Η εθνική αποκλείστηκε από το Μουντομπάσκετ τόσο νωρίς, όσο ήταν αναμενόμενο. Το ρόστερ με το οποίο κατέβηκε στη διοργάνωση ήταν ένα ρόστερ ανάγκης, που πήρε την τελική του μορφή κυριολεκτικά την τελευταία μέρα (τραυματισμός Μήτογλου) και που σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί με τα ρόστερ των ομάδων που την απέκλεισαν - δηλαδή των ΗΠΑ και της Λιθουανίας. Ακόμη και αν θέλουμε να το παίξουμε δικηγόροι και να υποστηρίξουμε πως από πλευράς ονομάτων οι Λιθουανοί δεν υπερτερούσαν, το επιχείρημα σκοντάφτει στην ισορροπία. Οι Λιθουανοί είχαν δυο τρεις σουτέρ και μπορούσαν να ανοίξουν το γήπεδο βασει πλάνου, εμείς θα έπρεπε να ανοίγουμε το γήπεδο ανάλογα με την ημέρα που βρισκόταν ο κάθε αθλητής.
Η Εθνική Ελλάδος βρίσκεται στον αστερισμό του Δημήτρη Ιτούδη, με τον καταξιωμένο προπονητή να έχει αναλάβει τη δύσκολη αποστολή της επανόδου της «επίσημης αγαπημένης» στις επιτυχίες, αρχής γενομένης από το Ευρωμπάσκετ, που θα διεξαχθεί από 1 έως 18 Σεπτεμβρίου σε τέσσερις χώρες, τις Γεωργία, Γερμανία, Ιταλία και Τσεχία. Η συγκεκριμένη διοργάνωση ήταν να πραγματοποιηθεί τον περασμένο Σεπτέμβριο, αλλά η πανδημία κατέστησε αδύνατη την διεξαγωγή της. Αυτή η αλλαγή πλάνων ίσως έδωσε την ευκαιρία στην ομοσπονδία να πορευτεί με τον δις πρωταθλητή Ευρώπης στον πάγκο και ενδεχομένως με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο στο ρόστερ. Ο συνδυασμός ενός εγνωσμένης αξίας προπονητή και του κορυφαίου -ίσως- παίχτη του ΝΒΑ κάνει αρκετούς εξ ημών να πιστεύουμε πως ήρθε η ώρα για μία επιτυχία για την Εθνική, μετά από 13 χρόνια και το Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας.
Την Τρίτη το μεσημέρι, στην όμορφη "Νησιώτισσα" στους πρόποδες της Πεντέλης, συναντηθήκαμε με τον προπονητή της ΤΣΣΚΑ Μόσχας, Δημήτρη Ιτούδη.
Ο κύριος Ιτούδης συνομίλησε μαζί μας για περίπου μία ώρα, προσφέροντας βαθιές ματιές στον σχεδιασμό και την συνταγή της επιτυχίας της πρωταθλήτριας της Ευρωλίγκα, παραθέτοντας μεταξύ άλλων τις απόψεις του για θέματα όπως η διαχείριση των τραυματισμών και των αποδυτηρίων. Φυσικά, μίλησε για τους παίκτες και τους συνεργάτες του, όπως και για τις προπονητικές του επιρροές ανά τα χρόνια.
Η ΤΣΣΚΑ έπαιζε πέρυσι το καλύτερο μπάσκετ, αλλά αυτό δεν είναι κάτι πρωτότυπο, ο Ιτούδης έχει φτιάξει μια θαυμάσια ομάδα. Πρωτότυπο θα ήταν να κατακτούσε δεύτερο τίτλο σε τρία χρόνια. Η συνταγή λειτούργησε μέχρι το σημείο που η έξτρα αθλητικότητα δεν μπορούσε να ισοσκελίσει από μόνη της την υποχώρηση των ποσοστών στο μακρινό σουτ και την έλλειψη ενός περιφερειακού αμυντικού τοπ επιπέδου. Ομως και πάλι οι Ρώσοι στην πηγή έφτασαν, προσθέτοντας έτσι φέτος λίγο έξτρα αλατάκι στην συνταγή του spread pick n roll και της "άμυνας μέχρι εκεί που χρειάζεται". Ντάνιελ Χάκετ και Αλεκ Πέτερς αφίχθησαν στην Μόσχα, προκειμένου να δώσουν το κάτι παραπάνω, με τρόπους που θα δούμε στην παρουσίαση που ακολουθεί.
Το τέλος της Ευρωλίγκα βρήκε την ΤΣΣΚΑ στην τέταρτη θέση του Final Four και τον Δημήτρη Ιτούδη εν μέσω ρεπορτάζ περί απόλυσης ή φημών περί αποχώρησης. Επίσης, έβαλε ξανά στα γραπτά των επικριτών του (αν υποτεθεί οτι υπάρχει ιδιότητα "επικριτής Ιτούδη") την ομολογουμένως έξυπνη ορθογραφία "Ηττούδης". Συνήθως, ο Ιτούδης γινόταν Ηττούδης όταν έχανε από την Ολυμπιακάρα, όμως αυτή την φορά μια ήττα από την μετέπειτα πρωταθλήτρια Ευρώπης αρκούσε εξίσου. Κάποια προπονητικά τρικ του Λάσο δεν βρήκαν απάντηση , πράγμα που σίγουρα μέτρησε. Από την άλλη, ο χαρακτηρισμός ήταν από πριν εκεί και είχε εφευρεθεί για να μείνει. Πλέον, ο κόουτς της ΤΣΣΚΑ είναι ένας αποτυχημένος προπονητής, που δεν κατάφερε να την φέρει στην κορυφή για παραπάνω από ένα στα τέσσερα (1/4) χρόνια , παρά το τεράστιο μπάτζετ και τις απεριόριστες δυνατότητες στην επιλογή παικτών. Ή τέλος πάντων, έτσι είναι αν έτσι νομίζουμε. Για να τα δούμε όλα αυτά κάπως προσεκτικότερα.
