Για να ξεκινήσουμε βέβαια, χρειαζόμασταν μια βάση υποθέσεων που έπρεπε να αποδειχθούν αληθείς ή αναληθείς. Όπως θα διαπιστώσετε, η συγκεκριμένη μεθοδολογία μας οδήγησε τελικά σε απίστευτα, συγκλονιστικά συμπεράσματα, τα οποία και εμείς δεν περιμέναμε. Ειμαστε ακόμη με ανοιχτό το στόμα, μην νομίζετε. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Πολλές ανακριβείς και μία σχετικά ακριβής υπόθεση
Αρχικά απευθυνθήκαμε στο φίλαθλο κοινό, προκειμένου να δούμε τι ακριβώς πρέπει να τεστάρουμε. Οι φίλαθλοι λοιπόν μας έδωσαν τις παρακάτω απαντήσεις στο αρχικό μας ερώτημα (βλ. μερικές γραμμες παραπάνω λέμε). Eνας εξ αυτών μάλιστα ηταν και ο διάσημος κοντρίμπιουτορ του BG, Leon T.
Παρότι σε περιπτώσεις κάποια από τα παραπάνω εμφανίστηκαν αληθή σε ένα μικρό ποσοστό του δείγματος, τα συμπεράσματα μας κατέληξαν πλειοψηφικά και συντριπτικά προς άλλες ενασχολήσεις. Μοναδική εξαίρεση από τις αρχικές υποθέσεις αποτελεί μία, την οποία εντέχνως δεν σας παρουσιάσαμε : "Να ηρεμεί τους φιλάθλους όταν εκείνοι πετάνε αντικείμενα, βρίζουν μάνες ή εμπλέκουν εθνικά θεματα στο υβρεολόγιο". Η συγκεκριμένη υπόθεση αποδείχθηκε εν πολλοίς αληθής, τουλάχιστον σε ο,τι αφορά το ελληνικό πρωτάθλημα μπάσκετ, με ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα να ακολουθεί παρακάτω. Ο προπονητής είναι ο Γιάννης Ιωαννίδης.
Όπως είπαμε όμως, πέραν της συγκεκριμένης υπόθεσης, οι υπόλοιπες δεν επαληθεύτηκαν. Αντίθετα, τα ευρήματα μας ώθησαν σε τρία βασικά συμπεράσματα ως προς τις αρμοδιότητες και την χρησιμότητα των προπονητών, όλα τους ομολογουμένως συγκλονιστικά. Παρακάτω σας τα παρουσιάζουμε, με την υποσημείωση ότι θα χρειαστεί γερό στομάχι, όχι μαλακίες. Πάρτε ίσως ένα ηρεμιστικό ή πιείτε οτιδήποτε.
Τρεις βασικές λειτουργίες
Σύμφωνα με τα όσα βρήκαμε, σε μία ομάδα μπάσκετ ο προπονητής...
1. Διαλέγει τους παίκτες της δωδεκάδας , όσο και εκείνους της εκάστοτε πεντάδας. Οσο και αν φαίνεται απίστευτο, στο μεγαλύτερο μέρος του δείγματος οι προπονητές είχαν λόγο στην στελέχωση των ομάδων, πολλές φορές μάλιστα επιβάλλοντας την άποψη τους στους παράγοντες (όχι πάντα βέβαια). Για παράδειγμα, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς έφερε με δική του απόφαση τον Θοδωρή Παπαλουκά στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας το 2002 και ο Γιώργος Μπαρτζώκας εισηγήθηκε την απόκτηση του Ματ Λοτζέσκι στον Ολυμπιακό. Επίσης, και σε ο,τι αφορά τις εθνικές ομάδες, σε περίπου 95% των περιπτώσεων, ο εκάστοτε προπονητής παρακολουθούσε τους παίκτες (άκουσον άκουσον) μεσούσης της σεζόν και κατόπιν τους καλούσε στην προετοιμασία πριν τα τουρνουά, διαμορφώνοντας την τελική δωδεκάδα περίπου μία με δυο εβδομάδες πριν τους αγώνες.
