Λίγες μέρες αφού ολοκληρώθηκε το “Last Dance”, ο Γιώργος ανέφερε σε μια πριβέ συνομιλία εδώ στο Basketball Guru πως ο χαρακτήρας του Scottie Pippen και η ρευστότητα που κατέχει - όπως παρουσιάζεται στο documentary - είναι ευκαιρία για να γραφτεί ένα άρθρο. Μεταξύ των απαντήσεων που έλαβε, ήταν και η δικιά μου, στην οποία ανέφερα πως όταν δω και τα 10 επεισόδια θα δω τι μπορώ να γράψω. Αυτό που είδα, ωστόσο, το ενδιαφέρον μου δεν στάθηκε στον Pippen. Δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός, αλλωστε, με τον 54χρονο πλέον Pip.
Το ενδιαφέρον, λοιπόν, επικεντρώθηκε αλλού και σε αντίθεση με την πλειονότητα του κόσμου, δεν ήταν ούτε πάνω στον Jordan. Λίγο - πολύ γνωρίζαμε, όσοι παρακολουθήσαμε τα ‘90s και παρακολουθούμε τα του NBA έκτοτε, ό,τι ακριβώς παρουσιάστηκε σε αυτό το documentary για τον MJ. Πως είναι ένας τεράστιος αθλητής, ένας εκ των κορυφαίων στην ιστορία του αθλήματος και σαφώς αυτός που στη δεκαετία του ‘90 έβαλε το NBA στον παγκόσμιο χάρτη. Πέραν όλων αυτών όμως, απέδειξε πως είναι ένας άνθρωπος που στα 57 του δεν φαίνεται να έχει την επιθυμία (ή την δυνατότητα) να ξεπεράσει τις δοξασμένες μέρες των ‘90s. Παράλληλα, μας εμφανίζεται ως ένας τύπος που είναι άρρωστος με τον ανταγωνισμό, ενώ δεν χάνει την ευκαιρία να τραμπουκίζει τους γύρω του στο όνομα αυτού, ώστε να τους κάνει καλύτερους. Ο Jerry Krause όχι μόνο δεν έκανε πίσω στους τραμπουκισμούς του Jordan, αλλά μπήκε σε μια τεράστια κόντρα με τον “βασιλικότερο του βασιλέως”, μέσω δηλώσεων. Και αυτό τελικά, ήταν που του κόστισε, τόσο σε προσωπικό επίπεδο, όσο και στο πώς τον έβλεπαν οι φίλοι των Bulls και του μπάσκετ.
Η διαδρομή του Little Guy
Για να γίνει κατανοητός, ως ένα βαθμό, ο χαρακτήρας αλλά και η ψυχοσύνθεση του Krause θα πρέπει να πάμε αρκετά πίσω και πιο συγκεκριμένα στα σχολικά του χρόνια. Εκεί, όπου ως το μοναχοπαίδι της οικογένειας Karbofksy (αυτό ήταν το επίθετο του πατέρα του, ο οποίος το άλλαξε σε Krause, ώστε να μην μάθουν οι γονείς του πως είναι ερασιτέχνης μποξέρ), έμαθε από πολύ νωρίς πως το να είσαι Εβραίος είναι αφορμή για κάθε είδους ρατσιστικά σχόλια. Ο πατέρας βίωνε τον αντισημιτισμό στην περιοχή του Norwood Park του Chicago, όπου αποφάσισε να ανοίξει ένα κατάστημα παπουτσιών, ενώ ο γιος τον βίωνε στο σχολείο, όπου το σύνολο των μαθητών εβραϊκής καταγωγής έφτανε το ένα παιδί. Ναι, σωστά καταλάβατε, ο Krause ήταν ο μόνος Εβραίος μαθητής στο σχολείο του. Επιπλέον, όπως μπορείτε να φανταστείτε από τις εικόνες που είδατε στο ντοκιμαντέρ, ο νεαρός Krause δεν ήταν και το πιο δημοφιλές παιδί στο σχολείο του. Η σωματική του διάπλαση, βλέπετε, δεν τον βοηθούσε.
