Υπάρχουν μερικά πράγματα τα οποία υπολογίζουμε εμείς που γράφουμε και παρακολουθούμε φανατικά μπάσκετ, αλλά μάλλον οι ομάδες αφήνουν πλήρως στην άκρη όταν υπάρχει ένα κρίσιμο παιχνίδι όπως το Game 5. Δεν ξέρω αν υπάρχουν καν στο μυαλό τους, όχι την ώρα που πατάνε παρκέ, μα και τις ημέρες που προηγούνται και το άγχος κλιμακώνεται.
Γαμώτο, αυτό το Παλάου Μπλαουγκράνα δεν το ήθελα με τίποτα κι ας έχει η Μονακό την καλύτερη περιφερειακή άμυνα της Ευρωλίγκα. Το γήπεδο της Μπάρσα είναι ένα κλουβί παλαιού τύπου, με επιδαύρια (που λέει ο λόγος) ακουστική και ένα γεμάτο βιβλίο θριάμβων και προκρίσεων, στο οποίο προσθέτει διαρκώς σελίδες. Δεν φωνάζουν πολλοί εκεί μέσα, άντε χίλιοι, αλλά ακούγονται σαν δέκα χιλιάδες. Τα μουρμουρητά και οι γιούχες δε, όταν τα ματς βρίσκονται στον πόντο, μπορούν να σου τινάξουν τη συγκέντρωση στον άερα. Ως τουρίστας, είναι υπέροχο, ως φιλοξενούμενος αντίπαλος όμως, είναι προτιμότερο να διεκδικείς προκρίσεις σε άλλη αρένα. Γνώμη μου.
Ο πρώτος τίτλος της σεζόν στην Ισπανία πήγε προς πρωτεύουσα μεριά, καθώς η Ρεάλ χωρίς να πιάσει τρελά επίπεδα απόδοσης, σήκωσε την βαρύτιμη κούπα (κρατήστε το αυτό). Ήταν συνολικά ένα από τα πιο αδιάφορα Κόπα ντελ Ρέι που θυμάμαι προσωπικά, με κάποιες πολύ καλές στιγμές. Όπως το τρίποντο του Μπρουσίνο φερειπείν, που έστειλε στην παράταση το Γκραν Κανάρια-Βαλένθια ή η τρίτη περίοδος στο Ρεάλ-Μούρθια. Ο τελικός είχε το ενδιαφέρον του ως ένα βαθμό, αλλά σε κανένα σημείο το ματς δεν ξέφυγε τον έλεγχο της Ρεάλ. Ας τα πάρουμε από την αρχή.
Η Μπαρτσελόνα κάνει το πιο εντυπωσιακό ξεκίνημα μέχρι στιγμής στην Ευρωλίγκα, παίζοντας με την άνεση της ελευθερίας. Η φυγή του Σάρας, αντί να ανεβάσει (όπως θα ήταν μάλλον λογικό) τις προσδοκίες, για κάποιο μυστήριο λόγο τις έριξε και έτσι οι Καταλανοί, αγωνίζονται απαλλαγμένοι από κάθε άγχος ή υποχρέωση, υπό την καθοδήγηση του σπουδαγμένου Ρότζερ Γκριμάου. Οι νίκες τους; Η μία πιο εμφατική από την άλλη. Διάλυση της Εφές με γρήγορο ρυθμό και τρέξιμο, διπλό στο Φάληρο σε κλειστό ματς, 92 πόντοι στη φλεγόμενη Stark Arena με plays-διαβήτες. Διαφορετικοί τρόποι, ίδιο αποτέλεσμα, χωρίς μάλιστα κανένας αγώνας να κριθεί με μικρή διαφορά.
Αγαπημένη Ζωή,
Θυμάμαι πριν από καιρό που με ρώτησες αν μόνο τα αγόρια παίζουν ποδόσφαιρο, με αφορμή το γεγονός ότι στο σπίτι όποτε έβλεπα κάποιον αγώνα, ήταν αγώνας αντρικών ομάδων. Αυτό στάθηκε η αφορμή να αποφασίσουμε να πάμε να δούμε και ποδόσφαιρο γυναικών, ώστε να έχεις την εικόνα ότι και οι γυναίκες παίζουν ποδόσφαιρο και μπορούν να είναι επαγγελματίες αθλητές. Από τότε πρέπει να έχουμε πάει περίπου δέκα φορές να δούμε τη γυναικεία ομάδα ποδοσφαίρου της Barça είτε αυτή παίζει στο Camp Nou με περισσότερους από 90.000 θεατές είτε στο Johan Cruyff με 5.000 οπαδούς.
Με τον καιρό έμαθες τα ονόματα κάποιων παικτριών, όπως η Salma, η Mapi Leon και φυσικά τις Aitana και Alexia, των οποίων τα ονόματα σε κάθε αγώνα γίνονται σύνθημα. Πλέον ακόμα κι όταν πηγαίνουμε στο γήπεδο να δούμε αγώνα της αντρικής ομάδας, είναι όλο και πιο συχνό να βλέπουμε αγόρια και κορίτσια να έχουν φανέλες με τα ονόματα των παικτριών στην πλάτη. Το ποδόσφαιρό των γυναικών στην Ισπανία έχει εδώ και χρόνια αρχίσει να ανεβαίνει και η Barça είναι η ομάδα που τραβάει το “κάρο” και το ενδιαφέρον.
