O Hττούδης
Είναι πολύ δύσκολο να κρίνεις έναν προπονητή ως αποτυχημένο , εάν δεν λέγεται Οκτάι Μαχμουτί ή κάτι τέτοιο. Ο Ηλίας πρόσφατα κατέγραψε κάποιους λόγους, η περίπτωση του Ηττούδη καταδεικνύει κάποιους άλλους, οι οποίοι σχετίζονται καθαρά και μόνο με την σταθερότητα ενός στόχου. Η ΤΣΣΚΑ κάθε χρόνο θέλει να βγαίνει πρωταθλήτρια Ευρώπης, κάτι που φυσικά πλην Γιουγκοπλάστικα (στην σύγχρονη ιστορία) δεν έχει καταφέρει κανείς. Για έναν ηττουδικό (sic) βέβαια , αυτά είναι ψιλά γράμματα, όπως και το γεγονός ότι κανένας άλλος προπονητής πλην Ζοτς δεν είχε καταφέρει να σηκώσει το τρόπαιο πάνω από μία φορά την τελευταία δεκαετία. Το έκανε ο Λάσο, λίγες μέρες πιο πριν, αφού πρώτα είχε κάνει την ταβέρνα franchise. To εγχείρημα σίγουρα δεν είναι παιχνιδάκι. Ο Μπλατ έχει μία ευρωλίγκα, ο Ίβκοβιτς δύο, με την απόσταση που τις χωρίζει να είναι 15 χρόνια και τις αποτυχίες του 1998 και του 2011 να υπενθυμίζουν πως ο καθένας μπορεί να τα κάνει σαλάτα, ακόμη και με τρομερά ταλαντούχα ρόστερ. Δεν μπορεί, για την γέννηση Ηττούδη πρέπει να ευθύνονται κι άλλα πράγματα πέραν του κρίνου.
Ο Σπανούλαρος! αναφωνούν εν χορώ οι οπαδοί του Ολυμπιακού και δεν έχουν άδικο. Σε δύο χρονιές που η ΤΣΣΚΑ ήταν το φαβορί, ο Ολυμπιακός του Γιάννη Σφαιρόπουλου την απέκλεισε στον ημιτελικό, με τον αρχηγό του να είναι κάθε μία από αυτές καθοριστικός. Σκέφτομαι βέβαια το άλλο σενάριο. Να είχαν κερδίσει οι Ρώσοι, ο Σπανούλαρος να είχε γίνει κομπλεξικός, ο κόουτς Μπούλετ νίντζα και ο Δημήτρης να είχε παραμείνει Ιτούδης. Δεν ακούγεται τόσο ελκυστικό, αλλά πιθανώς να είχε συμβεί.
Γιατί άραγε δεν συνέβη; Μα γιατί - όσο κι αν τα περί μπάτζετ σίγουρα ευσταθούν σε έναν καλό βαθμό - η ΤΣΣΚΑ έχασε τότε από μια ομαδάρα. Ο V Span ήταν ο καλύτερος παίκτης της Ευρώπης και ο Πρίντεζης ο κορυφαίος στην θέση του. Στον Ολυμπιακό έπαιζαν μαζί οι Ντάνστον και Χάντερ for fuck's sake. Tα παραμύθια της χαλιμάς περί υπερβάσεων και αουτσάιντερ ήταν ο,τι πρέπει για εσωτερική κατανάλωση, όμως η "στεγνή" αλήθεια ήταν πως από την ομάδα του Σπανούλη μπορούσε άνετα να χάσει οποιοσδήποτε, κάτι που αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι κατά καιρούς έχασαν όλοι. Και όχι μια και δύο φορές.
