Τα σημαντικά ερωτήματα είναι δύο λοιπόν. Ποια θα είναι η προσέγγιση του προπονητικού επιτελείου ως προς τον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας εφόσον βρεθεί στο ρόστερ ο Αντετοκούνμπο και πώς θα μπορέσει να πάρει το μέγιστο από αυτόν, παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις υπάρχουν μεταξύ NBA και των διοργανώσεων της FIBA.
Ο Δημήτρης Ιτούδης με την πρώην ομάδα του είχε επί της ουσίας παρουσιάσει τρεις διαφορετικές εκδόσεις. Στην πρώτη, η δύναμη πυρός της ΤΣΣΚΑ ήταν στην περιφέρεια, όπου οι NτεΚολό, Τεόντοσιτς, Σέρχι Ροντρίγκεζ, Χίγκινς δέσποζαν και η εξαιρετική κυκλοφορία της μπάλας και το ιδανικό spacing ήταν το κύριο χαρακτηριστικό του παιχνιδιού. Σε αυτή την περίοδο η ΤΣΣΚΑ πήρε δύο τίτλους, το 2016 και το 2019. Στη δεύτερη, κυρίαρχη ήταν η μορφή του Μάικ Τζέιμς, με αρκετό παιχνίδι απομόνωσης κατά τη διετία 2019-2021. Ενώ στην τρίτη, η οποία δεν είχε χρόνο πρακτικά, οι φόργουορντ της ομάδας είχαν αρκετό δημιουργικό ρόλο και η frontline ήταν η δυνατή γραμμή των Ρώσων. Επομένως, τίθεται το ερώτημα που ανέφερα προηγουμένως: Αν δηλαδή θα υπάρξει κάποια κοινή προσέγγιση, όσο είναι αυτό βέβαια εύκολο και δυνατό σε μία εθνική ομάδα που δεν έχει και τη δυνατότητα να αγοράζει παίχτες που θα ταιριάξουν στα πλάνα του προπονητή.
Το ρόστερ όπως φαίνεται ως τώρα
Τα δεδομένα για το ρόστερ που -πιθανολογώ- θα έχει η Εθνική ομάδα είναι λίγο πολύ γνωστά, εάν δεν υπάρξει κάποιο σημαντικό πρόβλημα τραυματισμού. Οι παίχτες που θα σχολιάσω θα είναι αυτοί που μοιάζουν σίγουροι για την ερχόμενη διοργάνωση, σύμφωνα και με όσους κάλεσε ο Δημήτρης Ιτούδης για το παράθυρο των προκριματικών για το Μουντομπάσκετ του 2023.
Η περιφερειακή γραμμή θα έχει σημείο αναφοράς δύο εκ των κορυφαίων playmaker στα ευρωπαϊκά γήπεδα, οι οποίοι έχουν αποδείξει πολλάκις στο κοινό παρελθόν τους στην εθνική πως μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά μαζί. Ο λόγος φυσικά για τους Νικ Καλάθη και Κώστα Σλούκα. Είναι ευτύχημα για οποιονδήποτε προπονητή να έχει στο ρόστερ του δύο τέτοιους, ικανότατους και έμπειρους περιφερειακούς. Όπως έχει δείξει άλλωστε ο προπονητής στην ΤΣΣΚΑ, όταν είχε τόσο καλούς γκαρντ, παρουσίαζε και πολύ όμορφο μπάσκετ. Οι Καλάθης, Σλούκας μπορούν και αλληλοσυμπληρώνονται, τόσο σε άμυνα, όσο και σε δημιουργία και σκορ. Θα δούμε αρκετό pick ‘n roll παιχνίδι με τους δύο ή όπως με την πρώην ομάδα του ο Ιτούδης θα επιλέξει λιγότερα τέτοια plays τελικά;
Το νέο πρόσωπο και κατά την άποψή μου ο παίχτης-κλειδί, που μπορεί να βοηθήσει τα μάλα στην εύρυθμη επιθετική λειτουργία, αλλά και στο χρόνιο πρόβλημα του σουτ των τελευταίων ετών, είναι ο Τάιλερ Ντόρσεϊ. Ο Ελληνοαμερικανός γκαρντ τη σεζόν που πέρασε έδειξε πως μπορεί να σταθεί στο υψηλό επίπεδο και να αποτελεί μία μόνιμη απειλή από την περιφέρεια, παρότι υπάρχουν στιγμές που η «τρέλα» του ίσως τον παρασέρνει σε ορισμένες τραβηγμένες επιλογές. Αλλά αυτή είναι η φύση τέτοιων παιχτών. Επίσης, η χημεία που υπάρχει μεταξύ μονάδων όπως επί παραδείγματι η τριάδα των Σλούκα, Ντόρσεϊ, Παπανικολάου, μπορεί να είναι ευεργετική για μία εθνική που δεν έχει τους κώδικες επικοινωνίας και τον χρόνο των συλλόγων για δουλειά.
