιλαμβανόμενο την πρόθεση του NBA να περιορίσει τόσο το ταλέντο που αγωνίζεται στα κολέγια, όσο -και κυρίως- τα έσοδά του, έχει ξεκινήσει από το 2021 να πληρώνει (αμέσως) τους προβεβλημένους “φοιτητές”-παίκτες του, μέσω δηλαδή της διαδικασίας NIL (Names, Images, Likenesses δικαιώματα). Ωστόσο, κακά τα ψέματα, με τα rookie scale contracts να είναι συνδεδεμένα με το salary cap ως ποσοστό αυτού από την 2017 CBA, και την διαφαινόμενη νέα εκτόξευση του salary, δεν νομίζω πως θα μπορέσει ο συγκεκριμένος μηχανισμός να δημιουργήσει ανταγωνιστικά έσοδα για έναν παίκτη που είναι στα όρια του “NBA ready”. Ακόμα και στην Ignite ωστόσο, πλέον “ο μισθός” top ταλέντων φτάνει ή ξεπερνά το $1 εκατ., ποσό που δύσκολα θα μπορέσει να ανταγωνιστεί το NCAA.

Ένας ακόμα παράγοντας που συνηγορεί πως τα λεφτά στο NBA, αλλά ακόμα και περιφερειακά ή εισαγωγικά αυτού, είναι πάρα πολλά, πιστοποιεί η ομάδα Overtime Elite (OTE). Συγκεκριμένα, η Overtime, ένας οργανισμός που απευθύνεται σε παιδιά ηλικίας high school που επιθυμούν να συνεχίσουν είτε στο NCAA, είτε στο NBA, έχει στήσει την συγκεκριμένη ομάδα, αποτίμησης πλέον άνω των $500 εκατ., έχοντας μάλιστα συλλέξει χρηματοδοτήσεις άνω των $100 εκατ. από, μεταξύ άλλων, τους Bezos, Durant και Drake.

Απευθυνόμενη κυρίως σε νεαρά ταλαντούχα μαύρα παιδιά, που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες, η Overtime παρέχει ένα πλαίσιο εκπαίδευσης βελτίωσης αθλητικών ικανοτήτων και υποδομών ανώτατου επαγγελματικού επιπέδου, πληρώνοντας μάλιστα τους μαθητές-αθλητές του προγράμματος περίπου $100.000 ετησίως. Είναι, με απλά λόγια, τόσα πολλά τα χρήματα, που η εξασφάλιση της επιτυχημένης διαδρομής των ταλέντων ως το NBA έχει γίνει από μόνη της μία ξεχωριστή, παράλληλη βιομηχανία. Τη δημιουργία αυτής της βιομηχανίας προφανώς και το ΝΒΑ την αντιλαμβάνεται και ενδιαφέρεται να την ενσωματώσει. Τόσο για τη διασφάλιση της υγείας των ταλέντων που θα του παράγουν έσοδα, όσο και για τα έσοδα καθεαυτά. 

Παρά το φαινομενικά ξεκάθαρο της κατάστασης, η Ένωση των Παικτών δεν είναι δεδομένο πως θα δεχτεί εύκολα τη μείωση του ηλικιακού ορίου εισόδου στη Λίγκα. Τούτο καθώς, η μείωση του ορίου ηλικίας δίνει τη δυνατότητα να εισέλθουν νεότεροι παίκτες στο Πρωτάθλημα, οι οποίοι (και συνδικαλιστικά εδώ είναι το κρίσιμο) δεν είναι μέλη του Σωματείου. “Θα γίνουν”, αλλά η είσοδός τους θα αναγκάσει σε αποχώρηση από τη Λίγκα ισάριθμα μέλη του Σωματείου τους, που είτε είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία, είτε είναι λιγότερο ταλαντούχοι, είτε έχουν χαμηλότερη προοπτική.

H Λίγκα από την πλευρά της δεν έχει λόγο να μην το επιθυμεί. Η σύγχρονη ένταση και ρυθμός του παιχνιδιού είναι, όπως έχουμε εξετάσει και σε άλλα σημεία της ανάλυσης, πολύ πιο απαιτητικοί από ποτέ στο παρελθόν. Και για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν οι ομάδες χρησιμοποιούν όλο και λιγότερο μεγάλους σε ηλικία παίκτες. Ο μέρος όρος ηλικίας των παικτών της Λίγκας είναι ήδη στο ιστορικά χαμηλότερο σημείο, στα 26,1 έτη μέση ηλικία παίκτη, οπότε είναι προς την τρέχουσα κατεύθυνση η περαιτέρω μείωσή του, με την είσοδο ακόμα νεαρότερων παικτών. Όχι επειδή αυτοί θα είναι άμεσα αποδοτικότεροι. Αλλά επειδή έτσι θα γίνουν συντομότερα αποδοτικότεροι.

Προσωπικά βλέπω στο τέλος η Ένωση παικτών να υποχωρεί και να δέχεται την συγκεκριμένη αλλαγή, ωστόσο, δεδομένο θεωρώ πως θα πιέσουν να κερδίσουν κάποια άλλη θέση τους διαπραγματευτικά για να παραχωρήσουν το προκείμενο.