Υποθέτω πως το σούσουρο έχει τις ρίζες του σε άλλες παραμέτρους. Η πρωτη έχει να κάνει με τους υπέρογκους προϋπολογισμούς της ΤΣΣΚΑ και η δεύτερη με τον χαρακτήρα του Ελληνα κόουτς. Η αλήθεια είναι πως οι Ρώσοι έχουν κάθε χρόνο - αν όχι το μεγαλύτερο - ένα εκ των τριών μεγαλύτερων μπάτζετ, κάτι που όσο να ναι αυξάνει τις απαιτήσεις1. Από την άλλη, και για να μην παρασυρθούμε στο κλασικό "τα λεφτά δεν κάνουν τα συνολα" , έχει σημασία να εξετάσουμε πόσες άλλες ζαμπλουτες ομάδες εχουν τις ανάλογες. Τρεις τέσσερις να είναι αρκούν, υπό την έννοια ότι το τρόπαιο το κατακτά ένας. Ρεάλ, Φενέρ , ακόμη και Μπαρτσελόνα (4η σε προυπολογισμό το '17) ή Εφές, δικαιούνται σίγουρα να υποστηρίζουν πως αν η Ευρωλίγκα ήταν πρωτάθλημα χρημάτων , εκείνες θα είχαν ρεζερβέ μια θέση στην πρώτη τετράδα. Λεπτομέρεια; Οι υποψήφιες για το φάιναλ φορ των χρημάτων μόλις έγιναν πέντε και μπορεί η ΤΣΣΚΑ να σέρνει τον χορό, όμως το σύστημα διεξαγωγής δεν δικαιολογεί τίποτε παραπάνω από την σταθερή παρουσία στην τελική φάση. Εκεί, είπαμε, συχνά εμφανίζεται ο Σπανούλης.
Ισως πιο καθοριστικό στις κρίσεις για τον Ηττούδη, είναι ότι αυτή είναι μια πραγματικότητα , την οποία ο ίδιος έχει δείξει επανηλειμμένα να αρνείται. Η σουρεαλιστική "απαίτηση" για σύστημα διεξαγωγής με πλέι οφ, όπως και οι κατά καιρούς απίθανες δηλώσεις περί διαιτησίας, είναι κάπου λογικό να έχουν δημιουργήσει μια νέα γενιά ηττουδικων , που δεν πρόσκειται απαραίτητα στον κλασικό πυρήνα (βλ. φίλαθλοι του Ολυμπιακού). Στο πρωτάθλημα των σκιωδών οικονομικών, της απεριόριστης σπατάλης και της άγνωστης τηλεθέασης, το να ζητά ένας προπονητής σειρές αγώνων, είναι σαν να επιθυμεί την επικράτηση με κάθε δυνατό κόστος. Ταυτόχρονα, σηματοδοτεί και μια παραδοχή αδυναμίας: Εγώ έτσι δεν μπορώ να κερδίσω, συνεπώς παρακαλώ κάντε μου τα χατήρια γιατί είμαι πιο πλούσιος. Δεν λέει κάτι τέτοιο, αλλά σαν κάτι τέτοιο ακούγεται. Ή αν θέλετε ακούγεται σαν Ηττούδης τέλος πάντων, με τα αμιγώς μπασκετικά προτερήματα να περνούν μοιραία σε δεύτερο πλάνο. Αν έρχονταν σε πρώτο, ο κόουτς των Ρώσων θα λεγόταν ακόμη Ιτούδης. Ιδού το γιατί, με στατιστική βοήθεια από τον Αντρέα Χριστοφόρου του badbasket και τον ιστότοπο overbasket.com.
