H Last Man Standing, εν ολίγοις, είναι μία μπύρα βαρυφορτωμένη από σημεία. Και όσο ταξιδεύει σιγά σιγά από τη μία άκρη του κόσμου στις άλλες, τόσο θα βρίσκονται μερικοί περίεργοι θαμώνες, για να ρωτήσουν, να μάθουν και κατόπι να διηγηθούν την απίθανη, αληθινή αθλητική ιστορία που την ενέπνευσε.
Για να ακριβολογώ βέβαια, η ιστορία δεν είναι ακριβώς άγνωστη. Δυο τρεις λεξούλες στη μηχανή αναζήτησης και εμφανίζεται μπροστά σου μονομιάς, όχι από μία, αλλά από εκατό διαφορετικές πηγές. Το ζήτημα είναι πως ... εχμ... πόσοι ή πόσες θα ψάξουν πια να μάθουν, έτσι στο ξεκούδουνο, τι συνέβη στο αγώνισμα του "short track speed skating", στους Ολυμπιακούς του Σολτ Λέικ το 2002; Μπορείτε να το κάνετε ή μπορείτε να διαβάσετε και παρακάτω.
Μέρος πρώτο: Η κούρσα
Ιδρυτές της Αυστραλιανής ζυθοποιϊας είναι δύο αδέρφια, οι Ντέμιαν και Στέφεν Πρόσερ, γιοι ενός παλαιότερου, διάσημου παίκτη του ράγκμπι της χώρας, του Ρόι Πρόσερ, που δούλευε παράλληλα σε μεγάλη παραγωγό εταιρεία μπύρας. Το know how συνεπώς, πέρασε από τον πατέρα στους διαδόχους, οι οποίοι κάπου εκεί στο ξεκίνημα, τύχαινε να έχουν έναν πολύ ιδιαίτερο φίλο: Τον πρώην αθλητή του σπριντ στον πάγο, Στίβεν Μπράντμπερι. Μαζί του συζήτησαν το πρότζεκτ και τελικά, το 2015, αποφάσισαν να μοιράσουν αρμοδιότητες. Εκείνοι θα έβαζαν τη γνώση, εκείνος τον μύθο και φυσικά, όλοι μαζί την προσπάθεια.
Ο Μπραντμπερι στην Αυστραλία είναι διάσημος, χάρη στο χρυσό μετάλλιο που κέρδισε στο Σολτ Λέικ, σχεδόν 20 χρόνια πίσω. Η τελική κούρσα, που τον έστεψε νικητή, για κάποιο λόγο ξεπήδησε πριν λίγες μέρες από τον αλγόριθμο του Facebook, παρότι, το ορκίζομαι, δεν με ενδιέφερε ποτέ το ice skating. Στην εκδοχή του σπριντ του μικρού στίβου1 λέει, οι αθλητές και οι αθλητριες αγωνίζονται σε τέσσερις αποστάσεις: 500, 1000, 1500 και 3,000 μέτρα (σκυτάλη), με τον στίβο να ανέρχεται στα 111,12 μέτρα περίπου. Άρα, οι αθλητές και οι αθλήτριες που αγωνίζονται π.χ. στα 1,000 μέτρα, αγώνισμα στο οποίο πρώτευσε ο πρωταγωνιστής μας, πρέπει να συμπληρώσουν εννέα γύρους, που αν κρίνουμε από το παγκόσμιο ρεκόρ των 1:20.875 λεπτών, ο καθένας τους ολοκληρώνεται πριν προλάβει ο Μόργκαν Φρίμαν να συνειδητοποιήσει ότι ο "John Doe has the upper hand".
