Όσες και όσοι διαβάζετε τακτικά τον ιστότοπο μας, θα γνωρίζετε ασφαλώς πως είμαι κάτοικος του Νέου Βουτζά. Κατά καιρούς έχω γράψει διάφορα κείμενα για την θλιβερή 23η Ιουλίου του 2018, για τα αίτια που προξένησαν την καταστροφή, όπως και για την επόμενη ημέρα των οικισμών. Όλα τους, είχαν έναν κοινό παρονομαστή ή αν θέλετε ένα αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα: Πώς ό,τι ελάχιστα σώθηκε εκείνη την ημέρα, όπως και ό,τι δημιουργικό συνέβη αργότερα, είχε ως κινητήριο δύναμη την συλλογική και τοπική δράση.
Το "και" είναι αληθινά σημαντικό. Καμμία αρωγή δεν υπήρξε, ούτε από φορείς, ούτε από εξωθεσμικούς παράγοντες, πλην κάποιων μεμονωμένων ομάδων τις πρώτες μία-δυο εβδομάδες. Από εκεί και πέρα, στα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν, όλα τα κάναμε μόνοι μας και όταν λέω μόνοι μας εννοώ τους κατοίκους του Ματιού, του Νέου Βουτζά και των λοιπών οικισμών, που οργανώθηκαν σε διαφορετικούς σχηματισμούς, οι οποίοι διατηρούν μέχρι και σήμερα διαρκή επαφή και αγαστή συνεργασία.
Άτομα μέσα από αυτές τις ομάδες/τους συλλόγους βρίσκονται ακόμη σε δικαστική διαμάχη με την πολιτεία (είτε την περιφέρεια, είτε τους δήμους, είτε, είτε, είτε...), προκειμένου να βρουν δικαίωση για ανθρώπους που χάθηκαν και ζωές που καταστράφηκαν. Η απέναντι πλευρά, άσχετα αν έχει αλλάξει από τότε η κυβέρνηση, εξακολουθεί να προσέρχεται στα δικαστήρια πάνοπλη, ταυτόχρονα και πανέτοιμη για την αντίκρουση των δίκαιων κατηγοριών. Γελοίο, τραγικό και εξοργιστικό ταυτόχρονα.
Παρατηρώ τον διαρκή αγώνα πολλών συντοπιτών μου σε κάθε πιθανή και απίθανη πτυχή του βίου τους και σκέφτομαι πως πολλοί/ες άλλοι/ες βρίσκονται αυτές τις μέρες στην αρχή. Είμαι σίγουρος βέβαια, πως οι κάτοικοι της Ρόδου για παράδειγμα (ή του Κουβαρά ή των Μεγάρων), έχουν υποψιαστεί τι ανηφόρα τους περιμένει και πως δεν τρέφουν αυταπάτες για άμεση αναβάθμιση της ποιότητας ζωής τους τα επόμενα κάποια χρόνια. Μπορούν απλά να ευελπιστούν σε μικρά, διάσπαρτα περιστατικά επούλωσης, που θα τους φέρουν κοντά και θα ισχυροποιήσουν το αίσθημα της κοινότητας, ώστε κατόπι ο αγώνας τους να αποκτήσει ορμή και δύναμη. Ένα τέτοιο περιστατικό θα ήθελα να σας διηγηθώ σήμερα, χωρίς να πρόκειται για κάποια ιστορία.
--------------------------------------------------
Μόλις 30 μέτρα από την απόκρυμνη ακτογραμμή του Ματιού, εκεί όπου κόσμος βουτούσε στη θάλασσα για να σωθεί, στέκει εδώ και σχεδόν 50 χρόνια ένα πανέμορφο θερινό σινεμά, το σινέ ΡΙΑ. Στην πρόσοψη του, ακριβώς πίσω από το ταμείο, ορθώνεται ένα τοίχος, πάνω στον οποίο αναρτώνται οι αφίσες των ταινιών της εβδομάδας. Δεξιά και αριστερά, υπάρχουν δύο διάδρομοι που οδηγούν σε σκαλιά, ώστε το κοινό να προσέρχεται από διαφορετικές εισόδους και να μη δημιουργείται συνωστισμός. Προχωρώντας στον κυρίως χώρο, το τσιμεντένιο δάπεδο σταματά και τα πόδια αναπαύονται πια στο χαλίκι, που πλέον είναι δυσεύρετο στα περισσότερα σινεμά. Στην περιμετρική μάντρα σκαρφαλώνουν βουκαμβίλιες και λίγοι κισσοί.
Το ΡΙΑ έχει αρκετό πλάτος, ώστε να χωράνε άνετα καρέκλες σκηνοθέτη, μαζί με πολλά τραπεζάκια. Η οθόνη του είναι από τις μεγαλύτερες που έχω δει σε θερινή αίθουσα. Το ηχοσύστημά του διαχέει τον ήχο σαν να πρόκειται για χειμερινή εγκατάσταση, αν και στην προβολή των 11 η ένταση χαμηλώνει, για να μην ενοχλούνται οι περίοικοι.