Στις θέσεις των φόργουορντ τώρα, οι λύσεις είναι αρκετές. Το δίδυμο των Ιωάννη Παπαπέτρου, Κώστα Παπανικολάου στο «3» που θα έχει μέγεθος, ικανότητα να μπορεί να αμυνθεί σε τρεις-τέσσερις θέσεις, με τον δεύτερο να είναι παίχτης ημέρας όσον αφορά το τρίποντο και τον πρώτο να έχει δείξει πως μπορεί να δημιουργήσει και να σουτάρει συμπαθητικά από μέση απόσταση. Στις δύο ενδιάμεσες θέσεις θα βρίσκονται και οι δύο εκ των τριών αδερφών Αντετοκούνμπο, με τον Θανάση να έχει περισσότερο ειδικό ρόλο - στο δικό μου μυαλό τουλάχιστον- και να βοηθάει την ομάδα με την ενέργειά και την άμυνά του (ειδικά αν επιλέγει ο προπονητής αλλαγές) ή ως αμυντικός που θα έρχεται ως βοήθεια από την αδύνατη πλευρά. Το ζήτημα πάντως είναι πως ουδείς εξ αυτών δεν έχει ούτε σταθερό τρίποντο, ούτε μπορεί να «έλξει» τις άμυνες με την απειλή αυτού. Πιθανολογώ πως ένας εκ των αδερφών Καλαϊτζάκη θα πάρει μία έξτρα θέση στο ρόστερ, ειδικά ο Παναγιώτης, ο οποίος με τη φανέλα της Λιθουανικής Λιετκαμπίλις έχει εξελιχθεί σε έναν ικανότατο πλάγιο παίχτη, καλό σκόρερ με μέγεθος και μάκρος. Από κει και πέρα, η απουσία του Ντίνου Μήτογλου, λόγω της υπόθεσης ντόπινγκ, αφήνει ένα κενό στον αναπληρωματικό του Γιάννη Αντετοκούνμπο, που πιθανολογώ θα καλυφτεί από τον Δημήτρη Αγραβάνη, ο οποίος ήταν και ο πιο «παιγμένος» εκ των υπόλοιπων διαθέσιμων επιλογών, ενώ υπό προϋποθέσεις και σε συγκεκριμένα σχήματα για μικρό χρονικό διάστημα ίσως μπορεί να ανέβει και στο «5».
Όσον αφορά τους σέντερ της ομάδας, τα κουκιά είναι μετρημένα. Ο Γιώργος Παπαγιάννης θα είναι ο βασικός ψηλός και ίσως ο μοναδικός υψηλού επιπέδου. Στις διοργανώσεις της ΦΙΜΠΑ, πόσο δε μάλλον τα Ευρωμπάσκετ που απουσιάζουν οι Αμερικάνοι, κυριαρχούν οι «δεινόσαυροι» και ο Έλληνας σέντερ θα είναι κομβικός, γιατί θα βρεθεί αντιμέτωπος με ουκ ολίγους δυνατούς και βαρείς παίχτες. Ίσως αυτό να είναι ένα μικρό εμπόδιο για τον ίδιο, γιατί παρότι έχει βελτιωθεί πολύ στην άμυνα, με τους δυνατούς σέντερ ίσως αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα στο χαμηλό ποστ, αν λάβουμε υπόψη και την εικόνα στους τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος απέναντι στον Φαλ του Ολυμπιακού. Το σουτάκι του πάντως από μέση απόσταση θα δημιουργήσει έξτρα χώρους για τον Αντετοκούνμπο και ίσως είναι κάτι που θα χρειαστεί. Από κει και πέρα ο τρίτος Αντετοκούνμπο, ο Κώστας, ίσως βρεθεί στο ρόστερ ως έξτρα επιλογή στη θέση, με τελείως διαφορετικά χαρακτηριστικά, με περισσότερη έμφαση στον έλεγχο του «εναέριου χώρου» κοντά στη ρακέτα, καθώς ακόμα είναι ατελής ως μπασκετμπολίστας, τόσο τεχνικά όσο και τακτικά.
... και ο Γιάννης
Άφησα για το τέλος τον σούπερ σταρ της εθνικής, τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, τον άνθρωπο στον οποίο για άλλη μια διοργάνωση θα στηριχθεί η ομάδα και οι όποιες ελπίδες για μία διάκριση που τόσο έχει λείψει από την ελληνική καλαθοσφαίριση εδώ και πολλά χρόνια. Ο φόργουορντ των Μπακς θα είναι ο βασικός επιθετικός πυλώνας, η κινητήρια δύναμη και ο καλύτερος αμυντικός.