Πριν από ένα χρόνο και οκτώ μήνες πριν την έναρξη του Mundial γυναικών, 15 από τις καλύτερες παίκτριες της εθνικής ομάδας της Ισπανίας στείλανε μια κάρτα στην ομοσπονδία, ζητώντας αλλαγές και λέγοντας ότι με την υπάρχουσα κατάσταση δεν ήταν διατεθειμένες να συμμετάσχουν στα παιχνίδια της εθνικής, με τον κίνδυνο να χάσουν το Mundial. Οι πρακτικές του τότε προπονητή της εθνικής θεωρούσαν ότι τις υποτιμούσαν ώς αθλήτριες και επιπλέον τον κατηγορούσαν ότι οι προπονήσεις και η όλη αντιμετώπισή του δεν ήταν ανάλογη μιας ομάδας που ήθελε να διεκδικήσει την κατάκτηση της μεγαλύτερης ποδοσφαιρικής οργάνωσης. Τους ζητούσε να αφήνουν τις πόρτες από τα δωμάτιά τους ανοιχτές, ώστε να μπορεί να ελέγχει τι ώρα πάνε για ύπνο, απαιτούσε να ξέρει με ποιους βγαίνουν για καφέ και έλεγχε τα πράγματα που έφερναν στις αποστολές μαζί τους.
Τελικά ο προπονητής δεν άλλαξε, και αρκετές από τις παίκτριες δέχτηκαν να επιστρέψουν στην εθνική ομάδα, προκειμένου να διεκδικήσουν το χρυσό, πράγμα και το οποίο κατάφεραν. Στη διάρκεια της απονομής, ο πρόεδρος της Ισπανικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου Luis Rubiales, φίλησε στο στόμα την Jenni Hermoso, χωρίς να του έχει δώσει ή ίδια το δικαίωμα αυτό και χωρίς φυσικά να συναινέσει. Τις επόμενες μέρες, αντί να ζητήσει συγνώμη για αυτή του την πράξη, ο Rubiales αποφάσισε να περάσει στην επίθεση και να βάλει κατά των παικτριών, των φεμινιστριών και όποιων υποστήριζαν ότι η συμπεριφορά του δεν ηταν η αρμόζουσα. Μετά από μια τραγική συνέντευξη τύπου, όπου ο πρόεδρος της ομοσπονδίας ανακοίνωνε ότι δεν θα παραιτηθεί και το κοινό από κάτω (με μπροστάρηδες τους προπονητες των εθνικών ομάδων των ανδρών και των γυναικών) τον αποθέωνε, οι παίκτριες αποφάσισαν ότι πλέον η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη και απαίτησαν να φύγουν οι Rubiales και Vilda από τις θέσεις τους και να γίνουν περαιτέρω αλλαγές στην ομοσπονδία, διεκδικώντας την αντιμετώπισή τους ως επαγγελματίες.
Προκειμένου να βρουν το δίκιο τους, ενημέρωσαν ότι δεν θα ξαναπαίξουν με την εθνική ομάδα μέχρι να γίνουν οι αλλαγές, ξεκίνησαν απεργία, απαιτώντας να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός για τις παίκτριες που παίζουν στην πρώτη κατηγορία στις 23.000€ και κατόρθωσαν να συσπειρώσουν κόσμο, που κατέβηκε μέχρι και σε πορείες για να τις υπερασπίσει. Τα ΜΜΕ στην αρχή στήριξαν τον “αγώνα” τους, αλλά μετά την παραίτηση του Rubiales, δείξανε κι αυτά το πρόσωπό τους, κάνοντας ειρωνικά σχόλια για τις παίκτριες που συνέχιζαν τις κινητοποιήσεις τους, θεωρώντας ότι αφού τους “έγινε το χατήρι” και έφυγαν ο Rubiales και o Vilda και ορίστηκε γυναίκα προπονητής, όλα τα προβλήματα λύθηκαν. Εδώ θα μου επιτρέψεις να πω ότι ενώ και οι 23 παίκτριες που κατέκτησαν το Mundial απαίτησαν τις αλλαγές, μετά την παραίτηση του Rubiales τρεις παίκτριες εξ αυτών δεν υπέγραψαν την νεα κάρτα που ζητούσε βαθύτερες τομές. Το γεγονός ότι δύο εκ των τριών παίζουν στην Real Madrid, η μία εκ των οποίων είναι και ψηφοφόρος του ακροδεξιού Vox και η άλλη δίνει εξετάσεις για να γίνει αστυνομικός, μάλλον θα είναι τυχαίο.