Το καλύτερο όμως, είναι ο ουρανός. Σε σύγκριση με τα θερινά της Αθήνας, τα οποία λειτουργούν κοντά σε φωτεινές λεωφόρους και πλήθος πολυκατοικιών, το ΡΙΑ βρίσκεται μεταξύ δύο σκοτεινών, στενών μονόδρομων και καταμεσής κάποιων χαμηλών σπιτιών. Τα βράδια που δεν έχει φεγγάρι, τα αστέρια λάμπουν ολοζώντανα. Αν πας νωρίς τον Ιούνιο, κάτω από το λυκόφως βλέπεις την Αφροδίτη, την ώρα που παίζονται τα τρέιλερ των "Προσεχώς" και δροσερές διαφημίσεις για νησιά, χυμούς και μπύρες. Καθώς το σκοτάδι πέφτει, ο γαλαξίας σκεπάζει την οθόνη σαν δίχτυ. Η προσοχή απο την παρακολούθηση διασπάται συχνά, από διάττοντες αστέρες ή φωτάκια από διερχόμενα αεροπλάνα. Αν ο παράδεισος υπήρχε, πιθανώς να ήταν μία ταινία που δεν τελειώνει σε μία νύχτα χωρίς ξημέρωμα.
Στο ΡΙΑ πηγαίνω από 8 χρονών. Έχω δει εκεί το "Παιχνίδι των Λυγμών", στα 13 μου, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσω το σοκαριστικό - για τα μάτια ενός εφήβου των 90s - τέλος, σε μία εποχή που οι ταυτότητες φύλου ήταν στέρεες σαν μπετό και η δημόσια σφαίρα απρόκλητη από ρηξικέλευθες μοχλεύσεις. Έχω δει τη "Λευκή ταινία", το "Κουρδιστό Πορτοκάλι" σε επανέκδοση, την "Αιώνια Λιακάδα Ενός Καθαρού Μυαλού", το "Ανθρωπος στο Φεγγάρι". Στην προβολή της μπούρδας "Κατάσκοποι Δίχως Πρόσωπο", με τον Ρίβερ Φίνιξ, είχε πέσει το ρεύμα πέντε λεπτά πριν το τέλος, λόγω υπερφόρτωσης του δικτύου από καύσωνα. Περιμέναμε μία ώρα και τελικά φύγαμε και μέχρι σήμερα δεν έχω ιδέα πώς ολοκληρώνεται αυτή η ταινία, γιατί δεν την πέτυχα ποτέ ξανά.
Δένεσαι με μερικά σημεία, αν συνδυάζονται με διαρκή απόλαυση, υποθέτω. Αναλόγως, υποθέτω πως το ίδιο συμβαίνει και σε άλλους ανθρώπους από την ίδια κοινότητα, ώστε ο χώρος ενός τοπικού κινηματογράφου να μετατρέπεται σε δυναμικό πεδίο συζήτησης, ειδικά αν η ταινία το προκαλεί. Έξω από το ΡΙΑ άλλωστε, υπάρχουν τραπεζάκια και ένα μικρό, χαμηλότονο μπαράκι, στο οποίο η κουβέντα μπορεί να συνεχίζεται με τις ώρες, ανάμεσα σε κινηματογραφικές αφίσες, ήρωες και ηρωίδες του σελιλόιντ.
'Ετσι συνέβη και στις 9 Αυγούστου του 2018. Μόλις 15 μέρες μετά την πυρκαγιά, που στο πέρασμα της πήρε 104 ανθρώπους, το σινεμά της ακτής του Ματιού υποδέχτηκε το πρώτο του κοινό, ανάμεσα σε καρβουνιασμένα πεύκα και με την αηδιαστική μυρωδιά του καμμένου ξύλου διάχυτη στην ατμόσφαιρα. Οι βουκαμβίλιες, που τώρα έχουν ξανασκαρφαλώσει, είχαν καεί και εκείνες. Περίπου 30 καρέκλες έλειπαν, ενώ εξωτερικά τα τοιχία παρέμεναν γκρι. Μέσα σε αυτές τις δύο εβδομάδες, η Ματίνα, ιδιοκτήτρια του κινηματογράφου, πρόλαβε να φέρει συνεργείο και να αποκαταστήσει ζημιές στην ηλεκτροδότηση (εννοείται με δικά της έξοδα), προκειμένου να βρει ο τόπος μας ένα, έστω μικρό, σημείο αναφοράς για τη συνέχιση της ζωής. Οι κουρτίνες της εισόδου είχαν ακόμη τρύπες, κάποια καθίσματα το ίδιο. Τα στενά δρομάκια δεξιά και αριστερά έφεραν ακόμη ακέραια τα αποτύπωματα των καμμένων αυτοκινήτων και νωπές τις αντηχήσεις των ποδοβολητών του πανικού. Όμως, όπως μου είπε η κοπέλα, η επαναλειτουργία ήταν επείγουσα, για "ψυχολογικούς λόγους".
