Ξεκαθαρίζω από την αρχή πως στο κείμενο που επιλέξατε να διαβάσετε κι έχετε αυτή τη στιγμή μπροστά σας, θα διαβάστε πράγματα που αφορούν αποκλειστικά και μόνο το μπάσκετ και το τι είδαμε το απόγευμα του Σαββάτου στο παρκέ από τις δύο ομάδες. Πέρα από μια μικρή παράγραφο-παράπονο (στο τέλος) για την παρωδία που προηγήθηκε του τελικού, δεν θα ήθελα να σταθώ περαιτέρω σε καταστάσεις που ντροπιάζουν το μπάσκετ.
Οι αναμνήσεις από τις προηγούμενες τρεις κατακτήσεις κυπέλλου των "πρασίνων" δεν είναι έντονες στο μπασκετικό κοινό, αφού ο Παναθηναϊκός είχε να δώσει τελικούς τους οποίους κέρδισε πολύ εύκολα, λόγω διαφοράς δυναμικότητας μεταξύ εκείνου και των αντιπάλων του, και δεν είχαν καθόλου σασπένς. Ο φετινός του τίτλος έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από αυτούς που προηγήθηκαν, αφού εκτός του ότι αγωνίστηκε μακριά από την Αθήνα, βρήκε απέναντι του έναν διψασμένο αντίπαλο που ήταν δεδομένο πως θα παρουσιαζόταν τουλάχιστον αξιόμαχος.
Κακό μπάσκετ και χαμηλό σκορ στο πρώτο ημίχρονο
Τόσο ο... "οικοδεσπότης" Άρης (από την άποψη πως ο τελικός διεξήχθη στη Θεσσαλονίκη), όσο και ο τυπικά γηπεδούχος Παναθηναϊκός μπήκαν στο παιχνίδι με τη νευρικότητα να επικρατεί, όπως συνηθίζεται άλλωστε σε τελικούς. Η ομάδα του κόουτς Πρίφτη ήταν απρόσεκτη κι υπέπεσε σε αρκετά εύκολα λάθη στο ξεκίνημα. Είναι χαρακτηριστικό πως κατά την διάρκεια των πρώτων επτά λεπτών της συνάντησης είχαν ήδη γίνει έξι λάθη από τους "κιτρινόμαυρους", με τα τρία εξ'αυτών να είναι βήματα μέσα στην ρακέτα. Ο Δημήτρης Πρίφτης προσπάθησε με συνεχείς αλλαγές στην πεντάδα του να ανακατέψει την τράπουλα προκειμένου να βρει ένα λειτουργικό σχήμα, ειδικά κατά το νεκρό διάστημα όπου ο Άρης δεν έβρισκε με τίποτα λύσεις στην επίθεση κι έμεινε χωρίς σκορ για ένα ολόκληρο 7λεπτο. Ο Παναθηναϊκός απ'την άλλη ήταν στοιχειωδώς πιο εύστοχος και παρά το γεγονός πως ούτε κι αυτός είχε τον απαιτούμενο ρυθμό στην επίθεση, εμφανίστηκε πιο ήρεμος, με την εμπειρία του να είναι εμφανής και να κάνει την διαφορά.
Στην δεύτερη περίοδο κι όσο τα λεπτά κυλούσαν είδαμε τον Άρη να ανεβαίνει σταδιακά και να μπαίνει τελικά - αν και καθυστερημένα - στο κλίμα του τελικού, αλλά σε σημεία όπου οι Θεσσαλονικείς πίεζαν ασφυκτικά τον Παναθηναϊκό, οι πράσινοι έβρισκαν πολύτιμα καλάθια από την περιφέρεια με τον Μάικ Τζέιμς να σκοράρει δις. Ο Τσαϊρέλης αποτέλεσε αστάθμητο παράγοντα για τον Τσάβι Πασκουάλ, καθώς ήταν ο μοναδικός παίκτης του Άρη που - απροσδόκητα, αφού φέτος μετρά 5/19 τρίποντα όλα κι όλα σε Ελλάδα κι Ευρώπη - έβρισκε στόχο πίσω από τα 6.75 μέτρα (πέτυχε δύο, συν ένα καλάθι + φάουλ, αλλά έχασε την βολή). Οι νικητές αν και δεν έκαναν δα και καμία σπουδαία εμφάνιση στο πρώτο μέρος, δεν έχασαν στιγμή τον έλεγχο του αγώνα. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν τα δύο πολύ γρήγορα φάουλ του Τζένκινς, τα οποία τον αποσυντόνισαν εντελώς και "χάλασαν" το μυαλό του, παροπλίζοντας επί της ουσίας ένα κομβικό επιθετικό γρανάζι του Άρη - ο Αμερικανός πέτυχε το πρώτο του καλάθι στο ματς ύστερα από 26 λεπτά παιχνιδιού!
