Μικρότερος είχα πέσει στην παγίδα της μη συμπάθειας / απέχθειας απέναντι στους Ισπανούς αθλητές. Η αφήγηση που τους ήθελε μπλαζέ και υπερόπτες είχε πιάσει τόπο. Απεχθανόμουν τον Πάου Γκασόλ, έβρισκα κωμικά τα τέσσερα ‘’λ’’ στο επώνυμο του Γιουλ και στράβωνα με τα μούτρα του Ρούντι. Δεν ήθελα να δω τη μαγεία των Ινιέστα και Τσάβι, ο Φερνάντο Αλόνσο...δε με ενδιέφερε και τόσο, αλλά είμαι σίγουρος πως αν έβλεπα φανατικά F1 θα έβρισκα κάποιο κίνητρο να αντιπαθήσω και εκείνον.
Στην κορυφή της πυραμίδας, στο θρόνο του (ναι, στο θρόνο του πάνω στην πυραμίδα) βρισκόταν ο Ράφα Ναδάλ, ο οποίος τολμούσε να κοντράρει στα ίσια τον Ρότζερ Φέντερερ (μου). Γρήγορος, φουλ αθλητικός, μαχητικός μέχρι αηδίας, αριστερόχειρας, με ιδανικές επιστροφές στα μάστερ χτυπήματα του Φέντερερ, όλα τα ‘’απέναντι’’ στην τέχνη του Ρότζερ. Και εντάξει, να πάρει τους τίτλους του στο χώμα, να κάνει την καριέρα του, αλλά ποιος είναι αυτός ο τυπάκος από την Ισπανία με το περίσσιο θράσος να κερδίσει τον Ελβετό μέσα στο σπίτι του, στο Γουίμπλεντον, στον μεγαλύτερο -ενδεχομένως- τελικό στην ιστορία του αθλήματος; Mε άσπρο αμάνικο και σορτσάκι που αγγίζει τα όρια της βερμούδας;
Ευτυχώς για τη ψυχοσύνθεσή μου ως νορμάλ άνθρωπος, που αγαπά ένα κάρο αθλήματα, η αρχική αντιπάθεια στους παραπάνω μετατράπηκε τουλάχιστον σε παραδοχή μεγαλείου. Σιγά σιγά η παραδοχή μετατράπηκε σε λατρεία. Για όλους, από τους τεράστιους Πάου και Ινιέστα, μέχρι τα ξινισμένα μούτρα του Ρούντι, που είναι πλέον στα μάτια μου ο κορυφαίος wing-forward της τελευταίας δεκαετίας σε αυτά τα περίεργα κατατόπια της Ευρωλίγκα. Σιγά σιγά, αυτός ο συνδυασμός παιδείας στον αθλητισμό (όχι τόσο ‘’δογματικά’’, αν κάτι φαίνεται να κάνουν σωστά οι Ισπανοί, είναι να παίρνουν επιλογές και πρωτοβουλίες και να λειτουργούν στο σύνολο) με το ταπεραμέντο, το ταλέντο αλλά και την απαραίτητη αυτοπεποίθηση εκείνου που ξέρει πως είναι στην καλύτερη κατάσταση, μου ταίριαξε.
Ο Ράφα ωστόσο, ήταν κάποιος που ακόμη αντιμετώπιζα με μισό μάτι, γιατί έτσι, γιατί συνέχιζε να κερδίζει ο διαολεμένος στην τετραετία 2012-2016 που ο Ρότζερ είχε μία καμπή, σε μία εποχή βέβαια που κυριάρχησε ο Νόβακ Τζόκοβιτς. Ασφαλώς μύθος του αθλήματος ο Ναδάλ, είχε προσθέσει στο παιχνίδι του και χτυπήματα που προσέγγιζαν την τέχνη, αλλά ο έρωτας είναι έρωτας και δε γινόταν να τον χαλάει ο μαυρισμένος μπρατσαράς από τη Μαγιόρκα ή το ρομπότ από τη Σερβία.
Όλα αυτά μέχρι τους Ολυμπιακούς του 2016 στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Εκεί που δεν κρύβεται κάποια τεράστια επιτυχία - αν και κατέκτησε το χρυσό στο διπλό ανδρών μαζί με τον Μαρκ Λόπεθ. Το μεγαλείο ωστόσο ενός τεράστιου αθλητή, βλακωδώς ίσως, μου είναι πιο διακριτό όταν χάνει.
Ο Ναδάλ πήγε στη Βραζιλία χωρίς τις αστείρευτες αντοχές του παρελθόντος, με γόνατα σαραντάρη και λιγότερο μυικό όγκο, με τη χαίτη να έχει δώσει τη θέση της σε αρχή καράφλας και σποραδικές τρίχες να την καλύπτουν. Εκεί, ως συνήθως, πάλεψε κάθε μα κάθε πόντο μέχρι το φινάλε, μέχρι να χάσει στον ημιτελικό από τον (επίσης διαλυμένο από τραυματισμούς) Χουάν Μαρτίν ντελ Πότρο, σε έναν αγώνα-ωδή στην υπομονή και στο σκύλιασμα. Και στο καλό τέννις, για να μη νομίζετε ότι χτυπούσαν το μπαλάκι με το κεφάλι και τη ‘’ψυχή’’ τους. Εν τέλει έχασε και το χάλκινο μετάλλιο από τον Κέι Νισικόρι. Κέρδισε όμως έναν ακόμη φανατικό οπαδό. Γιατί; Γιατί σε εκείνο το σημείο παρατήρησα, ίσως για πρώτη φορά, τον Ναδάλ να τα βάζει (και) με την ίδια του τη φθορά και παρ’ όλα αυτά να επίμενει στο μοτίβο του, στη ρουτίνα του, στον τρόπο παιχνιδιού του. Δεν ήταν ο νικητής που ήρθε στο προσκήνιο εκείνη την ημέρα, αλλά η συνολικότερη μορφή του. Και αν το τέλος της αναμέτρησης σε βρει ηττημένο, όπως συνέβη εδώ, μπορείς να πεις ‘’ευχαριστώ πάρα πολύ, ήσουν καλύτερος, συγχαρητήρια, προχωράμε’’.