4.   Χρονική αναμετάθεση του draft

Μεταφερόμενοι από τους rookies στη διαδικασία εισόδου τους στη Λίγκα, στο draft, φαντάζει πλέον πιθανή η μεταφορά αυτού μετά τη free agency. Συγκεκριμένα, με την free agency να αποτελεί μία από τις κορυφαίες διαδικασίες της Λίγκας ετησίως από άποψη ενδιαφέροντος, το ότι αυτή λαμβάνει χώρα μετά το draft και όχι πριν από αυτό, φαίνεται να προκαλεί στρεβλώσεις. Όχι τόσο στην ενασχόληση των φιλάθλων, όσο στη σύνθεση των ετήσιων rosters. Συγκεκριμένα, τα τελευταία χρόνια τακτικές είναι οι καταγραφές περιπτώσεων που ομάδες είχαν τη δυνατότητα να υπογράψουν σε φιλικά προς αυτές συμβόλαια ελεύθερους παίκτες ή να ανταλλάξουν για παίκτες που θα τους ενδιέφεραν, ωστόσο η προγενέστερη επιλογή παίκτη στην ίδια θέση, ή παίκτη με παραπλήσια χαρακτηριστικά, στο draft που είχε προηγηθεί, τις αποτρέπει. Η συγκεκριμένη πρόταση έχει μια δόση λογικής. Το draft και η επιλογή παικτών από εκεί, να έρχεται να καλύψει τις ανάγκες του roster κάθε ομάδας που η free agency δεν κατάφερε να καλύψει. Ο αντίλογος σε αυτό το επιχείρημα φυσικά είναι πως η επιλογή παίκτη από το draft δεν μπορεί να έχει τόσο βραχυπρόθεσμη οπτική. Θα πρέπει να γίνεται βάσει του μεγαλύτερου διαθέσιμου ταλέντου και με προοπτική, για επιλογή πρώτου γύρου, οκταετίας (καθώς τόσο διαρκούν χρονικά τα δύο πρώτα συμβόλαια των καλών παικτών του πρώτου γύρου του draft).

Η εναλλακτική επιλογή εδώ είναι η χαλάρωση των περιορισμών του tampering. Με δεκάδες συμφωνίες να ανακοινώνονται κάθε χρόνο, λεπτά (ή και δευτερόλεπτα) μετά την επίσημη έναρξη της free agency, την 1η Ιουλίου κάθε έτους, η χαλάρωση των σχετικών περιορισμών (εναλλακτικός τίτλος “το τέλος του κουκλοθέατρου”), που -στην πράξη- ποτέ και από κανέναν δεν τηρούνται, θα επισημοποιούσε τις όποιες συμφωνίες των ομάδων με παίκτες πριν τη διεξαγωγή του draft και θα συμβάδιζε με την επιθυμία των ομάδων για προγενέστερη, ή έστω παράλληλη, στελέχωση των ομάδων από την free agency σε σχέση με το draft.

5.   Ιατρικά δεδομένα παικτών και θέματα ψυχικής υγείας

Μία από τις πιο έντονες επιθυμίες των διοικούντων τις ομάδες της Λίγκας τελευταία χρόνια αφορά τα ιατρικά δεδομένα των παικτών που εισέρχονται στο draft. Σε αντίθεση με όταν ένα trade λαμβάνει χώρα, όπου η ομάδα που ανταλλάσει τον παίκτη είναι υποχρεωμένη να στείλει τον ιατρικό φάκελό του στην ομάδα που αυτός θα καταλήξει, οι παίκτες που δηλώνουν συμμετοχή στο draft, δεν είναι υποχρεωμένοι να μοιράζονται τους ιατρικούς τους φακέλους με τις ομάδες που ενδιαφέρονται να τους επιλέξουν. Η κατάσταση αυτή υπογραμμίζεται διαρκώς από τις ομάδες ως ενοχλητική. Και εύλογα. Από την στιγμή που το draft, και δη οι πρώτες επιλογές αυτού, αποτελούν τον βασικό μηχανισμό να αποκτήσει έναν πολύ καλό παίκτη μια ομάδα, και δη σε ελεγχόμενο, από άποψη κόστους, συμβόλαιο, σε rookie scale για τα πρώτα τέσσερα χρόνια, και σε -το πολύ- rookie max extension για τα επόμενα πέντε, είναι απόλυτα λογικό να θέλει να δει την ιατρική κατάσταση του παίκτη, πάνω στον οποίο θα στηρίξει ένα σημαντικό μέρος της αγωνιστικής προοπτικής της για τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο, όπως σε κάθε κοινωνία του δυτικού κόσμου, τα ιατρικά δεδομένα θεωρούνται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα και προστατεύεται απόλυτα νομικά η ιδιωτικότητα αυτών. Και δεδομένα αποτελούν ένα ισχυρό διαπραγματευτικό ατού στα χέρια των παικτών και των ατζεντηδων τους. Ιδίως αν θέλουν να πιέσουν μια ομάδα να μην επιλέξει έναν παίκτη, ο οποίος δεν θέλει να αγωνιστεί σε αυτή ή να ζήσει στην συγκεκριμένη πόλη που η ομάδα εδρεύει. Κρίσιμο σημείο όμως αποτελεί το γεγονός πως οι υποψήφιοι rookies δεν είναι -ακόμα- μέλη της Λίγκας, άρα ούτε και της Ένωσης των Παικτών. Όμως αυτοί με τη σειρά τους έχουν κοινούς ατζεντηδες με τους τρέχοντες παίκτες του NBA. Εκπροσωπούνται δηλαδή από τα ίδια συμφέροντα. Συνεπώς, ιδίως σε αυτό το πεδίο, βλέπω την αντίσταση της πλευράς του Σωματείου των Παικτών πιο έντονη. Για να καλυφθεί θα πρέπει να κερδίσουν διαπραγματευτικά κάτι πολύ σημαντικό και μεγάλο.