Μέσα στο όλο βιτριολικό περιβάλλον που του “δημιουργούσε” η καταγωγή του, επειδή οι συμμαθητές του (με την όλη εξίσωση να ξεκινάει από τους γονείς) ήταν ηλίθιοι, είχε να αντιμετωπίσει και τους υπόλοιπους τραμπούκους του σχολείου, οι οποίοι τον προσέβαλαν συνεχώς για το ότι ήταν κοντός και παχύς. Από το σχολικό του περιβάλλον, μόνο ο Dick Peterson (συμμαθητής του) του στάθηκε και τον υπερασπίστηκε, κάτι που ο Jerry δεν το ξέχασε ποτέ, όπως θα δείτε και παρακάτω. Το γεγονός λοιπόν πως οι περισσότεροι τον χλεύαζαν, τον ανάγκασε να κλειστεί περισσότερο στον εαυτό του, να μετατραπεί σε έναν “περίεργο τύπο”, όσον αφορά την κοινωνικότητα και να αναζητά όσο το δυνατόν περισσότερο κάποια αναγνώριση για οτιδήποτε έκανε. Ποιος μπορεί να τον αδικήσει γι’ αυτό; Μπορεί κανείς να υποστηρίξει με σιγουριά πως δεν θα έκανε το ίδιο; Μάλλον όχι.
Τα ψυχολογικά πλήγματα, άλλωστε, ειδικά στις παιδικές ηλικίες, είναι στοιχείο που μπορεί να σημαδέψει τον κάθε άνθρωπο μέχρι τα βαθιά γεράματα της ζωής του και να ορίσει την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα του. Αυτά, δεν τα λέει ο γραφών, αλλά πλήθος ψυχολόγων και παιδοψυχολόγων. Και ενώ είναι ξεκάθαρο πως αρκετοί θα είχαν καταβληθεί από μια τέτοια δοκιμασία, ο “little guy” βρήκε εκείνους τους διακόπτες στο κεφάλι του - σε συνδυασμό με τη σκληρή δουλειά - που θα του επέτρεπαν να μεγαλώσει το status του, ξεκινώντας από το baseball και καταλήγοντας στο μπάσκετ.
Διαβάζοντας προσεκτικά τις πηγές που παρατίθενται στο τέλος του κειμένου, το συμπέρασμα για τον Krause είναι το εξής: Κανείς δεν δούλευε πιο σκληρά από εκείνον. Αν υπάρχει κάποιος ορισμός που λέει ένα underdog πετυχαίνει μόνο με την σκληρή δουλειά, τότε ο Krause φωτογραφίζει απόλυτα τον ορισμό αυτό. Η ικανότητά του δε, να ανακαλύπτει ταλέντα, ήταν απαράμιλλη και δεν συγκρινόταν με κανέναν. Το αξιοσημείωτο; Οι έρευνες παικτών που έκανε, αποτελούσαν τρόπον τινά έναν φόρο τιμής προς τον “little guy”.
Για να μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ πως παρακολουθούσε αποκλειστικά παίκτες που δεν τους ήξερε πολύς κόσμος. Ίσως στο μυαλό του δούλευε κάποιος μηχανισμός που του έλεγε πως μπορεί να ταυτιστεί με το εκάστοτε underdog, κάτι που ενδεχομένως να τον έκανε να νιώθει άνετα από όλες τις ανασφάλειες που του είχε δημιουργήσει η παιδική του ηλικία. Ίσως και όχι. Σε κάθε περίπτωση, ως ένας άνθρωπος που γνώρισε ρατσισμό και καταπίεση, πίστευε ήταν πως αν ο οποιοσδήποτε “little guy” πάρει μια ευκαιρία, μπορεί να κάνει θαύματα. Στην περίπτωση αυτή, πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από αυτό του Pippen δεν υπάρχει. Κανείς δεν υπολόγιζε το πανεπιστήμιο του Central Arkansas ως κάποιο top πρόγραμμά, κάτι που ίσχυε και για την περίπτωση του “Pip”.