Για την αξία του Γιάννη και τον τρόπο παιχνιδιού του δεν χρειάζεται να γράψω. Το ζήτημα είναι να μπορέσει να πλαισιωθεί από παίχτες που θα τον βοηθήσουν να μεγιστοποιήσει την απόδοσή του, χωρίς να χρειάζεται να τα κάνει όλα ή να προσπαθεί να διαλύσει τοίχους. Για αυτό είναι αρκετά ενθαρρυντική η παρουσία του Δημήτρη Ιτούδη στον πάγκο, όπως και η στελέχωση με περιφερειακούς όπως οι Σλούκας, Ντόρσεϊ, οι οποίοι ακόμα και αν δεν είναι εύστοχοι αναγκάζουν την άμυνα να προσαρμοστεί πάνω τους. Είναι κάτι που έλειπε τα προηγούμενα χρόνια, καθώς μόνο ο πρώτος ήταν μόνιμα μέλος της ομάδας.
Φυσικά, και πάλι οι χώροι του γηπέδου είναι -έστω και λίγο- μικρότεροι, ενώ η απουσία του κανόνα των αμυντικών τριών δευτερολέπτων φέρνει επιπλέον δυσκολίες. Επομένως, θα πρέπει να βρεθεί τρόπος να αξιοποιηθεί ο Γιάννης διαφορετικά. Το ενθαρρυντικό στην περίπτωσή του είναι πως έχει ανεβάσει τα ποσοστά του στα σουτ μέσης απόστασης. Ένας ακόμη τρόπος θα μπορούσε να είναι ενδεχομένως ο σκρινερ σε αρκετά pick ‘n roll, κάτι που στο ΝΒΑ του έδινε 1,34 πόντους ανά κατοχή και τον τοποθετούσε στο 85ο εκατοστημόριο, με δύο σουτέρ να είναι ακροβολισμένοι στα πλάγια έτοιμοι να εκμεταλλευτούν ενδεχόμενες πάσες.
Το spacing των ομάδων του Ιτούδη πάντως ήταν πάντα εξαιρετικό, χωρίς να χρειάζονταν τα περίπλοκα plays. Πάντα προτιμούσαν τους υψηλούς ρυθμούς, τις πολλές κατοχές, το transition παιχνίδι με πρωτεύοντες ή δευτερεύοντες αιφνιδιασμούς. Επίσης, κάτι που έκανε αρκετά στη ρωσική ομάδα ο Έλληνας προπονητής και ίσως το δούμε με τον Αντετοκούνμπο, ήταν η απόφαση να δίνει τη μπάλα στους φόργουορντ και δη στον Κλάιμπερν, για να τρέχει αυτός διάφορες καταστάσεις.
Μένει τέλος να δούμε πώς θα λειτουργήσει η ομάδα, αν επιλεγούν δύο καθαρά παίχτες ζωγραφιστού ταυτόχρονα στην πεντάδα, όπως ο Γιάννης με τον Παπαγιάννη, καθώς stretch ψηλός δεν υπάρχει. Στη θέση του σέντερ πάντως, ίσως δούμε τον Αντετοκούνμπο μόνο σε ειδικές καταστάσεις. Στο κομμάτι της άμυνας, η παρουσία του Γιάννη από μόνη της φτάνει για να παρουσιαστούν πεντάδες με μεγάλο μέγεθος, οι οποίες θα κλείνουν τους διαδρόμους προς το καλάθι και θα μικραίνουν τους χώρους του γηπέδου.
Δε γνωρίζω αν το προπονητικό επιτελείο θα εμπλουτιστεί με άλλους μεγάλους Έλληνες προπονητές, όπως ο Γιώργος Μπαρτζώκας ή ο Γιάννης Σφαιρόπουλος, όπως ενδεχομένως θα ήθελε ο Δημήτρης Ιτούδης, το σημαντικό όμως είναι πως για πρώτη φορά ύστερα από αρκετά χρόνια, ο πάγκος δεν θα είναι διακοσμητικός (όπως έλεγε ο πρώην πρόεδρος της ομοσπονδίας), αλλά σε αυτόν θα βρίσκεται η καλύτερη δυνατή περίπτωση. Σε συνδυασμό δε με το ρόστερ και την ενδεχόμενη παρουσία του Αντετοκούνμπο, η προσμονή για την παρακολούθηση των αγώνων της Εθνικής είναι το λιγότερο μεγάλη, πολύ μεγάλη.