Μετά από σχεδόν πέντε γεμάτες σεζόν σε ομάδες της Ευρωλίγκα ως πρώτος προπονητής, ο Γιάννης Σφαιρόπουλος έχει να επιδείξει δύο τελικούς σε φάιναλ-φορ (ο πρώτος στην ρούκι του χρονιά στη διοργάνωση), δύο υπερβατικές πορείες, μία με τον Ολυμπιακό το 2017 και μία πέρυσι με τη Μακάμπι, αλλά και ένα αξιοζήλευτο νούμερο. Το 61,1%, που είναι το ποσοστό νικών του μετά από 144 αγώνες ως πρώτοςπροπονητής, ποσοστό που τον κατατάσσει στην πρώτη δεκάδα όλων των εποχών και μάλιστα πάνω από προπονητές θρύλους όπως οι Τάνιεβιτς, Μπλατ, Ρενέσες, Πέσιτς κ.α. Παράλληλα είναι οτρίτος πιο επιτυχημένος (με βάση αυτό το ποσοστό) Έλληνας τεχνικός πίσω από τον Ιτούδη του 79,5% και τον «δράκο» Γιαννάκη, που όμως έχει κοουτσάρει 90 ματς λιγότερα.
Το όνομά του σε μία ιδιαίτερη και ξεχωριστή λίστα με τους Έλληνες προπονητές που κατέκτησαν το εθνικό πρωτάθλημα στις λίγκες όπου συμμετείχαν έβαλε την Πέμπτη 13 Ιουνίου ο Γιάννης Σφαιρόπουλος.
Ο «μελαχρινός» στέφθηκε πρωταθλητής με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ βάζοντα,ς ξανά την «ομάδα του λαού» στον... θρόνο της, για 53η φορά στην ιστορία της επικρατώντας στον τελικό του φάιναλ-φορ που έλαβε χώρα στο «Γιαντ Ελιάου» της Μακάμπι Ρισόν.
Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος είναι προπονητής της Μακάμπι Τελ Αβίβ εδώ και 23 μέρες. Μετά τη θητεία του στον Ολυμπιακό, ο Έλληνας τεχνικός καλείται να αναλάβει την αναγέννηση ενός εκ των μεγαλυτέρων ευρωπαϊκών "καραβιών" που τα τελευταία χρόνια μονίμως μπάζει νερά, αγνοώντας τις μεγάλες επιτυχίες του παρελθόντος. Μπορεί να είναι εξαιρετικά νωρίς, καθώς δεν έχει κλείσει ακόμη ούτε μήνα παραμονής στο Ισραήλ, ωστόσο μετά τα τελευταία θετικά αποτελέσματα της ομάδας του στην EuroLeague, βρήκαμε μια πρώτης τάξεως αφορμή να για να μάθουμε λίγα πράγματα παραπάνω αναφορικά με το τι κλίμα επικρατεί αυτό το διάστημα στην "Ομάδα του Λάου".
Ο Γιάννης Σφαιρόπουλος είναι πλέον προπονητής της Μακάμπι και αυτό είναι μία αληθινά καλή είδηση. Ο πρώην τεχνικός του Ολυμπιακού άξιζε να παραμείνει στο υψηλότερο επίπεδο του ευρωπαϊκού μπάσκετ, διότι είναι ένας πολύ καλός προπονητής, με αξιοσημείωτη πορεία και μεγάλες επιτυχίες, όπως τα δύο πρωταθλήματα Ελλάδας και οι δύο συμμετοχές σε τελικούς Ευρωλίγκα σε τέσσερα χρόνια, βιογραφικό πενταετίας ανώτερο από τους περισσότερους συναδέλφους του. Δεν ήταν αρκετό να τον κρατήσει στον Ολυμπιακό, καθότι εκεί ο κύκλος του ομολογουμένως έκλεισε, όμως σίγουρα είναι φτάνει και περισσεύει για την διαλυμένη (αγωνιστικά) Μακάμπι να δοκιμάσει μαζί του.
Ο Ολυμπιακός αποκλείστηκε από την Ζαλγκίρις δίκαια , με έναν δημοφιλώς αναπάντεχο τρόπο. Δεν κατάφερε σε τρία παιχνίδια της σειράς να παίξει καλή άμυνα και να ρίξει τα ποσοστά των Λιθουανών , ενώ στην επίθεση ήταν ο γνωστός Ολυμπιακός των κακών ποσοστών και της κυριαρχίας των sets γύρω από τον Βασίλη Σπανούλη. Η συνταγή εδώ και χρόνια πήγαινε μια χαρα, φέρνοντας διαδοχικές επιτυχίες, αλλά φέτος απέτυχε, τελικά μάλλον προβλέψιμα.
Καλή χρονιά σε όλους! Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να υποδεχθούμε το καινούργιο έτος από το να παρουσιάσουμε μια λίστα με πράγματα που περιμένουμε να δούμε να συμβαίνουν στην μπασκετική υφήλιο κατά τη νεοαφιχθείσα χρονιά, «μαρκάροντας» δέκα hot topics από την Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο.