Η ένταξη της ψυχικής υγείας στα πρωτόκολλα υγείας και τραυματισμών

Εντάσσοντάς το ως υποκατηγορία στα θέματα υγείας, παρότι δεν σχετίζεται ευθέως με την ανωτέρω θεματική, είναι και το θέμα της αναγνώρισης της ψυχικής υγείας ως αναπόσπαστο μέρος της συνολικής υγείας των παικτών του NBA. Συγκεκριμένα, και πρωτοποριακά σε σχέση με τα υπόλοιπα επαγγελματικά sports των ΗΠΑ, το NBA δείχνει να έχει αποφασίσει να αντιμετωπίζει τα θέματα ψυχικής υγείας ακριβώς με τον ίδιο τρόπο με τα αντίστοιχα σωματικά, και προφανώς αντίστοιχα με τους μακροχρόνιους τραυματισμούς, μιας και η ψυχική υγεία δεν αλλάζει κατάσταση από μέρα σε μέρα, όπως για παράδειγμα ένα στραμπούληγμα.

Στην συγκεκριμένη θεματική, μπορεί να διαβάσει κανείς τακτικές αναφορές σε προβεβλημένους παίκτες, όπως ο Kevin Love και ο DeMar DeRozan, οι οποίοι δημόσια τα τελευταία χρόνια μίλησαν για την κατάθλιψη που αμφότεροι αντιμετώπισαν, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην -δυστυχώς, με τεράστια καθυστέρηση- κανονικοποίηση και αποστιγματισμό των ψυχικών παθήσεων.

Σε αυτή τη γωνία του κειμένου ωστόσο, θα ήθελα προσωπικά να κάνω ειδική μνεία στον πραγματικό προμηθέα της συγκεκριμένης συζήτησης, τον ξεχασμένο Royce White, #16 επιλογή των Rockets στο draft του 2012. O White, από την πρώτη μέρα εισόδου του στη Λίγκα έχει δημοσιοποιήσει τα προβλήματα ψυχικής υγείας που αντιμετώπιζε και είχε ζητήσει από τους Rockets να τον αντιμετωπίσουν όπως κάθε άλλο τραυματισμένο παίκτη τους. Η αντίδραση των (υπό τον διαρκώς υμνούμενο Morey) Rockets; Να τον τιμωρεί και να τον θέτει εκτός ομάδας, παρά τις δημόσιες φωνές για υποστήριξή και βοήθειά του παίκτη.

Σε κάθε περίπτωση, η επίσημη ένταξη των ψυχικών παθήσεων στα ιατρικά πρωτόκολλα της Λίγκας, θα βοηθήσει να αρθούν και οι όποιες σκιές ή υποψίες σε περιπτώσεις όπως του Ben Simmons και της δικής του επίκλησης σε ψυχικά τραύματα κατά την έναρξη της σεζόν 2021-22. Η επίκληση του Simmons έχει αμφισβητηθεί ευθέως, τόσο από την ομάδα των Sixers, όσο και από μεγάλη μερίδα των φιλάθλων, και ως έναν βαθμό βάσιμα, μιας και πρωτοειπώθηκε ως πρόβλημα, μετά την αποτυχία του να ανταλλαχθει κατά την offseason του 2021. Ήταν ο φόβος του κοινωνικού στιγματισμού που καθυστέρησε την σχετική ανακοίνωση από πλευράς παίκτη; Ήταν απλά μια πρόφαση; Τέτοιες αμφιβολίες θα καταφέρει  να διαλευκάνει ο νέος κανονισμός. Μα πρώτα και κύρια, θα μπορέσει να βοηθήσει το σύνολο των ψυχικά πασχόντων αθλητών. Με τη διαδρομή των 10 χρόνων, από το 2012 και την τότε αντιμετώπιση του White ως το σήμερα, να αποτυπώνει εύλογα -και εντυπωσιακά- την θετική εξέλιξη της Λίγκας στον συγκεκριμένο τομέα.

