Το ξενοδοχείο Σουλτς βρίσκεται έξω από τον σταθμό Ostbanhof, μεταξύ δύο υπέροχων συνοκιών του πρώην ανατολικού Βερολίνου. Ακριβώς στα αριστερά του, όπως το κοιτάς, απλώνεται ένα πάρκο, κατά μήκους του οποίου στέκει το μεγαλύτερο, συνεχόμενο κομμάτι από τα απομεινάρια του τείχους, ζωγραφισμένο όλο με γκράφιτι. Δεν ασχολείται κανένας μαζί του, παρά μόνο ελάχιστοι τουρίστες, που ποζάρουν μπροστά του παίρνοντας ηλίθιες πόζες και χαμογελώντας. Δεν μου ήταν ιδιαίτερα ελκυστικό το θέαμα, για αυτό και κατευθύνθηκα με τα πόδια προς το Kreuzberg και τη Rio Reiser Platz, όπου είχαμε δώσει ραντεβού για πρωινό καφέ.
Η Ρίο Ράιζερ Πλατς (στα ελληνικά τώρα), έχει ονομαστεί έτσι από τον αναρχικό τραγουδιστή και στιχουργό του συγκροτήματος Τοn Steine Scherben, το οποίο παρήγαγε πολιτικά αιχμηρή μουσική τη δεκαετία του 70 και μέχρι τα μέσα των 80ς. Η πορεία του Ράιζερ αργότερα διαφοροποιήθηκε, παρόλα αυτά για το Kreuzberg αποτελεί δίκαια σημείο αναφοράς, ώστε ένας τόπος συνάντησης να φέρει το όνομά του. Διότι αυτό είναι η Ρίο Ράιζερ. Ένα τρίγωνο, στο οποίο συχνάζουν κάθε λογής φιγούρες, οπιασδήποτε ηλικίας και οποιασδήποτε προέλευσης, για να συγχρωτιστούν, να φάνε και να συζητήσουν με τις ώρες στα μικρά καφέ και στα ποικίλα φαγάδικα, που δημιουργούν ένα μωσαϊκό από κουζίνες του κόσμου. Και όπου συνυπάρχουν οι κουζίνες, συνυπάρχουν και οι άνθρωποι.
Σε ένα στενό λίγο παραδίπλα λοιπόν, έφαγα λιβανέζικο κοτόπουλο Σαουάρμα, μέσα σε πίτα με μπόλικο ταχίνι. Το Maroush - έτσι λέγεται το μαγαζί - το λειτουργούν όλοι κι όλοι τρεις ανθρωποι, που παράγουν σε απίστευτες ταχύτητες street food αριστούργηματα, τα οποία τα κουβαλάς στον ουρανίσκο σου όλη μέρα. Σε λιγότερο από 100 μέτρα απόσταση δε, στην Oranienstrasse (Οράνιεν Στράσε), βρίσκεται ίσως το πιο θρυλικό punk λαΪβάδικο της πόλης, το SO36, όνομα που του έχει δοθεί από τον ταχυδρομικό κώδικα του Kreuzberg, όταν η γειτονιά αποτελούσε τον πυρήνα της αντι-κουλτούρας μετά την πτώση του τείχους. "Τώρα αποτελεί το μνημείο της", σημειώνει ο φίλος μου, ο οποίος είναι μόνιμος κάτοικος της περιοχής.
Είναι μάλλον έτσι. Τα τσιτάτα στο ξενοδοχείο Σουλτς, τα απομεινάρια των ερειπίων και οι hip συνοικίες, προσδίδουν στο Βερολίνο μία αύρα καθαρού, τουριστικού gentrification, το οποίο η δυτικότροπη, συναρπαστική πόλη γνωρίζει να πουλάει στους επισκέπτες της, με την επιδεξιότητα του καλύτερου πωλητή αυτοκινήτων που ξέρετε. Τα πάρκα και οι πλατείες στις "ανατολικές γειτονιές" έχουν αληθινά ξεχωριστό, συμπεριληπτικό χαρακτήρα, αλλά παράλληλα διεκδικούνται και από τους επισκέπτες, που ευελπιστούν να γεμίσουν τις ώρες τους με αυθεντικά χρώματα μίας προηγούμενης εμπειρίας, που δεν υφίσταται πλέον.
Κομμάτια να γίνει, φύγαμε για το γήπεδο.
Το ντου των οπαδών της Φενέρ στα κάγκελα έξω από τις θύρες, έφερε ένα ντόμινο εξελίξεων στο απόγευμά μας. Πρώτα από όλα, κατά τη μεσημεριανή ξεκούραση, έξω από τον σταθμό του Ostbanhof, τον οποίο "κοιτάζει" το ξενοδοχείο μου, ακούγονταν διαρκώς σειρήνες. Πάει η σιέστα... Ύστερα, η Uber Αrena είχε γεμίσει με κλούβες και αστυνομία. Πήγαιναν τους οργανωμένους του Παναθηναϊκού από τη μία, εκείνους του Ολυμπιακού από την άλλη και στο τέλος κατάφεραν να τους βάλουν στις θύρες σχεδόν δίπλα δίπλα. Οι υπόλοιποι, όπως σας είπα ήδη, περιμέναμε στριμωγμένοι, ρίχνοντας ένα συντονισμένο βρισίδι προς τους υπεύθυνους ανά πεντάλεπτο. Δεν οδήγησε πουθενά όλα αυτό, παρά σε ακόμη περισσότερο στρίμωγμα και στη διαπίστωση πως Ευρωλίγκα και αστυνομία είναι περίπου σαν το ρητό "όπου σκατά και το φτυάρι".
Σαν μην έφταναν αυτά, ο Ολυμπιακός έχασε σχεδόν με κάτω τα χέρια. Οι ψηλοί του δεν μπήκαν ποτέ στον αγώνα, ο Γουόκαπ έχτισε μια ακόμη fanzone δίπλα στο γήπεδο (η άλλη είναι στην Alexanderplatz) και ο Κάνααν έπαιξε σαν … Γουίλμπεκιν δυο ώρες πριν. Στο ημίχρονο, οι ερυθρόλευκοι είχαν τρία (three, drei) αμυντικά ριμπάουντ! Δεν θυμάμαι άλλο, τόσο κακό ξεκίνημα σε ανάλογη περίσταση και για να το επικυρώσει, ο καιρός μας αντάμειψε επιπλέον με μια βροχή για τον γυρισμό, που μας έκανε μούσκεμα μέχρι τα ακροδάχτυλα.
Πρέπει βέβαια να εκτιμάς το πού βρίσκεσαι. Στο σαλονι του ξενοδοχείου Σουλτς, στον τοίχο δεξιά από την υποδοχή ξεχωρίζει ανάγλυφη μια γροθιά, εξεχοντας αισθητά από το τσιμέντο. Είμαστε στο Βερολίνο, που μας πουλάει και μας αγοράζει όπως λένε, και ο κόσμος ψάχνει ταξί και εισιτήρια. Δεν θα γινόταν καλύτερα, ίσως.