Το Σάββατο το βράδυ, τα μαγαζιά γύρω από τον σταθμό Εμπερσβάλντε Στράσε έσφυζαν από ζωή. Νέοι άνθρωποι, ζευγάρια, παρέες, ρούχα φαντεζί, παπούτσια-πλατφόρμες, βαψίματα και εθνικότητες από κάθε γωνιά της γης. Οι περισσότεροι χρησιμοποιούν τον σταθμό ως σημείο συνάντησης για το πρώτο σνακ ή την πρώτη μπύρα, για να απλωθούν στη συνέχεια σε όλη τη συνοικία του Prenzlauer Berg, η οποία μοιάζει με ένα ατέλειωτο street party, τουλάχιστον όταν είναι καλός ο καιρός.
Η μεσαία ημέρα του φάιναλ φορ άλλους τους βρίσκει μες στην καλή χαρά και άλλες στη μιζέρια. "Αλλους τους ανεβάζεις κι άλλους τους κατεβάζεις, που λένε". Εμένα με έχει βρει κατάκοπο, αφού η Ευρωλίγκα και η γερμανική αστυνομία φρόντισαν να μας διαλύσουν τα πόδια και τα νεύρα, κρατώντας μας για ώρες έξω από την Uber Arena άπραγους, στριμωγμένους και όρθιους. Μιλάμε για σοβαρή διοργάνωση, όχι αστεία.
Στον τοίχο του δωματίου μου κρέμονται καμμιά δεκαριά καδράκια σε φαινομενική αταξία. Εκείνο στα δεξιά περικλείει μία ασπρόμαυρη φωτογραφία από ένα βαγόνι του μετρό, στο οποίο οι επιβάτες στοιβάζονται, κοιτώντας προς την πλατφόρμα. Το βλέμμα τους συναντιέται με το δικό μου, που περιμένω τον επόμενο συρμό. Δίπλα τους, αριστερά και λίγο πιο κάτω, απεικονίζεται σε άλλο καδράκι ένα εγκαταλελειμένο οικοδόμημα, καλυμμένο με ευφάνταστα γκράφιτι. Πιο πέρα, ένα κολάζ απο μασκοφόρες καρικατούρες. Στην άλλη άκρη του τοίχου στέκει ένα κατακερματισμένο σκίτσο, που η αλλοπρόσαλη γεωμετρία του σχηματίζει μία πολύχρωμη ηλεκτρική κιθάρα. Και ανάμεσα σε όλα, κάπου στη μέση, ξεχωρίζει το κάδρο με το μανιφέστο του κυρίου Σουλτς.
Από το απόγευμα της Δευτέρας (22/5) βρίσκομαι και πάλι στην Ελλάδα, με το μπασκετικό (κι όχι μόνο) πενθήμερο στο Κάουνας να φτάνει στο τέλος του. Ελπίζω δε τέτοια εποχή του χρόνου να σας γράφω τράβελ μπλογκς από το Βερολίνο, όπου θα διεξαχθεί το επόμενο Final 4 της Euroleague. Μέχρι τότε όμως, πάμε να δούμε πως κύλησαν οι τελευταίες ώρες στην Λιθουανία, πριν την επιστροφή στη βάση.
Ο τελικός της Euroleague και γενικότερα η διεξαγωγή του Final 4 στο Κάουνας είναι οι αιτίες που η πόλη έχει πάρει για τα καλά τα πάνω της. Οκ, μεσολάβησε και Παρασκευοσάββατο, που όσο να ‘ναι, ο κόσμος θα βγει την βόλτα του. Έτσι λοιπόν, αυτές τις μέρες, από το μεσημέρι ως και το βράδυ, ο κεντρικός πεζόδρομος του Κάουνας γέμισε με κόσμο. Δεν έβρισκες τραπέζι να κάτσεις σε μαγαζί, είτε για φαγητό, είτε για μπίρα ή καφέ. Άντε αν ήσασταν 2-3 άτομα κάτι μπορεί να βρίσκατε, μεγαλύτερες παρέες όμως δεν...