6.   Υπογραφή νέας CBA πριν την υπογραφή του νέου τηλεοπτικού

Μία κρίσιμη διαφορά της τρέχουσας κατάστασης σε σχέση με την ομαλή έκβαση των συνομιλιών για την υπογραφή της 2017 CBA είναι, κατά τη γνώμη μου, ότι τα χρήματα του νέου τηλεοπτικού συμβολαίου θα οριστικοποιηθούν και θα εισέλθουν στο BRI (Basketball Related Income) μετά την υπογραφή της νέας CBA και όχι πριν, όπως συνέβη το 2016. Στο σημείο αυτό θα κριθεί το επίπεδο εμπιστοσύνης των δύο διαπραγματευομενοι μερών. Οι σχέσεις εμπιστοσύνης τους είχαν διαταραχθεί σημαντικά με την 2011 CBA, όπως  αναλύθηκε σε προηγούμενο χωριό του παρόντος πονήματος, όταν και οι ιδιοκτήτες διεκδίκησαν και κέρδισαν σημαντικό μέρος των εσόδων και των δικαιωμάτων των παικτών. Στη δεκαετία που μεσολάβησε, με το player empowerment, την κατακόρυφη αύξηση των εσόδων της Λίγκας (και συνακόλουθα και των παικτών), αλλά και την περισσότερο ισορροπιστική και συγκαταβατική διοίκηση του Adam Silver (ιδίως σε σχέση με τον προκάτοχό του, David Stern και την πολύ πιο απολυταρχική δική του διοίκηση) οι σχέσεις δείχνουν να βρίσκονται στο καλύτερο επίπεδο από ποτέ. Ωστόσο, οι διαφωνίες που υπάρχουν στην πλευρά των ιδιοκτητών είναι εκείνες που μπορεί να κάνουν την Ένωση των Παικτών δύσπιστη ως προς το στιβαρό και ακέραιο της όποιας θέσης των owners σε σχέση με το νέο τηλεοπτικό συμβόλαιο, το ενδεχόμενο ύψος αυτού, αλλά κυρίως με το πως αυτό θα μοιραστεί ανάμεσα στα δύο μέρη, μέσω του BRI. Το ρήγμα δηλαδή που ήδη υπάρχει στην πλευρά των ιδιοκτητών, ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να ξοδεύουν και να βελτιώνουν τις ομάδες τους και σε εκείνους που τις βλέπουν ως μια ακόμα προσοδοφόρα επένδυση, και επιθυμούν απλά τη μεγιστοποίηση των κερδών τους μέσω των ομάδων, είναι μια κατάσταση που κάθε συνομιλητής θα φοβόταν. Ιδίως όταν νιώθει ότι στο πρόσφατο παρελθόν έχει αδικηθεί από τον ίδιο συνομιλητή. 

Θεωρητικά, η λύση είναι εύκολη: η πλευρά των ιδιοκτητών, που είναι εκείνη που θα διαπραγματευτεί το νέο τηλεοπτικό, δεν έχει κανέναν λόγο να μην επιδιώξει τη μεγιστοποίηση του ποσού που θα εισπράξει η Λίγκα. Συνακολούθως, όποιο και αν είναι αυτό, θα μπει στο σύνολό του στο BRI και με βάση τα ποσοστά διανομής στις δύο πλευρές και θα μοιραστεί αντιστοίχως. Με βάση δε ένα προσυμφωνημένο ποσοστό cap smoothing, θα υλοποιηθεί η ένταξή του στο ετήσιο salary, σε βάθος ενδεχομένως πενταετιας. Σαν ασφαλιστική δικλείδα, μπορεί να μπει η δυνατότητα καταγγελίας της σύμβασης από τους παίκτες αν υπάρχουν δεδομένα που διαφοροποιούν σημαντικά την ανωτέρω πρόβλεψη. Το συγκεκριμένο θέμα πάντως, η δυσπιστία των παικτών γύρω από τη διαχείριση των χρημάτων του νέου τηλεοπτικού, θαρρώ θα είναι ένα πεδίο που η Ένωση Παικτών θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί συνδικαλιστικά (όχι τόσο ουσιαστικά) προκειμένου να κερδίσει μόχλευση σε έτερα, πιο σημαντικά για εκείνη, ζητήματα.

7.   Αναμόρφωση της regular season

Δεδομένα το σύγχρονο παιχνίδι στο NBA διεξάγεται σε ταχύτερους ρυθμούς και υψηλότερες εντάσεις από ποτέ άλλοτε. Όσο και αν η σύγχρονη τεχνολογία βοηθάει στην υποστήριξη των αθλητών και της υγείας τους, σημαντικές επιπτώσεις δεν παύουν να υπάρχουν. Τη σεζόν 2021-22 μόλις πέντε παίκτες κατάφεραν να αγωνιστούν και στα 82 παιχνίδια της regular. Οπότε εύλογα τίθεται διαρκώς προς τη Λίγκα το ερώτημα αναφορικά με τον λόγο της εμμονικής επιμονής στην τρέχουσα δομή. Σε αυτή οι παίκτες καλούνται να αγωνιστούν σε 82 παιχνίδια σε 177 ημέρες, ήτοι έναν αγώνα κάθε 2,15 μέρες, όπου κατά μέσο όρο θα καλύψουν 4 χλμ σε αυτούς, συν τα ταξίδια που απαιτούνται. Kαι διαρκώς λιγότεροι μπορούν να ανταπεξέλθουν:

Το παραπάνω γράφημα του True Hoop επιβεβαιώσει το αυτονόητο: μόλις ένα ελάχιστο ποσοστό των περίπου 500 παικτών που αγωνίζονται ετησίως στο NBA μπορεί πλέον να ανταπεξέλθει στο σύνολο των αγώνων. Με τα δε μεγάλα αστέρια της Λίγκας να απουσιάζουν κατά μέσο όρο από 28 παιχνίδια.

Η επικείμενη επέκταση της Λίγκας θα προσθέσει δε πρόσθετα 164 παιχνίδια στο ήδη παραφορτωμένο καλεντάρι. Μα πέρα από την καταπόνηση στην υγεία των παικτών, το δεύτερο ερώτημα που εύλογα ανακύπτει είναι αναφορικά με την οικονομική σημαντικότητα όλων αυτών των αγώνων; Πόσο εμπορικοί μπορεί να είναι 12 αγώνες μέσα σε επτά ώρες το βράδυ της Τετάρτης ενός Νοέμβρη ή ενός Φλεβάρη;

Την απάντηση την δίνουν τα πλέον απλά μαθηματικά: η σημαντικότητα κάθε αγώνα είναι όσο το ποσοστό του επί του συνόλου των αγώνων. Έτσι, κάθε αγώνας Playoffs έχει σημαντικότητα 1/7, μειούμενη μετά από κάθε παιχνίδι (σε 1/6, 1/5 και ούτω καθεξής), κάθε γύρου. Η σημαντικότητα των αγώνων της regular είναι 1/82. Μείωση των αγώνων κάθε ομάδας στη regular, θα μείωνε τον παρονομαστή του κλάσματος, αυξάνοντας την συνολική αξία της πράξης, άρα την αξία κάθε αγώνα.

