Nigel Hayes (Galatasaray, 24 ετών, 2.03μ.)
Η Γαλατασαράι είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ομάδες του φετινού EuroCup, παρότι είναι ένα μετριότατο σύνολο (τελευταία στον όμιλο της με ρεκόρ 3-6) που πολλές φορές δείχνει να μην έχει συνοχή και ξεκάθαρες αρχές στο παιχνίδι της. Οκ, σίγουρα δεν είναι η "ακριβή" Γαλατά των προηγούμενων ετών έχοντας χάσει την αίγλη της και πορεύομενη με πιο σφιχτά οικονομικά δεδομένα, με την εικόνα της στο γήπεδο να είναι προβληματική στα περισσότερα ματς. Αυτό δε σημαίνει πάντως πως στο ρόστερ της δεν υπάρχουν κι ορισμένες μονάδες με ατομικό ταλέντο και προοπτική. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε αρκετά για τους Τάι Ουέμπστερ ή Άαρον Χάρισον από το backcourt, αλλά και τον (βελτιωμένο) Ζακ Όγκαστ τον οποίο, πάντως, γνωρίζουμε καλά στην Ελλάδα. Επιλέγουμε τον Νάιτζελ Χέις, καθώς πρόκειται για ένα πολύ αξιόλογο τεσσάρι με πολύ γεμάτο αγωνιστικό πακέτο, αναλογικά με το νεαρό της ηλικίας του.
Ο 24χρονος φόργουορντ είναι rookie στα παρκέ της γηραιάς ηπείρου (πέρσι, στην πρώτη του επαγγελματική σεζόν, ακροβατούσε μεταξύ NBA - με 10ημερα συμβόλαια σε Raptors, Lakers, Kings - και G League) αλλά δεν έχει αντιμετωπίσει δυσκολίες ως προς την κατανόηση των όσων του ζητούνται. Είναι αρκετά γρήγορος για την θέση του (στο Wisconsin έπαιζε και τριάρι), καλός αθλητής γενικά κι έχει μεγάλο άνοιγμα χεριών. Στις 9 εμφανίσεις του μετρά 14.1 πόντους με θετικά ποσοστά ευστοχίας (55% στα δίποντα, 39% στα τρίποντα, 89% στις βολές), 6.1 ριμπάουντ, εκ των οποίων τα 2 είναι επιθετικά, 1.8 ασίστ και 1.2 κλεψίματα. Παίζει πολύ (σχεδόν 30' ανά αγώνα) και εύκολα τον ξεχωρίζει κανείς στο φετινό - ας το πούμε... ιδιαίτερο - σύνολο της Γαλατά. Είναι ίσως ό,τι ποιοτικότερο διαθέτει αυτή τη στιγμή και ταυτόχρονα ο παίκτης με το μεγαλύτερο potential. Ουσιαστικά έχει σηκώσει όλο το βάρος της θέσης "4" πάνω του, όχι λόγω λειψανδρίας (θα μπορούσαν να καλύψουν κι οι Arapovic, Arar, Erdeniz κάποια λεπτά), αλλά επειδή είναι υπεραπαραίτητος για την λειτουργία της ομάδας. Εκείνος κι ο Όγκαστ είναι αυτοί που "σουλουπώνουν" την εικόνα στη front line της Γαλατά. Αν συνεχίσει έτσι, θα απασχολήσει σίγουρα μεγαλύτερα clubs το επόμενο καλοκαίρι.
Justin Cobbs (Cedevita, 27 ετών, 1.91μ.)
Τον περασμένο Ιούλιο το όνομα του συμπεριλήφθηκε στο ρεπορτάζ του Ολυμπιακού - την περίοδο που "ναυαγούσε" η μεταγραφή του Χένρι - ωστόσο ο 27χρονος κόμπο γκαρντ κατέληξε στην Κροατία για την Τσεντεβίτα, αντί για την Ευρωλίγκα. Θα μπορούσε να βρει χώρο σε αυτή, αν όχι σε club που διεκδικεί θέση στην οκτάδα, τότε σίγουρα σε κάποια ομάδα τύπου Μπουντούτσνοστ, Γκραν Κανάρια, Νταρουσάφακα. Προερχόταν από μια γεμάτη σεζόν στην Γαλλία με την Λε Μαν (κατέκτησε το πρωτάθλημα έχοντας 14.1 πόντους και 5.9 ασίστ κατά μέσο όρο), ενώ παλαιότερα τον είχαμε δει και στην Μπάγερν Μονάχου. Γενικώς, ο Κομπς έχει περάσει το μεγαλύτερο κομμάτι της έως τώρα καριέρας του μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας κι η επιλογή του να πάει στο Ζάγκρεμπ ήταν μια νέα πρόκληση για τον ίδιο. Έχει ταιριάξει πάντως απόλυτα στο σύνολο του κόουτς Σλάβεν Ρίματς (για όσους θυμούνται, είναι παλιός παίκτης της ΑΕΚ και του Μακεδονικού στα μέσα της δεκαετίας των 00s) κι η προσαρμογή του στα νέα δεδομένα είναι ταχύτατη.
