Εκείνη ήταν η πρώτη χρονιά (‘04-’05) στην οποία ασχολήθηκα με το ΝΒΑ κάπως περισσότερο. Ως τότε, είχα μερικές εικόνες, είχα δει κάποια βίντεο, είχα διαβάσει μερικές ιστορίες (και βέβαια είχα παίξει video games, ως ‘’νορμάλ’’ 12χρονος). Και επειδή σε εκείνη την ηλικία νιώθεις την ανάγκη να ακολουθείς κάποιον, να τον υποστηρίζεις, θυμήθηκα τον Αργεντίνο της Αθήνας. Οπότε Spurs και Manu. Τελικά βρήκα κάτι ακόμη περισσότερο, έναν αθλητή να ταυτίζομαι. Σκεφτείτε ένα αδύνατο παιδάκι, μικροκαμωμένο, με μακρύ μαλλί, που ντριμπλάρει και σουτάρει με το αριστερό και προσπαθεί να βρει τρόπο να σκοράρει απέναντι σε παιδάκια πιο ψηλά και πιο δυνατά από εκείνον, να βλέπει τον Manu στο ΝΒΑ. Έναν αριστερόχειρα με χαίτη να τα βάζει με τα θηρία. Να μην έχει σημασία για εκείνον που είναι πιο κοντός ή πιο αδύνατος από αυτούς που (συνήθως) έβλεπε απέναντι κοντά στο καλάθι. Που ήξερε πως μπορεί να τους κερδίσει σε κάθε φάση, γιατί ήταν πιο γρήγορος, και στα πόδια και στο μυαλό. Είχα εντυπωσιαστεί από το πόσο γρήγορα σκεφτόταν τον τρόπο για να νικήσει την άμυνα, είτε τελικά σκόραρε ο ίδιος είτε κάποιος συμπαίκτης του. Τον παρακολουθούσα, χωρίς να υπάρχουν στο μυαλό μου συστήματα, pick and roll, γωνίες, τίποτα από αυτά. Απλά εκείνος, η μπάλα, συμπαίκτες και αντίπαλοι. Προσπαθούσα, όπως εκείνος, να βρω το θάρρος (και τους τρόπους) να μπω ‘’ανάμεσα στα θηρία’’ και να τους ξεφύγω, να σκοράρω. Το δεξί μου μπάσιμο ήταν κακό (ακόμη κακό είναι), αλλά αφού ο Manu μπορεί να τους ξεγελάσει και να σκοράρει από αριστερά τόσο συχνά, διάολε, θα το καταφέρω και εγώ κάποιες φορές, δε μπορεί.
Για να πάμε και λίγο στον Manu, εκείνη τη χρονιά ουσιαστικά καθιερώθηκε στο ΝΒΑ. Άρχισαν να προσέχουν το παιχνίδι του παραπάνω, εκείνος ήταν σίγουρα πιο ‘’άνετος’’ (υποθέτω πως η επιτυχία του ‘04 στους Ολυμπιακούς τον άλλαξε μέσα του), το Γενάρη έκανε και το carreer high του. Οι Spurs τότε έκαναν επίδειξη δύναμης στους τελικούς περιφέρειας απέναντι στους Suns του D’ Antoni και του MVP Steve Nash και έτσι ο Manu, μαζί με τους υπόλοιπους, βρέθηκε απέναντι στους Pistons, στους πρώτους τελικούς ΝΒΑ που παρακολούθησα (όχι όλους, 7 ξενύχτια δε νομίζω να μου τα επέτρεπαν τόσο άνετα, αλλά είδα αυτά που έπρεπε).
Αυτές τις μέρες έκατσα και είδα ξανά εκείνα τα παιχνίδια και ο Manu ήταν όπως τον θυμόμουν. Καθοριστικός στα game 1 και 2 (26 και 27 πόντους αντίστοιχα, στο game 2 και 7 ασίστ), ειδικά στην 4η περίοδο πετούσε και σκόραρε με όποιον τρόπο ήθελε. Game 3 και 4 ‘’τον έψαχνες’’ (αυτός ήταν ο Manu, αυτά τα ups and downs τα λάτρεψα τελικά). Σημαντικός στο game 5, ένα από τα clutch games του Robert Horry, το πάλεψε στο game 6 μαζί με τον Duncan (21 πόντοι). Και βέβαια το game 7, εκεί που ο Duncan κράτησε όρθιους τους Spurs στην 3η περίοδο και ο Manu αποτελείωσε τους Pistons, δίνοντας στο franchise του San Antonio το 3ο τους πρωτάθλημα. Για πολλούς σε εκείνη τη σειρά τελικών ο Manu άξιζε να είναι ο MVP. Ανήκω σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων, αν και πια κατάλαβα ότι δεν έχει και τόση σημασία, ίσως και απολύτως καμία σημασία.
Τη μέρα που ο Manu σταμάτησε και είδα το post του στο Instagram, η αλήθεια είναι πως ‘’λύγισα’’ κάπως. Ένας καλός φίλος στο twitter αναρωτήθηκε γιατί τέτοια αντίδραση (σε τέτοιο βαθμό) και μετά την κουβέντα μας, έκατσα να το σκεφτώ. Ο βασικός λόγος τελικά ήταν όλα αυτά που σας έγραψα πιο πάνω. Ο Manu με τη χαίτη ήταν ο πρώτος μου μπασκετικός σούπερ ήρωας. Και τον ευχαριστώ γι’ αυτό.