Ευρωπαϊκό μπάσκετ των πολλών vs ‘’αμερικάνικο’’ των δύο. Υπερβολικές θεωρήσεις αν με ρωτάτε και σίγουρα όχι και τόσο αντιπροσωπευτικές της εκκίνησης του αγώνα, εκεί που μάλλον έπαιζε…ένας. Ο Έντι Ταβάρες χρησιμοποιήθηκε όσο κανείς άλλος επιθετικά, με ταυτόχρονη στόχευση να αναδείξει την αδυναμία της Εφές στον τομέα των ριμπάουντ, οδηγώντας σε ανανεώσεις κατοχών που θα έφερναν δεύτερες και τρίτες ευκαιρίες σε μία -επί της ουσίας- guardless Ρεάλ, με τον τυπικά point guard Χάνγκα μάλιστα να παραδίδει πνεύμα στο πρώτο τετράλεπτο, καθώς τα χρόνια περνούν που να πάρει. Πράγματι, ο θηριώδης σέντερ έφτασε οριακά σε double-double στην πρώτη περίοδο (12 πόντοι, 7 ριμπάουντ, 5 απ’ αυτά επιθετικά) χτυπώντας ξανά και ξανά κοντά στο αντίπαλο καλάθι:
Οι περιφερειακοί της Ρεάλ, με καλές περιστροφές και αποστάσεις, κατάφεραν να περιορίσουν το περιφερειακό σουτ των Τούρκων (3/12), ενώ με τον Ταβάρες προσπάθησαν να καλύψουν το καλάθι με αντίστοιχο τρόπο μ’ εκείνον του Φαλ και του Ολυμπιακού το βράδυ της Πέμπτης. Ομολογουμένως έξυπνη τακτική και τίμια υλοποίηση, μόνο που οι άλλοι σ’ εκείνο το σημείο ακόμη πετούσαν. Μίτσιτς και Λάρκιν με 13 και 10 πόντους στο ημίχρονο αντίστοιχα, κράτησαν την Εφές σε σχετικά κοντινή απόσταση στο σκόρ, εκμεταλλευόμενοι φυσικά ότι η Ρεάλ δεν είχε τη δυνατότητα να ανεβάσει τον δικό της ρυθμό επιθετικά. Αποκόπηκαν μεν δημιουργικά απ’ το υπόλοιπο σύνολο, μπορούσαν όμως (μάλλον και με ‘’επιλογή δηλητηρίου’’ από τον Λάσο) να παίζουν 1v1 με τον αντίπαλο ψηλό -κυρίως τον Πουαριέ- και να φτάνουν σε ντράιβ με τρομακτική συνέπεια. Το παιχνίδι ουσιαστικά στο πρώτο του εικοσάλεπτο δήλωσε εκκωφαντικά: ‘’Οι σουτέρ δεν τα βάζουν και βλέπουμε τι κάνετε κύριοι, όποιος κουραστεί πρώτος, οι drivers ή οι rim protectors, εσείς το επιλέξατε‘’.
Αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα ήταν ότι αφαιρέθηκε για ένα μπασκετικό δεκάλεπτο όλη η ενέργεια, λες και μπήκαν στη Stark Arena οι Monstars μ’ εκείνη την περίεργη μπάλα. Ομολογώ πως την τρίτη περίοδο την είδα, μάλλον όπως και όλοι, γιατί κρίνεται ένας τίτλος και είναι συνθήκες αποδεκτές το χαμηλότερο τέμπο και η μεγαλύτερη αστοχία, ακόμη και αν πρόκειται για τους κορυφαίους. Δεν ήταν πολύ εύκολο ωστόσο. Η Ρεάλ σκλήρυνε ακόμη περισσότερο, βοήθησε ακόμη περισσότερο τον Ταβάρες στον περιορισμό κάθε κοψίματος προς το καλάθι και έκανε το δικό της αμυντικό μισό να μοιάζει μερικά μέτρα μικρότερο προς όλες τις κατευθύνσεις. Μπροστά ωστόσο έφυγαν τούβλα, με τις περισσότερες προσπάθειες από το τρίποντο να βρίσκουν σίδερο (4/23 ως τότε) παρά την καλή κυκλοφορία, επιτρέποντας στην Εφές να μένει δίπλα στο σκορ, παρ’ ότι Λάρκιν και Μίτσιτς είχαν βρει ελάχιστες ευκαιρίες προσωπικής δημιουργίας. Το 34-29 του ημιχρόνου έγινε μετά από 10 αγωνιστικά λεπτά 42-40. Σε περίπτωση που βαριέστε να μετρήσετε, αυτό σημαίνει 8-11 επιμέρους σκορ.