Ένα ποιοτικό πεντάλεπτο αρκούσε στον Παναθηναϊκό
Αν και στο πρώτο ημίχρονο όλα έμοιαζαν αμφίρροπα ενόψει της συνέχειας, ο Παναθηναϊκός κατάφερε να διαψεύσει όσους πίστεψαν πως θα δούμε ένα πραγματικό ντέρμπι. Οι παίκτες του Πασκουάλ μπήκαν στο παρκέ απόλυτα συγκεντρωμένοι, έβγαλαν μεγάλες φάσεις στην επίθεση (γκολ-φάουλ από Τζεντίλε/Καλάθη, τρίποντο Γκάμπριελ & κάρφωμα του Φελντέιν στον αιφνιδιασμό) κι ανέβασαν αισθητά την αμυντική τους ένταση. Ο Άρης έχασε ολοκληρωτικά την επαφή του με το σκορ λόγω της επιμονής του να εκτελεί συνεχώς τρίποντα, παρότι ήταν τραγικά άστοχος. Κατά κάποιον τρόπο, αναγκάστηκε από ένα σημείο κι έπειτα να παρουσιάσει μια μονοδιάστατη εικόνα επιθετικά, μιας κι ο Παναθηναϊκός δεν του επέτρεψε καθόλου να ακουμπήσει την μπάλα στο λόου ποστ κι ουσιαστικά έθεσε την φροντ λάιν του εκτός αγώνα. Το δίδυμο Φελντέιν (18π) - Καλάθης (15π/3α) ζεστάθηκε κι απέκτησε ικανοποιητικό ρυθμό στην τρίτη περίοδο, αμφότεροι πραγματοποίησαν ηγετική εμφάνιση, απλοποιώντας κατά πολύ την κατάσταση.
Ένα σερί 12-0 του Άρη στην τέταρτη περίοδο, το οποίο προήλθε από τα μεγάλα σουτ των Τζένκινς και Κάμινγκς και την αποδοτικότητα του χαμηλού σχήματος με Γιάνκοβιτς και Τσαϊρέλη (μείωσαν τις αποστάσεις και κάλυπταν ταχύτερα τους χώρους) στις θέσεις 4-5, "άναψε" και πάλι, μετά από πολύ ώρα είναι η αλήθεια, τον τελικό. Ο Παναθηναϊκός - για ανεξήγητο λόγω για το επίπεδο και την ποιότητα του - έδειξε σημάδια χαλάρωσης, προφανώς λόγω της σημαντικής διαφοράς που είχε "χτίσει", όμως - για καλή του τύχη - δεν το πλήρωσε. Περίπου δυόμιση λεπτά πριν την λήξη, με το σκορ στο 58-54, ο Ρίβερς επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά ότι είναι ένας clutch παίκτης με μεγάλη προσωπικότητα και πως ποτέ δεν πρέπει να τον αφήσεις να εκτελέσει σε κρίσιμο σημείο, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Το τρίποντο που πέτυχε δεν ανέβασε απλώς την διαφορά, αλλά "έκοψε" οριστικά και τα πόδια των "κιτρινόμαυρων" που δεν είχαν πια το κουράγιο και τα ψυχικά αποθέματα για (άλλη μια) επιστροφή, κάνοντας δύο συνεχόμενα λάθη τα οποία έμελε τελικά να γείρουν οριστικά την πλάστιγγα υπέρ του Παναθηναϊκού, ο οποίος αντικειμενικά ήταν ανώτερος (όπως δήλωσε κι ο Ξανθόπουλος "με 59 πόντους δεν γινόταν να νικήσουμε"), με την διαιτησία να μην επηρεάζει το αποτέλεσμα.
