Οκ, πείτε κάνω λίγο πλάκα, όμως το 6-1 της Μιλάνο στη φετινή Ευρωλίγκα, φέρει όλα τα σημάδια μιας αλλαγής φρουράς. Η νέα εκδοχή της παρουσιάζει δύο σημαντικές διαφορές σε σχέση με την περσινή. Πρώτον, αμύνεται πολύ αποτελεσματικότερα, έχοντας μειώσει τους πόντους που δέχεται από 120 ανά κατοχές σε 106,6 και δεύτερον δεν της ξεφεύγουν εύκολα τα αμυντικά ριμπάουντ (73,9% defensive rebound rate, τέσσερις μονάδες επάνω από το περσινό). Παρότι δεν μοιράζει παραπάνω ασίστ, ούτε σκοράρει περισσότερο, καταφέρνει εντούτοις να υπερτερεί των αντιπάλων χάρην της προσήλωσης που δείχνει στην άμυνα και στον έλεγχο του ρυθμού μέσα από τη σετ επίθεση. Αν οι Μιλανέζοι συνεχίσουν έτσι, δεδομένου ότι στον πάγκο έχουν κανονικό προπονητή, το πιθανότερο είναι πως τον Απρίλιο θα βρεθούν να παλεύουν για το φάιναλ φορ από θέση ισχύος.
Ως γνωστόν, για να φτάσει ένα σύνολο σε τέτοια θέση, στην Ευρώπη τουλάχιστον, η πολυτραγουδισμένη "χημεία" αποτελεί το άλφα και το ωμέγα. Τι θα έπρεπε να σκεφτούμε συνεπώς για έναν παίκτη, που στην διαδικασία απόκτησης της προβάλει ως υπόδειγμα;
Ο Ντελα Βάλε δεν ήρθε από το πουθενά - βασικά είναι από την περιοχή Alba του Piemonte, τόπο προέλευσης εξαιρετικών ερυθρών οίνων, όπως Barbaresco ή Barbera. Στη Ρέτζιο Εμίλια είχε τέσσερις παραγωγικότατες σεζόν, μία εκ των οποίων τον βρήκε μέλος της καλύτερης πεντάδας του Eurocup, το 2018. Εκεί αγωνιζόταν περίπου ως πριμαντόνα, απολαμβάνοντας εμπιστοσύνη σε βαθμό υπερβολής, την οποία όμως ανταπέδωσε τότε με 17,5 πόντους και 3,1 ασίστ, νούμερα συμβατά κυρίως με τη θέση του off guard. Με μία διαφορά: Επαιζε πολύ με τη μπάλα στα χέρια και αναλογικά έβλεπε ελάχιστα το υπόλοιπο γήπεδο ή τους συμπαίκτες του, όπως συμβαίνει πολύ συχνά με τον καλύτερο παίκτη οποιασδήποτε ομάδας μεσαίου βεληνεκούς στην Ευρώπη. Σκεφτείτε για παράδειγμα τους διάφορους "Τζόρνταν Θίοντορζ" της ηπείρου, οι οποίοι στις Μπάνβιτ δεν χρειαζόταν να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν, μέχρι η προσγείωση στο επόμενο επίπεδο να αποδειχτεί ανώμαλη.
Κάπως έτσι συνέβη και με τον Ντέλα Βάλε, που από απόλυτος πρωταγωνιστής στην Ρέτζιο, αναγκάστηκε να βγάλει εκ νέου την σφουγγαρίστρα, όταν πήρε πέρυσι μεταγραφή στη Μιλάνο. Κατά την πρωτη του σεζόν στο Mediolanum, ο πάγκος άστραφτε κυρίως χάρη στη δική του, αψεγάδιαστη προσπάθεια. To παρκέ ατύχησε να τον νιώσει μόλις για 12 παιχνίδια στην Ευρωλίγκα και για σύνολο 72 λεπτά. Άφαντος.
