Ιδου.
Εξι στους πρώτους δέκα είναι σέντερ και σίγουρα τέσσερις από αυτούς οι προπονητές τους δεν θα ήθελαν να τους δουν να κερδίζουν φάουλ στα τελευταία κρίσιμα δευτερόλεπτα ενός κλειστού παιχνιδιού. Αν μάλιστα ψάξει κανείς λίγο παραπάνω τη συγκεκριμένη λίστα, θα διαπιστώσει πως στους πρώτους 40 κατατάσσονται 12 σέντερ, ήτοι 30% των παικτών.
Δεν είναι περίεργο. Το άθλημα λέγεται μπάσκετ, και οι παίκτες αυτοί είναι ψηλοί και παίζουν πολύ κοντά στο καλάθι. Η προσπάθεια δίπλα από τη στεφάνη από έναν ψηλό παραμένει ο ασφαλέστερος τρόπος να σκοράρει κανείς διαχρονικά. Μάλιστα, όσο το δυνατόν λιγότερη άμυνα έχει γύρω του, τόσο το καλύτερο, κάτι επίσης αυτονόητο. Για τις ομάδες, από ο,τι φαίνεται τουλάχιστον, ένας αληθινά καλός στόχος που μπορούν να έχουν στο παιχνίδι τους, είναι να πάει η μπάλα στους ψηλούς υπό τις καλύτερες συνθήκες όσο πιο συχνά γίνεται. Αυτό που διαχρονικά αλλάζει είναι οι τρόποι δημιουργίας των συνθηκών και η αλληλεξάρτηση τους με το κομμάτι του αθλήματος που λέγεται άμυνα. Το τελευταίο ειδικά είναι αυτονόητο. Αν ένας σέντερ είναι σκράπας στην άμυνα και τρώει ένα σωρό πόντους με διαφορετικούς τρόπους, το να τον ψάχνει κανείς επίμονα στην επίθεση είναι μάλλον λάθος. Καλύτερα να κάτσει στον πάγκο.
Περιπτωσιολογία
Πέραν της άμυνας όμως, όλα τα άλλα σηκώνουν συζήτηση. Κάποιος πολύ λογικά θα παρατηρήσει πως οι τρεις πρώτοι στην παραπάνω λίστα παίρνουν πολύ λιγότερες προσπάθειες σε σχέση με κάποιους που ακολουθούν και επίσης πως οι ομάδες δεν ζητάνε από αυτούς να πάρουν επάνω τους προσωπικές φάσεις, οι οποίες καταλήγουν πιο συχνά να είναι μαρκαρισμένες. Επίσης, είναι πολύ λογικό ένας παίκτης όπως ο Τζόρνταν να επωφελείται της παρουσίας του καλύτερου πόιντ γκαρντ της λίγκας, δύο τριών καλών σουτέρ και ενός πάουερ φόργουορντ που παίζει και λίγο πιο έξω από το καλάθι. Οι χώροι που θα βρει είναι περισσότεροι και η πάσα που θα τον βρει θα είναι διαβήτης. Οι Κλίπερς δημιουργούν τις σωστές συνθήκες για να φτάσει η μπάλα σε έναν μέτριο τεχνικά παίκτη, και έτσι τον έχουν μετατρέψει στον πιο αποτελεσματικό σκόρερ του πρωταθλήματος1. Το ίδιο θα μπορούσε να πει κάποιος μέσες άκρες και για τον Χάουαρντ και τους Ρόκετς. Η παρουσία του Χάρντεν και οι πολλές προσπάθειες για τρίποντο ανοίγουν τις άμυνες και ο πάλαι ποτέ "σούπερμαν" βρίσκεται είτε ξεμαρκάριστος, είτε πολύ κοντά στο καλάθι με αντιπάλους που έχουν την προσοχή τους στραμμένη αλλού.