Παρ’όλα αυτά, η πίστη του σε αυτόν ήταν τόσο μεγάλη που το βράδυ του draft, που όχι μόνο έδωσε στους Supersonics τον Olden Polynice (τον επέλεξαν οι Bulls στο #8 του ίδιου draft) για να τον αποκτήσει, αλλά και ένα pick β’ γύρου είτε για το 1988, είτε για το 1989, αλλά και την δυνατότητα να ανταλλάξουν το πρώτο το πρώτο pick για το 1989. Για τον άσημο και άγνωστο Pippen, τα παραπάνω φάνταζαν θανατική καταδίκη για έναν General Manager.
Ας μείνουμε όμως στο προκείμενο. Ο Krause, μέσα από την διαδικασία της απομόνωσης, έβαλε πολύ ψηλά στην ιεραρχία του την αφοσίωση και την βοήθεια προς τον “αδύναμο”. Η περίπτωση του Peterson, που αναφέρθηκε παραπάνω, είναι μία από αυτές, καθώς όταν ο Krause πήγε να φοιτήσει στο πανεπιστήμιο του Bradley, έπεισε τον προπονητή της ομάδας μπάσκετ Chuck Orsborn να δώσει υποτροφία στον πρώην συμμαθητή του για να παίξει μπάσκετ στους Braves.
Αυτή πρέπει να ήταν, επί της ουσίας, και η πρώτη του κίνηση σαν “manager”, αν και δεν έπεσε στην αντίληψη του γράφοντος κάποιο δημοσίευμα που να επιβεβαιώνει κάτι τέτοιο. Μετά την αποφοίτησή του από το Bradley και για 24 χρόνια, ο Krause εργάστηκε ως scout, τόσο στο baseball όσο και στο μπάσκετ, περνώντας από τους Cleveland Indians, Oakland Athletics, Seattle Mariners, Chicago White Sox στο MLB και τους Baltimore Bullets, Phoenix Suns, Los Angeles Lakers και Chicago Bulls στο NBA. Δεν ήταν λίγες οι φορές μάλιστα που δούλευε και για τα δύο αθλήματα ταυτόχρονα, κάτι που τον έκανε τον μοναδικό άνθρωπο που κατάφερνε κάτι τέτοιο στην ιστορία των δύο λιγκών.
“I wasn’t hiring somebody to win a personality contest”
Πριν ο Reinsdorf προχωρήσει στην πρόσληψη του Krause, είχε ακούσει την άποψη αρκετών εκ των συμβούλων του, αλλά και άλλων GMs της λίγκας, με την πλειονότητα να του λέει το ίδιο πράγμα: Να μείνει μακριά από τον συνονόματό του. Δεν ήταν κοινωνικός, δεν θα είχε την συμπάθεια των παικτών, “δεν”,” δεν”, “δεν”... Ωστόσο, ο Reinsdorf, όντας ψυχρός επιχειρηματίας δεν άκουσε κανέναν και είδε στα μάτια του Krause τη δίψα για διάκριση και την φιλοδοξία να συνδέσει το όνομά του με επιτυχίες. Γι’ αυτό αψήφησε τις συμβουλές που του έδωσαν, δίνοντας τα κλειδιά της ομάδας στον “περίεργο” αυτό τύπο.
Όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, η κίνηση αυτή θα άλλαζε την ιστορία των Bulls. Φυσικά, τα πάντα ξεκινούσαν έναν χρόνο πριν, το 1984, όταν ο προκάτοχος του Krause, Rod Thorne επέλεγε τον Jordan στο #3 του draft, αλλά το supporting cast του μετέπειτα τεράστιου παίκτη δεν ήταν και το καλύτερο δυνατό. Συγκεκριμένα, πλην του Jordan, o Krause ήθελε να διώξει τους πάντες. Θα έπρεπε πρώτα όμως να ξεκινήσει από πολύ πιο βασικά πράγματα, δηλαδή την κατάσταση στον πάγκο. Τότε, προπονητής των Bulls ήταν ο Kevin Loughery, ο οποίος δεν είχε δείξει κάτι το σπουδαίο στα δύο του χρόνια που έμεινε εκεί. Ο Krause τον απέλυσε, αλλά η πρώτη πρόσληψη που έκανε δεν ήταν εκείνη του αντικαταστάτη του Loughery.
Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ‘60, ο Krause είχε βρεθεί στο Kansas State, πιθανότατα για να παρακολουθήσει κάποιον ή κάποιους από τους παίκτες που αγωνίζονταν εκεί. Προπονητής των Wildcats τότε ήταν ο Morice Fredrick Winter, που θα έμενε στην ιστορία με το όνομα “Tex”. Οι δύο άντρες ανέπτυξαν μια καλή σχέση από τότε, με τον Krause να παρακολουθεί την πορεία του Winter κατά σειρά σε Kansas, Washington, Houston, Northwestern και Long Beach, μέχρι να του δώσει την δουλειά του βοηθού προπονητή στους Bulls. Ο Krause θεωρούσε την πρόσληψη του Winter ως μία από τις πιο σημαντικές της καριέρας του - αν όχι την πιο σημαντική - καθώς αναφερόταν σε αυτόν ως “το καλύτερο προπονητικό μυαλό της χώρας, όσον αφορά την επίθεση”. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε, πως ο Winter ήταν εκείνος που εφηύρε την περίφημη “τριγωνική επίθεση” (από την εποχή που βρισκόταν στο Kansas State ακόμα), η οποία έδωσε στους Bulls ένα σημαντικό πλεονέκτημα έναντι των αντίπαλων αμυνών. Eπί της ουσίας, η επίθεση αυτή, με τις αμέτρητες παραλλαγές της, θα “ξεκλείδωνε” το επιθετικό ταλέντο του Pippen, θέτοντας για πρώτη φορά την θέση του “Point Forward” ως έναν legit όρο, στις μέχρι τότε αυστηρές πέντε θέσεις που υπήρχαν.
Ωστόσο η εποχή της τριγωνικής επίθεσης χρειάστηκε να περάσει από 40 κύματα, μέχρι να βρει την εφαρμογή της. Ο Loughery έβλεπε την επίθεση αυτή ως κάτι που δεν εφαρμόζεται και ο Doug Collins που τον αντικατέστησε, ήθελε απλά να δίνει την μπάλα στον Jordan. Μάλιστα, όπως έγινε γνωστό και στο “Last Dance”, ο Collins ενοχλήθηκε σε τέτοιο βαθμό από την πίεση του Winter για να εφαρμόσει την επίθεσή του, που τον απέβαλε από τον πάγκο.
Παράλληλα, ο Winter, βλέποντας την συμπεριφορά αυτή αποφάσισε να πάρει ρόλο παρατηρητή στις προπονήσεις των Bulls και να κρατάει σημειώσεις που ουσιαστικά βοηθούσαν ακόμα περισσότερο το επιχείρημά του για την δοκιμή και τη μετ’ έπειται υπεροχή αυτής της επίθεσης. Η όλη διαφωνία μεταξύ των Collins και Winter, ήταν κάτι που δεν άρεσε καθόλου στον Krause, ο οποίος γνώριζε πολύ καλά τι ρόλο μπορούσε να διαδραματίσει ο δεύτερος και οι ιδέες του στους Bulls. Γι’ αυτό, κατά τη διάρκεια των προπονήσεων έστειλε δίπλά στον “εξωστρακισμένο” Winter, έναν άλλο βοηθό του Collins, τον Phil Jackson, τον οποίο ο Krause είχε προσλάβει το 1987. Έτσι, σιγά - σιγά, σε μια γωνία του προπονητηρίου των Bulls έπαιρνε σάρκα και οστά ένα από τα καλύτερα προπονητικά δίδυμα που είδε ποτέ το NBA, το οποίο θα παρουσίαζε μία από τις πιο “φονικές” επιθέσεις στην ιστορία του μπάσκετ.
