Τι συμβαίνει όμως όταν γύρω σου υπάρχει οικογένεια, φίλοι, ζωντανοί οργανισμοί γενικά, που δεν έχουν ασχοληθεί σε τέτοιο -προβληματικό- βαθμό και λόγω της καραντίνας κάθονται δίπλα σου και καταπίνουν τα επεισόδια; Εκεί το πράγμα αποκτά ενδιαφέρον. H συζήτηση ανοίγει, οι αγώνες και τα highlights που έχεις δει ξανά και ξανά βγαίνουν από τη μοναχική παρακολούθηση και μπαίνουν σε πεδίο που συμμετέχουν και άλλες φωνές, οι οποίες ευτυχώς δεν έχουν ξερολίαση αντίστοιχη με τη δική σου, όλοι οι ήρωες είναι πάλι κάτω από το μικροσκόπιο.
Και ναι, ο απόλυτος πρωταγωνιστής του ντοκιμαντέρ είναι ο Jordan. Σε κανένα σημείο δεν τον μισεί ο θεατής όπως ο ίδιος προέβλεψε. Κερδίζει το πρώτο Όσκαρ, τα κέρατα της κατσίκας και ό,τι άλλο θέλει τέλος πάντων και προχωράμε παρακάτω. Το δικό μου ‘’τρίτο δάχτυλο’’ είναι να πιάσω αυτό το σπασμένο δεκάωρο με τη ματιά στραμμένη στον χαρακτήρα που μου έδωσε την περισσότερη τροφή για σκέψη, εκείνον του Scottie Pippen.
O Robin στον Batman του Jordan
Ας βγάλουμε από τη μέση το προφανές, ότι δηλαδή μιλάμε για τεράστιο παικταρά in his own right, όπως λέμε και στη Σπερχειάδα Φθιώτιδας. Θέλετε να τον χαρακτηρίσουμε point forward πριν τους point forwards; Ball initiator ίσως; Ας πούμε με απλά λόγια πως ο Pippen ήταν ένας τύπος 2,03, με άνεση να βάζει την μπάλα στο παρκέ, να φτιάχνει προσωπικό σκορ, να διαβάζει το παιχνίδι και να δημιουργεί για τους συμπαίκτες του, ενώ παράλληλα ήταν από τους πιο τρομακτικούς αμυντικούς στη λίγκα, με κορμί αρκετά δυνατό ώστε να τα βάζει με ψηλότερους σταρ και αρκετά ευέλικτο, ώστε να βασανίζει ακόμη και τον πιο ικανό περιφερειακό. All-around, ένας χαρακτηρισμός που αν ήταν τόσο διαδεδομένος στα 90s όσο είναι σήμερα, θα έβαζε πολλά περισσότερα δολάρια στον τραπεζικό λογαριασμό του Scottie.
Ξαφνικά αυτή η έκφραση (με τον Robin και τον Batman), που πολλάκις έχω χρησιμοποιήσει στο παρελθόν σε συζητήσεις για τον ‘’δεύτερο καλύτερο’’ μίας ομάδας, φαντάζει μία ασύλληπτη μπούρδα και λέω να αφήσω τους ήρωες της DC για τον Christopher Nolan και τον Zach Snyder. Αν κάτι πέτυχε το ντοκιμαντέρ με το ανελέητο χρονικό μπρος-πίσω, ήταν αν μη τι άλλο να δείξει ότι οι Bulls έφτασαν στις επιτυχίες με μία σειρά σωστών αποφάσεων (ναι, και ο Jerry Krause πήρε τις περισσότερες από αυτές) και με την εξέλιξη των αθλητών που απάρτιζαν τον πυρήνα σε κάθε ένα από τα δύο three-peat.
