Το πρώτο πράγμα που έχει συμβεί είναι πως ο έμπειρος κόουτς έχει καταλάβει τι ακριβώς έχει στα χέρια του και τι μπορεί να του προσφέρει. Οταν ήταν πιτσιρικάς (που ακόμη είναι) , ο Λίνος έπαιζε από πλέι μέικερ μέχρι και point forward, αποτελώντας ένα είδος ονείρωξης για τους οραματιστές. Ενας παίκτης 2,03 (ή 2,07 όπως λέει η FIBA), εκρητικός μετά το πρώτο βήμα και με πολύ καλό άλμα, o οποίος θα μπορούσε να τρέξει επιθέσεις από διάφορες θέσεις, έχοντας ως επιπλέον όπλα την πολύ καλή αντίληψη του γηπέδου, τον μεγάλο διασκελισμό , και διάφορες επιθετικές κινήσεις , από drive μεχρι μακρινό σουτ. Παράλληλα, δυνατότητα να μαρκάρει διάφορες θέσεις, εφ'οσον δυνάμωνε στον κορμό, και ικανότητα να προσφέρει πολλά στις άμυνες βοήθειας. Διόλου τυχαία, τα highlight reels του έδειχναν κάπως έτσι.
Αυτός ο παίκτης δεν υπάρχει πια ή αν θέλετε δεν εξελίχθηκε ποτέ στο όραμα που καταθέτει το βίντεο. Ο Μαρκόπουλος το γνωρίζει, αλλά ξέρει επίσης πως μπορεί να του φανεί τρομερά χρήσιμος, όπως και το ότι η ηλικία των 24 χρόνων δεν είναι καθόλου απαγορευτική για κάποιον τόσο ταλαντούχο να ανακάμψει. Ο Χρυσικόπουλος έχει χάσει σε εκρηκτικότητα και άλμα, αλλά παραμένει γρήγορος και τρομερά οξυδερκής στο διάβασμα του παιχνιδιού, έχοντας παράλληλα διατηρήσει την πολύ καλή τεχνική του. Δύσκολα θα σουτάρει πάνω από χέρια και πάνω σε τρίπλα, όμως ελεύθερο δεν μπορεί να τον αγνοήσει κανείς. Με βάση και το ύψος του, τι λέτε, δεν έχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από ένα σύγχρονο τεσσάρι, το οποίο θα συμμετέχει και στην συνέχεια της ροής της επίθεσης; Τα έχει και τα παραέχει, ενώ έχει σίγουρα γίνει και πιο "χτιστός", προκειμένου να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις νέων ρόλων, χωρίς να είναι αυτονόητη η κατάργηση των παλαιών. Με απλά λόγια, αυτό στο οποίο μέχρι στιγμής επιτυγχάνει απόλυτα ο κόουτς του ΠΑΟΚ είναι το εξής: να χρησιμοποιεί τον παίκτη όπως όλα τα "νορμάλ" τεσσάρια αυτού του κόσμου , και να περιμένει από εκείνον να δώσει σε έναν κλασικό ρόλο μία έξτρα πινελιά βιρτουζιτέ. Δεν χρειάζεται να ζοριστεί ή να γίνεται συχνά σημείο αναφοράς, χρειάζεται απλώς να χρησιμοποιεί τα (ακόμη) περίσσια προσόντα του στην υπηρεσία της θέσης και της ομάδας.
Ο Χρυσικόπουλος λοιπόν, αγωνιζόμενος πλέον ως power forward, χρησιμοποείται πολύ συχνότερα στο low post ή προσπαθεί να κινείται προς τα εκεί με κοψίματα μετά το πικ εν ρολ ή κάποιο drive και να τελειώνει φάσεις. Eνα κλασικό παράδειγμα είναι αυτό που ακολουθεί.