Tα προηγμένα στατιστικά του Αντρεα Χριστοφόρου για το badbasket μας βοηθάνε πολύ. Θα τα χρησιμοποιήσουμε παρακάτω προκειμένου να δουμε αν ο Σφαιρόπουλος είναι τελείως άσχετος ή αν είναι απλώς άσχετος, κατά την κοινή παραδοχή πολλών φίλων του Ολυμπιακού.
Ας τα πάρουμε από την αρχή. Ο Ολυμπιακός δεν παίζει καλά. Αν έπαιζε, δεν θα ήταν τελευταίος σε πόντους ανά 100 κατοχές , ούτε σε effective Field Goal Percentage, ένα στατιστικό που λαμβάνει υπόψη το ότι ένα τρίποντο δίνει περισσότερους πόντους από ένα δίποντο. Η κακή αυτή εικόνα, άλλωστε, είναι φανερό πως έχει την ρίζα της στο οικτρό ποσοστό στα τρίποντα, μόλις 26,6%. Καλύτερα δηλαδή να μην σουτάρεις. Από την άλλη, ο Ολυμπιακός έχει την καλύτερη άμυνα στην διοργάνωση, όντας η μόνη ομάδα που δέχεται λιγότερους από 100 πόντους ανά 100 κατοχές.
(Η φωτογραφία είναι από άρθρο του ιστότοπου newsit.gr, δεν την βγάλαμε εμείς.)
Καταρχάς να πω ότι συμφωνώ 100% με τον Σφαιρόπουλο στο θέμα με τον Παπανικολάου. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, τον είχε προειδοποιήσει τουλάχιστον δυο φορές πριν τον διώξει, αλλά εκείνος επέμενε. Επιπλέον, αν θυμηθούμε το καλοκαίρι και τα παιχνίδια της Εθνικής, ο συγκεκριμένος παίκτης βγάζει συνέχεια έναν μόνιμο, αδικαιολόγητο στα δικά μου μάτια εκνευρισμό (κάτι που φάνηκε και χθες). Όλοι μας ξέρουμε ότι το ζήτημα της πειθαρχίας μέσα σε μια ομάδα είναι από τα πιο σημαντικά. Για να μην μακρηγορώ, κατά την γνώμη μου ο Σφαιρόπουλος έπραξε σωστά για τρεις βασικά λόγους.
(φωτογραφία απο τον ιστότοπο sport24.gr)
Οκ, αυτό θα είναι δύσκολο.
Ο Ολυμπιακός ήταν πέρυσι γαμώ τις ομάδες. Έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκα, χωρίς να παίζει ελκυστικά, αλλά παίζοντας άκρως αποτελεσματικά. Δεν ξέρω αν το θυμάστε, είχε αρχίσει την χρονιά αλλιώς, σε υψηλό τέμπο και σουτάροντας παραπάνω τρίποντα, τα οποία δεν πολυέμπαιναν. Αργότερα, και καθώς οι τραυματισμοί συσσωρεύονταν, ο Γιάννης Σφαιρόπουλος γύρισε στην αγαπημένη του συνταγή, απολύτως θεμιτά. Η ομάδα έφτασε μέχρι το τέλος γιατί έπαιζε αμυνάρα και γιατί Σπανούλης και Πρίντεζης υποστήριξαν απόλυτα το επιθετικό πλάνο, που τους ήθελε σχεδόν αποκλειστικούς πρωταγωνιστές.
Μετά από παιχνίδια όπως το game 5 απέναντι στην Εφές , η διάθεση για ανάλυση δεν είναι μεγάλη, συνεπώς ελπίζω να μου συγχωρήσετε την σχετικά μικρή αναφορά στο ματς. Μία πρόκριση στο φάιναλ φορ περισσότερο καλεί για έναν απολογισμό, υπό την έννοια του ότι αποτελεί την σαφή διαχωριστική γραμμή μεταξύ μιας καλής και μία αληθινά επιτυχημένης σεζόν. Ελπίζω πως δεν είναι πολλοί αυτοί που περιμένουν να κρίνουν τον Ολυμπιακό (ή τον ΠΑΟ) από το αν θα κερδίσει και τα δυο παιχνίδια της τελικής φάσης ή από τα αν θα επικρατήσει στους τελικούς του πρωταθλήματος-κωμωδια. Στην ουσία του , το χθεσινό παιχνίδι απέναντι στην πολύ καλή ομάδα του Περάσοβιτς αποτελεί την δικαίωση του καλοκαιρινού σχεδιασμού του προπονητή, ενός σχεδιασμού που υπέστη αναγκαστικές, και εξίσου, επιτυχημένες διαφοροποιήσεις στην διάρκεια της αγωνιστικής χρονιάς. Παρά μάλιστα την (σε πολλές φορές δίκαιη) κριτική, το τιμ των ερυθρόλευκων επέμεινε με μεγάλη προσηλωση στα όσα ήθελε να παρουσιάσει στο παρκέ, καταφέρνοντας εν πολλοίς να διαφοροποιηθεί από την περυσινή του εικόνα σε καίρια σημεία.