Ο τίτλος του MVP - δικαίως - στον Φελντέιν
Κατά καιρούς έχουν υπάρξει στις τάξεις των φιλάθλων των "πρασίνων" μουρμούρες (ακόμη και σενάρια φυγής) για τον Τζέιμς Φελντέιν. Ο 29χρονος σούτινγκ γκανρτ όμως, παρά την αμφισβήτηση που βιώνει σχετικά συχνά κατά τη φετινή σεζόν, έδωσε μια πολύ ήχηρη απάντηση σε όλους απόψε, κάνοντας μια μια από τις κορυφαίες και πιο μεστές συνολικά εμφανίσεις του με τη φανέλα του Παναθηναϊκού. Σε ένα απαιτητικό ματς που έκρινε μάλιστα τον πρώτο τίτλο της περιόδου, ο Φελντέιν είχε 18 πόντους, 2 ριμπάουντ, 2 ασίστ κι 1 κλέψιμο σε 30 λεπτά συμμετοχής. Ήταν αυτός που ξεκολλούσε την ομάδα του στο σκοράρισμα, όταν εκείνη δυσκολεύοταν και το είχε ανάγκη. Το βραβείο του MVP ασφαλώς κι άξιζε να του απονεμηθεί. Δεν πέσαμε πάντως από τα σύννεφα βλέποντας τον Φελντέιν να αποδίδει, αφού στα δύο τελευταία ματς της Ευρωλίγκα (με Μπάμπεργκ/Γαλατασαράι) έχει 15.5 πόντους και γενικά είναι σε καλή φόρμα.
Ο καλύτερος από τους ηττημένους
Ο Ουίλ Κάμινγκς ήταν ο παίκτης ο οποίος πριν από μερικές εβδομάδες είχε οδηγήσει τον Άρη στον τελικό, πετυχαίνοντας το νικητήριο καλάθι στο νοκ-άουτ παιχνίδι με την ΑΕΚ, στο ίδιο γήπεδο. Ο απόφοιτος του Temple και πρώην παίκτης της Τρέντο ήταν ξανά συνεπής στο ραντεβού του, κάνοντας ακόμη μια πραγματικά καλή εμφάνιση σε κρίσιμο παιχνίδι της ομάδας του, με 20 πόντους και 7/13 σουτ - 4/6 βολές. Στα 25 του χρόνια, ο ποιοτικός SG (κλασσική περίπτωση παίκτη που αδίδει καλύτερα στα φτερά κι όχι ως καθαρός πόιντ γκαρντ) φαίνεται πως έχει αρκετά στοιχεία για να εξελιχθεί εν καιρώ ακόμη περισσότερο. Αναμφίβολα είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες περιπτώσεις παικτών (αν όχι η πρώτη) που αγωνίζονται φέτος στον Άρη. Έχω την εντύπωση πως εάν ο Άρης τοποθετούσε δίπλα του έναν άσσο στο στυλ του Γουότερς, τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα για όλη την περιφερειακή γραμμή της ομάδας.