Ο Αμερικανός παίκτης ανταποκρίνεται ικανοποιητικά τόσο ως καθαρό πλειμέικερ, όσο κι ως σούτινγκ γκαρντ. Μπορεί να μην απειλεί ιδιαίτερα από μακριά (5/16 τρίποντα), ωστόσο έχει μεγάλη έφεση στο κάθετο παιχνίδι και καλύπτει σχετικά εύκολα τη συγκεκριμένη αδυναμία. Σκοράρει 15.8 πόντους (57% στα δίποντα, 78% από τη γραμμή), μοιράζει 5.3 ασίστ (έναντι 3.1 λαθών) και μαζεύει 2.6 ριμπάουντ ανά 28 λεπτά στο παρκέ. Είναι ο κατά τεκμήριο κορυφαίος παίκτης της Κροατικής ομάδας (με 17.7 μονάδες στο σύστημα αξιολόγησης) κι εκείνος που έχει αναλάβει το μεγαλύτερο φορτίο σε σκορ και δημιουργία. Έχει μέγεθος (1.91μ.) και γερή σωματοδομή, ενώ φέτος δείχνει γενικά πως βρίσκεται στο peak του. Από το 2016 κι ύστερα, βελτιώνεται διαρκώς. Έχει ωριμάσει, πλέον έχει μαζέψει αρκετές εμπειρίες από την Ευρώπη και δείχνει έτοιμος για το επόμενο μεγάλο βήμα. Η Τσεντεβίτα έχει μαζέψει 5 ροζ φύλλα σε 9 ματς και θα παίξει στον επόμενο γύρο του EuroCup κι ο Κομπς ήταν σίγουρα ένας από τους βασικότερους λόγους για να συμβεί αυτό.
Erik Murphy (Skyliners Frankfurt, 28 ετών, 2.08μ.)
Λένε πως σύμπτωση επαναλαμβανόμενη, παύει να είναι σύμπτωση. Εδώ και 9 αγωνιστικές ο Μέρφι αγνοεί τι θα πει "χάνω τρίποντο". Τα 24/33 τρίποντα που έχει σημειώσει αντιστοιχούν στο ασύλληπτο 73% πίσω από το τόξο, ένα ποσοστό εξαιρετικά σπάνιο όχι μόνο για τρίποντα, αλλά και για σουτ εντός πεδιάς γενικότερα. Ο Αμερικανός που έχει γεννηθεί στην Λυών της Γαλλίας κι εκπροσωπεί την Εθνική Φινλανδίας (μπέρδεμα...) είναι ένας κατ' εξοχήν tweener των θέσεων "4" και "5". Με άλλα λόγια, ενδιάμεσος που επιθετικά τόσο εντός, όσο και μακριά από την ρακέτα, έχει τον τρόπο να απειλήσει. Σημειώνει 16.1 πόντους (στα δίποντα έχει 58% και στις βολές 79%), ενώ συμπληρώνει τη στατιστική του με 3.9 ριμπάουντ, 1 ασίστ και 1 τάπα ανά 24 λεπτά. Αν μη τι άλλο, η φετινή παρουσία του Μέρφι στην Φρανκφούρτη είναι εντυπωσιακή. Επίσης, είναι γεγονός πως η απόδοση του δε συγκρίνεται με την αντίστοιχη που είχε σε προηγούμενες ομάδες του. Έχει ανέβει πολλά επίπεδα κι αυτό μπορεί να οφείλεται σε μια σειρά από λόγους (π.χ. ατομική βελτίωση, "κόλλησε" άψογα στην ομάδα, μπορεί να θεωρηθεί "streaky" κι η σειρά καλών εμφανίσεων έχει ανεβάσει τη ψυχολογία του).