Παρακολουθώντας τις κινήσεις του καλοκαιριού στην στελέχωση των ομάδων της Ευρωλίγκα, μπορεί κάποιος να βγάλει πρώιμα συμπεράσματα σχετικά με την αγωνιστική κατεύθυνση που θέλουν να δώσουν στα σύνολα τους οι προπονητές. Συχνά δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσουν ορισμένα στοιχεία άμεσα, όμως στην περίπτωση των πρώτων κινήσεων της ΤΣΣΚΑ διακρίνεται μια κάποια στροφή. Ο Δημήτρης Ιτούδης στον τέταρτο χρόνο του ίσως να επιχειρήσει κάτι διαφορετικό, όπως τουλάχιστον μαρτυρούν οι πρόσθηκες των Λίο Βέστερμαν και Ουίλ Κλάιμπερν.
Το βράδυ της περασμένης Τρίτης, μετά το 1-0 της ομάδας του επί της Μπασκόνια, ο Δημήτρης Ιτούδης έδειξε να ενοχλείται ιδιαίτερα από το γεγονός πως ο κόσμος της ΤΣΣΚΑ δεν πήγε μαζικά στο γήπεδο για να υποστηρίξει την προσπάθεια της. Σε μια αρένα όπου χωρά κάτι περισσότερο από 13 χιλιάδες κόσμο, βρέθηκαν μόλις 7.000 άνθρωποι και σίγουρα μια τόσο μικρή προσέλευση σε πρεμιέρα playoff δεν θα μπορούσε παρά να αποσπάσει κυρίως αρνητικούς σχολιασμούς, όπως είναι λογικό.
Κάτι μικρό για σήμερα, μην μείνουμε και χωρίς ροή.
Ακόμη και τελείως κομπλεξικός να είναι κανείς με τον Ιτούδη (όπως π.χ. ο γράφων), δεν μπορεί παρά να μην παραδεχθεί την υψηλή ποιότητα της προπονητικής του δουλειάς. Από την ΤΣΣΚΑ έλειψαν οι Τεόντοσιτς και Ντε Κολό, αλλά η νίκη στο Μιλάνο έμοιαζε με κάθε άλλη μέσα στη σεζόν. Μια κάποια δυσκολία μέχρι ένα σημείο, γκάζι στη συνέχεια, και παιχνίδι απόλυτα δομημένο πάνω στις αρχές τις τελευταίας διετίας. Διεσδύσεις, kick out πάσες, αποστάσεις μετρημένες με ακρίβεια εκατοστού και, ώς συνήθως, γεμάτες γωνίες.
Αν και σίγουρα στη θεώρηση χωράει κουβέντα, δεν θα ήταν παράλογο να υποστηρίξει κανείς πως ο Γιώργος Μπαρτζώκας με τον Δημήτρη Ιτούδη είναι οι δύο κορυφαίοι Έλληνες προπονητές. Εχουν κατακτήσει και οι δύο ευρωπαΐκο τίτλο. Εχουν επίσης παρουσιάσει έργο σε ομάδες χαμηλότερου βεληνεκούς κάνοντας υπερβάσεις. Ο πρώτος στο Μαρούσι και αργότερα στην Κουμπάν, και ο δεύτερος στην Μπάνβιτ , εκεί όπου διεκδίκησε πρωτάθλημα με ρόστερ χειρότερο από εκείνο του Σαρίτσα στην Καρσίγιακα. Επίσης και οι δύο, πέρα από τίτλους ή πορείες, έχουν παρουσιάσει ομάδες ευχάριστες στο μάτι. Η φετινή ΤΣΣΚΑ για παράδειγμα έπαιξε πραγματικά ωραία, και συνήθως τα παιχνίδια της κατέληγαν σε υψηλά σκορ, κάτι που όσο να ναι ικανοποιεί τον θεατή.
Την εποχή του Ομπράντοβιτς στον Παναθηναικό διάφοροι παίκτες ήρθαν ως κάτι και έφυγαν ή παρέμειναν ως κάτι άλλο. Ο Μάικ Μπατίστ ήρθε ως παίκτης που αγωνιζόταν στις θέσεις 3-4 και έκανε καριέρα ως ένας από τους καλύτερους σέντερ της Ευρώπης. Ο Χατζηβρέττας ήρθε ως πρώτος σκόρερ της Α1 και μετατράπηκε σε αμυντικό εξολοθρευτή. Ο Τσαρτσαρής υπέταξε τις τεράστιες και πολυποίκιλες προοπτικές του στον ρόλο του συμπληρωματικού, αλλά άκρως απαραίτητου power forward, ενώ ο Σάρας αγωνίστηκε κυρίως ως 6ος παίκτης, παρά ως πρωταγωνιστής.