Οι... "κυπελλούχοι" του Άρη δεν εμφανίστηκαν ποτέ
Γκόρντον, Γιάνκοβιτς και Ξανθόπουλος είναι οι τρεις παίκτες από το τωρινό ρόστερ του Άρη οι οποίοι έχουν κατακτήσει κατά το παρελθόν τον τίτλο του κυπέλλου. Ο πρώτος με τον Ολυμπιακό το 2011 στο Ελληνικό, οι άλλοι δύο από τρεις φορές έκαστως ως παίκτες του Παναθηναϊκού. Παρά την εμπειρία που διαθέτουν, δεν κατάφεραν να βοηθήσουν καθόλου την ομάδα του Πρίφτη. Μαζί είχαν 0/11 σουτ, ενώ δεν έδωσαν τίποτα ούτε στον δημιουργικό τομέα, εκτός από μια τελική πάσα. Τρεις μονάδες που αναμενόταν να προσφέρουν πράγματα στον Άρη στο συγκεκριμένο παιχνίδι, έμειναν πολύ μακριά από τον καλό τους εαυτό. Το γεγονός πως δεν έπαιξαν με βάση τις δυνατότητες τους, σαφώς και κόστισε στον Άρη. Τα "κενά" τους δεν μπόρεσαν να αναπληρωθούν στην ροή του αγώνα.
Ο Φώτσης (για τους λάτρεις των αριθμών)
Με τους 5 πόντους (2/3 σουτ) σε 12 λεπτά που πέτυχε στον τελικό του Nick Galis Hall, ο Αντώνης Φώτσης πέρασε στην 15η θέση του πίνακα με τους κορυφαίους σκόρερ σε τελικούς κυπέλλου από το 1976 μέχρι σήμερα. Έφτασε τους 63 συνολικά, ξεπερνώντας τον Φραγκίσκο Αλβέρτη που είχε 59. Επίσης, έφτασε τις εννέα συμμετοχές (και έξι κατακτήσεις), πιάνοντας στην δεύτερη θέση τους "πράσινους" Αλβέρτη, Τσαρτσαρή και Μπατίστ - μόνος πρώτος είναι ο Διαμαντίδης με δώδεκα. Το αναφέρω καθώς πιθανότατα "κλειδώνει" εκεί ο άλλοτε διεθνής φόργουορντ, αφού η λογική λέει πως στο τέλος της σεζόν θα κρεμάσει τα παπούτσια του και δεν θα ανέβει άλλο στις λίστες.
Το μελανό σημείο (που αφορά το οργανωτικό κομμάτι)
Μ'αρέσει πολύ το άθλημα, γι'αυτό και στις συζητήσεις που έχουν να κάνουν με αυτό προτιμώ να μην συμπεριλαμβάνω πράγματα που το... χαλάνε και να μένω 100% στο αγωνιστικό. Αλλά είπαμε, έλεος, όλο αυτό που συνέβη πριν την έναρξη του τελικού δείχνει για άλλη μια φορά πόσο πίσω βρισκόμαστε - και είναι κρίμα αναλογικά με τις επιτυχίες που έχει διαχρονικά η χώρα. Κυριολεκτικά, κάτι τέτοιο δεν γίνεται πουθενά στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ισπανοί, Ιταλοί, Τούρκοι κτλ. διοργανώνουν Final-8 κι όλα πάνε ρολόι. Το γαλλικό διεξάγεται σε γήπεδο που βρίσκεται μέσα στην Disneyland!
Εδώ, βλέπετε, δυσκολεύομαστε μέχρι και στα πολύ απλά. Έναν μονό τελικό που θα πεις ότι έχει ώρα έναρξης τις 17.00 και θα αρχίσει, άκουσον - άκουσον, ΜΟΛΙΣ μια ώρα μετά. Και λέμε κιόλας πως είναι επιτυχία που ξεκίνησε τελικά και δεν οδηγήθηκε σε οριστική διακοπή (βέβαια για να διακοπεί κάτι, πρέπει πρώτα να αρχίσει, αλλά λέμε τώρα). Ο θεατής έκατσε μπροστά από την τηλεόραση του για να βλέπει 70 λεπτά ζέσταμα, διαβουλεύσεις και την μια πλευρά να πετά το μπαλάκι στην άλλη. Κατά κοινή παραδοχή, ο συγκεκριμένος θεσμός έχει υποτιμηθεί με το πέρασμα των ετών, δεν έχει πια την ίδια αξία με κάποτε. Αλλά ειλικρινά, πόσο πιο χαμηλά θα φτάσει; Κάτι πρέπει να αλλάξει. Μακάρι, αλλά θέληση για αλλαγή προσωπικά δεν βλέπω.