Ο Ιτούδης
Bλέπω την σύνθεση της ΤΣΣΚΑ υπό τον Ετόρε Μεσίνα στο φάιναλ φορ του 2014 και με πιάνει κόμπος στο στομάχι. Οι Ρώσοι εκεί θα έφταναν έτσι κι αλλιώς με τόσους παιχταράδες και αυτόν τον σπουδαίο προπονητή. Είχαν τότε την καλύτερη άμυνα σε απλά στατιστικά (περίπου 70 πόντους) , την έκτη καλύτερη επίθεση (περίπου 77) και επίσης γαμώ τα ποσοστά στην σταθμισμένη ευστοχία (eFG%) , 56,2%. Όμως έπαιζαν αληθινά απαίσια. Χαμηλοί ρυθμοί (pace κατω από 70 και τον μέσο ορο της Ευρωλίγκα), κάτω από 20 τρίποντα ανά παιχνίδι, ποσοστό από το τόξο μικρότερο του 40%. Ο Μεσίνα έδινε καμιά 20αρια λεπτά στον Χριάπα, πέρναγε συχνά τον Βοροντσέβιτς στο 3 και μοίραζε πολύ χρόνο στις θέσεις 4-5 ανάμεσα στους Κρίστιτς, Κάουν και ... Χάινς, με τον τελευταίο να παίζει συχνά ως πάουερ φόργουρντ. Οι τρεις σέντερ των Ρώσων μετρούσαν εκείνη την σεζόν περίπου ... 56 λεπτά στο παρκέ. Αυτό κανονικά δεν γίνεται, εκτός αν παίζεις dinoball (δικός μου όρος για το μπάσκετ δεινοσαύρων). Οι αποστάσεις στην επίθεση ήταν ανύπαρκτες και η επίθεση στα δύσκολα κολλούσε. Η συνταγή θα οδηγούσε μαθηματικά στα φάιναλ φορ και επίσης μαθηματικά στην απώλεια του τίτλου, τις δύο τελευταίες σεζόν (13 κ 14) στον ημιτελικό, με 52 και 67 πόντους ενεργητικό αντίστοιχα. Ασχετα αν την πρώτη ο Χάινς έπαιζε στον Θρύλο, η ΤΣΣΚΑ παρουσίασε το ίδιο περίπου θέαμα, δηλαδή ένα αίσχος.
Ο Ιτούδης , ερχόμενος στην Μόσχα, δεν αντιμετώπιζε απλώς την πρόκληση να φτάσει στην κορυφή, αλλά να πιάσει το νήμα του προκατόχου του και να το κόψει τελείως. Την πρώτη χρονιά ήταν λογικό να μην επιτύχει στο πρώτο σκέλος, παρόλα αυτά πέτυχε σχεδόν αμέσως στο δεύτερο. Οι προσπάθειες για τρίποντα αυξήθηκαν στις 23, τα ποσοστά πέρασαν επιτέλους το 40% , οι Βοροντσέβιτς και Νίκολς έδωσαν πλάτος στο γήπεδο και καθιέρωσαν την σύνθεση με stretch four. Το λάθος ήταν πως στην μέση της χρονιάς ήρθε ο Κιριλένκο και το πέρασμα στον μοντερνισμό πήγε εκ νέου πίσω. Όταν ο Ιτούδης απαλλάχθηκε από την παρουσία του, έφτιαξε επιτέλους μία ομάδα που όσο κέρδιζε, άλλο τόσο ήταν τροφή για το μάτι. Οποιοσδήποτε θαυμαστής του όμορφου μπάσκετ δεν μπορεί εύκολα να το αρνηθεί.
