Ήδη ο πρώτος τίτλος που διεκδίκησε τη φετινή αγωνιστική περίοδο, το ισπανικό σούπερ καπ, πήρε τη θέση του ανάμεσα στα πολλά τρόπαια του συλλόγου, μετα τη νίκη απέναντι στους αιώνιους «εχθρούς» από τη Βαρκελώνη με σκορ 88-83. Μεγάλος πρωταγωνιστής του αγώνα ο Σέρχιο Γιουλ με 24 πόντους, στον πρώτο του τίτλο ως αρχηγός των «μερέχνες» μετά την απόσυρση από την ενεργό δράση του Φελίπε Ρέγες. Ιδιαίτερη ήταν άλλωστε και μία στιγμή που έγινε και viral στο διαδίκτυο, με τον Ισπανό να ξεσπάει σε κλάματα μετά το πέρας του αγώνα, αφήνοντας έτσι τα συναισθήματα να τον κατακλύσουν.
? Emociones a flor de piel...
— Real Madrid Basket (@RMBaloncesto) September 13, 2021
© @23Llull ?#SUPERCAMPEONES8
? @ACBCOM pic.twitter.com/XhUae7xU8b
Αν η αρχή λοιπόν είναι το ήμισυ του παντός, η αρχή της Ρεάλ ήταν η ιδανική. Ας δούμε λοιπόν πως κινήθηκε το καλοκαίρι ο κορυφαίος Ευρωπαϊκός σύλλογος στο μπάσκετ (και στο ποδόσφαιρο) για την ενίσχυση του ρόστερ.
AΠΟΧΩΡΗΣΑΝ |
ΑΠΟΚΤΗΘΗΚΑΝ |
Nίκολας Λαπροβίτολα |
Τομάς Ερτέλ |
Άλεξ Τάιους |
Νάιτζελ Γουίλλιαμς-Γκος |
Φελίπε Ρέγες (αποσύρθηκε) |
Άνταμ Χάνγκα |
Ουσμάν Γκαρούμπα |
Βενσάν Πουαριέ (από την άνοιξη) |
Γκερσόν Γιαμπουζέλε |
Mε μια πρώτη ματιά η ποιότητα του ρόστερ μοιάζει σίγουρα αναβαθμισμένη σε σχέση με την περασμένη περίοδο. To βασικότερο ζητούμενο ήταν η έλλειψη ενός καλού point guard, καθώς μετά τη φυγή του Φακούντο Καμπάτσο δεν αποκτήθηκε κάποιος παίχτης στη θέση του, παρά προτιμήθηκε η αναβάθμιση του νεαρού Κάρλος Αλοθέν, καθώς και του ρόλου του φόργουορντ Αλμπέρτο Αμπάλδε. Ο πρώτος είδε τον χρόνο του να κυμαίνεται σταθερά σε διψήφιο αριθμό λεπτών, καθώς είχε περίπου οχτώ μέσο όρο στα ματς παρουσία του Καμπάτσο, ενώ στην πορεία μόλις σε πέντε αγώνες αγωνίστηκε για κάτω από δέκα λεπτά. Ο δεύτερος έβγαλε μία εικόνα ενός πλήρους φόργουορντ, καθώς ο Πάμπλο Λάσο τον εμπιστεύτηκε με τη μπάλα στα χέρια ως δημιουργό σε πολλές καταστάσεις, ρόλο που έφερε εις πέρα κεπιτυχημένα. Βελτίωσε επίσης το σουτ του, όσο και τις επιλογές που έπαιρνε επιθετικά, με αποτέλεσμα να βρίσκει ο προπονητής έναν έξτρα χειριστή στα φτερά. Μπορεί από τους 7,8 πόντους μέσο όσο στη Βαλένθια τη σεζόν 2019/20 να έπεσε στους 7,2 πέρυσι ,είχε όμως άνοδο στο ποσοστό στο τρίποντο από 28,3% σε 43,5% (από τις 2,3 προσπάθειες στις 2,9 με τη Ρεάλ) και πήγε από τις 1,6 ασίστ στις 2,3 ανά παιχνίδι.
