Ναι οκ, είναι μία επιθετική συγκομιδή που είχε καιρό να πιάσει (συγκεκριμένα από τη σεζόν 2016-17 με τους Raptors, όταν και είχε 27,3π ανα αγώνα) και σε συνδυασμό με τις νίκες του Chicago, δημιουργείται η εντύπωση πως ξύπνησε μέσα του το τοπ επίπεδο ξανά. Τι πραγματικά συνέβαινε ωστόσο στο πρόσφατο παρελθόν;
- 21,2 πόντοι με 48 fg% - 6,2 ασίστ και 27,7 AST%, κορυφή δημιουργικά ανάμεσα στα φτερά της λίγκας, σύμφωνα με το Cleaning The Glass
- 22,1 πόντοι με 53 fg% - 5,6 ασίστ και 26,0 AST%, κορυφή ανάμεσα στους φόργουορντ της λίγκας (το San Antonio άρχισε να τον χρησιμοποιεί ψηλότερα, σε σχήμα 4-1)
- 21,6 πόντοι με 50 fg% - 6,9 ασίστ και 31,0 AST%, ξανά τοπ ανάμεσα στους φόργουορντ της λίγκας
Αυτή ήταν η τριετία του στο San Antonio, εκεί που βρέθηκε μετά την ανταλλαγή από τους Raptors για τον Kawhi Leonard. Μιλάμε για νούμερα all-star, που φανερώνουν αθλητή με μεγάλη βελτίωση στις επιλογές και στη δημιουργία σκορ (είτε προσωπικού, είτε για τους συμπαίκτες του), όπως όμως μπορείτε να φανταστείτε ο DeRozan δεν έδωσε παρουσία σε οποιοδήποτε all-star τριήμερο εκείνων των ετών. Η εικόνα του περισσότερου κόσμου, μέχρι τη φετινή σεζόν στο Chicago, επηρεάστηκε κατά την άποψή μου από τρία πράγματα:
1. Τις ήττες με τους Raptors στα playoffs, οι οποίες υπερ-τονίστηκαν, καθώς εκείνος -όπως και όλοι στην ανατολική περιφέρεια- βρήκε στον τοίχο που λέγεται LeBron James. Μετά την ήττα στον πρώτο γύρο από τους Νets στα playoffs του 2014 (για όσους θυμούνται, με την τάπα του Pierce σε drive του Lowry στα τελευταία δευτερόλεπτα του game-7) και την κακή σειρά με τους Wizards ακριβώς την επόμενη σεζόν, οι Raptors των DeRozan-Lowry έφτασαν στους τελικούς περιφέρειας της Ανατολής το 2016, μετά από μία σεζόν που τους βρήκε στη δεύτερη θέση της περιφέρειας.
Εκεί ‘’έγραψε’’ LeBron και 4-2. Δύο νίκες απέναντι στο σύνολο που γύρισε την επική σειρά με τους Warriors από το 3-1, ίσως ήταν και πολλές. 4-0 το ‘17 στο δεύτερο γύρο, ακριβώς το ίδιο το ‘18. Οι Raptors -σωστά, εκ του αποτελέσματος- έψαξαν την ανταλλαγή για τον Kawhi Leonard και κατέκτησαν το πρωτάθλημα, στην πρώτη σεζόν του James μακριά από την Ανατολή. Η στάμπα για τα προηγούμενα ωστόσο τοποθετήθηκε επάνω στον DeMar, νομίζω περισσότερο επειδή ήταν εκεί και λιγότερο επειδή την άξιζε, λες και κέρδισε κάποιος τον LeBron στην περιφέρεια την περίοδο 2011-18 (οκτώ σερί σεζόν νικητής στην Ανατολή και παρουσία σε τελικούς) και το πρόβλημα ήταν το Toronto και ο DeRozan.