Την δική μου οπτική σχετικά έχω παρουσιάσει αναλυτικά σε παλαιότερο κείμενό μου του 2019 “Load Management και θεσμικές προκλήσεις για το ΝΒΑ”. Δύο από τις σημαντικότερες θέσεις που παρουσίαζα και στο τότε κείμενο και εξακολουθώ να υποστηρίζω και σήμερα είναι οι ακόλουθες:

  • Αύξηση του αριθμού των ομάδων από 30 σε 32, κατάργηση τόσο των divisions, όσο και των περιφερειών, για μία αγωνιστική περίοδο 62 αγώνων, που όλες οι ομάδες θα παίξουν απλά έναν εντός και έναν εκτός αγώνα με κάθε αντίπαλο, οι 16 καλύτερες θα προκρινονται στα Playoffs και παράλληλα, θεσμοθέτηση μιας διοργάνωσης κυπέλλου με νοκ-αουτ αγώνες, αμέσως πριν ή αμέσως μετά το All Star break, με πρόσθετα κίνητρα (όχι μόνο οικονομικά) για την ομάδα που θα το κατακτά.
  • Στη σημερινή δομή του το NBA έχει 1.230 αγώνες regular season, στη μορφή που προτείνω θα έχει 300 λιγότερους, 930. Κάθε ομάδα, άρα και κάθε παίκτης, θα αγωνίζεται 20 παιχνίδια λιγότερα μες στη σεζόν, θα περιορίζονται καταπόνηση από αγώνες και ταξίδια, και έτσι θα αυξάνονται παράλληλα οι πιθανότητες για να είναι υγιείς όλοι οι stars στα σημαντικά, δηλαδή τα Playoffs και τους Τελικούς.

Τα όποια αντεπιχειρήματα για απώλεια εσόδων από τα λιγότερα παιχνίδια, θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους δύο βασικά δεδομένα: την αύξηση των εσόδων από την αύξηση της σημαντικότητας κάθε αγώνα, καθώς, και το βασικότερο, στην αποτίμηση της παρουσίας των παικτών σε περισσότερα παιχνίδια ως ποσοστό του συνόλου, απόρροια της καλύτερης υγείας τους, λόγω της μικρότερης καταπόνησης που ένα πρόγραμμα με λιγότερους αγώνες και λιγότερα ταξίδια εξασφαλίζει.

Πιο συγκεκριμένα, το ερώτημα που θα πρέπει να απασχολεί οικονομικά είναι το “πόσο κοστίζει σε χορηγούς, σε τηλεοπτικό χρόνο και σε εισιτήρια ο τραυματισμός κάθε superstar της Λίγκας για μεγάλο μέρος της σεζόν; Πόσο ο κάθε επόμενος, Και ο επόμενος; Και ο επόμενος”; Διότι, για να περιορίσω το παράδειγμα μόνο στην τηλεοπτική κάλυψη και τη σύνδεση με το νέο υπέρογκο τηλεοπτικό συμβόλαιο, τι ενδιαφέρει περισσότερο τα τηλεοπτικά δίκτυα; Η ποσότητα των αγώνων, όποιες και αν είναι οι ομάδες, όσο καλές και αν αυτές είναι, και ανεξαρτήτως αν οι αστέρες τους είναι υγιείς και παίζουν, όσο πλησιέστερα μπορούν στο 100% τους ή, ακριβώς, η εξασφάλιση ποιοτικού τηλεοπτικού προϊόντος, ήτοι ποιοτικούς αγώνες με τη συμμετοχή των αστέρων των ομάδων, στην καλύτερη δυνατή αγωνιστική τους κατάσταση; Φαντάζομαι η συντριπτική πλειοψηφία μεταξύ ημών, των καταναλωτών του προϊόντος ΝΒΑ, θα απαντήσουμε με ευκολία το δεύτερο. 

Θεωρώ πως τα ανωτέρω ζητήματα έχουν απασχολήσει τη Λίγκα. Δεδομένα έχουν απασχολήσει την Ένωση των Παικτών. Η ενδεχόμενη επέκταση του NBA με την προσθήκη δύο ακόμα ομάδων δίνει τη δυνατότητα για να συζητηθεί σοβαρά η προοπτική της μείωσης των αγώνων κάθε ομάδας σε λιγότερες από 82. Οι επίσημες δηλώσεις του Silver για έναρξη του mid-season tournament, ακόμα και αν η μορφή αυτού δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρη ακόμα, αποτελεί μία πρόσθετη, ευνοϊκή συνθήκη για μείωση των αγώνων της regular. Οι δύο πιο γνωστοί newsbreaker έχουν επιβεβαιώσει την σχετική πρόθεση, είτε για 80 παιχνίδια της season (Shams Charania), είτε για 78 (Woj). Σε κάθε περίπτωση πολύ λιγότερα από τα 20, που, για παράδειγμα, εγώ θα ήθελα. Ακόμα και αυτό ωστόσο θα αποτελέσει σημαντική κατάκτηση. Μία νίκη των επιστημών και μεγαλύτερη διασφάλιση, τόσο της υγείας των αθλητών, όσο και, συνεπακόλουθα, της ποιότητας του θεάματος στη regular.