Η συζήτηση περί συνθηκών περιπλέκεται αν πάει κανείς παρακάτω και στον Χασάν Ουαϊτσάιντ, ή αν κοιτάξει την περίπτωση των Σαν Αντόνιο Σπερς. Ο Ουαϊτσάιντ ήταν μέλος μιας ομάδας χωρίς έναν αληθινά αξιόπιστο σταρ-σκόρερ στην περιφέρεια, εκτός αν κάποιος θεωρεί τον παρηκμασμένο Τζο Τζόνσον έναν τέτοιο. Οι Μαϊάμι Χιτ ήταν επίσης μία ομάδα που δεν σούταρε πολλά τρίποντα (28η σε όλο το ΝΒΑ) και ήταν άστοχη σε αυτά (περίπου 34%) , ενώ έπαιρνε συνολικά λίγα επιθετικά ριμπάουντ, τα περισσότερα από τα οποία κατέληγαν βέβαια στα χέρια του σέντερ της. Αν ο άτεχνος ψηλός των Χιτ ήταν τόσο αποτελεσματικός, το χρωστάει μάλλον σε όσες κατοχές ανανέωνε ο ίδιος, και κυρίως στα drive του Ουέιντ και στην παρουσία του Κρις Μπος. Ο τελευταίος έδινε στο spacing την πινελιά που χρειαζόταν ώστε να δημιουργηθούν έστω κάποιοι χώροι, οι οποίοι από την περιφερειακή δραστηριότητα θα ήταν μάλλον αδύνατο να αναπτυχθούν. Οχι, η περίπτωση του Ουαϊτσάιντ δεν είναι ίδια με τις δύο προηγούμενες, παρόλο που η ομάδα του (όπως άλλωστε και το Χιούστον ή οι Κλίπερς) ήταν μέσα στο τοπ-12 της επιθετικής αποτελεσματικότητας πέρυσι.
Εκεί ήταν και οι Σπερς (Νο 2), οι οποίοι έπαιζαν κυρίως με τους ψηλούς και επιχειρούσαν επίσης πολύ λίγα τρίποντα, μόλις 18,5 ανά παιχνίδι. Ο Πόποβιτς, με την προσθήκη του παιχταρά Όλντριτζ και με το γέμισμα της φροντ λάιν, μετέφερε εν πολλοίς το παιχνίδι του κάτω από τη στεφάνη. Και εδώ όμως οι συνθήκες ήταν διαφορετικές, καθώς το Σαν Αντόνιο ήταν πρώτο σε όλο το ΝΒΑ σε καθαρά post up και ο τρόπος με τον οποίο ήταν τόσο αποτελεσματικό απείχε παρασάγγας από εκείνον που χρησιμοποίησε δυο χρόνια πριν για να φτάσει στο πρωτάθλημα. Ο τρομερός Ποπς κατάφερε να φτιάξει μία βερσιόν που σουτάρει λιγότερο, βρίσκει τους ψηλούς, και παρότι κάπως προβλέψιμη είναι εξίσου ή και περισσότερο παραγωγική. Φέτος μάλιστα αποφάσισε να κινηθεί με ανάλογο τρόπο, φτιάχνοντας εκ νέου ένα δίδυμο πύργων με την προσθήκη του Γκασόλ, και χωρίς να αναβαθμίσει και πολύ την δυναμη πυρός του από την περιφέρεια. Οι κριτικοί του περιμένουν τους Σπερς εκ νέου εύκολους να διαβαστούν από τους αντιπάλους (παρά το μεγαλύτερο range του Ισπανού), αλλά όπως και να έχει οι Τεξανοί θα είναι πάλι μέσα στους τρεις-τέσσερις επικρατέστερους για τον τίτλο, με κύριο όπλο τους το κοντινό δίποντο.
Ο κανόνας του τριπόντου
Φαίνεται λοιπόν πως οι τρόποι για να αξιοποιηθεί το καλύτερο σουτ που υπάρχει στο μπάσκετ δεν είναι ίδιοι. Ομως επειδή είναι βάσιμο να υποχτηρίξει κανείς πως οι Χιτ και οι Σπερς αποτελούν όσο να ναι εξαιρέσεις, ας ασχοληθούμε και λίγο παραπάνω με τον κανόνα. Πολλοί αναλυτές έχουν δώσει μεγάλη σημασία στην αλληλεπίδραση του σουτ τριών πόντων και της επιθετικής παραγωγής μέσα στη ρακέτα και σε πολλές περιπτώσεις έχουν δίκιο. Οι ομάδες που παρουσιάζουν απειλή έξω από τη γραμμή του τριπόντου υποχρεώνουν τους αμυντικούς να ανοίξουν και έτσι βρίσκουν χώρους για να δημιουργήσουν μία πιο αποτελεσματική επίθεση, σε συνδυασμό με τους πόντους κοντά στο καλάθι. Δεν είναι υπό αυτή την έννοια καθόλου περίεργο πως επτά στις δέκα (7/10) πρώτες στον τομέα των προσπαθειών από τα 7,25 , εμφανίζονται και στην πρώτη δεκάδα των ομάδων της συνολικής αποτελεσματικότητας.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως οι ολοένα και περισσότερο αυξανόμενες προσπάθειες για τρίποντο εξηγούν τα πάντα ή μας υποχρεώνουν να αλλάξουμε ντε και καλά αντίληψη για το άθλημα. Κοιτάξτε ένα γράφημα απο το Business Insider.
