Απρίλιος του 1987. Κάτι λιγότερο από δύο μήνες πριν το έπος της Εθνικής Ομάδας στο Πανευρωπαϊκό του ΣΕΦ και την έκρηξη του κοινωνικού φαινομαίνου «μπάσκετ» στην Ελλάδα. Σε εκείνη τη χρονική στιγμή λοιπόν, την προ 37 ετών ανοιξιάτικη περίοδο, η Α1 προετοιμάζεται για μια καινοτομία: την διεξαγωγή του πρώτου τελικού όλων των εποχών στην ιστορία της λίγκας.
Το "πρόβλημα Ταβάρες" εδώ και καιρό φαντάζει ως το πιο δυσεπίλυτο για τις ομάδες της Ευρωλίγκα. Ειδικά από τη στιγμή που τα πράγματα σοβάρεψαν, δηλαδή από την έναρξη των πλέι οφ και έπειτα, ο Ταβάρες αποτελεί μακράν τον πιο επιδραστικό παίκτη της Ρεάλ στο παρκέ, αναγκάζοντας τους αντιπάλους της να παραγκωνίζουν τις αρχές του παιχνιδιού τους, προκειμένου να φτάσουν στο καλάθι.
Η Τενερίφη ήταν η κυρίαρχος ομάδα στον τελικό του BCL στη Bilbao Arena και, πραγματοποιώντας ένα δεύτερο ημίχρονο... καταιγίδα, πήρε πιο εύκολα απ' ότι δηλώνει το τελικό 98-87 το τρόπαιο από την... κάπως ταλαιπωρημένη Μανρέσα. Η επικράτηση των Κανάριων άφησε στο τέλος της βραδιάς την αίσθηση πως δεν υφίσταται κανένας λόγος αμφισβήτησης της - και τι σπουδαιότερο για μια ομάδα που κατακτά έναν ευρωπαϊκό τίτλο;
Η Μπαρτσελόνα μπήκε στον τελικό της Ευρωλίγκα με το μαχαίρι στα δόντια. Ο Κλαβέρ έπεσε επάνω στον Μίτσιτς, προκαλώντας τον να πάρει τον αριστερό διάδρομο και ανακόπτοντας την δεξιά τρίπλα και τα πικ εν ρολ. Ο Μπράντον Ντέιβις έβγαινε με μανία στην περίμετρο, αλλάζοντας στα σκριν, σκεπάζοντας το πεδίο του Λάρκιν. Ο Νίκολα Μίροτιτς έκανε το ίδιο, δείχνοντας πόσο υποτιμημένα είναι τα αμυντικά προσόντα του.
Το Φάιναλ Φορ του Βελιγραδίου ολοκληρώθηκε, με την Ρεάλ Μαδρίτης να στέφεται άξια πρωταθλήτρια Ευρώπης και τον Λούκα Ντόντσιτς να δίνει στο κοινό ένα παραμύθι που θα θυμάται για χρόνια. Η περίπτωση του 19χρονου Σλοβένου πιθανώς να αποδειχθεί ανεπανάληπτη, καθώς η μετακόμιση του στο ΝΒΑ τον βρίσκει στην κορυφή, όχι μόνο σε ομαδικό , αλλά και σε ατομικό επίπεδο. Ενα παιδί βραβεύτηκε ως ο πολυτιμότερος παίκτης τόσο της κανονικής περιόδου, όσο και της τελικής φάσης και άφησε στίγμα που όμοιο του δεν θυμάμαι να έχει αφήσει άλλος παίκτης στην ηλικία του. Όπως ήταν φυσιολογικό, όσα υπόλοιπα εξελίχτηκαν μέσα στο διήμερο , σκεπάστηκαν από την σκιά της ομπρέλας του, μάλλον δίκαια. Παρόλα αυτά, για όσους (πολλούς) δεν στέκονται μόνο στους επιφανείς πρωταγωνιστές, ο θρίαμβος των Μαδριλένων ανέδειξε και άλλες, εξίσου γοητευτικές ιστορίες, προορισμένες για ανεξάρτητα μπασκετικά φεστιβάλ. Η Ρεάλ, άλλωστε, ήταν μια ομάδα με τόσο "απλωμένο" rotation, κάτι που σχεδόν φυσιολογικά μετέτρεψε το "γραπτό" αυτού του Φάιναλ Φορ σε μία συλλογή από "Στιγμιότυπα"1 .
Ένας από τους πιο συναρπαστικούς τελικούς στην ιστορία του Κυπέλλου Ελλάδας ήταν ο χτεσινός. Η ΑΕΚ, πραγματοποιώντας την καλύτερη εμφάνιση της εφετινής σεζόν, επικράτησε δικαιότατα των ερυθρολεύκων, που απογοήτευσαν στη μεγαλύτερη διάρκεια του παιχνιδιού. Οι κίτρινοι έδειξαν ότι το ήθελαν όσο τίποτε άλλο, με τους περισσότερους παίχτες να εμφανίζονται παθιασμένοι, πιστοί στο πλάνο του προπονητικού σταφ και διψασμένοι για τη διάκριση, σε αντίθεση με τους κόκκινους, που οι περισσότεροι υστέρησαν και δεν μπήκαν ποτέ στη νοοτροπία του τελικού. 'Αλλωστε ένας Σπανούλης δεν φέρνει την άνοιξη. Στο κομμάτι των προπονητών, νικητής στη σκακιέρα δίχως αμφιβολία ήταν ο Ντράγκαν Σάκοτα, ο οποίος έχει δεχθεί σκληρή κριτική κατά καιρούς, ωστόσο ο τίτλος του δίνει πολλά credits για το υπόλοιπο της σεζόν, με την χρονιά να θεωρείται απόλυτα επιτυχημένη ήδη. Ο Σφαιρόπουλος, παρότι είμαι υποστηρικτής του, αποδείχθηκε κατώτερος του αναμενομένου με τις αντιδράσεις του στο πάγκο να είναι ένα κλικ πιο αργές από ότι ζήταγε η ομάδα.