Μοιραία, ως άνθρωπος των ψυχαναγκασμών, άρχισα να βλέπω και μία ταύτιση στον μάστερ των τικ και της ρουτίνας. Εσώρουχο, μαλλί αριστερά, μύτη, μάτι, μαλλί δεξιά, όσο παράλληλα χτυπά το μπαλάκι με τη ρακέτα του. Κάπου έχει προσθέσει και τους ώμους στο σόου, τα έχω χάσει πια, αλλά ό,τι τον κρατάει συγκεντρωμένο είναι καλοδεχούμενο, καθότι ο συγκεντρωμένος Ράφα, ειδικά στο χώμα, είναι αρτίστας.
Φτάνουμε στο 2020 του κορονοϊού και ο Ναδάλ είναι σε έναν ακόμη τελικό του Ρολάν Γκαρός. Πριν από αυτόν έχει κατακτήσει 12 (κερδίζοντας και τους 12 τελικούς) σε 15 χρόνια. ‘’Ναι, αλλά είναι στο χώμα, εκεί είναι ο καλύτερος, χαίρω πολύ’’. Ναι, αλλά είναι μία δεκαπενταετία στην κορυφή, δεν το συναντάς κάθε μέρα. Για την ακρίβεια, δεν το συναντάς καθόλου. Μας αρέσει στα ομαδικά αθλήματα όπως στο μπάσκετ, να συζητάμε για αθλητές με σταθερότητα στην επιτυχία, που κυριαρχούν (να καλωσορίσουμε τον ΛεΜπρον Τζέιμς στη συζήτηση, συγχαρητήρια για το τέταρτο πρωτάθλημα, μακάρι άλλα τόσα). Εκεί όμως το άθλημα, όσο ‘’ηλιοκεντρικό’’ και να γίνεται καμιά φορά, απαιτεί το σύνολο να βρεθεί στις κατάλληλες συνθήκες και συγκυρίες ώστε να φτάσει σε έναν τίτλο. Ο ΛεΜπρον ακροβατεί στα όρια ορισμένες φορές, αλλά χρειάζεται έστω μερικούς ακόμη τύπους, που να πετάνε τη μπάλα με τα χέρια τους -και τον Άντονι Ντέιβις σε αυτή τη βερσιόν. Ασφαλώς και ο Ναδάλ έχει μαζί του μία ομάδα, ένα σύνολο προπονητών, γυμναστών, φυσιοθεραπευτών, διατροφολόγων και οικογένειας. Στο χώμα όμως μπαίνει μόνος του και οι καταστάσεις ‘’προσωπικής επιτυχίας’’ είναι ευκολότερες ως προς την ανάγνωσή τους. Είναι εκείνος, τα 34 του χρόνια και τα 19 Γκραντ Σλαμ, απέναντι στον Νόβακ Τζόκοβιτς, τον καλύτερο τενίστα τον τελευταίων ετών και -επί της ουσίας- άχαστο σε όλο το 2020, με τον τίτλο του φαβορί για πολλούς.
Πρώτο σετ 6-0, κουλούρι στον Τζόκοβιτς. Και κάπου στο δεύτερο σετ, που το σέρβικο ακούραστο ρομπότ έδειχνε ψήγματα μόνο του παιχνιδιού του, αυτό:
Ο Ναδάλ έκανε μία από τις πιο δυνατές βραδιές του στο Ρολάν Γκαρός και παρότι το τρίτο σετ πήγε στο όριο, κατέκτησε τον τίτλο με 3-0. Ο βασιλιάς στην πυραμίδα με τους αντιπαθητικούς Ισπανούς στο αφελές εφηβικό μυαλό μου, που από τα αμάνικα, τη χαίτη και το ‘’δεν παρατάω ούτε πόντο’’, πέρασε στην πανδαισία γαλάζιου με ροζ αξεσουάρ, λιγότερα μαλλιά από ποτέ και στο ‘’δεν παρατάω ούτε πόντο στα 34’’, έπιασε τα 20 Γκραντ Σλαμ του Φέντερερ και εκείνος, ως ο πιο τέλειος αθλητής στην ιστορία του αθλητισμού, έδωσε συγχαρητήρια στο φίλο και μεγαλύτερό του αντίπαλο. Πολύ πιθανόν τα επόμενα χρόνια ο Ναδάλ να τον ξεπεράσει, ίσως και ο Τζόκοβιτς κάνει το ίδιο. Κάποτε είχε σημασία, τώρα όχι και τόσο, αρκεί με κάποιο τρόπο να συνεχίσουν τις παραστάσεις για πολύ, πολύ καιρό. Με αγάπη και σεβασμό στον κορυφαίο Ισπανό αθλητή που έχω δει ποτέ. 13 and counting.