 Επίλογος

Όσο παράλογο φαντάζει σήμερα να μπορεί μία ομάδα να δίνει συνεχόμενα picks της πρώτου γύρου σε trades, να μην μπορεί να μείνει υπό καμία συνθήκη ένας παίκτης free agent, ή να υπάρχουν συμβόλαια αξίας $100 εκατ. και διάρκειας 10 ή 12 χρόνων σε rookies, πριν καν αγωνιστούν στον πρώτο τους αγώνα στο NBA, ενδεχομένως τόσο παράλογα θα φαντάζουν τα τρέχοντα δεδομένα της Λίγκας στην επόμενη γενιά φιλάθλων της. Το NBA είναι ένα δυναμικό περιβάλλον οργανωτικά, όπου με τον πακτωλό χρημάτων που καταφέρνει να παράγει την τελευταία δεκαετία, προκαλεί διαρκώς την ανάγκη για νέες ρυθμιστικές προσαρμογές.

Καθώς ωστόσο οι CBAs είναι εκείνες που καθορίζουν το πλαίσιο που τα front offices των ομάδων οφείλουν να επεξεργαστούν (και να φτάσουν στα όριά τους) προκειμένου να συνθέσουν τα καλύτερα δυνατά σύνολα, σύνολα που θα (αντ)αγωνιστούν στη συνέχεια εντός των παρκέ για την κατάκτηση της νίκης, την κατάκτηση του Πρωταθλήματος, οι διαπραγματεύσεις για την επόμενη CBA είναι εξίσου κρίσιμες για κάθε ομάδα και συνακολούθως για εμάς τους φιλάθλους, ως προς το πως και πόσο θα χρειαστεί να αλλάξουν οι ομάδες που μας αρέσει να βλέπουμε.

Η οικονομική ευρωστία της Λίγκας είναι τέτοια που θεωρητικά θα βοηθήσει να ξεπεραστούν οι όποιες διαφωνίες ή δυσκολίες των διαπραγματεύσεων. Ωστόσο μόνιμη συνοδός της οικονομικής ευρωστίας είναι η απληστία. Και η τελευταία ποτέ δεν αποτελεί καλό σύμβουλο καμίας και κανενός. Αν η λογική επικρατήσει, με τους όποιους εκατέρωθεν συμβιβασμούς, οι δύο πλευρές, Ιδιοκτητών και Παικτών, θα συμφωνήσουν στο νέο πλαίσιο και το NBA θα προχωρήσει ακλυδώνιστα στο νέο του θεσμικό πλαίσιο. Η ελπίδα είναι αυτή τη φορά η οπτική, κυρίως των ιδιοκτητών, να μην ακολουθήσει το σύνηθες κατά το παρελθόν, κοντόφθαλμο μονοπάτι τους, της ευκαιριακής επίλυσης παρελθοντικών ζητημάτων και την αναζήτηση προστασίας έναντι ίδιων λαθών, αλλά να καταφέρει να ενσωματώσει την παρούσα και μελλοντική δυναμική της Λίγκας στη συμφωνία, μια συμφωνία που θα εμπνέει και θα ανοίγει δρόμους (αντί να κλείνει τρύπες). Ωστόσο, καθώς στο κάτω-κάτω οι ιδιοκτήτες δεν είναι κάτι παραπάνω από 30 κακομαθημένα πλουσιόπαιδα που οι ομάδες τους αποτελούν για αυτούς προέκταση του εγώ τους και της τσέπης τους, η απληστία, ο εγωισμός, οι εμμονές, δεν είναι καθόλου απίθανο να εμφανιστούν στο διαπραγματευτικό τραπέζι. Σε αυτό το ενδεχόμενο ο δρόμος των διαπραγματεύσεων θα είναι μακρύς και δύσκολος. Και τούτο καθώς η πλευρά των παικτών[25] είναι πιο ενδυναμωμένη και πιο πλούσια από ποτέ. Πλούσια σε βαθμό που οι 10 καλύτεροι και πλουσιότεροι παίκτες της, συνεπικουρούμενοι από τους ατζεντηδες τους και τα εκτός NBA οικονομικά συμφέροντα, έχουν τη δυνατότητα να στήσουν ένα ανταγωνιστικό πρωτάθλημα, μέσα σε μερικούς μήνες. Αυτό η δυνατότητα αποδυναμώνει τον δυνητικό εκβιασμό του lock out, που πολλάκις στο παρελθόν η Ένωση των Ιδιοκτητών (1999 και 2011 οι πιο πρόσφατες) είχε χρησιμοποιήσει. Οι διαπραγματεύσεις άλλωστε, αναφορικά με το κάθε τι, όχι αποκλειστικά σε αυτό το επίπεδο (χρημάτων, δημοσιότητας και διακυβευμάτων) είναι περισσότερο αγώνας ισορροπίας και όχι επιβολής.

