1. Η συνταγή της επιτυχίας
Το δεύτερο τρόπαιο Ευρωλίγκα στην ιστορία της Φενερμπαχτσέ ήρθε με δύο δυναμικές εμφανίσεις, με την άμυνα και τις διεκδικήσεις στην πρώτη γραμμή. Η τουρκική ομάδα δεν έθελξε με την απόδοση της, αλλά εντυπωσίασε με τις προσαρμογές και την προσήλωση της στα τακτικά ζητούμενα του προπονητή. Κατάφερε να σταματήσει τους πιο επικίνδυνους αντιπάλους στα γκαρντ (Ναν, Σλούκα, Τζέιμς, Οκόμπο) και να ανανεώνει διαρκώς επιθέσεις μέσω των ριμπάουντ, χωρίς παράλληλα να υποπίπτει σε πολλά λάθη (εννέα στον ημιτελικό και άλλα τόσα στον τελικό). Με απλά λόγια, στηρίχτηκε σε "μπάσκετ φάιναλ φορ". Η άμυνα, εξάλλου, αποτελεί το καλύτερο αντίδοτο στη νευρικότητα.
Το πλάνο του Σαρούνας Γιασικεβίτσιους ήταν πολύ συγκεκριμένο και μάλιστα ακούστηκε ξεκάθαρα σε ένα τάιμ άουτ κατά τη διάρκεια του τελικού. "Stay with the shooters", μείνετε στους σουτέρ. Έτσι εξηγείται το μίνι κρεσέντο του Ναν στην τρίτη περίοδο στον ημιτελικό, έτσι και το ονειρικό ξεκίνημα του Μάικ Τζέιμς στον τελικό. Στο τέλος όμως, το φύλλο της στατιστικής έβγαλε τον Σάρας απολύτως δικαιωμένο, καθώς ο Παναθηναϊκός μοίρασε μόλις 10 ασίστ (ο Ναν καμμία, μ.ο. 4,2) και η Μονακό 13 (ο Τζέιμς ... δύο). Τα επιθετικά όπλα των αντιπάλων σούταραν κατά βούληση, αλλά ευστοχούσαν κατά περίπτωση.
Οι χαμηλές επιδόσεις των Παναθηναϊκού και Μονακό έδωσαν στον Σάρας την πολυτέλεια να ψάξει για έναν αναπάντεχο πρωταγωνιστή (Χολ) και να αντισταθμίσει τη μέτρια βράδια των Χέιζ Ντέιβις και Γκούντουριτς στον ημιτελικό. Επίσης, ο Λιθουανός κόουτς δεν πολυσκέφτηκε τα ματς στην επίθεση, όπως έκανε στο παρελθόν, παρά εμπιστεύτηκε το ταλέντο των μονάδων του, χωρίς περίπλοκα plays. Οι ατομικές εξάρσεις των Μπάλτγουιν και Γκούντουριτς καθάρισαν τον τελικό, μαζί με τα post ups του Ντέιβις, που έφερναν συνεχώς φάουλ (14/14 βολές για τον MVP!). Απλά πράγματα δηλαδή, που προστέθηκαν τουβλάκι-τουβλάκι στα γερά αμυντικά θεμέλια.
Ο Γιασικεβίτσιους κυλίστηκε για χρόνια στο βούρκο, μέχρι να φτάσει στην κορυφή. Απέτυχε σε πέντε φάιναλ φορ, στα οποία οι ομάδες του συνήθως έπαιζαν μέτρια (εώς άθλια). Η θητεία του στη Μπαρτσελόνα αποτέλεσε μία καταφανή σπατάλη ταλέντου, με υπερβολική προσήλωση σε περίπλοκα plays, στο παιχνίδι ρακέτας και στον χαμηλό ρυθμό, όπως και αλόγιστη στήριξη σε μέτρια pass first guards. Υπό τις οδηγίες του, ο Χέιζ Ντέιβις δεν βλεπόταν στους μπλαουγκράνα και χρειάστηκε οι δύο τους να περάσουν από σοβαρή διαλεκτική διαδικασία, προκειμένου να κατακτηθεί αμοιβαία εμπιστοσύνη. Eνάμιση χρόνο μετά από εκείνο τον διάλογο, ο Σάρας αναδείχτηκε πρωταθλητής Ευρώπης με τον Ντέιβις MVP, χωρίς ούτε ένα πεντάρι της προκοπής και με τις πρωτοβουλίες των πιο ταλαντούχων μονάδων να αποτελούν το plan A. Ο Γκούντουριτς στο τέλος αποθέωσε την προετοιμασία του και πλέον η Φενέρ μάλλον θα αποτελεί για χρόνια το προπονητικό του "λιμάνι", καθώς στις τάξεις της πρώτα από όλα προόδευσε ο ίδιος. Ο φετινός τίτλος τού εξασφαλίζει περιθώριο για μελλοντικά λάθη, άρα και για περαιτέρω εξέλιξη. Δεν την αφήνεις εύκολα τέτοια συνθήκη, δεν συμφωνείτε;
2. Τι σημαίνει "καλό ρόστερ"
Ας επιτραπεί ένας αφορισμός: Καλό ρόστερ είναι το ρόστερ που εμπιστεύεται ένας προπονητής. Στη θεωρία, Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός είχαν φτιάξει πέρυσι τα καλύτερα ρόστερ της διοργάνωσης. Στην πράξη, οι δυνατότητες πολλών μονάδων έμειναν ανεκμετάλλευτες και οι παίκτες παρκαρισμένοι στα κρίσιμα ματς.
