Τρίτη, 20 Μαρτίου 2018 12:14

Eπιμονή ή εμμονή; Το (σταθερό) τρίποντο στην Ευρωλίγκα

Από :

Πολλές φορές στο παρελθόν, έχουμε αναφερθεί από αυτήν εδώ την μικρή γωνιά του διαδικτύου στην μεγάλη σημασία του τριπόντου στο σύγχρονο μπάσκετ. Είναι κάτι απολύτως λογικό, καθώς αποτελεί ένα από τα θέματα που η παγκόσμια μπασκετική κοινότητα λατρεύει να κουβεντιάζει τα τελευταία χρόνια – ειδικά στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Από την άλλη ίσως απλώς να αποτελεί ένα ‘’σημείο των καιρών’’. Πιθανότατα εάν βρισκόμασταν στην ίδια θέση 15 χρόνια νωρίτερα να συζητούσαμε με την ίδια θέρμη για το χαμηλό post ή για σχήματα με ‘’δίδυμους πύργους’’, τα οποία κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή. Σε κάθε περίπτωση, τα ερεθίσματα προκύπτουν από τον τρόπο που παίζεται το άθλημα σε μια δεδομένη χρονική περίοδο. Κοινώς συζητάμε με αφορμή τα όσα βλέπουμε. Το μπάσκετ με την σειρά του διαμορφώνει αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αφουγκραζόμενο τις τεχνολογικές (και όχι μόνο) εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό της ανθρώπινης κοινωνίας.

Αυτό άλλωστε μαρτυρά και η τεράστια επιρροή που ασκούν τα analytics στις μέρες μας. Είναι μια αδιάκοπη διαδικασία, που μοιάζει πολύ με την λειτουργία του ανθρώπινου εγκεφάλου. Από την στιγμή που γεννιόμαστε, ο εγκέφαλος μας μαθαίνει και αναπτύσσεται αναζητώντας και αποθηκεύοντας συνεχώς μοτίβα που προέρχονται από το φυσικό του περιβάλλον. Ένα βρέφος (το οποίο δεν γνωρίζει απολύτως τίποτα) παρατηρεί πόσο πιο εύκολη είναι η ζωή των γονιών του, οι οποίοι μπορούν να μιλάνε και να περπατάνε στα δύο πόδια. Σχεδόν αμέσως αναρωτιέται: ‘’Γιατί να μην μπορώ να το κάνω και εγώ;’’ Με την ίδια ακριβώς λογική, δεκάδες επαγγελματικές ομάδες παρακολουθούν κάθε βράδυ τις μοναδικές παραστάσεις των Warriors ή των Rockets που λαμβάνουν χώρα στην κορυφαία και πιο λαμπερή σκηνή του κόσμου. ‘’Γιατί να μην μπορούμε να παίξουμε και εμείς έτσι;’’ Ο πυρήνας του ερωτήματος είναι κοινός. Αυτό ακριβώς το ‘’Παιχνίδι της μίμησης’’ – όπως έγραφε ο Alan Turing στην ιστορική του εργασία το 1950’’ – αποτελεί δίχως αμφιβολία την ατμομηχανή της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους.

Ας επιστρέψουμε όμως στο θέμα μας. Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα του σουτ τριών πόντων είναι το λεγόμενο spacing – δηλαδή το τέντωμα των αποστάσεων του γηπέδου και η δημιουργία χώρων προς όφελος της επίθεσης. Ποιο είναι όμως το πραγματικό μέγεθος αυτών των χώρων και πως οι αποστάσεις μεταξύ των παικτών αυξομειώνονται, ανάλογα με τον αριθμό των σουτέρ που βρίσκονται ταυτόχρονα στο γήπεδο; Με άλλα λόγια, γιατί το σουτ τριών πόντων είναι σήμερα ένα από τα πιο σημαντικά προσόντα στο βιογραφικό ενός επαγγελματία μπασκεμπολίστα; Επιπρόσθετα, αποτελεί μήπως την συνθήκη (ανάμεσα σε άλλες) για την δημιουργία μιας πιο παραγωγικής και αποτελεσματικής επίθεσης; Μου λείψατε, οπότε ας ξεκινήσουμε.