Οι αγωνιζόμενοι/ες χρειάζονται δηλαδή, λιγότερο από 10 δευτερόλεπτα για τα 111 μέτρα. Στις εννέα επαναλήψεις αυτού του χρόνου, θα στρίψουν 18 φορές, θα κάνουν προσπεράσεις και θα βρεθούν με τους/τις αντιπάλους τους σε απόσταση χιλιοστού, καθόλη τη διάρκεια της αναμέτρησης και με ταχύτητα που πλησιάζει τα 50 χιλιόμετρα ανά ώρα. Για αυτούς ακριβούς τους πολύ ιδιαίτερους παράγοντες (παροιμιώδης ταχύτητα σε συνδυασμό με εγγύτητα στο όριο της σύγκρουσης), η τακτική στο αγώνισμα συχνά υπερισχύει της καθαρής αθλητικότητας. Και ειδικά στην περίπτωση του Μπράντμπερι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η τακτική επικράτησε πλήρως. Όπως το πάρει κανείς, βέβαια...
Στην εκκίνηση του τελικού των 1.000 μέτρων του Σολτ Λέικ λοιπόν, στήθηκαν πέντε αθλητές. O Αμερικάνος Απόλο Όνο, παγκόσμιος πρωταθλητής στα 1,500 μέτρα και άρτι στεφθέντας Ολυμπιονίκης στο ίδιο αγώνισμα λίγες μέρες πριν. O νεαρός Νοτιοκορεάτης Αν Χιουν-Σου, παγκόσμιος πρωταθλητής τότε στα junior και μετέπειτα GOAT του αθλήματος, με έξι χρυσά ολυμπιακά μετάλλια και άλλα τόσα χρυσά σε παγκόσμια πρωταθλήματα. O Kινέζος, Λι Γιατζούν, δεύτερος πίσω από τον Όνο στα 1,500, παγκόσμιος πρωταθλητής στο χιλιόμετρο και αργυρός Ολυμπιονίκης της προηγούμενης διοργάνωσης στο Ναγκάνο. Ο Καναδός Ματιέ Τέρκοτ, χρυσός τρεις φορές στη σκυτάλη με την ομάδα της χώρας του και μέλος της στο Σολτ Λέικ, όπου οι Καναδοί κέρδισαν, συντρίβοντας το παγκόσμιο ρεκόρ. Και ο ... Αυστραλός Στίβεν Μπράντμπουρι, που το μόνο που είχε να επιδείξει ήταν ένα χάλκινο στη σκυταλοδρομία το 1994 στο Λιλεχάμερ, δηλαδή οκτώ χρόνια πριν. Όχι απλώς το απόλυτο αουτσάιντερ, όχι απλώς η χελώνα, αλλά η χελώνα απέναντι σε τέσσερις λαγούς.
Πάτησα το "play", ανάμεσα στα τηλεφωνήματα του γραφείου. Οι αθλητές ξεκίνησαν. Ο ένας παρέμενε από την αρχή κάπως πιο πίσω. Ήταν φανερό ότι δεν μπορούσε να φτάσει τους υπόλοιπους τέσσερις, οι οποίοι μάχονταν τρίχα με τρίχα, κρατώντας τον ανυποψίαστο θεατή του μπάσκετ με κομμένη την ανάσα. Προσπεράσεις, στροφές, ισορροπίες της κλωστής και μία αδημονία-έκπληξη για το τι θα γίνει στο τέλος. Καταλαβαίνοντας από ένα σημείο και ύστερα πως ο Μπράντμπερι ήταν ο τελευταίος και βλέποντας τον τίτλο του βίντεο να γράφει κάτι σαν "η τρομερή νίκη του Μπράντμπερι στο Σολτ Λέικ", ανέμενα από στιγμή σε στιγμή την μεγαλειώδη αντεπίθεση του.