2. Το συνολικότερο θάψιμο του mid-range παιχνιδιού, σε συνδυασμό με την έκρηξη του διπόλου ‘’τρίποντο & ζωγραφιστό’’ που ζήσαμε τα προηγούμενα χρόνια, κυρίως στην πενταετία της δυναστείας των Warriors. Θάψιμο που κρύφτηκε πίσω από την ‘’ασπίδα’’ των advanced statistics, τα οποία ωστόσο ουδέποτε από μόνα τους (ή μέσω των ανθρώπων που πράγματι τα αξιοποιούν) υπέδειξαν με απόλυτη αυστηρότητα τη μέση απόσταση ως ‘’λάβα’’, χώρο δηλαδή που πρέπει οι αθλητές να αποφεύγουν πάση θυσία, ανεξάρτητα των ικανοτήτων τους και των συνθηκών του αγώνα. Αντιθέτως, είναι τα σημεία που οι σταρ βρισκουν την -απαραίτητη- μοναξιά όταν το γήπεδο ανοίγει, ή όταν τα τελευταία κλειστά λεπτά ενός ντέρμπι, υποδεικνύουν στον παικταρά του κάθε συνόλου να ‘’πάρει την μπάλα, να απομονωθεί και να φτιάξει σκορ’’. Δεν συμβαίνει μόνο με τον DeRozan, ο οποίος πράγματι στηρίζει το μεγαλύτερο μέρος του επιθετικού ‘’χορού’’ του στο mid-range, αλλά με κάθε σουπερσταρ της λίγκας, ψηλό ή κοντό, που δεν ονομάζεται Steph Curry ή Damian Lillard. Για αρκετά μεγάλη περίοδο ο DeRozan και μερικοί ακόμη, βλέπε Carmelo Anthony, έμοιαζαν η επιτομή του ξεπερασμένου παιχνιδιού, που αντιστέκεται στην εξέλιξη. Πλέον σε κάθε σχολιασμό νεαρού παίκτη που κάνει το ξεπέταγμά του, ακούει κανείς για επιπρόσθετες εκτελέσεις στο mid-range, που θα ξεκλειδώσουν ακόμη περισσότερο το επιθετικό ταλέντο. Οι Trae Young και Devin Booker για παράδειγμα (που οι ομάδες τους βρέθηκαν πέρυσι σε τελικούς Ανατολής και τελικούς ΝΒΑ αντίστοιχα) βρίσκουν πάνω από 50% των εκτελέσεών τους σε θέσεις μέσης απόστασης.
Σημεία των καιρών θα πω εγώ. Δεν έγινε ξαφνικά το mid-range η εκτελεστική όαση, ούτε υπήρξε ποτέ η κακοποίηση του σύγχρονου μπάσκετ. Απλά η έκρηξη που -δίκαια- έφεραν οι Warriors μεταφράστηκε απόλυτα και μονόπαντα από τον κόσμο (δυστυχώς είχε και αρκετά κακά αντίγραφα), ενώ αυτό που υποδείκνυε ήταν πως ‘’βρες τις δυναμικές των παικτών σου και φτιάξε ένα πετυχημένο μοντέλο, που τις αξιοποιεί σε βαθμό αηδίας’’. Παρεμπιπτόντως, μήπως θυμάστε από που εκτελούσε ο Kevin Durant, ως μέλος των Warriors, σε τελικούς περιφέρειας απέναντι στους Rockets, όταν ο χρόνος μετρούσε διπλά;
3. Το post-Duncan era του San Antonio, που δεν είναι Chicago, με φανέλες με ταύρους και τραγούδι εισόδου στο γήπεδο πυρωμένο στον εγκέφαλο κάθε μπασκετικού φαν. Με απλά λόγια, ελάχιστοι τον έβλεπαν με συνέπεια, παρ’ ότι εκείνος ήταν ο βασικός λόγος που πέρυσι διεκδίκησαν την παρουσία στην postseason, μέσω των play-ins, ή που πέτυχαν την είσοδο στα playoffs την πρώτη του σεζόν εκεί (2018-19) και πήγαν σε game-7 τους (ακόμη άγουρους, αλλά δεύτερους στη regular season με ρεκόρ 54-28) Denver Nuggets του Nikola Jokic.