Στο παρον κείμενο θα επικεντρώσουμε την έρευνα μας στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ και πιο συγκεκριμένα στην διοργάνωση της Ευρωλίγκας. Η φιλοδοξία μου είναι να αποτελέσει απλώς μια μικρή αφορμή, ώστε με την βοήθεια σας να ξεκινήσει μια κουβέντα σχετικά με τα χαρακτηριστικά του αθλήματος στην ήπειρο μας, τα πλεονεκτήματα και τις πιθανές αδυναμίες του. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν για αρχή, να υπολογίσουμε τις αποστάσεις που αναφέραμε νωρίτερα με την βοήθεια της Ευκλείδειας γεωμετρίας. Διακρίνουμε δύο περιπτώσεις:

Περίπτωση 1 – Ταυτόχρονη παρουσία τριών σουτέρ.

Η περίπτωση αυτή αποτελεί νομίζω και την πιο συνηθισμένη στα μέρη μας. Η πλειοψηφία (αν όχι το σύνολο) των ευρωπαϊκών ομάδων φροντίζει να χρησιμοποιεί τέτοιου είδους πεντάδες στο μεγαλύτερο διάστημα των αγώνων. Τοποθετώντας λοιπόν δύο παίκτες συμμετρικά στις δυο γωνίες του γηπέδου και έναν τρίτο στην κορυφή, κατασκευάζουμε ένα ισοσκελές τρίγωνο.

Το εμβαδόν του εν λόγω τριγώνου αποτελεί το περίφημο spacing, δηλαδή τον χώρο που έχει στην διάθεση της η επίθεση ή αλλιώς την απόσταση που καλείται να καλύψει η άμυνα σε κάθε κατοχή. Σύμφωνα με τις επίσημες διαστάσεις των γηπέδων από την σελίδα της FIBA το ύψος του τρίγωνου είναι ίσο με 6,75 μέτρα (όσο και η απόσταση της γραμμής του τριπόντου), ενώ η βάση του είναι ίση με 13,2 μέτρα. Το αποτέλεσμα μετά τις πράξεις είναι 44,55 τετραγωνικά μέτρα. Κατ’ επέκταση αυτό σημαίνει πως ο κάθε αμυνόμενος είναι υποχρεωμένος να διανύει μια επιφάνεια της τάξης των 8,91 τετραγωνικών μέτρων, όσο περίπου το υπνοδωμάτιο ενός φυσιολογικού διαμερίσματος. Στην πράξη μπορούμε να ορίσουμε το παραπάνω εμβαδόν ως το κάτω φράγμα της μαθηματικής μας προσέγγισης. Καμία ομάδα δεν αγωνίζεται πλέον με λιγότερους από τρεις σουτέρ στην σύνθεση της.

Περίπτωση 2 - Ταυτόχρονη παρουσία τεσσάρων σουτέρ.

Εδώ τα πράγματα διαφοροποιούνται σημαντικά. Για να διευκολυνθούμε στους υπολογισμούς μας, θα επιλέξουμε το γεωμετρικό σχήμα του τραπεζίου. Στις κορυφές του τοποθετούμε τους παίκτες μας όπως δείχνει το παρακάτω σχήμα.

Η μικρή βάση του τραπεζίου είναι ίση με 12 μέτρα (προσεγγιστικά), ενώ το ύψος του είναι 6,50 μέτρα – από την τελική γραμμή μέχρι λίγο πιο πάνω από την γραμμή των ελευθέρων βολών. Το εμβαδόν σε αυτήν την περίπτωση ισούται με 82 τετραγωνικά μέτρα, μια ποσότητα που αντιστοιχεί σε 16,4 τετραγωνικά μέτρα επιφάνειας για τον κάθε αμυνόμενο. Προσθέστε δηλαδή στο παραπάνω υπνοδωμάτιο και το μεγάλο σας μπάνιο. Η διαφορά δεν είναι απλώς μεγάλη, αλλά τρομακτική. Μιλάμε για αύξηση της τάξης του 84% στο διαθέσιμο για την επίθεση εμβαδόν. Για να γίνει πιο εύκολα κατανοητό, ρίξτε μια ματιά σε μια τυχαία φωτογραφία που βρήκα στο Ιντερνετ.