Μάταια. Εκείνη δεν ήρθε ποτέ. Αντί για το γκραν φινάλε, ο Γιατζούν γλίστρησε, έπεσε πάνω στον Όνο, τον παρέσυρε σε slide και κατόπι οι δυο τους συγκρούστηκαν με τους έκπληκτους Τέρκοτ και Σου. Μέσα σε δύο μόλις δευτερόλεπτα, τέσσερα μεγάλα ονόματα του αγωνίσματος σωριάστηκαν στον παγωμένο στίβο, περίπου 20 μέτρα πριν τη γραμμή του τερματισμού. Ο Μπράντμπερι, χωρίς να χρειαστεί να κάνει απολύτως τίποτα, απλώς προσπέρασε και κατέκτησε το πιο ανέλπιστο χρυσό μετάλλιο στην ιστορία του αγωνίσματος, αφήνοντας τους αντιπάλους του να σέρνονται - κυριολεκτικά - μέχρι την κατάκτηση των υπόλοιπων μεταλλίων.
Όπως διαβάζω, ο Αυστραλός μετά την νίκη του ήταν και ο ίδιος κάπως απορημένος. Δεν πανηγύρισε ακριβώς έξαλλα, αν και προφανώς ξετρελάθηκε με το αποτέλεσμα. "Είναι ωραίο, αλλά δεν μοιάζει και πολύ σωστό", δήλωσε αμέσως μετά, για να προσθέσει: "Ο θεός σου χαμογελάει κάποιες φορές και σήμερα ήταν η μέρα μου". Αργότερα, έδωσε και το credit που αναλογούσε στην τακτική, μιλώντας για την συνειδητή επιλογή που είχαν με την προπονήτρια του, Αν Ζανγκ, στη διαμόρφωση της. Ποιο ήταν το σχέδιο; Πως θα μείνει πίσω και πως θα διεκδικήσει με αυτό τον τρόπο μία θέση στο βάθρο, καθώς οι άλλοι τέσσερις αθλητές παραείχαν τότε υψηλό κίνητρο για τη διάκριση. Τόσο για τον Όνο, όσο και για τους Σου, Λι και Τέρκοτ, η συγκεκριμένη κούρσα δυνητικά θα οδηγούσε στο πρώτο τους χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο και θα έφταναν τους εαυτούς τους στο όριο, προκειμένου να το κατακτήσουν.
Ο Μπράντμπερι δεν περίμενε ομολογουμένως τέτοιο clusterfuck. Παρόλα αυτά, η εκδοχή που επικράτησε στη συνέχεια, ή αν προτιμάτε το αφηγηματικό νήμα που ξετύλιξαν τα media, ήταν αυτά της δικαίωσης της επιμονής. Του να είσαι πάντα εκεί, του να προσπαθείς διαρκώς, του να μην τα παρατάς μέχρι το τέλος. Γυρνώντας πίσω στην Αυστραλία ως ο πρώτος χειμερινός χρυσός ολυμπιονίκης στην ιστορία της χώρας, τον περίμεναν οι ανάλογες τιμές και η ανάλογη δόξα, η οποία αργότερα μετουσιώθηκε σε όσα μπορούσε τέλος πάντων να μετουσιωθεί. Έγινε σχολιαστής για την τηλεόραση, εισήχθη στο Hall of Fame των σπορ της Αυστραλίας, τιμήθηκε με το Medal of Honor of the Order of Australia (ό,τι και αν είναι αυτό), πέρασε από το Dancing with the Stars (!), έκανε περιοδείες ως motivational speaker και φυσικά, εισήγαγε όσα περισσότερα σύμβολα σχετίζονται με τον μύθο του πάνω στο κουτάκι της Last Man Standing. Το Ωμέγα, τα πέταλα, τον λαγό, τη χελώνα, το σλόγκαν: "Perfecly Paced". Δεν είναι και πολλοί εκείνοι, ούτε αφθονούν εκείνες, που μπορούν να αντισταθούν στον θρίαμβο του απόλυτου αουτσάιντερ, ειδικά αν έχει συνδυαστεί με αδάμαστο αγώνα, έτσι δεν είναι; Πώς θα μπορούσε δηλαδή, να επικρατήσει η εκδοχή της απλής τύχης ή, επί το απόκοσμον, της ανεπανάληπτης συναστρίας;
Για να γινόταν κάτι τέτοιο, θα έπρεπε, ήδη από τότε, να είχαν αποκτήσει ίσο βάρος και τα υπόλοιπα επεισόδια, εκείνα που προηγήθηκαν του μεγαλειώδους τελευταίου.
