Είχε μεγάλο ενδιαφέρον η επιστροφή στην περίοδο 2010-2015, η οποία έχει κάπως ξεχαστεί. Λογικό βέβαια, μετά την μπασκετική έκρηξη που ήρθε με τους Golden State Warriors το 2015 και τους άπειρους stars που ακολούθησαν έκτοτε. Συνήθως τέτοιες αναδρομές γίνονται για παίκτες και ομάδες που κάτι δεν λειτούργησε, ή υπήρξε μία ατυχία και ντύθηκαν με την ταμπέλα του ‘’what if’’. O Derrick Rose και τα διαλυμένα γόνατα, οι τραυματισμοί του Blake Griffin και η χαμένη ευκαιρία της "Lob City" των Clippers, οι Thunder που θα μπορούσαν να τα σαρώσουν όλα με την τριάδα Durant, Harden, Westbrook. Όμως όχι, εδώ πρόκειται απλά για μία ομάδα που έπαιξε με τις δυνάμεις της, ανέδειξε παίκτες σε all-star επίπεδο, παίκτες που ενδεχομένως να χάνονταν οπουδήποτε αλλού, γέμιζε ένα γήπεδο κάπου στο Memphis επί σειρά ετών, πέτυχε σημαντικά, αλλά ταυτόχρονα δεν κατέκτησε κανέναν τίτλο. Υπάρχουν και αυτές οι ιστορίες. Για την ακρίβεια, τα περισσότερα franchises, που ανα τα χρόνια έφτασαν να διεκδικούν τον τίτλο και δεν πέτυχαν την απόλυτη συναστρία (ή δεν έβαλαν κάπως στο ρόστερ τους τον LeBron), έζησαν κάτι αντίστοιχο.
Ο Zach Randolph, ο πρωταγωνιστής του ντοκιμαντέρ, βρήκε την ευκαιρία να φωτιστεί αθλητικά σε αυτά τα 70 λεπτά. Power forward με συνδυασμό ωμής δύναμης και bully-ball, με τεράστιο σωματικό όγκο, που γινόταν εφιάλτης όταν έπαιρνε την μπάλα στο χαμηλό ποστ λόγω του εξαιρετικού, σχεδόν χορευτικού, footwork που διέθετε. Ένας ψηλός ο οποίος μπορούσε να προσεγγίσει πολύ εύκολα το μοτίβο 20 πόντοι - δέκα rebounds (στους Blazers μάλιστα είχε κάνει και σεζόν με 23,6 - 10,1) και έδωσε μέρος αυτής της παραγωγικότητας ώστε να γίνει το σύνολο των Grizzlies πιο λειτουργικό, να εκμεταλλευτεί το δίδυμο ψηλών που δημιουργούσε ο Randolph με τον Marc Gasol, αλλά και την περιφερειακή παραγωγικότητα του Mike Conley. Παρότι σε εκείνο το σημείο δεν είχαμε advanced στατιστικά, τουλάχιστον όχι σε βαθμό έκρηξης, εκείνα έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτά που έβλεπε το μάτι. Ο Randolph μέσα στα χρόνια εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο σοβαρούς δημιουργούς ψηλούς, με μεγάλο δείκτη ast% (πόσο μεγάλο κέρδος για τον coach Hollins, όταν ο παρτενέρ του στην frontline είναι ο ακόμη καλύτερος δημιουργός Marc Gasol) και η τουλάχιστον επαρκής αμυντική συνέπεια, ερχόταν ως στήριξη στο μεγάλο boost που πρόσφερε στην επίθεση, ενώ όλες οι πεντάδες του Memphis με τον Randolph στο παρκέ είχαν θετικό πρόσημο. Εντούτοις, όταν η συνθήκη το απαιτούσε, έπαιρνε επίμονα την μπάλα στο χαμηλό ποστ, σκόραρε τα πάντα και πρόσφερε νίκες και προκρίσεις. Όπως συνέβη το 2011, όταν σχεδόν μόνος του έκλεισε τη σειρά με τους Spurs μέσα στο Memphis, η πρώτη πρόκριση του franchise στην postseason μετά από χρόνια, με τους Grizzlies μάλιστα να αποκλείουν ως όγδοοι τους τότε επικεφαλής της δυτικής περιφέρειας.
Το Memphis είχε τον δικό του all-star. Οι δύο παρουσίες του Randolph σε all-star game δεν είναι καθόλου ασήμαντες, ειδικά όταν πρόκειται για αθλητή που αγωνιζόταν σε franchise μικρής αγοράς και είχε να ανταγωνιστεί τους διάφορους Tim Duncan, Dirk Nowitzki και Blake Griffin, η κόντρα μάλιστα με τον οποίον έχει πλατιά αναφορά στο ντοκιμαντέρ, με τον Randolph να εξηγεί την αδικία που ένιωσε όταν οι Clippers τον άφησαν (καθόλου παράλογα, όπως και ο ίδιος αναγνώρισε χρόνια μετά) για τον νεότερο και πιο αθλητικό Blake.