Ο Krause ήξερε πως το συγκεκριμένο δίδυμο είναι το μέλλον των Bulls, καθώς και εκείνο που θα οδηγούσε την ομάδα στην κορυφή. Για να δημιουργηθεί όμως αυτό το δίδυμο και στην πράξη, ο Krause έπρεπε να πάρει σκληρές αποφάσεις, κάτι το οποίο δεν πήγαινε κόντρα στην φύση του. Ο ρεαλισμός που επέδειξε, ο οποίος συνοδευόταν από ψυχρές επιλογές κατά την διάρκεια της καριέρας του, καταδεικνύουν ακριβώς αυτό. Έτσι, ενώ η ομάδα σημείωνε σημαντική πρόοδο κάτω από τις οδηγίες του Collins, o Krause πήρε την απόφαση να τον απολύσει το καλοκαίρι του 1989, λίγο καιρό αφού είχε οδηγήσει τους Bulls στους τελικούς της Ανατολής για πρώτη φορά μετά το 1974.
Η απόφαση αυτή δεν έφερε τον Krause σε ρήξη μόνο με τον κόσμο της πόλης, καθώς ο Collins ήταν ιδιαίτερα αγαπητός, αλλά και με τον ίδιο τον Jordan, ο οποίος έβλεπε να απομακρύνεται ο άνθρωπος που του έδωσε - σχεδόν αποκλειστικά - την μπάλα στα χέρια. Η ιστορία, πάντως, δικαίωσε τον Krause.
Η ρήξη πάντως των δύο δεν ξεκινούσε από εκεί, έχοντας σημαντικές ρίζες κάπως νωρίτερα, το 1985, όταν ο Jordan έσπασε το πόδι του, τραυματισμός που τον ανάγκασε να χάσει 64 παιχνίδια από την σεζόν 1985-86. Στο ήδη ανταγωνιστικό μυαλό του “Air” το να χάσει τόσα πολλά παιχνίδια ισοδυναμούσε με θάνατο. Ωστόσο, η οδηγία του Krause, αλλά και του Reinsdorf, προς τους γιατρούς της ομάδας ήταν σαφής: Αν ο παίκτης δεν είναι έτοιμος στο 100%, δεν παίζει. Ωστόσο, ο MJ, κράτησε την κακία του μόνο προς τον Krause.
Photo: Fred Jewell, Associated Press
Μία ακόμα ψυχρή κίνηση, η οποία χαρακτήρισε την εποχή Krause και έβαλε σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό τη σχέση του με τον Jordan στον πάγο, ήταν η ανταλλαγή του Charles Oakley στους Knicks, ώστε να αποκτηθεί ο Bill Cartwright. Ο Cartwright δεν ήταν και ο καλύτερος ψηλός της εποχής, αλλά δεν έπαυε να είναι ένας εργάτης, ο οποίος θα έδινε όγκο στην front line των Bulls και θα απασχολούσε τους αντίπαλους centers. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε, πως το NBA τότε ήταν κατεξοχήν μια “Big Men League”. Το πρόβλημα στην όλη αυτή ανταλλαγή ήταν πως ο Oakley ήταν (και παραμένει ακόμα) από τους πολύ καλούς φίλους του Jordan. Και πάλι πάντως, η κίνηση του Krause τον δικαίωσε, μιας και η παρουσία του Cartwright ταίριαξε πολύ καλύτερα από εκείνη του “Oak” στους Bulls. Οι κατακτήσεις των τριών συνεχόμενων πρωταθλημάτων άλλωστε, με μπροστάρη τον Jordan και τον Pippen να ακολουθεί, αποδεικνύει τρανά πως ο GM ίσως να γνωρίσει κάτι καλύτερα από τον οποιονδήποτε. Και ο Krause γνώριζε καλύτερα από τον οποιονδήποτε.
Ανταγωνισμός, τραμπουκισμός και άκομψες προσεγγίσεις
Σε ένα ντοκιμαντέρ στο οποίο γίνεται σαφής η ανταγωνιστική φύση του Jordan, η όλη του κόντρα με τον Krause είναι κάτι το οποίο δεν γίνεται αντιληπτό - τουλάχιστον προς τον γράφοντα. Κάθε φορά που ο Krause έλεγε κάτι, ο MJ το “έπαιρνε προσωπικά” και ένιωθε πως έπρεπε να παίξει και ενάντια στον GM του. Είτε ο λόγος ήταν ο Toni Kukoc, για τον οποίο ο Krause εκφραζόταν με τα καλύτερα λόγια, είτε για τον Dan Majerle και τις εξαιρετικές αμυντικές του επιδόσεις, είτε για την ανταλλαγή του Oakley, είτε για την απόλυση Collins, είτε για το γεγονός ότι ο Jordan έπρεπε να μείνει εκτός αγωνιστικής δράσης για να μην υποτροπιάσει το σπασμένο του πόδι. Αναμφίβολα, ο Krause υπέπεσε σε λάθη, με το σημαντικότερο αυτών να του χρεώνεται ως ο εντελώς άκομψος τρόπος με τον οποίο ήθελε να διαλύσει την ομάδα των Bulls μετά το 1998 και να προχωρήσει στο rebuild της.