Δεύτερη μέρα στο Κάουνας, σαφώς πιο γεμάτη από την πρώτη σε όλα τα επίπεδα. Ο Βεζένκοφ πήρε το MVP όπως αναμενόταν, και δικαίως αν θέλετε τη γνώμη μου, τη στιγμή που οι δρόμοι και τα μαγαζιά της πόλης άρχισαν να αποκτούν ζωή. Αποτίμηση του πρώτου 24ωρου στην «πρωτεύουσα του ευρωπαϊκού μπάσκετ για το τριήμερο 19-21/5».
Η πρώτη (μισή) μέρα (17/5) διαμονής στο Κάουνας κύλησε αρκετά ήσυχα, δύο 24ωρα πριν το τζάμπολ του εφετινού Final 4 της Euroleague. Ο άστατος καιρός, η πτήση του Ολυμπιακού κι η ησυχία στους δρόμους της λιθουανικής πόλης.
Ο ποταμός Urumea (Ουρουμέα) κατέληγε στον Ατλαντικό ωκεανό σχεδόν υπερχειλισμένος. Η τελευταία γέφυρα πριν το άπειρο της θάλασσας ξεπροβόδιζε τις ροές του με ασπροπράσινους φάρους, τοποθετημένους συμμετρικά στο πέρασμα της ως κολώνες. Οι φιγούρες των βρεγμένων περαστικών δίπλα τους, μαζί με την ασταμάτητη βροχή και την πλήρη απουσία του παραμικρού αέρα, προσέδιδαν στο σκηνικό ένα αγγελοπουλικό χρώμα. Ηταν λες και το κάδρο είχε προετοιμαστεί για γύρισμα επί ώρες και ήμουν σίγουρος πως αργά ή γρήγορα πίσω από κάποια γωνία θα ξεπροβάλουν κάμερες, κλακέτες, οπερατέρ και ο Μπρούνο Γκαντζ με γενειάδα και ταλαιπωρημένη καπαρντίνα. Δεν συνέβη κι έτσι είχα τον ελάχιστο χρόνο να βγω κάτω από τον καταρράκτη και να βγάλω τη βιαστική φωτογραφία που είδατε παραπάνω.
(Φωτό εξωφύλλου by @lostgps).
Στη φάρμα πάνω από το Ορόθκο, σήμερα το πρωί μας ξύπνησαν τα βόδια. Δεν είχαν αυτό τον σκοπό, απλώς τα καμπανάκια στο λαιμό τους κάνουν άθελα τους πολύ θόρυβο, καθώς τα όμορφα ζώα περπατάνε στο ανώμαλο έδαφος του καταπράσινου λόφου. Οι κότες ήδη φώναζαν εγκλωβισμένες στο κοτέτσι, κάτι που μάλλον συνέβαινε για πολλή ώρα πριν ανοίξω τα μάτια μου και σίγουρα κάμποσο πριν τα καμπανάκια πλησιάσουν το κυρίως κτίριο σε απόσταση αναπνοής. Κατέβηκα κάτω και άνοιξα την πόρτα, οι επτά συντρόφισσες και ο ένας σύντροφος πετάχτηκαν έξω μονομιάς και η μέρα πήρε το δρόμο της.
Το βασικότερο ζήτημα της δεύτερης ημέρας που περάσαμε στη βάσκικη επαρχία, κάπου ανάμεσα μεταξύ της Βιτόρια και του Μπιλμπάο, ήταν το τι θα γίνει με τις κότες. Ο Αλμπέρτο, ιδιοκτήτης της φάρμας που διαμένουμε πάνω από το χωριό Ορόσκο, είχε προτείνει να ανοίγουμε το πρωί (αν θελουμε) το κοτέτσι, ώστε τα πτηνά να κινουνται μέσα στη μέρα ελεύθερα. Σίγουρα ένα δίκαιο αίτημα, καθώς όπως φάνηκε τοσο εκείνες, όσο και λευκός κόκκορας το είχαν ανάγκη. Ο εγκλωβισμός δεν ταιριάζει σε καμία ψυχη.