Για να νικήσει το Chicago, έπρεπε ο Pippen να παίξει στο προσωπικό του ανώτερο επίπεδο. Έδενε αρμονικά με τον MJ; Χαίρω πολύ, έκανε τα πάντα πάνω στο παρκέ όπως καταλάβατε, οποιοσδήποτε σταρ της εποχής θα επωφελούταν στο έπακρο από το πλήρες πακέτο που εμφάνιζε, από τον Barkley και τον πρώιμο Shaq, μέχρι τους Sonics του Payton (υπήρχε και σενάριο ανταλλαγής με τον Shawn Kemp κάποτε). Το μπασκετικό ταίριασμα των δύο Ταύρων είναι γεγονός, όπως και ότι το άστρο του Jordan έδινε τη δυνατότητα στον Pippen να δουλεύει χωρίς την παράνοια που περιτριγύριζε το #23, όμως μέχρι εκεί. Έφτασε στη δική του κορυφή και οκ, εκείνη δεν ήταν αρκετά υψηλή ώστε να θεωρείται ο καλύτερος όλων των εποχών, αλλά είναι λίγο άσχημο να εξετάζουμε την -τεράστια- καριέρα ενός αθλητή καθαρά ως συμπληρωματική ενός μεγαλύτερου. Ο Pippen έπαιξε μαζί με τον Jordan και όχι απλά για να ‘’κουμπώσει’’ σε εκείνον, απλώς αποδέχθηκε τον ρόλο που θα βοηθούσε το σύνολο να κερδίσει. Οι νυχτερίδες και οι βοηθοί με την πράσινη στολή ταιριάζουν καλύτερα στα comics.
Τα σημεία εγωισμού
Ο ίδιος ο Pippen δήλωσε απογοητευμένος από το πώς τον παρουσιάζει η σειρά, κυρίως για τα δύο σκηνικά με τον Kukoc (Ολυμπιακοί ‘92, τελευταίο σουτ απέναντι στους Knicks), καθώς και για την επιλογή του να χάσει το ξεκίνημα της σεζόν ‘97-’98 ως αντίδραση στη μη αναπροσαρμογή του συμβολαίου του. Ο τρόπος που διαχειρίστηκε τις καταστάσεις μοιάζει λίγο άσχημος, έχει όμως ένα ενδιαφέρον να προσπαθήσει κανείς να μπει στα παπούτσια του για λίγο. Γιατί ναι, όσο καλός και αν είναι ο τύπος από την Κροατία, όσο ορθολογιστικές οι σκέψεις και κινήσεις του Jerry Krause, ο Pippen σε εκείνο το σημείο της καριέρας του ήταν ανάμεσα στους κορυφαίους. Είναι δύσκολο για έναν αθλητή που κερδίζει να ακούει ότι κάποιος άλλος είναι η ‘’επόμενη μέρα’’ στην ίδια του την ομάδα, όπως επίσης είναι δύσκολο να βλέπει την μπάλα να καταλήγει αλλού (στον Kukoc για την ακρίβεια) σε τελευταίο σουτ, με τον αγώνα στο νήμα, απέναντι στους Knicks και με τον Jordan να παίζει baseball.
Ήταν σωστή απόφαση να πάει η μπάλα εκεί; Μπασκετικά ναι, εκ του αποτελέσματος σίγουρα. Όμως εκείνο το σουτ ο Pippen ‘’το άξιζε’’, αν πάρουμε σα δεδομένο το πώς ήταν οι συνθήκες στα κρίσιμα σουτ την εποχή εκείνη. Η μπάλα στον παικταρά, η απόφαση δική του (και ακόμη το ίδιο ισχύει μάλλον, αλλά τέλος πάντων). Ίσως ο ‘’μπασκετικός εγωισμός’’ να μετρά μόνο αν σε λένε Michael Jordan, Kobe Bryant ή LeBron James. Τότε πάσο. Αν όχι, οι αντιδράσεις του Pippen, σωστές ή λάθος, ήταν απόρροια της καριέρας του ως εκείνο το σημείο και του τρόπου με τον οποίον το ίδιο το άθλημα έβγαζε τους ήρωές του.