Στους ερυθρόλευκους, ο περσινός πρώτος σκόρερ της ομάδας που πήγε στο Βερολίνο, Άλεκ Πίτερς, παρά το φανταστικό ποσοστό του στα τρίποντα, πάλευε διαρκώς να βρει ρόλο, ρυθμό και χρόνο. Ακόμη και όταν έγινε ξεκάθαρο πως ο Μακίσικ δεν διανύει περίοδο φόρμας στο δεύτερο μισό στη σεζόν, ο "Αλέκος" δεν πήρε μετάθεση στη θέση τρία, παρά μόνο συγκυριακά. Στον ημιτελικό δεν αγωνίστηκε σχεδόν καθόλου στο β' μέρος, ακόμη και όταν ο Βεζένκοφ ήταν αρνητικός. Ο πρώην MVP τησ διοργάνωσης έγραφε διαρκώς 30λεπτα σε παιχνίδια που είχαν κριθεί ή σε άλλα που δεν έπαιζε καλά.
Ο Λι, παρά την ενέργεια που έβγαζε και τις ικανότητες του σε άμυνα και προσωπικό παιχνίδι, στον ημιτελικό αγωνίστηκε ελάχιστα, την ώρα που ο Τόμας Γουόκαπ αδυνατούσε να ενορχηστρώσει μία επίθεση της προκοπής. Ο Ράιτ σκούπισε τον πάγκο, όταν ο Φαλ ήταν και πάλι άφαντος, όπως σε όλα τα φάιναλ φορ (με ελάχιστη εξαίρεση τον ημιτελικό με τη Μονακό το '23). Ο Μιλουτίνοφ πήρε λιγότερα λεπτά από τον Γάλλο! Με απλά λόγια, ο Ολυμπιακός στηρίχτηκε σε 4-5 παίκτες, όταν η πρωταθλήτρια Φενέρ έβγαζε διαρκώς άσους από το μανίκι της, παίρνοντας ποιοτικά λεπτά από τρεις τουλάχιστον ρολίστες (Μακόλουμ, Χολ, Μπιμπέροβιτς). Οκτώ παίκτες των Τούρκων είχαν ουσιαστική συμμετοχή στα επιτεύγματα του διημέρου. Πόσοι ήταν οι αντίστοιχοι στους Πειραιώτες;
Ο Παναθηναϊκός, σε μικρότερο βαθμό, έκανε το ίδιο. Μέσα στη χρονιά "χάθηκε" ο Μπράουν, ο Σλούκας αγωνίστηκε στον ημιτελικό για την τιμή των όπλων. Ο Γιουρτσέβεν πήρε όλα κι όλα 4 λεπτά, ο Μήτογλου 13. Πρόκειται για τρεις παίκτες που η κύρια συνεισφορά τους είναι στην επίθεση και που στην άμυνα έχουν αδυναμίες. Αλήθεια όμως, τι χρειαζόταν περισσότερο ο Αταμάν στη συγκεκριμένη συγκυρία; Δεν άξιζε έστω λίγο παραπάνω να ανακατευτούν οι συνθέσεις, όταν ήταν ολοφάνερο πως μόνο οι Ναν και Οσμάν έβρισκαν πεδίο δράσης - και εκείνοι μέσα από ηρωισμούς;
Η διαχείριση του τραυματισμού του Λεσόρ δε, αποτελεί μία ολόκληρη συζήτηση από μόνη της. Όπως φάνηκε, ο Παναθηναϊκός δεν είχε καν υπολογίσει το ενδεχόμενο, ακόμη και αν γνώριζε εκ των προτέρων την καταπόνηση που θα περνούσε ο Γάλλος, παίζοντας σαν ρομπότ επί δύο χρόνια. Αν όντως υπήρχε εμπιστοσύνη στους αναπληρωματικούς του, τότε ο ένας εξ αυτών θα είχε μονιμοποιηθεί σε κάποιες τακτικές, που με τη σειρά τους θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε ένα φάιναλ φορ. Αντίθετα, οι Γκέιμπριελ και Γιουρτσέβεν (για τον Πλάις δεν συζητώ) έπαιρναν λεπτά μόνο στην περίπτωση που έπαιζαν ατομικά καλά, χωρίς να εξυπηρετούν κάποιο ομαδικό σχέδιο.