Η ώρα του μεγάλου τελικού έφτασε. Ο βασιλιάς «πέθανε» (ΤΣΣΚΑ) και οι επίδοξοι μνηστήρες θα δώσουν τη μεγάλη τους μάχη σε λίγες ώρες για το ποιος θα κάτσει στο θρόνο του Ευρωπαϊκού μπάσκετ. Πιο ιντριγκαδόρικο τελικό δε θα μπορούσαμε να φανταστούμε στην αρχή της χρονιάς. Ελληνοτουρκικός τελικός στην Κωνσταντινούπολη, Ολυμπιακός εναντίον Φενερμπάχτσε, Σπανούλης εναντίον Ομπράντοβιτς, ο Τομ Κρουζ και οι όρχεις του σε άλλη μία mission... (im)possible. Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά στον πρόλογο, ας περάσουμε στο κυρίως πιάτο σχολιάζοντας κάποια πράγματα για το μεγάλο τελικό. Φύγαμε!!!
(φωτό από superbasket.gr)
Στον πιο συναρπαστικό κυπέλλου Ελλάδος από το 2013 κι έπειτα, ο σοβαρός Παναθηναϊκός πανηγύρισε στην βόρεια Ελλάδα τον 18ο τίτλο της ιστορίας του και πρώτο στην "μετά-Διαμαντίδη" εποχή. Ο Άρης έμεινε απλά με την προσπάθεια (και την απογοήτευση φυσικά), μιας και δεν κατάφερε να κάνει την έκπληξη, αν και είχε την αμέριστη συμπαράσταση των φίλων του.
Είδαμε την γενική ανάλυση του τελικού σε προηγούμενο σημείωμα, αλλά νομίζω αξίζει να σταθούμε με τη βοήθεια των screenshots και των βίντεο σε ένα δύο χαρακτηριστικά του παιχνιδιού της ΤΣΣΚΑ, τα οποία συνέβαλαν πολύ τόσο στη διαμόρφωση της φετινής αγωνιστικής της ταυτότητας, όσο και στο προχθεσινό νικηφόρο αποτέλεσμα. Αυτά αφορούν την άμυνα, και συγκεκριμένα κάποιες προσεγγίσεις που έχουν να κάνουν με το "πείραγμα" των κανονικών μαρκαρισμάτων, είτε σε μαν του μαν, είτε σε κάτι που μοιάζει με ματς απ ζώνη. Ο σκοπός αυτών των διατάξεων είναι διττός. Πρώτον, θέλουν να προστατεύσουν από τη δημιουργία κάποιων μις ματς που έχουν να κάνουν με τα ατομικά αμυντικά χαρακτηριστικά των παικτών (π.χ. Τεόντοσιτς) και δεύτερον, θέλουν να είναι έτοιμες για ό,τι παρουσιάσει η επίθεση μετά το σκριν στη μπάλα. Για να το πούμε πιο απλά, σκοπός είναι η προστασία και η πρόβλεψη.
Aυτά που κατάφερε φέτος ο Δημήτρης Ιτούδης με την ΤΣΣΚΑ και η ΤΣΣΚΑ με τον Ιτούδη είναι πολύ σημαντικά πράγματα.
Πρώτα απ'ολα οι Ρώσοι έδωσαν ένα καλό μάθημα σε όσους βλέπουν το μπάσκετ ως ένα παιχνίδι με απαράβατους κανόνες και αδιαμφισβήτητες αρχές που συνοδεύονται από βαρύγδουπες μεγαλοστομίες. Μέσα σε όλα αυτά ανήκει και η θεώρηση πως η άμυνα κερδίζει τα πρωταθλήματα. Η πρόσφατη πρωταθλήτρια Ευρώπης δέχτηκε φέτος στο τοπ-16 περισσότερους πόντους ανά αγώνα σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη ομάδα. Κάποιος θα μπορούσε να πει (αν και δεν είναι ακριβώς έτσι) πως η ΤΣΣΚΑ είχε τη χειρότερη άμυνα της διοργάνωσης, και πως το δίδυμο Τεόντοσιτς-Ντε Κολό θα ήταν μαύρη τρύπα για όποιον είχε βλέψεις να φτάσει μέχρι την κορυφή. Αυτό ίσχυε μέχρι πέρυσι, όταν δίπλα τους υπήρχαν άλλοι συμπαίκτες. Την φετινή χρονιά , ο κοουτς της αρκούδας είχε την άνεση να κάνει τις αλλαγές του όπως ακριβώς ήθελε, ώστε να φτιάξει ένα σύνολο που θα στηρίζεται στην επιθετική δημιουργία και ακρίβεια σε τέτοιο βαθμό , ώστε η ανασταλτική του λειτουργία να προσφέρει απλά ένα κατιτίς παραπάνω, αν αυτό θα ήταν απαραίτητο. Όπως π.χ. μία άμυνα βοήθειας ψηλά από τον Βίκτορ Χριάπα, ή ένα κόψιμο του Τεόντοσιτς στον Ούντο.