Eίναι φυσικά απλούστατο, αλλά έχει σημασία. Ο Λίνος μπορεί να κινηθεί πολύ καλά στην πλάτη ενός αμυντικού και εκεί έχει πλεονέκτημα. Τρυπώνει σωστά στους χώρους γύρω από τη ρακέτα, και μέχρι στιγμής έχει αποδειχθεί πολύ ανθεκτικός στις επαφές. Συχνά μετά από ένα άστοχο σουτ στην περιοχή αυτή, πηδάει άμεσα για επιθετικό ριμπάουντ. Ανανεώνει με αυτό τον τρόπο 1,25 κατοχές στο ελληνικό πρωτάθλημα και 3 (τρεις) ολόκληρες μέχρι στιγμής σε κάθε ένα από τα παιχνίδια του Τσάμπιονς Λιγκ. Εχει δώσει οντότητα στο παιχνίδι στη ρακέτα, το οποίο με τον Τέιλορ υποφέρει, καθώς ο Αμερικάνος προτιμά να κινείται πολύ περισσότερο στην περιφέρεια και ισορροπεί τις προσπάθειες του μεταξύ διπόντων και τριπόντων. Με τον Χρυσικόπουλο αυτό δεν συμβαίνει, αντίθετα το παιχνίδι μεταφέρεται πολύ περισσότερο κοντά στο καλάθι, άσχετα αν η προσπάθεια ξεκινά πολλές φορές από έξω προς τα μέσα. Ο power forward του ΠΑΟΚ έχει σουτάρει μόλις πέντε τρίποντα όλα κι όλα στην Α1 και τρία όλα κι όλα στην Ευρώπη.
Πολύ χαρακτηριστικό είναι άλλωστε το παιχνίδι με την Βαρέζε στην Ιταλία, εκεί όπου ο δικέφαλος του Βορρά πέτυχε την σημαντικότερη νίκη του μέχρι στιγμής στη σεζόν. Οι Ιταλοί επέλεξαν για μεγάλα χρονικά διαστήματα να αμυνθούν σε μία κλασική ζώνη , η οποία άφηνε λίγα περιθώρια για συνεργασίες κοντά στο καλάθι. Ο Μαρκόπουλος τοποθέτησε στο κέντρο της τον Χρυσικόπουλο, δίνοντας του επίσης μπάλες στο low block, και εκείνος τα πήγε περίφημα σκοράροντας 14 πόντους με 5/7 σουτ και παίρνοντας πολλά διαθέσιμα ριμπάουντ. Η παρουσία του ήταν για μια ακόμη φορά καταλυτική, με μοναδικό ψεγάδι το πολύ κακό ποσοστό στις βολές, κάτι που γενικά φέτος τον ταλαιπωρεί περισσότερο.
Ο Χρυσικόπουλος δεν χρησιμοποιείται φυσικά μόνο χαμηλά στη ρακέτα. Οι ικανότητες του σε πάσα και drive έχουν κάνει τον Μαρκόπουλο να τον χρησιμοποιεί πολύ ως βασικό σκρίνερ στον γκαρντ σε πικ εν ρολ ή σε τυπικά συστήματα με σκριν επιλογής για τον χειριστή. Το σκεπτικό είναι να πάρει ο Λίνος την μπάλα στην κορυφή και ο ΠΑΟΚ να εκμεταλλευτεί μια 4 out - 1 in διάταξη , η οποία δίνει χώρο στον ίδιο για διείσδυση και στον εκάστοτε σέντερ για παιχνίδι με πλάτη. Αυτές είναι καταστάσεις στις οποίες ο παίκτης θυμάται τον παλιό εαυτό του ως έναν δημιουργικό γκαρντ-φόργουορντ, και δίνουν στην ομάδα το στοιχείο του απρόβλεπτου. Συνέβησαν πολύ συχνά στο παιχνίδι με τον Αρη, και για να μη μιλάμε στον αέρα, ιδού και ένα καλό παράδειγμα (δυστυχως όχι σε gif).
εικόνα 1
Ο Χρυσικόπουλος δίνει το σκριν και πετάγεται προς τα έξω και στην κορυφή, κάτι σαν pop out. O Γλυνιαδάκης κόβει και παίρνει θέση για post up.