3. Οι MVP
Νυν και πρώην MVP, οι Ναν και Βεζένκοφ πέρασαν από το Άμπου Ντάμπι και δεν ακούμπησαν, παγιδευμένοι στα αμυντικά σχέδια των αντιπάλων προπονητών. Στον Ναν επετράπη να πηγαίνει σε σόλο, αλλά του απαγορεύτηκε το τρίποντο, ενώ ο Βεζένκοφ κατέληγε διαρκώς σε μαρκαρισμένα, τραβηγμένα σουτ, χωρίς τη συνήθη ελευθερία του γύρω από τη ρακέτα. Ο πρώτος έκανε πέντε φάουλ και αποβλήθηκε, ο δεύτερος δεν μπόρεσε να βρει τρόπο να γίνει ωφέλιμος, καθώς η προσωπική ενέργεια δεν είναι το φόρτε του.
Το περίεργο είναι πως οι προπονητές τους δεν έδειξαν καθόλου διατεθειμένοι να ψάξουν εναλλακτικές λύσεις - το είπαμε και πριν. Το επίσης περίεργο είναι, πως δεν το είχαν κάνει ούτε σε προηγούμενα ματς. Ο Ναν δεν έπαιξε καθόλου καλά στα πλέι οφ, ενώ ο Βεζένκοφ είχε εμφανή πτώση στα ποσοστά του στο τρίποντο από τις αρχές Μαρτίου (κάτω από 35%). Mάλιστα, όλος ο Ολυμπιακός δεν σούταρε καλά από την ημερολογιακή έναρξη της άνοιξης και για 13 συναπτά παιχνίδια. Σε αυτό το διάστημα, οι ερυθρόλευκοι είχαν 33% στα τρίποντα (τέταρτοι από το τέλος στην Ευρωλίγκα!), 49% στα σουτ και 53,6% eFG%, νούμερα που τους κατέτασσαν στην τελευταία πεντάδα της διοργάνωσης. Τα σημάδια, εν ολίγοις, υπήρχαν και οι ομάδες πήγαιναν περισσότερο στον αυτόματο, περιμένοντας πως οι σταρ τους θα καθαρίσουν.
4. Η έννοια της πίεσης
Πολύ της μόδας, σε ό,τι αφορά τον Ολυμπιακό. Προφανώς, η πίεση στις τάξεις των ερυθρόλευκων ήταν τεράστια και επίσης προφανώς, δεν τη διαχειρίστηκαν όπως θα έπρεπε και δεν αναφέρομαι μόνο στον προπονητή.
Από την άλλη, νομίζω πως σιγά σιγά οφείλουμε να περάσουμε και σε μερικά μετά-ερωτήματα: Aπό πού προέρχεται αυτή η πίεση; Ποιες συνθήκες την έχουν δημιουργήσει; Ποια γεγονότα του παρελθόντος έχουν παίξει ρόλο, ώστε να διογκωθεί;
Όπως ίσως καταλαβαίνετε, με τον όρο "γεγονότα" ή με τον όρο "συνθήκες" δεν εννοώ το καλάθι του Γιουλ στο τελευταίο δευτερόλεπτο στον τελικό του '23, ούτε το τρίποντο του Μίτσιτς, ούτε φυσικά τη μετακίνηση του Σλούκα στον Παναθηναϊκό. Δεν εννοώ καν το έβδομο αστέρι των πράσινων, που υποτίθεται πως "εβαλε πίεση" στον Ολυμπιακό για να πετύχει στο Άμπου Ντάμπι. Εννοώ τα γεγονότα που πιθανώς να μην πέσουν ποτέ στην αντίληψη μας ή ακόμη και εκείνα που πέφτουν, αλλά τα προσπερνάμε ως ασήμαντα: Ένα σύνθημα στην κερκίδα, ένας διαπληκτισμός με φιλαθλους, μία ανακοίνωση, ένας τσακωμός με αντίπαλο προπονητή - ο νοών νοείτο.