Δεν ήταν ενδεχομένως ο πιο ταλαντούχος στο ρόστερ, ίσως όχι και ο πιο επιδραστικός αγωνιστικά, πως αλλιώς να συμβεί όταν παίζεις δίπλα στον χαρισματικό Marc Gasol και τον Mike Conley; Μάλλον όμως ήταν εκείνος που αποτέλεσε την εικόνα, την μπασκετική ταυτότητα, του Memphis. Έδεσε απόλυτα με το franchise από την πρώτη μέρα, μπόρεσε να πετάξει από πάνω του την προβληματική εικόνα που είχε σχηματιστεί από τα πρώιμα χρόνια στη Λίγκα με την παρουσία του στο Portland και τους "Jail Blazers", αλλά και τις συνεχείς ανταλλαγές μέχρι να φτάσει στο Memphis. To ‘’Grit ‘n Grind’’ μότο βρήκε σε εκείνον την απόλυτη εφαρμογή. Το κοινό των Grizzlies πήρε κάθε ατάκα του και την μετέτρεψε σε σύνθημα και σλόγκαν (χαρακτηριστικότερο το ‘’We don’t bluff’’, σε μία από τις πολλές αψιμαχίες του με τον Griffin), o ίδιος επέλεξε να παραμείνει εκεί μέχρι και για την αποθεραπεία του στον μεγάλο τραυματισμό, ενώ όπως προβάλλει και το ντοκιμαντέρ, είχε μεγάλη σύνδεση με τους ανθρώπους του Memphis και ενέργειες μακριά από το γήπεδο που πραγματικά βοήθησαν την ευρύτερη περιοχή. Προσωπικά βρήκα το σημείο για τη σύνδεσή του με την περιοχή και τις βοήθειες που έδωσε κάπως εκτενές (τόσα μοντάζ δίπλα στον Guru και στις ταινίες του, συγχωρέστε με, κάποιοι χρόνοι κλωτσάνε) και μονόπαντο (μικρή καταγραφή των επίμαχων ζητημάτων που έδωσαν στον Randolph της ωρολογιακής βόμβας για τα αποδυτήρια μιας ομάδας), όμως πραγματικά ως θεατής μπορείς να νιώσεις το vibe που υπήρξε ανάμεσα σε έναν αθλητή και μία ολόκληρη κοινότητα, όπως και την ειλικρίνεια του ίδιου σε όλα όσα συμμετείχε, βρίσκοντας ένα χώρο δράσης στον οποίο πραγματικά μπορούσε να πετάξει από πάνω του το κλασικό ‘’νεαρός ξεπερνά όλες τις αντιξοότητες και καταλήγει στο ΝΒΑ’’ στόρι, που Λίγκα και media ψήνονται να εφαρμόζουν σε κάθε μπασκετμπολίστα που ‘’τικάρει’’ το background.
Επιστρέφοντας στο αθλητικό κομμάτι, ο Randolph ήταν μέρος ενός συνόλου με πραγματικό μπασκετικό χαρακτήρα, από εκείνα θα ήθελα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, να φτιάξω κάποιες λεπτομέρειες στη διαδρομή, ως επέμβαση στον χωροχρόνο, και να τους δω σε μία σειρά τελικών ΝΒΑ. Στην πραγματικότητα, δεν θα έπρεπε να χρειάζεται κάτι τέτοιο, ακόμη και έτσι η ιστορία τους είναι πληρέστατη. O περισσότερος μπασκετικός κόσμος ωστόσο έχει την τάση να θεωρεί επιτυχία μόνο ό,τι οδηγεί σε τίτλο, πολλές φορές ξεχνώντας τον συνδυασμό των συνθηκών για να φτάσεις ως εκεί, λες και η παρουσία σε τελικούς περιφέρειας ή σε συνεχόμενες postseason είναι απλό. Ρωτήστε και τους Timberwolves ξέρω γω, ή τους Suns μέχρι να μπει στην εξίσωση το μεγαλείο του Chris Paul. Ή ακόμη και τους Cavaliers στα χρόνια χωρίς LeBron. Οι Grizzlies των Gasol, Conley, Randolph έπαιξαν μπασκετάρα, με ένα πολύ ισορροπημένο στυλ ανάμεσα στην αμυντική σκληράδα και την επιθετική δημοκρατία των τριών stars, και διεκδίκησαν μέχρι τέλους όλες τις πιθανότητες για παρουσία σε τελικούς ΝΒΑ. Κάπου μέσα στη διαδρομή ανα τα χρόνια απέκλεισαν τους Spurs του Popovich, τους Thunder των Durant και Westbrook και την "Lob City" των L.A. Clippers, σε μία σειρά που λογικά βρίσκει ακόμη τον Zach Randolph να πανηγυρίζει και να χαμογελά. Οι δύο καλύτερες βερσιόν τους, εκείνες του 2013 και του 2015, είχαν την ατυχία να βρουν στο δρόμο τους San Antonio Spurs του ολοκληρωτικού μπάσκετ στην πρώτη περίπτωση, αλλά και τους Golden State Warriors στη δεύτερη. Ξέρετε, εκείνους που τελικά έπαιξαν πέντε συνεχόμενους τελικούς ΝΒΑ και έχουν έναν αθλητή που επηρέασε ολόκληρο το άθλημα, στον Steph Curry. Ακόμη και σε αυτή τη σειρά δεύτερου γύρου ήταν τρομερά ανταγωνιστικοί, πήραν δύο παιχνίδια από τους Warriors, τους ανάγκασαν να κατεβάσουν από την αρχή την "death lineup" για να τους καταβάλλουν και θα μπορούσαν για μικρές λεπτομέρειες να οδηγήσουν τη σειρά σε Game-7 (ιδίως αν δεν ήταν τραυματίας ο Conley βασικά).