Ωστόσο, προσπερνώντας τον άκομψο τρόπο, το μήνυμα προς κάθε εγωπαθή μαλάκα ήταν σαφές: “Ο οργανισμός των Bulls θα συνεχίζει να υπάρχει και μετά την φυγή των παικτών και του προπονητή και υπεύθυνος είμαι εγώ”. Oι Bulls δεν είχαν την δυνατότητα να πληρώσουν εκ νέου τους ίδιους παίκτες και μετά το 1998, συνεπώς ήταν δουλειά του GM να βρει τρόπο να ξεκινήσει το rebuild. Ήταν λάθος που ο Krause ήθελε να διώξει τον Jackson; Μάλλον ναι, αλλά ποιος εγγυάται πως ο “Zen” ήθελε να μείνει ώστε να κάνει αυτός το rebuild; Ήταν λάθος η μη προσαρμογή συμβολαίου του Pippen σε υψηλότερα κλιμάκια μισθών; Ναι, αλλά ας μην ξεχνάμε πως πριν την υπογραφή του επταετούς συμβολαίου του έναντι $18 εκατ., ο ίδιος ο Reinsdorf επέμεινε προς την πλευρά του παίκτη πως πρόκειται για μια κακή συμφωνία. Ήταν λάθος που o Krause ήθελε να ανταλλάξει τον Pippen πριν την έναρξη της σεζόν 1997-98; Όσον αφορά την συναισθηματική πλευρά του θέματος, ναι.
Στην καθ’ όλα ψυχρή πλευρά του αθλήματος σαφώς και όχι. Ο Pippen συμπλήρωνε το 32ο έτος της ηλικίας του και έμπαινε στο 33ο, κάτι που σημαίνει πως ήταν μια καλή ευκαιρία για τους Bulls να πάρουν εξαιρετικά ανταλλάγματα για τον καλύτερο all-around παίκτη της εποχής. Επιπλέον, ένας ακόμα σημαντικός λόγος που ο Krause ήθελε να ανταλλάξει τον Pippen ήταν το πρόβλημα που αναδείχθηκε στη μέση του παίκτη στους τελικούς του 1998 και ήταν κάτι που γνώριζαν οι Bulls ήδη ένα χρόνο πριν, με τον μυστικοπαθή Krause να κάνει εξαιρετική δουλειά στο να μη διαρρεύσει τίποτα. Αναμφίβολα, οι προαναφερθείσες συνθήκες θα ανάγκαζαν οποιονδήποτε GM να λειτουργήσει με την λογική της “μεγιστοποιημένης αξίας”, που τότε κατείχε ο Pippen, τεστάροντας την αγορά γι’ αυτόν. Ωστόσο, η χρονιά πέρασε, ο Pippen καθυστέρησε ηθελημένα όσο μπορούσε την επιστροφή του στο παρκέ, μετά την εγχείρηση στον αστράγαλό του, κάτι που σαφώς και επηρέασε την αξία του. Τελικά, η παρουσία του “Pip” στην “πόλη των ανέμων” έληξε με ένα καθεστώς sign-and-trade (εξ ου και τα λίγα ανταλλάγματα), στέλνοντάς τον στους Rockets για τον Roy Rogers και ένα pick β’ γύρου του 2000, στο οποίο οι Bulls επέλεξαν τον Jake Voskuhl.