Μέρος δεύτερο: Ο μύθος
Oι προκριματικές σειρές του short track των 1,000 μέτρων στο Σολτ Λέικ έλαβαν χώρα στις 13 Φεβρουαρίου του 2002, τρεις μέρες πριν την ολοκλήρωση του αγωνίσματος με τα προημιτελικά, τα ημιτελικά και τον τελικό. Από την δική του σειρά ο Μπράντμπερι πέρασε άνετα πρώτος και στο τριήμερο μέχρι την τελική φάση, πρόλαβε να αποκλειστεί συνοπτικά στο άλλο αγώνισμα που συμμετείχε, τα 1,500 μέτρα.
Στις 16 Φεβρουαρίου λοιπόν και τον προημιτελικό, ο Αυστραλός ήρθε ... τρίτος. Όμως ένας εκ των δύο πρώτων, ο Γάλλος Μαρκ Γκανιόν, ήδη τέσσερις φορές παγκόσμιος πρωταθλητής και με δύο χρυσά στους ίδιους Ολυμπιακούς αγώνες, αποκλείστηκε λόγω παραβίασης των κανονισμών επαφής. Ο Μπράντμπερι έτσι ανέβηκε εκείνος στη δεύτερη θέση πίσω από τον άνετο Όνο (περνούσαν 2+1, άντε να εξηγήσω), με αποτέλεσμα να πλασαριστεί σε διαφορετική ημιτελική σειρά από εκείνην που θα συμμετείχε, αν όλα είχαν πάει όπως ήταν να πάνε. Ένα-μηδέν, 1-0.
Στον ημιτελικό, ο επίμονος παγοδρόμος (sic) κάθε άλλο παρά ήταν το φαβορι. Οι τέσσερις αντίπαλοι του, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονταν οι Λι Γιατζούν και Τέρκοτ, κατέβαιναν με καλύτερους χρόνους και σαφώς περισσότερες ελπίδες πρόκρισης. Ο Μπράντμπερι έμεινε πίσω, προσπαθώντας να κρατηθεί όσο το δυνατόν σε κοντινότερη απόσταση. Και λίγο πριν τον τερματισμό... Μπουμ!... Τρεις από τους τέσσερις σπρίντερ σωριάστηκαν στον πάγο.
Δύο μηδέν, 2-0.
Το αναπάντεχο αποτέλεσμα έδωσε στον Μπράντμπερι τη δεύτερη θέση και την πρόκριση στον τελικό, εκεί όπου η τύχη παρουσίασε την τελική, αριστουργηματική της πράξη, σε μία ξεδιάντροπη επίδειξη των ανεξάντλητων ορίων της. Τρία-μηδέν, 3-0. Ώρα δεν είναι να το δούμε;
Ήταν σαν μέσα σε μία ημέρα, η Γκέιλ Ντίβερς να σκόνταψε όχι μία, αλλά οκτώ φορές. Από τον αποκλεισμό του Γκανιόν στον προημιτελικό, μέχρι την κατάληξη, επτά αθλητές (ο Τέρκοτ δύο φορές) είδαν τις προσδοκίες τους να γίνονται θρύψαλα και τον Μπράντμπερι να βγαίνει διαρκώς αλώβητος, σαν τον ταλαιπωρημένο Νίκολας Κέιτζ μέσα από τα φλεγόμενα συντρίμμια του Con Air. "Για την Αυστραλία ρε γαμώτο!".