Εάν ο Durant καταφέρει να περάσει τον προσωπικό του αντίπαλο και η άμυνα αναγκαστεί να στείλει βοήθεια, προκύπτει σχεδόν αυτόματα αμαρκάριστο σουτ. Είναι βιολογικά αδύνατο για οποιοδήποτε αθλητή να καταφέρει να επιστρέψει στην αρχική του θέση –  οι αποστάσεις είναι τεράστιες. Το έχουμε δει όλοι μας να συμβαίνει δεκάδες και δεκάδες φορές. Το σαφές λοιπόν αυτό πλεονέκτημα που αποκτά σχεδόν αμέσως η επίθεση είναι και ένας από τους βασικούς λόγους για τον οποίο το τρίποντο κατέχει εξέχουσα θέση στο οπλοστάσιο των καλύτερων ομάδων του κόσμου.

Eπιμονή ή εμμονή;

Στην Αμερική και το ΝΒΑ (όπου με παρόμοια ανάλυση προκύπτει πως υπάρχει αντίστοιχη αύξηση πάνω από 80% στο εμβαδόν)  όλα αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά. Η μεγάλη τους επιμονή (ή εμμονή) στο τρίποντο, κρύβει από πίσω της μια στιβαρή μαθηματική αφετηρία. Μιλώντας για εμμονές...

Λαμβάνοντας υπόψη τα ‘’χρόνια της αλλαγής’’, ή της ‘’τρίποντης επανάστασης’’ – φαντασία έχετε διαλέξτε ένα όνομα εσείς – δηλαδή χοντρικά την τελευταία εξαετία, παρατηρούμε πως υπάρχει μια εντυπωσιακή αύξηση στις προσπάθειες για σουτ τριών πόντων στην λίγκα της τάξης του 44,5%. Οι Αμερικάνοι (ως μέσος όρος των ομάδων του ΝΒΑ) σουτάρουν πολύ, έχοντας αποδεχτεί πλήρως τις νέες συνθήκες που εισήγαγαν τα analytics στο άθλημα. Τι γίνεται όμως στην Ευρώπη;

Η δεύτερη γραφική παράσταση σηκώνει πολύ κουβέντα. Αρχικά την σεζόν 2014-2015 παρατηρούμε μια μικρή αύξηση των προσπαθειών (10%), η οποία διακόπτεται ακριβώς την επόμενη χρονιά και δίνει την θέση της σε μια σχεδόν απόλυτη στασιμότητα που συνεχίζεται μέχρι και φέτος. Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ το κάτω άκρο και των δυο γραφημάτων βρίσκεται στην τιμή 20, στο ΝΒΑ το άνω άκρο ακουμπάει το νούμερο 29 και στην Ευρωλίγκα μόλις το 22,7. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως οι προπονητές της Ευρωλίγκας στο σύνολο τους (με μερικές φυσικά εξαιρέσεις που πάντα δίνουν το παρών) δεν φροντίζουν με την ίδια επιμέλεια να ανοίγουν το γήπεδο ώστε να διευκολύνουν την επιθετική παραγωγή των ομάδων τους ή ενδεχομένως θεωρούν, πως κάτι τέτοιο δεν είναι απαραίτητο.