Για να γεμίσει επιπλέον η περιφέρεια, αποκτήθηκαν δύο παίχτες. Ο Τομάς Ερτέλ και ο Νάιτζελ Γουιλλιαμς-Γκος. O Γάλλος, παρότι θεωρείται ένας «δύσκολος» παίχτης, που παίρνει αμφιβόλου λογικής αποφάσεις στη διάρκεια των αγώνων, δεν παύει να είναι ένας εξαιρετικός δημιουργός, που μπορεί να απειλήσει μετά από ντρίμπλα και να κινηθεί καλά χωρίς τη μπάλα, κάτι άλλωστε που κάνουν σε μεγάλο βαθμό οι ομάδες του Πάμπλο Λάσο. Mε χρόνια εμπειρία στο υψηλό επίπεδο και σε ομάδες πρωταθλητισμού μπορεί να προσφέρει στην ομάδα, χωρίς να ανησυχεί ο προπονητής αν κάνει ορισμένες «Ερτελιές», μιας και πλέον υπάρχει βάθος και σε τέτοια περίπτωση ο πάγκος θα τον περιμένει. Ο Γκος τώρα, μετά την επάνοδο στην Ευρώπη ύστερα από το πέρασμα στη Γιούτα, βρέθηκε στο μακρινό Κουμπάν και τη Λοκομοτίβ. Εκεί στα λίγα παιχνίδια που έδωσε, έδειξε ότι δεν επηρεάζεται από την απραξία των προηγούμενων μηνών, όταν βρισκόταν στο παρκέ ενός αγώνα ΝΒΑ στη χάση και στη φέξη. Η εικόνα του ήταν εξαιρετική και αρκετά βελτιωμένη σε σχέση με αυτή στην rookie σεζόν του στην Ευρωλίγκα και τον Ολυμπιακό και παρόλο που το EuroCup είναι ένα επίπεδο κάτω από την πρώτη τη τάξει διοργάνωση, έδειχνε σαφώς πιο δυνατός, πιο καλός στην οργάνωση και με πιο σταθερό σουτ. Ένας παίχτης που είναι σαφώς καλύτερος αμυντικός από τον Ερτέλ, με πιο δυνατό κορμό και μπορεί να αγωνιστεί τόσο ως ο βασικός κουμανταδόρος, όσο και ως δίδυμο με κάποιον άλλο πόιντ γκαρντ. Τουλάχιστον αυτή τη φορά θα γκρινιάζουν για όλα τα δεινά και το φλόουτέρ του οι Μαδριλένοι και όχι οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού...
Mπορεί κανείς εκ των δύο παιχτών της θέσης του πόιντ γκαρντ να μην είναι της κλάσης του Φακούντο Καμπάτσο, σίγουρα όμως μπορούν να είναι πιο σταθεροί από τον αποχωρήσαντα Νίκολας Λαπροβίτολα.
Πρακτικά, η θέση του Γκάμπριελ Ντεκ, που έφυγε από τη Μαδρίτη εντελώς απρόσμενα μετά τη λήξη της κανονικής περιόδου της Ευρωλίγκα, έμοιαζε λειψή. Χρειαζόταν ένας παίχτης ακόμα, που θα μπορούσε να λειτουργήσει είτε ως έξτρα δημιουργός από τα φτερά, είτε να κινηθεί καλά χωρίς τη μπάλα (ιδιαίτερα ως cutter), να τη φέρει τη μπάλα χαμηλά, να ποστάρει αντιπάλους ή να μεταφέρει το παιχνίδι από μέσα προς τα έξω. Ο Άνταμ Χάνγκα είναι ένας τέτοιος παίχτης και ο Λάσο δεν έχασε ευκαιρία να τον υπογράψει μετά τη φυγή του από τη Μπαρτσελόνα. Με τη μπάλα πάντως ίσως είναι πιο ικανός από ό,τι ο προκάτοχός του, o oποίος στα χρόνια στη Μαδρίτη εξελίχθηκε σε πολυεργαλείο. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει βέβαια στο γεγονός πως o Χάνγκα είναι ο τρίτος παίχτης που κάνει τη διαδρομή Μαδρίτη-Βαρκελώνη ή το αντίστροφο φέτος, μετά τους Λαπροβίτολα και Ερτέλ. Τουλάχιστον τέτοιες μετακινήσεις στο μπάσκετ δεν συνοδεύονται από ανάλογο μίσος προς τον παίχτη, κάτι που συμβαίνει στο ποδόσφαιρο.