Μέχρι που ...
To καταπληκτικό κρεσέντο του αδύνατου Ιταλού γκαρντ απέναντι στην Μπασκόνια την εβδομάδα που μας πέρασε, ξεκίνησε έτσι. Ενα ελεύθερο τρίποντο από θέση, πίεση στον (απλώς καλό) χειριστή Χένρι, κλέψιμο και λέι απ για το 61-55 στις πρώτες δύο φάσεις της τέταρτης περιόδου. Στο υπόλοιπο της, ο Ντελα Βάλε πέτυχε ακόμη οκτώ, το σύνολο 13, καθαρίζοντας τη μπουγάδα.
Τα σημάδια είχαν φανεί από την πρεμιέρα απέναντι στην Μπάγερν και από ένα ακόμη πολύ καλό παιχνίδι εναντίον της Φενέρ, όπου είχε σημειώσει μία ακόμη 15άρα, σαν τη προχθεσινή (sic), με τη διαφορά ότι τότε οι πόντοι είχαν επιτευχθεί στην πλειοψηφεία τους στην αρχή. Αυτό που συνέβη με τη Μπασκόνια όμως, πιθανώς δεν το περίμενε ούτε ο ίδιος ο Μεσίνα, που το καλοκαίρι έσκασε ένα καράβι λεφτά για τους Σέρχι και τους Μακ του μάταιου τούτου κόσμου. Ή ποιος ξέρει, μπορεί και να το περίμενε.
Τα τελευταία χρονια η Μιλάνο δε στερούνταν ταλέντου, κάθε άλλο. Ούτε πέρασαν από τον πάγκο της άσχετοι προπονητές ή εν πάσει περιπτώσει τελείως άσχετοι. Εκείνο που έλειπε ήταν περισσεύματα. Ελάχιστες μπάλες και αρμοδιότητες βρίσκονταν για τους παίκτες ρόλων, οι οποίοι ανέμεναν καρτερικά πότε (και αν) θα φύγει η μπάλα από τα χέρια του κάθε Τζέιμς/Λάνγκφορντ/Μπρουκς/Τζέρελς/Tζεντίλε/όποιον θέλετε βάλτε. Οι λεγόμενοι ball dominant παίκτες έβρισκαν μονίμως ένα δίχτυ προστασίας ή αν προτιμάτε ένα ξέφωτο αδυσοσίας, που απέτρεπε την ανάδειξη τόσο του ομαδικού παιχνιδιού, όσο και απροσδόκητων ηρώων. Φέτος, για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, τέτοιος αθλητής δεν υπάρχει στο ρόστερ (όχι, δεν είναι ο Σέρχι), κάτι που δεν είναι απαραίτητα ο σωστός δρόμος, όμως είναι ο δρόμος του Μεσίνα.
Ο Ιταλός κόουτς απαιτεί πρώτα πίεση, δίνει έμφαση στα βασικά, στις συνεργασίες και επιμένει μέχρι να βρει το σωστό σουτ, το οποίο κατά δήλωση του είναι σημαντικό για έναν επιπλέον λόγο, πέραν των αυξημένων πιθανοτήτων ευστοχίας: Του επιτρέπει να βγάλει εκ νέου μία καλή άμυνα. Aντιγράφω από ένα από τα αγαπημένα μου άρθρα διαχρονικά, γραμμένο από τον ίδιο, σε μία περίοδο που είχαμε το ίδιο χόμπι (μπλόγκερ that is, πλέον εγώ είμαι κινηματογραφιστής και εκείνος δεν ξέρω τι άλλο κάνει): "Eίναι βασικότατο να μην επιτρέψουμε στον αντίπαλο να σκοράρει στον αιφνιδιασμό. Αυτό συμβαίνει όταν παίρνουμε βιαστικά σουτ ή κάνουμε λάθη. Αντιθέτως, τα καλά σουτ μέσα από τη ροή της επίθεσης, προσφέρουν ευκαιρίες για επιθετικό ριμπάουντ ή τουλάχιστον για σωστότερη τοποθέτηση της άμυνας". Όπως ακριβώς συνέβη στο gifάκι παραπάνω δηλαδή, όπου ο Ντέλα Βάλε είχε τον χρόνο να απογοητεύσει τον αντίπαλο με ένα ελεύθερο σουτ και κατόπι στήθηκε απέναντι του και τον πιεσε μέχρι στραγγαλισμού.