Μια μικρή αναδρομή στην πρόσφατη ιστορία της διοργάνωσης, έρχεται να ενισχύσει ακόμα περισσότερο αυτό τον ισχυρισμό. Η περσινή πρωταθλήτρια Φενέρ, έφτασε μέχρι το τέλος της διαδρομής παίζοντας την περισσότερη ώρα με έναν αθλητή στην θέση τέσσερα, που δεν διακρίνεται για τις επιδόσεις του στο μακρινό σουτ (Ούντο). Επιπλέον μια από τις πιο επιτυχημένες ομάδες της χρονικής περιόδου που εξετάζουμε (Ολυμπιακός), αγωνίζεται με βασικό τεσσάρι τον Γιώργο Πρίντεζη, ο οποίος δεν υπήρξε ποτέ στην καριέρα του σουτέρ. Είμαι σίγουρος πως θα υπάρχουν αρκετά ακόμα παραδείγματα που απλώς μου διαφεύγουν (όπως και εξαιρέσεις). Η κυριαρχία του χαμηλού post, ο χαμηλός αριθμός των τριπόντων και η επιμονή στο midrange παιχνίδι, είναι στα μάτια μου ανησυχητικά σημάδια μπασκετικής έκφρασης, σε μια εποχή που το άθλημα φαίνεται να στρέφεται σε άλλη κατεύθυνση.

Η συζήτηση είναι σίγουρα μεγάλη και η εξήγηση του φαινομένου κάθε άλλο παρά απλή. Ο κανόνας των τριών δευτερολέπτων στην άμυνα ή μάλλον η απουσία του, ενδεχομένως να διαφοροποιεί ριζικά την φύση του αθλήματος στα μέρη μας. Περιμένω να διαβάσω με ενδιαφέρον και τις δικές σας απόψεις.  Τις προάλλες ένας πολύ καλός μου φίλος, μου επισήμανε πως ίσως δεν υπάρχει στην ήπειρο μας μια ικανή δεξαμενή σουτέρ, ώστε μέσα από αυτήν να τροφοδοτούνται σε ετήσια βάση τα ρόστερ των ομάδων. Πράγματι είναι ένα λογικό επιχείρημα. Αφού το σκέφτηκα κάμποσο, ας μου επιτραπεί να καταφύγω στον αγαπημένο μου Mike D’ Antoni ως μια απόπειρα απάντησης.

 

Το συγκεκριμένο στιγμιότυπο προέρχεται από τον πρόσφατο αγώνα του Houston με τους Bucks. Ξεχάστε για λίγο την μπάλα και παρακολουθήστε με προσοχή την συμμετοχή του P.J. Tucker στην φάση, κάτω αριστερά στην οθόνης σας. Με εντολή από τον πάγκο στέκεται για περίπου 12 δευτερόλεπτα ακίνητος στην γωνία του τριπόντου. Για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό; Ο Tucker σουτάρει φέτος με 38,8% από τις γωνίες και μόλις με 30% από οπουδήποτε αλλού έξω από το τόξο. Για τους Rockets η πρώτη περίπτωση ισοδυναμεί με 1,16 PPP (points per possession), ενώ η δεύτερη με 0,9 PPP. Η διαφορά για μια κατοχή μπορεί να μην φαντάζει μεγάλη όμως στις δέκα κατοχές, αυτός ο τρόπος σκέψης μπορεί να παράξει τους 1-2 έξτρα πόντους που χρειάζονται για να κερδίσουν τον αγώνα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως από τα 322 τρίποντα που έχει επιχειρήσει φέτος, τα 139 – διάολε σχεδόν τα μισά – προέρχονται από τις γωνίες. Πως καταφέρνει κάτι τέτοιο; Με το να στέκεται ακίνητος στην γωνία. Υπό αυτό το πρίσμα, το γεγονός πως o εν λόγω οργανισμός φιγουράρει στην τελευταία θέση της λίγκας στις πάσες ανά αγώνα αλλά και στην απόσταση (σε μίλια) που διανύουν οι παίκτες του είναι κάτι αναμενόμενο. Αν μιλούσαμε για τους Warriors ή τους Spurs, το πιθανότερο σενάριο ήθελε τον Tucker να εγκαταλείπει την γωνία για να στήσει κάποιο σκριν στην περιφέρεια ή κάπου αλλού στο παρκέ. Αυτό άλλωστε επιτάσσουν οι αρχές των motion offences που παρουσίασε ο Popovich και τελειοποίησε το Golden State. Κυκλοφορία της μπάλας και ταυτόχρονη κίνηση μακριά από αυτήν. Όχι όμως για τους Rockets. Η καλύτερη επίθεση στην ιστορία του ΝΒΑ χαράζει σήμερα το δικό της δρόμο. Με λίγα λόγια, η προπονητική ιδιοφυία του Mike D’ Antoni βρίσκεται για άλλη μια φορά απέναντι στα δόγματα της εποχής. Το μπάσκετ της εξειδίκευσης παίρνει σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια μας. Γιατί εξειδίκευση δεν είναι μόνο το τρίποντο, αλλά και το τρίποντο από την γωνία. Σίγουρα δεν λύνει τον αρχικό προβληματισμό του φίλου μου, όμως τον παρακάμπτει σε μεγάλο βαθμό. Μήπως τελικά αυτό είναι ένα από τα πράγματα που λείπει στην από εδώ πλευρά του Ατλαντικού;