"Γαμώ την τύχη σου και σένα!" θα μπορούσαν να αντιτείνουν οι υπόλοιποι, οι οποίοι κάθε άλλο παρά λιγότερο άξιοι της διάκρισης ήταν. Η Ντίβερς εξάλλου, μιας και μοιραία έρχεται σαν συνειρμός, πριν την ατυχία της στα εμπόδια, είχε ήδη κατακτήσει το χρυσό στα 100 μέτρα κι ενώ τα ακριβώς προηγούμενα χρόνια θεωρούνταν τελειωμένη, λόγω της ασθένειας της από την αυτοάνοση νόσο του Graves. Από όπου και να το πιάσεις, εκτός από τη σκοπιά των δικών μας αναμνήσεων, η μεγαλύτερη ηρωίδα της κούρσας της Βαρκελώνης το '92 ήταν εκείνη, όμως τελικά επάνω στην τυχερή νίκη της Πατουλίδου χτίστηκε στη συνέχεια ένα ολόκληρο, υπέροχο, ψεύτικο, εθνικό παραμύθι.
Σκρολάροντας στη σελίδα της Last Man Standing στο Facebook, διαπιστώνω πως παρά την πολύ καλή δουλειά που φαίνεται να έχουν κάνει στο branding ο Μπράντμπερι με τα αδέρφια Πρόσερ, η lager τους ίσως χρειάζεται μία κάποια επανατοποθέτηση. Ωραίος ο λαγός, καλή και η χελώνα, η απόδραση τους από το κουτάκι όμως, προβάλει σχετικά δύσκολο εγχείρημα, ου μην και αδύνατο.
Καθώς το δάχτυλο προχωρά προς τα κάτω, συναντά, φωτογραφία με τη φωτογραφία, ανάρτηση με την ανάρτηση, παρέες από μαγκλαράδες να μεταφέρουν και να καταναλώνουν μπύρες σε διαφορετικά περιβάλλοντα, προτάσσοντας την "αντροπαρέα" ως το σύνηθες περικείμενο της απόλαυσης της lager. Το κέφι και η καλή διάθεση ρέουν διάχυτα και τα χαρούμενα πρόσωπα των συμπαθέστατων τύπων αποκλείουν με ευγένεια κάθε άλλη πιθανή πελατεία, απευθυνόμενα σε όσους παραδοσιακά έχουμε συνηθίσει να απευθύνονται τα κουτάκια της μπύρας. Οποιοδήποτε άτομο με αλλιώτικη σκέψη, δηλαδή ένα άτομο πλέον καθόλου δυσεύρετο, δεν θα ενδιαφερόταν και ιδιαίτερα να τους γνωρίσει, εάν δεν ήξερε ποιος είναι ποιος. Φορέστε τα καπέλα και τις βερμούδες σας και περάστε καλά κύριοι, χωρίς να μας απασχολείτε.
Βέβαια, η μπύρα τα πηγαίνει μια χαρά και ο μύθος ... ο μύθος συνεχίζεται. Πέρα δηλαδή και από την τύχη, ο Μπράντμπερι και οι Πρόσερ τα έχουν καταφέρει περίφημα. Δεν θα τους το πάρει κανείς αυτό. Απλώς, η απολύτως τυχερή ιστορία του πρώην skater, όσο αναδεικνύει την σημασία της επιμονής, άλλο τόσο υπερτονίζει την αναγκαιότητα μίας συνθήκης, που καθιστά εκ της αρχής δυνατή την όποια διεργασία της τύχης. Η συνθήκη είναι να τρέχουμε όλες και όλοι, όποιοι και όποιες, στον ίδιο αγώνα.
Σημείωση και μία έξτρα πηγούλα
1. Yπάρχει και σπριντ σε μεγαλύτερο στίβο των 111 μέτρων, να τα διαχωρίσουμε, για να μην μπερδευόμαστε.
https://www.technogym.com/au/newsroom/steven-bradbury-insane-story-short-track/