Τις περισσότερες ιστορίες για το πώς δημιουργήθηκε το «Τρίποντο» από την ιδέα του Φίλιππου Συρίγου, εκείνο το καλοκαίρι του 1988 και το πώς «στρατολόγησε» την ιδρυτική ομάδα του περιοδικού με τους Σκουντή, Καρύδα, Παπαδογιάννη, Δρυμώνα, ίσως να τα έχετε διαβάσει σε διάφορα αφιερώματα στο παρελθόν. Πολλοί προλάβατε και ζήσατε τη χρυσή 15ετία του περιοδικού που ήταν η αγαπημένη συνήθεια κάθε Τρίτη πρωί. Ένα περιοδικό που στα ντουζένια του, για παράδειγμα στο ασημένιο μετάλλιο της Εθνικής στο Ευρωμπάσκετ του 1989 στο Ζάγκρεμπ, είχε πουλήσει 25.000 τεύχη. Ποσό ασύλληπτο για εξειδικευμένο και δη αθλητικού περιεχομένου περιοδικό στην Ελλαδίτσα.
Πλατιάζω όμως και δεν το θέλω και προχωράω αμέσως στην ιστορία που θα σας διηγηθώ…
Είναι αν δεν με απατά η μνήμη μου καλοκαίρι του 1999 και μαζί με τον για χρόνια «διπλανό» και συνοδοιπόρο στα γραφεία της Κωνσταντινουπόλεως 161, Ηλία Δρυμώνα, έχουμε… σαπίσει παίζοντας το αγαπημένο μας παιχνίδι Yahtzee και ακούγοντας μουσική από το φορητό κασετόφωνο. Γιουτουμπ, σμαρτφοουνζ και λοιπές ηλεκτρονικές δυνάμεις δεν υπήρχαν καν ούτε ως σκέψη, όπως άλλωστε και τα e-mail, για αυτό και η επικοινωνία με τον έξω κόσμο γινόταν ακόμη με το παραδοσιακό fax (έχω προλάβει και το telex στο Φως το 1988 οπότε είμαι ακόμη πιο old school).
Εκείνο το μεσημέρι ο κλητήρας, που έφερνε την αλληλογραφία και τα φαξ, έφτασε κρατώντας μόνο μία αραιογραμμένη σελίδα στα αγγλικά. Πάνω αριστερά υπήρχε τυπωμένο το λογότυπο μίας παντελώς άγνωστης σε εμάς εταιρείας. Δεν προερχόταν ούτε από ομάδα, ούτε από κάποια ξένη Ομοσπονδία. Μετά τις απαραίτητες συστάσεις από τον αποστολέα μας ενημερώνει ότι η παραγωγός εταιρεία την οποία εκπροσωπεί, θέλει να της στείλουμε ταχυδρομικά καμιά 10αριά σκόρπια τεύχη του περιοδικού «Τρίποντο», προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει στο γύρισμα μίας ταινίας!
Η αλήθεια είναι ότι στην πρώτη ανάγνωση δεν δώσαμε και τόσο μεγάλη σημασία με τον Ηλία, αλλά όταν το ξανασκεφτήκαμε και αφού αποφασίσαμε ότι δεν επρόκειτο για κάποια… πλάκα, είπαμε να μεταφέρουμε το αίτημα στον τότε εκδότη του περιοδικού, τον αείμνηστο Κλεομένη Γεωργαλά, ο οποίος είχε εξαγοράσει την επιχείρηση (τίτλο περιοδικού και προσωπικό) από τους πρώτους εκδότες Νασίκα και Φλουράκη. Ο Φίλιππος (Συρίγος) είχε αποχωρήσει και αυτός μετά από 10 και πλέον χρόνια και όλα περνούσαν από τα χέρια μας.
Ο κυρ Κλεομένης, δύσπιστος όντας και ολίγον… δύσκολος στο να ικανοποιεί αιτήματα άγνωστων πέταξε την ατάκα «πείτε τους να μας πληρώσουν τα περιοδικά και θα τους τα στείλουμε», κάτι που με τον Ηλία δεν τολμήσαμε καν να «μεταφέρουμε» στους αποστολείς του αιτήματος.
«Θέλουμε τα περιοδικά προκειμένου να τα τοποθετήσουμε στο δωμάτιο του αδερφού της πρωταγωνίστριας της ταινίας, που είναι ελληνικής καταγωγής αλλά ζουν στις ΗΠΑ σύμφωνα με το σενάριο της ταινίας και ο αδερφός είναι φανατικός φίλος του μπάσκετ» ανέφερε το αρχικό έγγραφο της εταιρείας παραγωγής.
Με τον Ηλία βάλαμε κρυφά σε έναν φάκελο 7-8 τεύχη του περιοδικού και τα δώσαμε στη γραμματεία για να τα στείλει στη διεύθυνση που μας είχε υποδείξει το έγγραφο. Ο φάκελος όμως, άγνωστο πώς και ενώ είχαμε πάρει όλα τα μέτρα… προφύλαξης, έπεσε στην αντίληψη του κυρ Κλεομένη και την τελευταία στιγμή δεν μπήκαν επάνω του τα γραμματόσημα για να ταξιδέψει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Η παραγωγός εταιρεία μάταια περίμενε την ανταπόκρισή μας. Το δωμάτιο του ηθοποιού Ηλία Θεοδωσόπουλου, Louis Mandylor στο… αμερικάνικό ή αν προτιμάτε Νικ Πορτοκάλος, δεν εδέησε να «φιλοξενήσει» σκόρπια τεύχη του «Τρίποντου» στα πλάνα της ταινίας που τρία χρόνια αργότερα έμελε να γίνει μία από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες και στα μέρη μας.
Ω, ναι, καλά το καταλάβατε... Η ταινία που για ένα καπρίτσιο δεν είχε στα πλάνα της το Τρίποντο με το περιοδικό να χάνει την ευκαιρία να περάσει στην… αιωνιότητα του Χόλιγουντ ήταν το My big fat Greek wedding…