Κλείνοντας, ας επιστρέψουμε στο βρέφος της εισαγωγής του κειμένου. Καθώς μεγαλώνουμε ο εγκέφαλος μας έχει την τάση να προσδίδει ένα (συναισθηματικό) πρόσημο σε διάφορα ερεθίσματα που δέχεται από το περιβάλλον, ώστε στην συνέχεια να αποφασίσει τι του αρέσει να κάνει και τι όχι. Έτσι για το βρέφος μας, το πρόσημο είναι θετικό στην θέα των πολύχρωμων παιχνιδιών που του αγόρασαν οι γονείς του, αφού παίζοντας με αυτά διασκεδάζει και περνά ευχάριστα την ώρα του. Αντίθετα είναι αρνητικό όταν η μητέρα του προσπαθεί να το ταΐσει με το ζόρι λαχανικά, τα οποία βρίσκει άνοστα και αηδιαστικά. Το κακό με αυτού του είδους τις συναισθηματικές αποθήκες, είναι ότι είναι πανίσχυρες και μας συντροφεύουν για όλη μας την ζωή. Έχουν τις ρίζες τους στην παρεγκεφαλίτιδα και το μεταιχμιακό στέλεχος, τα δυο πιο πρωτόγονα τμήματα του εγκεφάλου μας και τα μόνα που είναι κοινά με τα ερπετά. Όταν τα συναισθήματα αφεθούν ανεξέλεγκτα, τότε λαμβάνουν τις πιο ακραίες καταθλιπτικές μορφές τους και κυβερνούν με τρόπο καταδυναστευτικό την καθημερινότητα μας. Η ανησυχία μετατρέπεται σε άγχος και στρες, ο θυμός σε οργή, η αυτοπεποίθηση σε αλαζονεία.

Το κλειδί βρίσκεται στην αυτοεπίγνωση – η αναγνώριση δηλαδή των συναισθημάτων μας και της στιγμής γέννησης τους  – και στον έλεγχο των συναισθηματικών μας παρορμήσεων. Αυτά τα δύο είναι κάτι σαν συγκοινωνούντα δοχεία. Δεν μπορείς να έχεις το ένα, χωρίς το άλλο. Στην Ευρώπη έχουμε μάθει να μην πολυσυμπαθούμε το τρίποντο, να μην δίνουμε την πρέπουσα σημασία στις καινοτομίες που εισάγονται στο άθλημα και να αγαπάμε σε βαθμό εμμονής το miss match στο post. Πάνω από όλα όμως, αδυνατούμε να αξιολογήσουμε σωστά τις πολλές και σπουδαίες επιτυχίες μας. Τα καλά νέα είναι πως η συναισθηματική νοημοσύνη (τα συγκοινωνούντα δοχεία που λέγαμε νωρίτερα) μπορεί αποδεδειγμένα να εκπαιδευτεί ακόμα και σε εγκεφάλους μεγάλης ηλικίας όπως είναι αυτός της Γηραιάς Ηπείρου. Φτάνει μόνο να υπάρχει θέληση.  

 

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « 32 πόντοι στα γρήγορα O (πρώην) τρελός της Πόλης »

Basketballguru.gr 2018 All righs reserved.      Designed and Developed by Web Rely