Το ΡΙΑ σχεδόν γέμισε στην πρώτη παράσταση, σε μία γαλλική κωμωδία, από αυτές που κατακλύζουν τις θερινές αίθουσες τα καλοκαίρια. Οι φιλοξενούμενοι και οι φιλοξενούμενες προσήλθαν διστακτικοί και βουβές, όμως καθώς το σκοτάδι σκέπασε τη θέα των καμμένων πεύκων, η βραδιά άρχισε να μοιάζει σαν όλες τις άλλες. Οι μυρωδιές από τα ποπ κορν και τις τυρόπιτες ισοφάρισαν την καπνίλα και η οθόνη έπαιζε επιτέλους μια διαφορετική ιστορία από αυτή της καθημερινότητας. Στην έξοδο, στα τραπεζάκια και στον παραλιακό δρόμο, στον οποίο δεν κυκλοφορούσε ούτε ένα αυτοκίνητο, ο κόσμος συζητούσε ξανά, λίγο για την τανία και πολύ περισσότερο για το τραύμα και την ανάκαμψη. Τις επόμενες ημέρες, το πρόγραμμα συνεχίστηκε κανονικά, με την Επικίνδυνη Αποστολή Νο 6 και με το Τελευταίο Σημείωμα του Βούλγαρη. Παρότι έμενα προσωρινά σε άλλο σπίτι, 20 λεπτά μακριά, τον Τομ Κρουζ στο ΡΙΑ δεν θα τον έχανα με τίποτα.
Δεν ήταν σαν να μη συνέβη τίποτα. Τον Αύγουστο του 2018 στο Μάτι και τον Νέο Βουτζά διοργανώνονταν διαρκώς συνελεύσεις, ώστε να αποφασίσουμε ποιος σύλλογος θα αναλάβει τι και πώς θα συντονίσουμε ενέργειες και θα οργανώσουμε ξανά τις κοινότητές μας. Οι συνελεύσεις ήταν διαρκείς και τα πεπραγμένα τους συζητούνταν εξίσου, γύρω από τις ελάχιστες απολαύσεις που μπορούσαν να βρεθούν. Το σινεμά επιτέλεσε αντίστοιχα τον ρόλο του, προσφέροντας τη δυνατότητα για μία διαφορετική ματιά στην ατζέντα. Βρίσκεσαι με τους ανθρώπους σε ένα περιβάλλον που ευνοεί την καθαρή σκέψη, έχοντας προηγουμένως ξεκουράσει το κεφάλι σου, έστω και για ένα σκάρτο δίωρο. Δεν ήταν καθόλου λίγο και σιγά σιγά, μέσα από ανάλογες, διαρκείς και μικρές συναντήσεις, βρήκαμε τα πατήματα που χρειαζόμασταν, όταν γύρω γύρω φορείς, θεσμοί και πολιτεία διέσπειραν σκόπιμα παραλογισμό και εμπόδια. Το κάνουν ακόμη όπως σας ανέφερα στο ξεκίνημα, ανεξαρτήτως του ποιοι/ες κατέχουν - μέσω της δημοκρατίας - την εξουσία.
Σήμερα συμπληρώνονται πέντε χρόνια από την πυρκαγιά. Σε αυτό το διάστημα, το κράτος έχει κάνει σημαία του την προστασία της ανθρώπινης ζωής, με σκοπό οι εκπρόσωποι του να καταλήγουν θριαμβευτές, ακόμη και όταν η φύση ισοπεδώνεται και ο βίος των τοπικών κοινωνιών διαλύεται μονομιάς. Στο μεταξύ, εμείς μαζευόμαστε λιγότερες και λιγότεροι στις επετείους και πολύ περισσότεροι/ες στις περιοδικές, συλλογικές μας δραστηριότητες, έχοντας διανύσει κάθε σπιθαμή του μονοπατιού που γινόταν να διανυθεί. Εκείνοι δεν πάτησαν πάνω σε περιγράμματα, ούτε έβλεπαν κάθε μέρα το ξαφνικό παρελθόν να τους κοιτάζει κατάματα. Εμείς τα περάσαμε και αυτή τη στιγμή το επικίνδυνο είναι να διαδοθεί πώς τα καταφέραμε.
Μόνο δύναμη προς τους Ροδίτες και τις Ροδίτισσες! Η συνέργεια τους, η καθημερινή τους, κοινή δραστηριότητα είναι η μόνη στην οποία μπορούν να βασιστούν, αλλά δεν είναι καθόλου λίγη.