*Τρεις προσωπικές σημειώσεις:
- Ήθελα και εγώ να βγει στο παρκέ, παρά το θόλωμα θα περίμενα να είναι μέσα τη στιγμή την αποφάσεων. Από την άλλη, δεν έχω υπάρξει mega-star σε φουλ ανταγωνιστικό επίπεδο, οπότε η άποψή μου πάει περίπατο.
- Χεστήκαμε για τα δακρύβρεχτο λόγο του Cartwright μετά το ματς και για το πώς ο Pippen πούλησε τους συμπαίκτες του, κάπου εκεί το Netflix drama χτύπησε κόκκινο.
- Σιγά το play εδώ που τα λέμε, όχι που ο Kukoc ήταν παιχτάρα και βρωμόχερο στα 2,11μ.
Όσον αφορά τη διαχείριση του τραυματισμού στον αστράγαλο, που ουσιαστικά ήταν το όπλο που (πίστευε ότι) είχε για να επαναδιαπραγματευτεί το συμβόλαιό του, δημιουργείται ξανά ένα ‘’τι θα έκανα εγώ στη θέση του’’ αίσθημα -παρ’ ότι κανένας μας ποτέ δεν έχει υπογράψει συμβόλαιο εργασίας για 7 χρόνια και 18 εκατομμύρια. Ο Pippen, σε μία προσπάθεια να εξασφαλίσει οικονομικά τα μέλη της οικογένειάς του υπέγραψε πολύ νωρίς (δύο χρόνια πριν τελειώσει το rookie συμβόλαιο), αποτυγχάνοντας να διαβάσει το πώς θα κινηθεί η αγορά τα επόμενα χρόνια και πώς μπορεί να εκμεταλλευτεί την αξία του (και γι’ αυτο, δυστυχώς ή ευτυχώς, οι ατζέντηδες παίζουν το ρόλο τους). Το λάθος είναι δικό του, οι Bulls ασφαλώς βολεύτηκαν από το κωμικά ελαφρύ συμβόλαιο και ο Reinsdorf, κατα δήλωση του ιδίου, δε δεχόταν αναπροσαρμογές, οπότε ίσως η επιλογή του να χάσει το πρώτο μέρος της σεζόν ήταν αφελής κίνηση, ή σε κάθε περίπτωση δεν ήταν μοχλός πίεσης.
Εντούτοις δεν είναι κάτι που μπορώ να δω από απόσταση, από ύψος. Αρκετοί από εμάς σε μία κατάσταση που αμοιβόμαστε χαμηλότερα από την προσφορά μας, μάλλον θα αναζητούσαμε έναν τρόπο για κάτι καλύτερο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως πιστεύω ότι ο Pippen πήρε τη σωστή απόφαση προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς στην τελική έβαλε και ένα ‘’βάρος’’ στη φήμη του. Το σίγουρα ενοχλητικό είναι πως το ντοκιμαντέρ επέλεξε να τοποθετήσει τον Jordan ως κριτή του εγωισμού του Pippen, ή όπως πολύ καλύτερα από εμένα έγραψε ο Giorgos B: ‘’Ενώ η απόφαση του Τζόρνταν να αφήσει τους Μπουλς για δύο ολόκληρα χρόνια τεκμηριώθηκε επαρκώς από την δική του οπτική, εκείνη του Πίπεν να αρνηθεί να υποβληθεί έγκαιρα σε εγχείρηση, πριν την έναρξη της περιόδου '97-98, τεκμηριώθηκε ... από τους άλλους’’.
Ο συμπαίκτης (και ο ηγέτης)
Τα παράπονα του Pippen για το πώς παρουσιάστηκε στη σειρά των Netflix/ESPN έχουν μία βάση, απλά η αλήθεια είναι πως, όπως συνηθίζουμε αρκετοί, εστίασε στα όσα ακούστηκαν με αρνητικό τόνο για εκείνον. Ο περισσότερος κόσμος ωστόσο, σε συζητήσεις και στα social media μίλησε για τον υποστηρικτικό συμπαίκτη, την οριακά αντίθετη περσόνα στη ‘’σκληράδα’’ του Jordan.