Όσον αφορά τις κινήσεις που έγιναν στη frontcourt, αυτές σίγουρα καθιστούν τη συγκεκριμένη «γραμμή» εκ των πληρέστερων στην Ευρωλίγκα. H παρουσία δύο Γάλλων, όπως αυτή του Πουαριέ, την οποία θα την θεωρήσω «νέα» μεταγραφή, καθώς και του Γιαμπουσέλε, καθιστούν πανίσχυρους τους Ισπανούς στη θέση των ψηλών. Παίχτες που είναι τρομερά δυνατοί και δύσκολοι να αντιμετωπιστούν στο ένας εναντίον ενός χαμηλά, με τον Πουαριέ να έχει αποκτήσει ένα γλυκό σουτ από μέση απόσταση και να συνθέτει μαζί με τον Βάλτερ Ταβάρες ένα δίδυμο-φόβητρο, με μοναδικό ψεγάδι ότι ίσως δεν μπορεί να ακολουθήσει εύκολα μία άμυνα με αλλαγές. Εκεί ίσως αντιμετωπίσουν ορισμένα θέματα οι Μαδριλένοι, αλλά όχι κάτι που δεν θα μπορεί να λύσει ο προπονητής τους. Από την άλλη, ο Γιαμπουσέλε είναι ίσως ο πιο αθλητικός πάουερ φόργουορντ στην Ευρώπη. Μπορεί να ξεγελάει η σωματοδομή του, η εικόνα του όμως στο παρκέ αποδεικνύει τα γραφόμενα. Με τον Άντονι Ράντολφ να αντιμετωπίζει συχνά πυκνά προβλήματα τραυματισμών, ο Γάλλος θα είναι η δικλείδα ασφαλείας στη θέση αυτή και ας λείψει συνολικά η άμυνα του, «Τεξανού» πια, Ουσμάν Γκαρούμπα. Ο Γιαμπουζέλε πέρυσι είχε 11 πόντους μέσο όρο, 4,2 ριμπάουντ με 38,4% στο τρίποντο στην πρώτη του χρονιά -πρακτικά- στην Ευρωλίγκα, ενώ έχει αγωνιστεί και στο ΝΒΑ για δύο έτη με τη φανέλα των Σέλτικς.
Εδώ θα σταθώ λίγο παραπάνω και στην πρώην ομάδα του Γάλλου, τη Βιλερμπάν, η οποία μπορεί να μην αποτελεί μία από τις ομάδες που βρίσκονται στα πλέιοφς, όμως είναι από αυτές που τα τελευταία χρόνια έχει βγάλει αρκετές αξιοπρόσεκτες περιπτώσεις «ψηλών» παιχτών όπως οι Τζεκίρι, Φαλ, ενώ φαίνεται πως θα συνεχίσει και φέτος στο ίδιο μοτίβο με την περίπτωση του Γουενμπανιάμα να ξεχωρίζει. Στις θέσεις των φόργουορντ τηε Ρεάλ, για να επιστρέψουμε, υπάρχει φυσικά και ο Τρέι Τόμπικς, η διαχρονική σταθερή αξία, που με τα χρόνια χρησιμοποιείται και ως stretch-5 από τον Λάσο σε συγκεκριμένα σχήματα.
Εκ του προοιμίου, η φετινή Ρεάλ μοιάζει πλήρης σε όλες τις θέσεις. Aπό την περιφερειακή γραμμή, με την παρουσία του Σέρχιο Γιουλ να δεσπόζει, έστω ισχνότερη, έως τους φόργουρντς και τους σέντερ, με τον κορυφαίο ίσως μπλοκέρ στην ιστορία της Ευρωλίγκα, Βάλτερ Ταβάρες. Με τον Τζέισι Κάρολ να μην έχει αποφασίσει ακόμα αν θα συνεχίσει να φοράει τα χρώματα της βασίλισσας για ενδέκατη χρονιά, αυτό που μοιάζει να λείπει από το φετινό ρόστερ είναι ένας παίχτης με παρόμοια χαρακτηριστικά με τον Αμερικανό. Ο Λάσο αρέσκεται να χρησιμοποιεί διάφορες floppy δράσεις για τους πλάγιους σουτέρ και ουδείς καλύτερος σε αυτόν από τον Κάρολ. Όμως, με τα χρόνια να περνάνε παρόλο που θα βρίσκει πάντα χώρο και τρόπο να γίνεται χρήσιμος, ίσως θα πρέπει στη Μαδρίτη να βρουν μία τέτοια περίπτωση παίχτη. Ίσως βέβαια να υπάρχει στις ακαδημίες του συλλόγου και να εμφανιστεί τα επόμενα χρόνια. Αν άλλωστε υπάρχει ένας οργανισμός στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ που μπορεί να ταυτόχρονα να δουλεύει τις ακαδημίες, να εμφανίζει νέα παιδιά και να τους δίνει χρόνο, έως ότου αποδείξουν ότι μπορούν ή όχι να σταθούν στη υψηλό επίπεδο, κάνοντας παράλληλα πρωταθλητισμό, αυτός είναι η Ρεάλ Μαδρίτης.
Στατιστικά από το σάιτ της Ευρωλίγκα και του ΝΒΑ