Ο DeRozan βρέθηκε σε μία μεταβατική περίοδο στους Spurs, που ουσιαστικά είχαν σταματήσει από το 2016 να είναι υπολογίσιμοι διεκδικητές του τίτλου, με τον ίδιο να προσπαθεί να κρατήσει μία ισορροπία ανάμεσα στο δικό του παιχνίδι -κάτι που κατάφερε, όπως δείχνουν και οι αριθμοί παραπάνω- και στην εξέλιξη των νεαρών Dejounte Murray, Derrick White, Lonnie Walker, Keldon Johnson, στους οποίους λειτουργούσε ως veteran μέντορας, με ό,τι σήμαινε αυτό. Επί της ουσίας, με τη λογική του franchise να κοιτά στους παίκτες που θα βρίσκονται στο San Antonio και την επόμενη μέρα, περισσότερες ευθύνες με την μπάλα στα χέρια τοποθετήθηκαν σε εκείνους, ήρθαν αρκετές ήττες στη διάρκεια της σεζόν, ενώ τα σχήματα με πολλούς ball-initiators ταυτόχρονα στο παρκέ έμοιαζαν περισσότερο με talent show, παρά με ομάδα με σωστούς μοιρασμένους ρόλους που ψάχνει την άμεση επιτυχία. Οι Spurs έπραξαν σωστά, κάποια στιγμή μέσα στα χρόνια είδαμε και ψήγματα όμορφου μπάσκετ, όμως το timeline τους δεν κολλούσε με εκείνο του DeRozan, ο οποίος κάπου σ’ αυτή την πορεία τοποθετήθηκε στη συλλογική λήθη, σε μία λίγκα που δημιουργεί συνεχώς καινούργιους ήρωες.
Είναι οριακά παράδοξο, όμως η αναγνώριση και η ‘’αναγέννηση’’ στα μάτια των περισσότερων, έρχεται τη χρονιά που ο DeMar αφήνει -λίγο- πίσω την εξαιρετική δημιουργία για τους υπόλοιπους (3,6 ασίστ με 19 AST%, σύμφωνα πάντα με το Cleaning The Glass), λόγω και της παρουσίας των Lonzo Ball και Zach LaVine, συνεχίζοντας παράλληλα να σουτάρει από τα αγαπημένα του σημεία στο παρκέ με 65% συχνότητα και 48% ευστοχία, πάνω κάτω δηλαδή στους μέσους όρους που είχε στο σύνολο της καριέρας του. Oι πραγματικές αλλαγές, δηλαδή το 39% στο τρίποντο (σε περίπου 3 προσπάθειες ανα αγώνα) για πρώτη φορά στην καριέρα του, ή η θετική επιρροή στην άμυνα, με -15,9 πόντους ανα 100 κατοχές για τον αντίπαλο, όταν εκείνος βρίσκεται στο παρκέ, πιστώνονται περισσότερο στον Billy Donovan, ως credit για την μέχρι τώρα άψογη διαχείριση των Bulls. Ο προπονητής του Chicago έχει καταφέρει να στήσει μία τοπ-10 άμυνα παρά τις προσωπικές αδυναμίες της τριάδας LaVine-DeRozan-Vucevic, ενώ πολύ έξυπνα φαίνεται να έχει ‘’ψήσει’’ τον DeMar να εκτελεί τα γωνιακά τρίποντα, όταν εκείνος αποτελεί μέρος του ‘’απλώματος’’ του γηπέδου και κεντρικά κινείται ο LaVine -κυρίως- ή ο Vucevic ως ψηλός-δημιουργός.
Καταλαβαίνω απόλυτα, και εγώ ψήνομαι περισσότερο με τους Bulls ως franchise, κάθονται πιο γλυκά στο μάτι, σχεδόν τριάντα χρόνια τώρα. Mε τις κόκκινες και τις λευκές φανέλες τους, το United Center πλέον γεμάτο, μία κινούμενη μπασκετική διαφήμιση στην αναζήτηση ενός all-star αθλητή που θα τους τραβήξει δύο βήματα παρακάτω.
O DeRozan πάντως ήταν ήδη εκεί.