Σαφώς είχε την τύχη να διαθέτει ένα απαράμιλλα δημιουργικό δίδυμο, τον Μίλος και τον Ντε Κολό. Ομως έστησε τα πάντα γύρω τους τέλεια. Ανοιξε τους χώρους, άφησε την έμπνευση ελεύθερη στα πρώτα δευτερόλεπτα των επιθέσεων, απαίτησε κίνηση και ακροβόλισε σουτέρ παντού, εκτοξεύοντας τα ποσοστά των πλάγιων σε δυσθεώρητα ύψη , με συνολικά έξι παίκτες να βρίσκονται πάνω από το 40% την αγωνιστική περίοδο 15-16. Κι όλα αυτά μέσα από μια ποικιλία συστημάτων, που δεν λησμονούσε την απλότητα, ούτε περιφρονούσε την ομαδικότητα υπέρ των δυο σταρ. Το μόνο που μπήκε κάπως σε δεύτερο πλάνο ήταν η άμυνα, όμως η ΤΣΣΚΑ δεν την χρειαζόταν και τόσο. Κάποιες καινοτομίες (ανάδειξη του Κουρμπάνοφ σε εξολοθρευτή κοντών , ματς απ ζώνες) ήταν αρκετές , προκειμένου οΙ Μιλος και Ντε Κολο να κρυφτουν και ο Ελληνας τεχνικός να βγάλει στο παρκέ ένα σπάνιο όραμα: 'Ενα σύνολο ομπραντοβιτσικής (sic) λογικής, μπολιασμένο όμως με τις σύγχρονες ιδέες της ταχύτητας και του μακρινού σουτ. Πιθανώς να του έλειπε κάπου η ανασταλτική ευελιξία (δεν μπορούσαν όλοι να αλλάξουν στα σκριν κλπ), αλλά δεν μπορεί να τα έχει κανείς όλα. Διαχρονικά, για τρεις συνεχόμενες σεζόν πέραν της αρχικής, η ΤΣΣΚΑ βρέθηκε στην πρώτη θέση σε eFG% και μέσα στις τρεις πρωτες σε ρυθμό και ποσοστό τριπόντων. Κάθε χρόνο, μέχρι και φέτος.
Ξεχάστε για λίγο τα αποτελέσματα πλιζ (πλιζ όμως) και ίσως συμφωνήσετε ότι το επίτευγμα του Έλληνα τεχνικού δεν ήταν γενικά μικρό. Άλλαξε πλήρως την αγωνιστική φυσιογνωμία ενός οργανισμού, τον διατήρησε στην κορυφογραμμή, του έδωσε τον πρώτο τιτλο μετά από κάμποσα χρόνια και - κυρίως - έπαιξε σε γενικές γραμμές μπασκετάρα. Επιπλέον, ανέδειξε πρωταγωνιστές (Χίγκινς, Κουρμπάνοφ) σε διαφορετικούς ρόλους από τους συνηθισμένους και βελτίωσε την εκτελεστική ικανότητα διάφορων παικτών. Ατύχησε βέβαια, γιατί ο Σπανούλης έκανε ένα σούπερ τέταρτο δεκάλεπτο περίπου πριν έναν χρόνο και γιατί η Φενέρ πήρε την Ευρωλίγκα με δυο "τέρατα", κάτι που μάλλον τον έβαλε σε σκέψεις. Την φετινή χρονια, ο πολύ καλός κόουτς στελέχωσε την θέση 5 αποκλειστικά με αθλητικότητα, πήγε πίσω τον Βοροντσέβιτς ελέω Κλάιμπερν και γενικά προσπάθησε να βάλει έξτρα σκληράδα, κάτι που ίσως τελικά κόστισε. Η Ρεάλ επικράτησε με άλλο τρόπο, που θύμιζε περισσότερο την ΤΣΣΚΑ του '16 παρά τα νέα κόλπα του Ζοτς. Μικρό το κακό, καθότι οι βάσεις είναι τρομερά ισχυρές για επανάληψη μιας κατάκτησης στο μέλλον.
Ουτε αυτό θα είναι εύκολο. Την Ευρωλίγκα βλέπετε την κατακτά τελικά μόνο ένας και όλοι οι υπόλοιποι είναι αποτυχημένοι. Εκτός αν γουστάρει κανείς το όμορφο μπάσκετ και επίσης ο Ηττούδης δεν μας πρήζει με αυτά τα γραφικά περί πλέι οφ και διαιτησίας.
Σημείωση
1. Βρήκα δεδομένα για προϋπολογισμούς για την περίοδο 2016-17. Θα τα βρειτε και εσείς εδώ.