Πράγματι, παρουσιάστηκε με μία θετική ματιά όσον αφορά τη συμπεριφορά του απέναντι σε συμπαίκτες και συνεργάτες, αν και αυτό αποτυπώθηκε ακόμη καλύτερα στο πρόσφατο κείμενο του Zach Lowe στο ESPN όπου ανάμεσα στα υπόλοιπα, ο Kukoc επισήμανε πως ο Pippen τον βοήθησε από την πρώτη μέρα να ενταχθεί στο σύνολο, ενώ άλλοι συμπαίκτες τόνισαν πως κατάλαβαν/δικαιολόγησαν την ενόχληση του για το σουτ απέναντι στους Knicks (εντάξει, ο Lowe είναι καλύτερος στις ιστορίες και το ρεπορτάζ απ’ ότι οι Νετφλιξάδες, τι να γίνει τώρα).
Ο Pippen είχε για μένα το κατάλληλο μιξ, αυτή την ‘’ησυχία’’ στο πρόσωπο, που θα αντέξει τους διάφορους alpha dogs (συμπαίκτες και αντιπάλους), θα ταυτιστεί σε σημεία μαζί τους, παράλληλα όμως θα καταλάβει ότι δε γίνεται όλοι οι συνάδελφοι του να αποδίδουν σαν ψυχάκηδες εργασιομανείς στο 120%. Όλα αυτά ενώ ο ίδιος δούλευε συνεχώς για να βελτιώσει το παιχνίδι του. Ιδανικός συμπαίκτης για να έχεις δίπλα σου και στην τελική μία διαφορετική μορφή ηγεσίας από αυτή που συνηθίζεται. Ήταν στις δυναμικές παρουσίες της δυναστείας των Bulls, ακόμη και στο ρόλο του μπροστάρη είχε μία πολύ δυνατή σεζόν το ‘93-’94, η οποία και στο ντοκιμαντέρ παρουσιάστηκε ως φυσιολογική απελευθέρωση από τη ζόρικη διαδικασία του πρώτου three peat (και στην οποία παρεμπιπτόντως συγκαταλέχθηκε στην All-Nba First Team και All-Defensive First Team), ενώ και αργότερα στην καριέρα του, με περιορισμένο μπασκετικό ρόλο -μα ως ‘’vocal leader’’- οδήγησε τους Blazers στο όριο του να αποκλείσουν τους Lakers των Kobe-Shaq, συμμετέχοντας σε μία από τις πιο συμπαθείς ομάδες που έχουν εμφανιστεί τα τελευταία 20κατι χρόνια.
Σε ένα άθλημα που η επιτυχία σε μεγάλο βαθμό κρίνεται από τον κόσμο με βάση τους πόσους τίτλους κατέκτησε ο εκάστοτε αθλητής (μόνος του προφανώς, ο leader είναι ένας και κερδίζει εκείνος, πλαισιωμένος από 14 κώνους) ο Pippen έχει μεν το σεβασμό για την παρουσία του σε έξι πρωταθλήματα με τους Bulls, όμως κουβαλάει πάνω του μία μόνιμη ταμπέλα του #2. Δε βαριέσαι, τουλάχιστον το δικό του #2 είναι από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία στη μπασκετική κουλτούρα.
Γυρίζοντας στο κείμενο του Zach Lowe, o B.J Armstrong σχολιάζει πως ‘’O Pippen ήταν ο συνδετικός κρίκος στα πάντα. Ήμασταν καλοί, αλλά με τον Scottie γίναμε σπουδαίοι. Δεν μπορείς να αγαπάς το μπάσκετ και να μη λατρεύεις τον τρόπο που έπαιζε’’. Προσωπικά θα έπαιζα με αυτόν τον τύπο και οι δέκα ώρες του The Last Dance μου το επιβεβαίωσαν. Και ό,τι κερδίζαμε.