Εντός αυτής της φιλοσοφίας, ο Αμεντέο δειχνει να αισθάνεται απόλυτα άνετα, σε μία άτυπη συμφωνία με τον διάβολο της τακτικής. Ο προπονητής-δάσκαλος έχει απαιτήσει την μεταμόρφωση του από σκόρερ σε "3 and D off guard", προσφέροντας ως αντάλλαγμα χρόνο συμμετοχής. Η διαπραγμάτευση έχει αποφέρει σχεδόν 14 λεπτά, 8,3 πόντους και ποσοστά ευστοχίας που έχουν τρυπήσει ταβάνι: 52% στα τρίποντα και 90% στις βολές! Ποιος είσαι ρε μεγάλε, ο Κάρι;
Oύτε κατά διάνοια. Ο Ιταλός σουτάρει από πολύ συγκεκριμένα σημεία του γηπέδου, ακροβολίζεται και αποτελεί ένα εργαλείο ανοίγματος των αποστάσεων. Παλιότερα έπρεπε να τις ανοίγουν οι άλλοι για αυτόν, αλλά πλέον το τοπίο έχει διαφοροποιηθεί. Τα περισσότερα εύστοχα σουτ του έχουν επιτευχθεί από τις γωνίες και 8/10 τρίποντα του έχουν προέλθει από ασίστ, όταν π.χ. στην καλύτερη του χρονιά στο Eurocup η αντιστοιχία απλώς προσέγγιζε το 5/10. Όταν φοιτούσε στο Ohio State πάντως, εκεί όπου συνήθως περνούσε απαρατήρητος ως κομπάρσος, οι περιγραφές των scouting reports περισσότερο έφερναν σε αυτό που βλέπουμε τώρα, περιγράφοντας έναν καλό σουτέρ που μαρκάρει σωστά τα κοντύτερα γκαρντ. Το bonus στοιχείο στο οποίο στέκονταν, ήταν πως δεν φοβάται τις μεγάλες στιγμές των αγώνων.
Ισως λοιπόν μαζί του ο Μεσίνα επιχειρεί ένα άτυπο ταξίδι στο χρόνο. Του ζητά να θυμηθεί τον νεανικό του βίο, να τα δίνει όλα όπου χρειάζεται, δένοντας τις λειτουργίες του συνόλου και του εγγυάται πως με αυτό τον τρόπο το παράθυρο θα ανοίξει προς μερικές στιγμές προσωπικής δόξας, όπως απέναντι στη Μπασκόνια. Aν εκείνες πληθύνουν, το πρώτο γερό αποτύπωμα του Ιταλού δάσκαλου επάνω στο ρόστερ του θα είναι γεγονός. Οι μεγάλοι κόουτς πάντα βγάζουν μπροστά δυο τρεις προηγουμένως "τυχάρπαστους".
Από την άλλη, υπάρχει πιθανότητα να είναι αυτό το πιο γενναιόδωρο κείμενο που θα γραφτεί ποτέ για τον Ντέλα Βάλε, διότι χθες βράδυ Κυριακής βρέθηκα αναπάντεχα μόνος στο σπίτι με ένα Chocolate Block, bitter σοκολάτα και χωρίς την παραμικρή όρεξη να ανοίξω βιβλίο. Αντιπαραγωγική, όμορφη φθινοπωρινή ξάπλα.