Αν θέλουμε να είμαστε δίκαιες/δίκαιοι, οφείλουμε τη συγκεκριμένη συζήτηση να την κάνουμε πολύ πιο διεξοδικά, αναλύοντας τις πολύπλευρες παραμέτρους του επαγγελματικού αθλητισμού και δη του επαγγελματικού αθλητισμού στην Ελλάδα. Επίσης, οφείλουμε να δώσουμε σημασία στα κανάλια επικοινωνίας και στις διόδους δημόσιας έκθεσης, που στις μέρες μας έχουν πάρει δαιδαλώδεις σχηματισμούς, σε βαθμό που η δημόσια εικόνα οπουδήποτε προσώπου ξεφεύγει από τον έλεγχο του στο 100%. Είναι ωραία τα βιντεάκια του Luben με τις Χριστοπαναγίες και έχουν την πλάκα τους, αλλά απέχουν έτη φωτός από την τηλεοπτική σάτιρα της Μαλβίνας ή του Μητσικώστα στα 90s. Η αναπαραγωγή τους είναι τόσο ακραία μαζική, που την καταναλώνει κοινό χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον για το αντικείμενο. Ως φιγούρα, ο Γιώργος Μπαρτζώκας βρίσκεται στις παραστάσεις όλων και οποιαδήποτε αντιστοίχιση με το παρελθόν ("πάντα υπήρχε πίεση'), θα μου επιτρέψετε να την θεωρήσω ως κραυγαλέα έλλειψη αναλυτικής ικανότητας. Καμμία απολύτως συγκυρία στον χρόνο δεν αποτελεί προσομοίωση προηγούμενης.
Θα ήθελα εδώ να σημειώσω, πως μέχρι πριν δύο χρόνια, όταν είχα κάνει μία συστηματική, αν και ανολοκλήρωτη έρευνα, μόλις δύο ομάδες της Ευρωλίγκα (Άλμπα, Μακάμπι) είχαν στελεχωμένο τμήμα υποστήριξης ψυχικής υγείας για τους συντελεστές τους, παίκτες και προπονητές. Με κάθε ειλικρίνεια, δεν γνωρίζω πού βρισκόμαστε σήμερα.
5. Sportwashing
Κακά τα ψέμματα, η ανάθεση του φάιναλ φορ στο Άμπου Ντάμπι, αποτελεί ακόμη έναν κρίκο στην αλυσίδα των αναθέσεων διεθνών αθλητικών διοργανώσεων σε χώρες του λεγόμενου "αραβικού τόξου", που ποδοπατούν ανελέητα τα ανθρώπινα δικαιώματα, σε αγαστή συνεργασία με τη Δύση, για να μην κρυβόμαστε και πίσω από το δάχτυλο μας. Ούτε ωραία εκδρομή ήταν, ούτε σχέση αμυδρή με το μπάσκετ είχε το Εμιράτο, ούτε διευκόλυνε την πρόσβαση των φιλάθλων - το φιάσκο με τα εισιτήρια ήταν μνημειώδες.
Πόσο μακριά θα πάει η βαλίτσα, που λένε; Από ό,τι φαίνεται θα έχουμε και άλλα επεισόδια, καθώς η Dubai BC ετοιμάζεται και το Άμπου Ντάμπι έχει οψιόν για δύο ακόμη διοργανώσεις φάιναλ φορ. Η ειρωνεία είναι πως πολύ συχνά οι ιθύνοντες των διοικητικών σωματων του αθλητισμού διατείονονται πως στα σπορ δεν χωρά η πολιτική, όταν οι ίδιοι τα χρησιμοποιούν διαρκώς για επίτευξη πολιτικών στόχων. Πολύ όμορφο να βλέπεις μπάσκετ σε χώρο που δεν επιτρέπεται η δημόσια έκφραση συναισθημάτων στοργής, δεν συμφωνείτε;