Και αυτός ακριβώς ήταν ο σκοπός της αναλυτικής παρουσίασης που προηγήθηκε: να παρουσιάσει το σύνολο των παραγόντων, ειδικών συνθηκών και μεταβλητών που θα πρέπει να εξισορροπηθούν και να συμφωνηθούν, καταλήγοντας στο κείμενο της επόμενης CBA. Κείμενο που θα καθορίσει τα νέα πλαίσια μέσα στα οποία η κάθε ομάδα NBA στο εγγύς μέλλον θα στήνεται και θα λειτουργεί. Να αναδείξει την ευθεία σύνδεση των διαβουλεύσεων πίσω από τις κάμερες και τα φώτα, με το υπέρλαμπρο τελικό προϊόν που κάθε χρόνο εμείς καταναλώνουμε από τέλη Οκτώβρη ως μέσα Ιούνη. Τον όχι και τόσο μαγικό κόσμο, των γραφειοκρατών, των χρημάτων, των αντικρουόμενων συμφερόντων, η εναρμόνιση των οποίων σε μια κοινά αποδεκτή συμφωνία, ανάβει τελικά τους προβολείς του πραγματικά “Μαγικού (μας) Κόσμου”.

 

[1] Ώπου σταδιακά θα μεταφερθούν όλα τα παλαιότερα κείμενά μου, ίδιας θεματικής, που είχαν πρωτο δημοσιευτεί στο The Ball Hog.

[2] Σημαντικό μέρος της ενότητας που ακολουθεί είναι μέρος παλαιότερου κειμένου μου “Η Επιβεβαίωση της Αποτυχίας των Supermax Contracts (και της 2017 CBA συνολικότερα) και η Κρισιμότητα της Φετινής Third All NBA Team” που είχε αρχικά δημοσιευτεί στο Ball Hog τον Μάρτη του 2019.

[3] Ως συνέχεια της μεταβατικής του 1994, η οποία -του 1995- υπογράφηκε βέβαια το 1996.

[4] Οι CBAs παίρνουν το όνομά τους ως νομικοί τίτλοι από τη χρονολογία υπογραφής τους, με αυτήν αρχικά και στη συνέχεια τον τίτλο τους ως “Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας” (Collective Bargaining Agreement – CBA), οπότε όλες έχουν τη μορφή “XXXX CBA”.

[5] O Goodrich αγωνίστηκε με τα “purple & gold” για εννέα συνολικά σεζόν, σε δύο φάσεις της καριέρας του, και με το #25 που φορούσε να κοσμεί την οροφή του Staples Center, έχοντας αποσυρθεί από την ομάδα το 1996 (και αναγκάζοντας έτσι τον Eddie Johnson που τότε το φορούσε να το αφήσει για το #6). Παράλληλα, ο Goodrich είναι Hall of Famer από το 1997.

[6] Κάτι που, ωστόσο, ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε, λόγω των προβλημάτων τραυματισμών που αντιμετώπισαν οι δύο guards τα χρόνια που ακολούθησαν.

[7] Το οποίο προσωπικά το έμαθα πως υπάρχει λόγω της υπόθεσης του πρώην ιδιοκτήτη των Clippers, Donald Sterling, το 2014, μιας και βάσει των σε αυτό γραφόμενων απομακρύνθηκε από τη Λίγκα.

[8] Μέρος του χωρίου που ακολουθεί έχει πρωτο δημοσιευτεί στο κείμενό μου “To NBA θυσιάζει υγεία και ριζοσπαστικότητα για την επόμενη σεζόν” τον Νοέμβρη του 2020, εδώ στο Guru.

[9] Στην πράξη κυμαινόμενο από 51%-49%, ως το αντίστροφο 49% - 51%.

[10] Σε επίπεδο ισολογισμού, επηρεαζόμενες από τα μη ταμειακά έξοδα των αποσβέσεων -depreciation & amortization, και όχι ταμειακές δηλαδή, σε επίπεδο cash flow.

[11] “Ο Πολυζωγόπουλος της NBPA”, όπως εύστοχα σχετικά τον αποκαλούσε ο Μαυράκης του Ball Hog από τότε.

[12] To escrow account είναι ένας λογαριασμός στον οποίο μπαίνουν χρήματα και δεν μπορούν να αναληφθούν μέχρι την ολοκλήρωση μιας σειράς προϋποθέσεων. Επειδή το salary cap υπολογίζεται για κάθε σεζόν στην έναρξή της (τον Ιούλιο) ως πρόβλεψη, ένα μέρος των μισθών των παικτών, συνήθως το 10%, πηγαίνει σε escrow account, μέχρι την εκκαθάριση στο τέλος αυτής (επόμενο Ιούλη) για να δουν αν η πρόβλεψη έχει πραγματοποιηθεί ή υπάρχουν αποκλίσεις. Αν τα έσοδα είναι λιγότερα από τα προβλεπόμενα, τότε το ποσό που έχει πάει στο escrow επιστρέφεται στις ομάδας, ενώ αν είναι μεγαλύτερα, δίνεται στους παίκτες, πλέον το επιπλέον.

Επί του προκείμενου, η 2017 CBA προβλέπει πως οι παίκτες πρέπει να πληρώνονται το πραγματικό ποσό που αναλογεί στο ποσοστό τους (49% με 51% επί των BRI εσόδων), με την παρακράτηση μέσω του escrow να αποτελεί τον μηχανισμό σχετικής εκκαθάρισης, χρειαζόταν και αυτό το σκέλος εξομάλυνση. Έτσι, για να μην αυξηθεί το escrow στο 40%, όσο δηλαδή η Λίγκα προβλέπει την μείωση των εσόδων για τη σεζόν 2020-21, συμφώνησε με τους παίκτες το ποσό που θα παρακρατείται στο escrow να διαμοιραστεί στις επόμενες τρεις σεζόν, αντί για μία, με την παρακράτηση του escrow να μην μπορεί σε καμία περίπτωση να ξεπεράσει ετησίως το 20%.   