Δεν θέλω να σε κουράσω άλλο με ανέκδοτες ιστορίες του τι ειπώθηκε και από ποιον, αλλά θα ήθελα από όλη αυτή την κατάσταση να σου πω ότι το μάθημα που παίρνω από τη στάση των παικτριών είναι ότι για να πετύχουμε σημαντικές αλλαγές στις ζωές μας θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε κάτι που θέλουμε πολύ (πχ τη συμμετοχή σε ένα Mundial που έχασαν οι Mapi Leon και Patri Guijarro μένοντας πιστές στην αρχική τους θέση). Θα πρέπει να κινητοποιήσουμε τον κόσμο γύρω μας και φυσικά η απεργία είναι ένα σημαντικό εργαλείο διεκδικήσεων στην κοινωνία. Μακάρι αυτό να είναι το μάθημα για περισσότερους από εμάς, γιατί μας περιμένουν καταστάσεις όπου θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι και να θυσιάσουμε πράγματα από τη “βόλεψή” μας και να συμπαρασταθούμε στους συνανθρώπους μας και φυσικά να απεργήσουμε.
Τώρα στα πέντε σου, είναι ίσως δύσκολο να στα εξηγήσω όλα αυτά, αλλά ελπίζω να διαβάσεις αυτό το γράμμα όταν θα είσαι λίγο μεγαλύτερη κι όλα να βγάζουν λίγο περισσότερο νόημα.
Με πολλή αγάπη,
Ο μπαμπάς σου.
Ως ανταποκριτής του Basketballguru στη Βαρκελώνη, αποφάσισα μετά από καιρό να βγω από τις σκιές του Tibidabo και να γράψω λίγα πράγματα για όσους όσοι ενδιαφέρονται να καταλάβουν τι γίνεται με τα οικονομικά της FC Barcelona και πώς είναι δυνατόν να είναι διατεθειμένοι να πληρώνουν μεγάλο μέρος του συμβολαίου του Mirotic, ενώ αυτός θα παίζει σε ανταγωνίστρια ομάδα (Παρτίζαν).
Το καλοκαίρι του 2003, λίγες μέρες αφού στέφθηκαν πρωταθλητές Ευρώπης, στη Μπαρτσελόνα είδαν τον Γιασικεβίτσιους να μετακομίζει από την Καταλονία στο Τελ Αβίβ, όπου συνέχισε τα ανδραγαθήματα του. Το κενό που άφησε ανυπολόγιστο, η δε Μπάρσα δεν αποπειράθηκε καν να το καλύψει με παίκτη αντίστοιχου διαμετρήματος ή stardom. Αντ’ αυτού, υπέγραψε τον Βλάντο Ιλιέφσκι, τον Μαρκ Γκασόλ, τον Βίκτορ Σάδα και τον μετέπειτα αρχηγό της Ρότζερ Γκριμάου. 20 χρόνια μετά ίδιο σκηνικό. Ο Σάρας αποχωρεί ξανά από τη Μπαρτσελόνα αυτή τη φορά ως προπονητής, κι ο Γκριμάου καλείται να κάνει ό,τι μπορεί στη θέση του.
Ένα “el clasico” από μόνο του είναι ένα μεγάλο αθλητικό γεγονός, πόσο δε μάλλον όταν πραγματοποιείται σε ημιτελικό οποιασδήποτε μεγάλης διοργάνωσης. Επιστροφή λοιπόν στο φάιναλ φορ της Ευρωλίγκα για τη Ρεάλ Μαδρίτης μετά από απουσία δύο ετών ( το ένα λόγω αναβολής εξαιτίας της πανδημίας) και δεύτερη σερί ευκαιρία για τη Μπαρτσελόνα να κατακτήσει αυτό για το οποίο έχει χτιστεί εδώ και δύο αγωνιστικές περιόδους.
Η Μπαρτσελόνα μπήκε στον τελικό της Ευρωλίγκα με το μαχαίρι στα δόντια. Ο Κλαβέρ έπεσε επάνω στον Μίτσιτς, προκαλώντας τον να πάρει τον αριστερό διάδρομο και ανακόπτοντας την δεξιά τρίπλα και τα πικ εν ρολ. Ο Μπράντον Ντέιβις έβγαινε με μανία στην περίμετρο, αλλάζοντας στα σκριν, σκεπάζοντας το πεδίο του Λάρκιν. Ο Νίκολα Μίροτιτς έκανε το ίδιο, δείχνοντας πόσο υποτιμημένα είναι τα αμυντικά προσόντα του.
Γεμάτοι σασπένς, αγωνία και ωραίο μπάσκετ οι δύο ημιτελικού του φάιναλ φορ της Ευρωλίγκα, στους οποίους επικράτησαν Εφές και Μπαρτσελόνα, με πολύ διαφορετικούς τρόπους. Η πρώτη απέφυγε την πλήρη ανατροπή της ΤΣΣΚΑ, η δεύτερη πήγε σε όλο το παιχνίδι δίπλα δίπλα με τη Μιλάνο, για να ξεχωρίσει ελάχιστα στο τέλος. Πάμε να δούμε τα σημεία που έκριναν τους νικητές, δια χειρός Pete και Ευάγγελου.