Εικόνα 2
Υπάρχουν φαινομενικά δύο επιλογές, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερες. Η ρακέτα είναι άδεια και μια καλή πάσα θα φέρει τον Γλυνιαδάκη σε πλεονεκτική θέση. Εδώ όμως ο Χρυσικόπουλος επιλέγει το drive, περνάει πανεύκολα τον προσωπικό του αντίπαλο και τελειώνει τη φάση με λέι απ. Το έξτρα πλεονέκτημα είναι πως αν η άμυνα δώσει βοήθεια, τότε γύρω γύρω βρίσκονται κοντοί έτοιμοι να εκτελέσουν από την περιφέρεια. Ο Μαρκόπουλος έχει στα χέρια του ένα τεσσάρι που μπορεί με αυτό τον τρόπο να του δώσει πάρα πολλά στον τομέα του spacing, ειδικά αν κάπου γύρω του υπάρχει ο πολύ καλός Σάιμπερτ. Φόργουορντ τύπου Ντραγκίσεβιτς (δηλαδή πιο αργά από εκείνον) ο παίκτης του ΠΑΟΚ θα συναντήσει φέτος κάμποσα, και η παραπάνω είναι μία συνθήκη σαφώς ευνοϊκή. Ο κόουτς προτιμά αυτό τον τρόπο για να ανοίξει το γήπεδο, παρά να έχει τον Χρυσικόπουλο ακροβολισμένο κάπου σε μια γωνία ως shooting four. Αυτό σωστά δεν συμβαίνει, καθώς το στατικό σουτ δεν είναι το δυνατό του χαρτί (χωρίς να είναι άσχημο).
Για το τέλος, δυο λόγια για την άμυνα. Εκεί ο Χρυσικόπουλος δεν βγαίνει πολύ γερά στις αλλαγές και πολύ κοντά σε κοντύτερους παίκτες. Η ευελιξία στην αλλαγή κατεύθυνσης δεν είναι εύκολο να επανέλθει, και κάτι τέτοιο θα απαιτούσε πολλή ενέργεια. Παρόλα αυτά, είναι πολύ χρήσιμος ως αμυντικός χώρου, όταν η μπάλα παίζεται μακριά. Π.χ. στο ντέρμπι με τον Αρη κρατούσε πολύ συχνά απόσταση από τον προσωπικό του αντίπαλο, προσπαθώντας να βγει στις διαδρομές της πάσας και να κλέψει μπάλες. Επίσης, βοηθάει σε switches στην περιφέρεια, περισσότερο ως σκιάχτρο και λιγότερο ως ball stopper (μου τη σπάει αυτή η ορολογία βέβαια, αλλα οκ), με σκοπό πάλι να μην επιτρέψει εισαγωγή της μπάλας στο low post ή να κόψει το drive επάνω στην εκτέλεση. Κατά μία έννοια, έχει έναν ρόλο βοηθητικό σε πολλά σημεία του γηπέδου, σε βαθμό που να νομίζει κανείς ότι παίζει μόνος του ζώνη. Δεν συμβαίνει αυτό φυσικά, αλλά νομίζω καταλαβαίνετε. Και σε αυτή την περίπτωση ο Μαρκόπουλος δείχνει να γνωρίζει ακριβώς από ποια στοιχεία του παίκτη του μπορεί να επωφεληθεί περισσότερο.
Συμπερασματικά, έχουμε να κάνουμε με μία άκρως ελκυστική προοπτική για το ελληνικό μπάσκετ. Παρά την για χρόνια πτωτική πορεία, ο Χρυσικόπουλος δείχνει φέτος πως μπορεί να αγωνιστεί με αξιώσεις στο υψηλό επίπεδο, και ας μην διακρίνεται από την εκρηκτικότητα του παρελθόντος. Η αλλαγή θέσης δεν είναι ίσως πρωτόγνωρη, αλλά ο τρόπος χρήσης είναι σχεδόν ιδανικός. Τα περιθώρια για μεγαλύτερη βελτίωση είναι εδώ, όπως ήταν πάντα. Αν όλα πάνε κατ'ευχήν, θα χρωστάμε και κάτι στον Σούλη Μαρκόπουλο. Πολυ ωραία πράγματα και από τους δύο.