[13] Τέλος, έμμεσο όφελος για τους παίκτες αποτέλεσε ένα ακόμα σημείο της συμφωνίας, συγκεκριμένα αυτό που προβλέπει πως τα tax penalties θα είναι συνδεδεμένα την επόμενη σεζόν με την πραγματική μεταβολή του BRI. Έτσι, μπορεί το tax line να έχει τεθεί στα $ 132,63 εκατ., αλλά αν μια ομάδα το περάσει, δεν θα πληρώσει ευθέως ό,τι αναλογεί στο προοδευτικό σύστημά του (κάθε επιπλέον δολάριο πάνω από το tax κοστίζει μεγαλύτερο φόρο), αλλά εν τέλει το ποσό αυτό θα μειωθεί κατά το πραγματικό ποσοστό μείωσης του BRI. Έτσι, ομάδες όπως οι Warriors και οι Nets, που προβλέπονται πολύ πάνω από το tax line, αποκτούν κίνητρο να ξοδέψουν ακόμα παραπάνω, με τα επιπλέον αυτά χρήματα να καταλήγουν κατά σημαντικό ποσοστό στους παίκτες (το υπόλοιπο ποσοστό, το μεγαλύτερο βασικά, θα πάει στα tax penalties).

[14] Ο ελάχιστος αριθμός παικτών που πρέπει να έχει ένα roster ομάδας NBA είναι 14 παίκτες, με μέγιστο το 15, πλεον δύο two-way contracts για κάθε ομάδα.

[15] Μάλιστα στα πρώτα χρόνια εφαρμογής του, είχε περισσότερο κερδοσκοπικό και λιγότερο τιμωρητικό χαρακτήρα. Συγκεκριμένα, με το τότε μοίρασμα του BRI ανάμεσα σε παίκτες και ιδιοκτήτες να είναι στο 55%-45%, αν μια ομάδα έδινε μισθούς και bonus πάνω από το 61,5% των εσόδων της, τότε μόνο μία ομάδα πλήρωνε φόρο. Το όλο σύστημα του luxury tax άλλαξε στην τρέχουσα μορφή του με την 2005 CBA.

[16] Οι έτερες, Hornets και Pelicans, εξακολουθούν να μην έχουν πληρώσει ως και το τέλος της σεζόν 2021-22 ποτέ tax. Με τους Pelicans να είναι over the tax line ωστόσο στην έναρξη της σεζόν 2022-23.

[17] Όπως αντίστοιχα ένα και οι αγαπημένοι Cavaliers του, προερχόμενου από το Cleveland, Windhorst. Αλλά τότε βέβαια δεν είχε μιλήσει για “paycheck win”.

[18] Ο πίνακας έχει αντιγραφεί από το παλαιότερο άρθρο μου: “Luxury Tax” που πρωτοδημοσιεύτηκε στο Ball Hog το 2014.

[19] Η Λίγκα το αποφασίζει, αλλά συνήθως επιλέγει να το επιστρέψει στο BRI.

[20] Τέτοιες εξαιρέσεις είναι οι Bird Exceptions. Mid-Level Exceptions, Trade Exceptions, Bi-Annual Exception, Rookie Scale Exception. Επειδή όμως αυτές δεν αποτελούν κύριο κομμάτι του τρέχοντος κειμένου, για μεγαλύτερη ανάλυση αυτών μπορείτε να ανατρέξετε σε παλαιότερο κείμενό μου “Το Λεξικό του Salary Cap

[21] Προφανώς και το salary cap δεν ορίζεται αυθαίρετα: υπολογίζεται το σύνολο των εσόδων όλων των ομάδων που εμπίπτουν στο BRI (Basketball Related Income), μοιράζεται βάσει των οριζόμενων της εκάστοτε CBA μεταξύ ιδιοκτητών και παικτών, και το ποσό που αναλογεί στην πλευρά των παικτών, διαιρείται διά του αριθμού των ομάδων για να βγει το salary cap που αναλογεί στην κάθε ομάδα. Αναλυτικότερα στο παλαιότερο σχετικό κείμενο “Moneyball: Εισαγωγή στις Βασικές Έννοιες του Salary Cap”.

[22] Πολύ εύστοχο το σχόλιο του Jabbar σχετικά: "Honestly, there's little hope that he will change because he's insulated by fame and money and surrounded by yes-people. There is no motivation to learn how to distinguish propaganda from facts. All that's left is for the world to decide how it should respond to him".

[23] Αναλυτικότερα σχετικά στο κείμενό μου του Απρίλη 2022 “Ο Παραλογισμός των All NBA Teams

[24] Μετρώντας το τρέχον, κάθε φορά έτος, μείον το έτος γέννησης του παίκτη.

[25] Στην οποία θα παίξουν ενεργό ρόλο στις διαπραγματεύσεις οι Jaylen Brown, Malcolm Brogdon και C.J. McCollum, που έχουν δείξει πως είναι ιδιαίτερα έξυπνοι, μορφωμένοι και ευαισθητοποιημένοι.

 

Basketballguru.gr 2018 All righs reserved.      Designed and Developed by Web Rely