Ακόμη πιο απίστευτο μοιάζει το εξής: Οι προπονητές φαίνεται πως όχι μόνο διάλεγαν ποιοι θα είναι στην ομάδα, αλλά επέλεγαν επίσης και ποιοι θα αγωνίζονται στο παρκέ σε δεδομένα χρονικά σημεία. Καθώς σε ένα γήπεδο δεν χωράνε πάνω από πέντε παίκτες (βασικά χωράνε, αλλά δεν επιτρέπεται) , ο προπονητής έχει στην διάθεση του το υπερόπλο της αλλαγής. Χρησιμοποιώντας το μπορεί ανά πάσα στιγμή να μεταβάλλει την σύνθεση, όπως στο παράδειγμα που ακολουθεί. Προσέξτε - στα δεξιά - πώς ο Κένι Γκάμπριελ του Παναθηναϊκού εισέρχεται στο γήπεδο αντί του Κρις Σίγκλετον κατόπιν εντολής του προπονητή Τσάβι Πασκουάλ.
Το παραπάνω ντοκουμέντο μπορεί να εκπλήσσει πολλούς, είναι όμως αλήθεια και ενισχύεται και από ακόμη πιο τρανταχτά παραδείγματα, όπου η προπονητική παρέμβαση στα σχήματα έχει αποδειχθεί ευεργετική για το σύνολο. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης, στον ημιτελικό της Σαϊτάμα απέναντι στην Αμερική το 2006 χρησιμοποιήσε το όπλο της αλλαγής, έτσι ώστε να πετύχει την ταυτόχρονη συνύπαρξη τριών γκαρ (ή γκαρντ) στο παρκέ, και με αυτό τον τρόπο να αναγκάσει την αμερικανική άμυνα να απλωθεί πολύ στο χώρο, να παίζεται πιο εύκολα το σύστημα του πικ εν ρολ και να υπάρχουν διαδρομοι για τους ψηλότερους παίκτες. Ιδού.
2. Επιλέγει την τακτική, μέσω αμυντικών και επιθετικών συστημάτων. Το δεύτερο συμπέρασμα μας ήταν ότι , ως επί το πλείστον, ο προπονητής παίρνει τις αποφάσεις για το πώς η ομάδα του θα αντιμετωπίσει τον αντίπαλο, είτε στην άμυνα, είτε στην επίθεση. Οι αποφάσεις αυτές μετουσιώνονται σε μπάσκετ μέσω των "συστημάτων", τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από μία αυτοματοποιημένη σειρά κινήσεων των παικτών μέσα στο γήπεδο. Στην άμυνα για παράδειγμα, μπορεί να δοθούν εντολές για αλλαγές στα σκριν, κατόπιν των οποίων ο κάθε παίκτης θα αλλάζει προσωπικό αντίπαλο, όταν βρίσκει μπροστά του κάποιο εμπόδιο. Σε αυτή την περίπτωση ο πλησιέστερος μπασκετμπολίστας γίνεται αυτομάτως το νέο μαρκάρισμα.
Στην επίθεση, τα πράγματα εμφανίζονται κάπως πιο περίπλοκα, καθώς κάποια συστηματα δεν εκτελούνται πάντα στην εντέλεια. Οι προπονητές βέβαια φαίνεται πως έχουν προβλέψει και αυτό το σενάριο, αναθέτοντας ρόλους , έτσι ώστε η μπάλα να καταλήγει στα χέρια των πιο επικίνδυνων παικτών και όχι στον Ντε Μάρκους Νέλσον, σε περίπτωση που το σύστημα (play) πάει στον βρόντο. Σε ένα μεγάλο μέρος του δείγματος πάντως, οι ομάδες λειτουργούσαν με βάση τα συστήματα, άσχετα αν εκείνα εξελίσσονταν επιτυχημένα ή οχι. Το πιο συγκλονιστικό; Υπήρξαν περιστάσεις κατά τις οποίες ένα προπονητικό σύστημα έκρινε από μόνο του ένα αποτέλεσμα, δια μέσου των κατάλληλων εντολών κατά την διάρκεια του τάιμ άουτ. Παρακάτω εμφανίζεται ο προπονητής Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς να σχεδιάζει την τελευταία επίθεση του Παναθηναϊκού σε αγώνα της ευρωλίγκα απέναντι στην Μάλαγα.
H συγκεκριμένη επίθεση εκτελέστηκε τέλεια, πατώντας πάνω σε εντολές όπως "ντάουν σκριν", "γιου γκόου ιν δε κόρνερ", "γιου ατάκ", "οβερ χίαρ φορ Ντιαμαντίντις". Φαίνεται πως και σε πολλά ακόμη παιχνίδια στο μπάσκετ έχει συμβεί κάτι αντίστοιχο, με τα λόγια του προπονητή να αποδεικνύονται κομβικά στην εξέλιξη, ακόμη και αν εκείνη ήταν αρνητική.