‘’Την Εφές άμα δεν την σκοτώσεις έγκαιρα, την πάτησες‘’ λέγαμε με τον Δημήτρη του Pick ‘n’ Popa στη συζήτηση που είχαμε προχθές ως ένα preview του Final-4. Ο Ολυμπιακός το είδε μπροστά του με τα τρίποντα-μαχαιριές του Μπράιαντ και τη μεγάλη σουτάρα του Μίτσιτς, η Ρεάλ έζησε κάτι παρόμοιο, απλά με πρώτο πρωταγωνιστή έναν τύπο από τη Γερμανία και ύψους 2,20μ:
Ο Πλάις (19 πόντοι, 7 ριμπάουντ) και η Εφές εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός πως ο Ταβάρες χρεώθηκε με 4 φάουλ και δεν μπορούσε να βρίσκεται στο παρκέ αντί του Πουαριέ, ενώ όταν έπαιζε δεν πήγαινε στις επαφές με τον συνήθη τρόπο. Οι συγκεκριμένες συνθήκες επέτρεψαν στον Γερμανό σέντερ να βρει τις παραπάνω εύκολες εκτελέσεις, αλλά και το πολύ σημαντικό tip-in μετά το ντράιβ του Μίτσιτς, ο οποίος βέβαια είχε φροντίσει να βάλει το δικό του τρίποντο στο 53-56 και να δώσει μία ανάσα σ’ έναν αγώνα χωρίς ιδιαίτερο θέαμα, αλλά σίγουρα με αποπνικτική ένταση. Κάπου εκεί η λογική εκμηδενίστηκε. Άστοχες προσπάθειες μέχρι το φινάλε, μία περίεργη επιλογή (ή απλά πάγωμα μυαλού, γιατί το ματς τελειώνει και πεθαίνεις εκείνη την ώρα) από μεριάς Ρεάλ να μην κάνει φάουλ ούτε πριν ούτε μετά το άστοχο σουτ του Λάρκιν, ένα ματς που έφτασε στο 57-58 και απλά έσβησε.
Back to back λοιπόν. Απρόσμενα, με χαμηλό σκορ, αλλά μάλλον δίκαια. Η πιο γήινη Εφές των τελευταίων ετών, με τους έξτρα πυραύλους στα παπούτσια του κορυφαίου περιφερειακού διδύμου να είναι διαθέσιμοι ανα πάσα στιγμή, αλλά με τον αφρενάριστο ρυθμό να έχει σαφή κόφτη απ’ τα πλέι-οφς κι έπειτα, έφτασε σε μία επιτυχία που έχουμε να δούμε από τον Ολυμπιακό της διετίας 2012-13. Όπως έχω γράψει επανειλημμένα, οριακά σ’ επίπεδο συγγραφικής γραφικότητας, ίσως αυτό να είναι μία συμπαντική ισορροπία. Για τον τίτλο που έχασε το ‘19 από την εξαιρετική ΤΣΣΚΑ του κόουτς Ιτούδη, αλλά και εκείνον που δεν μπόρεσε ποτέ να διεκδικήσει το ‘20 λόγω του ξεσπάσματος της πανδημίας. Ο Μίτσιτς έφτασε σ’ ένα απόλυτα καθαρό Final-Four MVP τίτλο. Είχε τα νούμερα, είχε την ηγετική παρουσία, στον ημιτελικό βρήκε κι ένα σουτ που θα μείνει στην αιωνιότητα. Πιθανότατα αυτή τη στιγμή να μιλάμε για τον καλύτερο γκαρντ στην Ευρώπη.
Αν μου επιτρέπετε να κλείσω με μία κουβέντα για το σκηνικό του μικρού τελικού. Ο κόσμος του Ολυμπιακού γέμισε πριν δύο ημέρες ένα γήπεδο με τεράστια προσμονή για έναν ακόμη Ευρωπαϊκό τίτλο. Εκείνος δεν ήρθε γιατί έτσι είναι ο αθλητισμός, οι τελικές ήττες υπερβαίνουν σε ποσότητα τις στιγμές χαράς. Ο Μανού Τζινόμπιλι τα έχει πει αυτά, κάποιος που στο μυαλό όλων υποθέτω πως θεωρείται τεράστιος winner. Οι φίλαθλοι των ερυθρόλευκων στήριξαν, χειροκρότησαν μέχρι και στον μικρό τελικό, στην τρίτη περίοδο μάλιστα έδωσαν ένα ανατριχιαστικό πεντάλεπτο με συνεχές τραγούδι λες και κρίνεται όντως ο τίτλος εκείνη την ώρα. Παράλληλα αποχαιρέτησαν με τον πιο κομψό τρόπο ένα θρύλο του συλλόγου όπως ο Γιώργος Πρίντεζης, με τον ίδιο να ανταποδίδει με γλυκύτητα. Αν μιλούσαμε για ομάδα του εξωτερικού, θα επαινούσαμε -και σωστά- την κουλτούρα, τη σωστή προσέγγιση στο άθλημα και στη στιγμή. Δεν είναι μόνο ο κόσμος του Ολυμπιακού που έχει δείξει κάτι τέτοιο προφανώς, είναι ακόμη νωπές οι μνήμες του τελευταίου αγώνα του Δημήτρη Διαμαντίδη, σε ένα ματς μάλιστα που η ομάδα του Παναθηναϊκού έχασε τον τίτλο μ’ ένα τελευταίο μεγάλο σουτ. Απλά δυστυχώς δεν είναι ο κανόνας. Όταν συμβαίνει ωστόσο, ας το αναδείξουμε μπας και γίνει η νόρμα. Αυτή η εικόνα ενεργοποιεί τους διάφορους Φουρνιέ του μπασκετικού πλανήτη να δηλώνουν πως ‘’αν ποτέ γυρίσω στην Ευρώπη και είχα την επιλογή να πάω όπου θέλω, νομίζω πως θα πήγαινα στον Ολυμπιακό, παραμένει ένα κλαμπ ιερό‘’. Ναι οκ, ο Φουρνιέ πληρώνεται φέτος στους Νικς όσο όλο το μισθολογικό μπάτζετ των ερυθρόλευκων αθροιστικά. Δεν θα έρθει στα μέρη μας. Καλύτερα να τους φαντασιωνόμαστε πάντως, παρά να τους απωθούμε.