Επιστρέφοντας στο κομμάτι του ανταγωνισμού όμως, είναι πραγματικά ακαταλαβίστικο σε τι mind set μπήκε ο Jordan με τον Krause από πολύ νωρίς. Από έναν άνθρωπο που ζει και αναπνέει για τον ανταγωνισμό, θα περίμενε κανείς πως οι κινήσεις που έκανε ο Krause με σκοπό την βελτίωση της ομάδας, θα ήταν καλοδεχούμενες. Ας μην ξεχνάμε πως μιλάμε για κάποιον που ήθελε να κερδίσει “με κάθε κόστος”, όπως ήταν τα λόγια του το MJ στο Last Dance. Και οι κινήσεις που έκανε ο Krause, όπως απέδειξε η ιστορία, ήταν σε ακριβώς αυτή την κατεύθυνση. Για να γίνεις ο καλύτερος, άλλωστε, πρέπει να έχεις και τις κατάλληλες συνθήκες, το κατάλληλο supporting cast. Ο Krause από την πλευρά του, χάρισε απλόχερα στον Jordan αυτές τις συνθήκες με αποτέλεσμα τα έξι πρωταθλήματα που κατέκτησε.
Αυτό που ξεπερνάει το κομμάτι του ανταγωνισμού, όμως, ήταν η συμπεριφορά του Jordan απέναντι στον Krause. Τον προσέβαλε συνεχώς για το παρουσιαστικό του, κάνοντας “αστεία” για το βάρος του και το ύψος του, ενώ αναφερόταν συνεχώς στον ίδιο ως “Crumbs” (ο Krause έτρωγε κάπως άτσαλα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ψίχουλα από το φαγητό του στα ρούχα του). Ο Jordan πάντως, υποστηρίζει πως ο Oakley κόλλησε το παρατσούκλι αυτό στον Krause. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα ήταν άτοπο να βγάλουμε ένα συμπέρασμα πως ο General Manager των Bulls έβλεπε στο πρόσωπο του Jordan τον τραμπούκο των σχολικών του χρόνων να επιστρέφει ξανά και ξανά.
Και με τον ίδιο τον Jordan να αναφέρει πως ο ίδιος και η οικογένειά του έπεσαν αρκετές φορές θύματα ρατσισμού στο Wilmington, όπου κατοικούσαν, θα περίμενε κανείς πως θα υπήρχε ένας βαθμός κατανόησης προς τον Krause. Τώρα,βέβαια, κάποιος μπορεί να υποστηρίξει πως “αφού το έκανε σε όλους MJ, το έκανε και εκεί”. Όπως όμως δεν ήθελε ένα “equal opportunity offense” για τον Cartwright με αφορμή την τριγωνική επίθεση, έτσι θα έπρεπε να καταλαβαίνει πως αν σηκώνει τον τραμπουκισμό ο Pippen, δεν σημαίνει πως το ίδιο θα κάνει και ο Krause. To δε ακόμα πιο εντυπωσιακό ωστόσο, είναι πως εν έτει 2020, όταν τα όσα λέμε και γράφουμε δημόσια παίρνουν άλλη τροπή, όσον αφορά τον σεξισμό, το bullying, το body shaming κοκ, σε μια παραγωγή που τον τελευταίο λόγο τον είχε ο Jordan, δεν είχε κανένα πρόβλημα να βγουν προς τα έξω οι χαρακτηρισμοί του προς τον Krause.
Τα εύσημα που πήρε μετά θάνατον και το unfair του Last Dance
Αν λαχταρούσε ένα πράγμα στην ζωή του ο Krause ήταν το εύσημο, με το μεγαλύτερο να είναι η είσοδός του στο Hall of Fame, κάτι που τελικά έγινε μετά θάνατον. Η προσέγγισή του όμως στο κομμάτι του ευσήμου, θεωρείται από πολλούς λανθασμένη, καθώς συχνά εκβίαζε μια κατάσταση για να το λάβει. Το 1998, και μετά από έξι κατακτήσεις τίτλων με αποκλειστικά δικές του κινήσεις, η αξία του ήταν αδιαμφισβήτητη, αλλά επιχειρούσε και κυνηγούσε να ακούσει αυτό το “good job”. Ωστόσο, όπως αναφέραμε στην αρχή του παρόντος άρθρου, με την παιδική ηλικία που πέρασε, κανείς μας δεν μπορεί να υποστηρίξει πως δεν θα έκανε ακριβώς τα ίδια. Η -απόλυτα λογική, αν και λάθος επικοινωνημένη- επιλογή του να θέλει να προχωρήσει σε rebuild των Bulls σταδιακά (επιθυμούσε να ξεκινήσει το rebuild από το τέλος της σεζόν 1996-97 και όχι το 1998) και η τελικά απότομη διάλυση της δυναστείας των ‘90s, τον φέρνουν στο μυαλό των περισσοτέρων ως τον κακό της υπόθεσης.