Αν κάτι κράτησα από το ντοκιμαντέρ για τους Grizzlies ως franchise συνολικότερα, είναι η επιβεβαίωση μιας σκέψης ετών, ότι αυτοί ανήκουν σε εκείνους τους οργανισμούς που δεν προσπαθούν να κοροιδέψουν την όποια μπασκετική νοημοσύνη διαθέτω. Σταθερά ένα υπέροχο αντίδοτο στο κάθε τεμπέλικο franchise ανηλεούς tanking, που αναζητά τέσσερα και πέντε top-10 picks σε βάθος πενταετίας, ώστε να ξεκινήσει τον δρόμο για την επιτυχία (spoiler alert: συνήθως τα κάνουν σκατά). Η βερσιόν με cornerstone τον Pau Gasol έφτασε μέχρι ένα συγκεκριμένο σημείο και όταν εκείνος παραχωρήθηκε στους Lakers, οι Grizzlies εκμεταλλεύτηκαν την παρουσία του Marc Gasol στα ανταλλάγματα για τον αδερφό του και έφτιαξαν μέσα σε μία τριετία το σύνολο που έφτασε να διεκδικεί τη Δύση ουσιαστικά μέχρι και το 2015. Όταν και αυτό το project/version, με το πέρας του χρόνου, έφτασε με τη σειρά του σε σημείο αποδιοργάνωσης, κοιτάχτηκαν ειλικρινά και έγκαιρα στον καθρέφτη προχωρώντας σε ανταλλαγές, που μάλιστα βρήκαν τον Marc Gasol να στέφεται πρωταθλητής με τους Raptors και τον Mike Conley να είναι μέλος των -επί σειρά ετών- διεκδικητών Jazz. Eκμεταλλεύτηκαν την τύχη να βρουν δύο ψηλά picks στα draft (Jaren Jackson Jr στο #4 το ‘18, Ja Morant στο #2 το ‘19) αλλά και το εξαιρετικό τμήμα scouting που έχει χτιστεί εντός οργανισμού ανα τα χρόνια και ήδη βρίσκονται δύο και τρία βήματα πιο μπροστά από το συμβατικό timeline, πλαισιώνοντας μάλιστα τους δύο πρωταγωνιστές με έναν προπονητή που ταιριάζει στη συνολικότερη φιλοσοφία τους, αλλά και με παίκτες όπως οι Desmond Bane, Dillon Brooks, De’Anthony Melton, Brandon Clarke και Xavier Tillman, που δένουν ηλικιακά και αγωνιστικά με τα λαμπρά αστέρια του franchise.
Αρκεί μία βόλτα στην all-access σειρά με τίτλο "Beyond Grit", ξανά στο επίσημο κανάλι της ομάδας στο YouTube, για να παρατηρήσει κανείς τα κοινά σημεία των δύο φουρνιών, την ταυτότητα που έχει αποκτήσει με τα χρόνια το franchise, οπως ανάλογα έχουν καταφέρει -σε μεγαλύτερο επίπεδο- οι San Antonio Spurs. Οι Grizzlies θα πετύχουν ξανά, σύντομα, ίσως σε βαθμό μεγαλύτερο από την προηγούμενη φορά, σαν μία όμορφη εξέλιξη. Ο Zach Randolph θα το χαρεί ιδιαίτερα πάντως.
Σημειώσεις:
Για όποιον ενδιαφέρεται, ακολουθεί το link του ντοκιμαντέρ για τον Zach Randolph εδώ.