Aυτό δείχνει το εξής: παρά το γεγονός ότι οι προσπάθειες για τρίποντο αυξάνονται και εκείνες για δίποντο μειώνονται, οι πόντοι ανά σουτ που πετυχαίνουν οι ομάδες παραμένουν διαχρονικά σχεδόν οι ίδιοι. Η στροφή προς το τρίποντο δεν έχει κάνει τις ομάδες σώνει και καλά περισσότερο αποτελεσματικές. Αυτό που έχει κάνει είναι πως τους έχει δώσει ένα έξτρα εφόδιο να σκοράρουν απέναντι στις συνεχώς πιο διαβασμένες άμυνες, οι οποίες με την σειρά τους ολοένα και καταφεύγουν στις καθαρές αλλαγές για να σταματήσουν τους σταρ της περιφέρειας. Αυτή η τάση έχει κάνει διάφορους να στραφούν στο smallball ή να συμβιβαστούν με πιο άτεχνους (sic) σέντερ που όμως έχουν γρήγορα πόδια, αλλά αν θέλετε την γνώμη μου κάποια στιγμή θα εξισορροπηθεί από την ανάγκη που ήδη νιώθουν οι επιθέσεις να στοχεύσουν με τους ψηλούς τους τα μις ματς στη ρακέτα.
Υπό αυτή την έννοια, ο Λεό έχει δίκιο όταν βλέπει στον Τάουνς το μέλλον του ΝΒΑ και του μπάσκετ γενικώς, καθώς το επιθετικό του πακέτο μπορεί να καταστεί εν δυνάμει υπερπλήρες, όπως άλλωστε και αυτό του Αντονι Ντέιβις. Ακόμη και με την υπερπαραγωγή τριπόντων, είναι πολύ δύσκολο να συμπεράνει κανείς πως το άθλημα μεταφέρεται ολοένα και μακρύτερα από το καλάθι. Ακόμη και αν αυτό συμβαίνει, η πρόβλεψη για μια γραμμική συνέχεια είναι παρακινδυνευμένη. Είναι επίσης εξίσου δύσκολο να πραγματοποιηθεί η αφοριστική ονείρωξη του μπάσκετ χωρίς θέσεις, και των περίπου ισοϋψών παικτών, ακόμη και αν τα smallball σχήματα εμφανίζονται συχνότερα. Ο Πόποβιτς θέλει να το αποδείξει αυτό χτίζοντας την νέα του ομάδα επάνω σε δίδυμους πύργους, αλλά ακόμη και αν δεν τα καταφέρει, η εποχή των analytics (μαζί με όσα ρηξικέλευθα φέρνει) δεν παύει να επιβεβαιώνει πως το πιο αποτελεσματικό σουτ στο μπάσκετ είναι εκείνο που επιχειρείται από ψηλούς παίκτες πολύ κοντά στο καλάθι. Με όποιο τρόπο και αν βγαίνει αυτό.
Οι ψηλοί δεν έχουν να πάνε πουθενά, και ας καταστούν θολά τα όρια των θέσεων. Σιγά σιγά το παράλογο των mobile centers με ελάχιστη τεχνική παιδεία στα βασικά, είναι λογικό να αντικατασταθεί από κάτι πληρέστερο, που θα συνδυάζει αθλητικότητα, τεχνική και αποτελεσματικότητα. Τέλος, ο τρόπος να κερδίζει κανείς δεν θα είναι ένας, όπως δεν είναι και τώρα. Πώς τα καταφέρνει ο Ποπς, φέτος είμαι και πάλι με τους Σπερς.
Σημείωση.
1. Για όποιον πιστεύει ότι ο Ντε Αντρε Τζόρνταν απλώς καρφώνει και για αυτό ευστοχεί , υπάρχει και αυτό. http://fivethirtyeight.com/features/the-nbas-best-and-worst-shot-makers/