Κανείς δεν φέρνει στο μυαλό του τις κινήσεις που έκανε για να φτάσουν οι Bulls σε έξι κατακτήσεις πρωταθλημάτων: Tex Winter, Phil Jackson, John Paxson, Bill Cartwright, Horace Grant, Scottie Pippen, Stacey King, BJ Armstrong, Toni Kukoc, Luc Longley, Scott Williams, Ron Harper, Dennis Rodman (εγινε ανταλλαγή με τον Will Perdue στους Spurs…). Κινήσεις που επέτρεψαν στους Bulls να κατακτήσουν έξι δαχτυλίδια και τον Jordan να έχει το κατάλληλο αγωνιστικό entourage, για να μεγιστοποιήσει το μεγαλείο του. Αυτό που προξενεί κακή εντύπωση στο ντοκιμαντέρ του Last Dance, όσον αφορά την περίπτωση του Krause, είναι το γεγονός πως ακόμα και σήμερα, που αυτός έχει αφήσει τον μάταιο τούτο κόσμο, αναφέρονται στο όνομά του με μειωτικούς χαρακτηρισμούς και με κακία. Και αυτό που το κάνει ακόμα χειρότερο είναι πως ακριβώς επειδή ο Krause έχει πεθάνει, δεν είμαστε σε θέση να ακούσουμε τον αντίλογο και την θέση του σε όλο αυτό και παίρνουμε σαν δεδομένο πως αφού ο MJ και οι λοιποί Bulls είχαν κόντρα με τον πρώην General Manager της ομάδας, τα όσα λένε ισχύουν.
Το “δίκιο” αυτό λοιπόν δεν μπορεί και δεν πρέπει να δοθεί σε κανέναν τραμπούκο. Είτε αυτός λέγεται Michael Jordan, είτε Μπάμπης (ο) Σουγιάς. O Krause είχε μια λαμπρή και εμβληματική καριέρα, κάτι που τον οδήγησε στο Hall of Fame, έστω και μετά θάνατον. Και μπορεί οι κάθε Jordan, Jackson και Pippen αυτού του κόσμου να λένε ό,τι θέλουν, αλλά η αλήθεια είναι πως αν βγάλουμε τον Krause από την εξίσωση, η πιθανότητα των Bulls να έχουν την ίδια πορεία είναι ελάχιστη. Το ίδιο, προφανώς, ισχύει για την πορεία των Bulls αν δεν είχαν τον Jordan. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι, όπως αναφέρει ο Adrian Wojnarowski, πως κανένας γνώστης του μπάσκετ δεν μπορεί μιλήσει για την ιστορία του αθλήματος, χωρίς να αναφέρει το όνομα “Jerry Krause”. Και αυτό είναι ένα εύσημο που κανείς δεν μπορεί αφαιρέσει από τον Little Guy.
Πηγές:
- https://vault.si.com/vault/1993/03/15/the-sleuth
- https://www.yahoo.com/news/trail-crumbs-leads-jordan-halls-232000955--nba.html?guccounter=1
- https://www.cleveland.com/cavs/2020/05/i-knew-jerry-krause-the-last-dance-michael-jordan-co-have-done-him-dirty.html
- https://sports.yahoo.com/why-jerry-krause-is-more-than-just-a-last-dance-villain-175457701.html
- https://sports.yahoo.com/the-history-of-basketball-cant-be-written-without-jerry-krause-164945225.html
- https://www.nytimes.com/article/jerry-krause-bulls-the-last-dance.html