3. Τονώνει ψυχολογικά ή/και πνευματικά τους παίκτες, μέσω της δημιουργίας του κατάλληλου (ομαδικού) κλίματος. Το τρίτο συμπερασμα της έρευνας μας ήταν πως ο προπονητής χρειάζεται προκειμένου το σύνολο να αποκτά δεσμούς πέραν των αγωνιστικών, οι οποίοι εκ των υστέρων βοηθούν και την απόδοση εντός παρκέ. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ο κόουτς δύναται να δώσει κίνητρο σε κάποιον παίκτη, να ανεβάσει το φρόνημα συνολικά ή να ελέγξει τυχόν εντάσεις που δημιουργούνται στα αποδυτήρια.
Κατα΄την διάρκεια αυτής της διαδικασίας οι προπονητές δεν ακολουθούν όλοι την ίδια μέθοδο. Άλλοι εμφανίζονται πιο διαλλακτικοί και επιχειρούν να δημιουργήσουν συναισθηματικούς δεσμούς με τους παίκτες. Αλλοι είναι πιο απόμακροι, άλλοι νουθετούν και άλλοι φωνάζουν. Στο ελληνικό περιβάλλον δε, χρησιμοποιούν ακόμη και την τακτική της Χριστοπαναγίας, όπου αυτό κριθεί απαραίτητο για να κινητοποιήσει έναν αθλητή, ή ακόμη και ολόκληρη την ομάδα. Παρακάτω ο Γιώργος Μπαρτζώκας επιλέγει αυτή την μέθοδο με τον σέντερ Δημήτρη Μαυροειδή.
Ανάλογες προσεγγίσεις στο μπασκετ εμφανίστηκαν και σε άλλα σύνολα μέσω της έρευνας, και παρότι φαινομενικά ίσως να μην είναι αποδεκτές, αποτελούν μέρος της καθημερινότητας και δεν εκλαμβάνονται ως ηθικά επιλήψιμες. Από όσο ανακαλύψαμε, διάφορα τέτοια περισταστικά συμβαίνουν επί καθημερινής βάσης και είναι εντός πλαισίου της ομαδικής λειτουργίας και απολύτως αποδεκτά από το σύνολο. Οι παίκτες αντιλαμβάνονται πως ο προπονητής ψάχνει διαρκώς τρόπους να τους κρατά σε εγρήγορση και πως τα κίνητρα του είναι στις περισσότερες περιπτώσεις αγνά, υπό την έννοια ότι επιζητά το καλύτερο δυνατό. Η ομοψυχία και η ενότητα βρέθηκαν ως τα πρωτευοντα ζητούμενα.
Συμπεράσματα της επιστημονικής έρευνας
Ανακεφαλαιώνοντας , αξίζει να τονιστεί πως τα τρία αυτά βασικά συμπεράσματα δεν αποτελούν τις μοναδικές προπονητικές αρμοδιότητες, αλλά τις κύριες. Σαφώς οι εξαιρέσεις αξίζει να μελετηθούν και ελπίζουμε να το κάνουμε κάποια στιγμή στο μέλλον. Παρόλα αυτά, φαίνεται πως οι τρεις παραπάνω άξονες αποτελούν τον κανόνα σχεδόν στο 100% των περιπτώσεων και πως οι υπόλοιπες χρησεις (οδηγός, άναμα θερμοσίφωνα, σάκος του μποξ κλπ) είναι κυρίως συμπληρωματικές.
Μεταξύ των ανθρώπων που αγαπάνε το μπάσκετ, είναι και κάποιοι που δεν συνδέουν τις επιτυχίες της εθνικής μπασκετ με κάποιου είδους εθνικό κατόρθωμα, ούτε αισθάνονται υπερήφανοι για τα διαχρονικά επιτεύγματα της. Για κάποιους από εμάς τα εθνικά σύμβολα δεν σημαίνουν απολύτως τίποτα, τουλάχιστον σε ο,τι αφορά τον διαχωρισμό μας από άλλους ανθρώπους. Θέλουμε η εθνική να πηγαίνει καλά διότι εκείνη μας έμαθε το άθλημα που αγαπάμε και μας άνοιξε την πόρτα στον αθλητισμό. Μην της φέρεστε έτσι σας παρακαλούμε πολύ, δεν της αξίζει.