Έχοντας παίξει σε ουκ ολίγα ευρωπαϊκά κλαμπ (Μπεσίκτας, Στρασβούργο, Ναντέρ κυρίως), ο Μέρφι σε κανένα δεν έδειξε πως είναι ένας τόσο προικισμένος επιθετικά παίκτης. Σίγουρα η φετινή του εικόνα - έκπληξη αγγίζει τα όρια του "overachiever", αφού μέχρι πέρσι ήταν ένας τίμιος παίκτης των 8-9 πόντων με περίπου 35-40% στα τρίποντα. Χρήσιμο εργαλείο, αλλά όχι πρωταγωνιστής. Βοηθούσε τις ομάδες του, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό ώστε να πεις πως θα κάνει την διαφορά. Η σεζόν 18-19 τον βρίσκει 5ο σκόρερ του EuroCup, ως βασικότατο στέλεχος σε ένα καλοδουλεμένο σύνολο που έχει προκριθεί έχοντας έξι νίκες σε εννιά αγώνες. Το αν η χρονιά του είναι "φωτοβολίδα" θα φανεί, αν και το ότι εδώ και δύομιση "γεμάτους" μήνες παίζει τόσο καλά, δείχνει σεβαστή διάρκεια και σταθερότητα. Το σίγουρο είναι πως η Φρανκφούρτη λειτουργεί καλά και με αυτόν, αλλά και για αυτόν. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η συνεργασία είναι ευεργετική και για τις δύο πλευρές: η γερμανική ομάδα έχει ένα σπουδαίο επιθετικό όπλο στη σύνθεση της, ενώ ο Μέρφι εξελίσσεται σε late sleeper, υπό την εννοία πως έστω και στα 28 του (δεν είναι και... παιδάκι), ανεβάζει πολύ την δημοτικότητα του και τις "μετοχές" του.
Yakouba Ouattara (αρχική φωτό, Monaco, 26 ετών, 1.91μ.)
Ο Γκανέζος "εκτελεστής" επέστρεψε την περασμένη άνοιξη στο Μονακό, μετά από μισή (αποτυχημένη) σεζόν στην G League. Κυνήγησε το αμερικανικό όνειρο, αλλά φαίνεται πως η Ευρώπη είναι πιο ταιριαστή στο αγωνιστικό προφίλ του. Ο Ουαταρά μπορεί να θεωρηθεί ως ένα δυάρι παλαιάς κοπής, δηλαδή ένας περιφερειακός που η προτεραιότητα του είναι να βάλει την μπάλα στο καλάθι. Με 13.2 πόντους (54% στα δίποντα, 40% στα τρίποντα, 77% στις βολές) είναι ο δεύτερος σκόρερ της Μονακό, πίσω από το πεντάρι της ομάδας, Κικάνοβιτς, που προσφέρει πόντους μόνο κοντά στο καλάθι. Έχει επίσης 4.3 ριμπάουντ, 1.4 ασίστ (για 1 λάθος) και 1.2 κερδισμένα φάουλ για κάθε 26' στο παρκέ. Γενικώς, ο Ουαταρά είναι ένας παίκτης που διακρίνεται για τα επιθετικά του ένστικτα και δε θα διστάσει να πάρει προσπάθειες, ακόμη και στην μέτρια/κακή βραδιά του. Στο παρακάτω βίντεο, τον βλέπουμε προτού δοκιμάσει τη τύχη του στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το μακρινό σουτ είναι κατά κοινή παραδοχή το μεγάλο του προσόν κι, αν θέλετε να το θέσουμε διαφορετικά, ο λόγος που απέτυχε στην Αμερική: δεν κατάφερε να αναδείξει το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του (στην G League είχε 6/34 τρίποντα σε 12 παιχνίδια) κι έτσι επέστρεψε άρον άρον στην γηραιά ήπειρο και στο οικείο για εκείνον περιβάλλον του πριγκιπάτου. Δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς το επιθετικό του ταλέντο κι είναι ένα καλό ερώτημα το γιατί δεν έχει καταφέρει μέχρι σήμερα να κάνει το "άλμα" στην καριέρα του. Μπορεί να μη τον έχουν πάρει τα χρόνια και να έχει ακόμη πολλές σεζόν μπροστά του, αλλά σίγουρα κάποια σκαμπανεβάσματα στην απόδοση του δε τον έχουν βοηθήσει. Εάν καταφέρει να ισοσταθμίσει τα ξεκάθαρα πλεονεκτήματα του (είναι "δαίμονας", σουτάρει στατικός, σε κίνηση, παίρνει πρωτοβουλίες στο transition παιχνίδι, κάνει δυναμικά drives) με τα επίσης "χτυπητά" ντεσαβαντάζ του, τότε θα είναι σε θέση να βρει μεγαλύτερη ισορροπία στο παιχνίδι του. Ενδεικτικά, φέτος έχει στο ενεργητικό του κάποια τρομερά ματς με 5/10 (με την Μπρέσια) ή 5/8 (στην έδρα της Γαλατασαράι) τρίποντα, αλλά και κάποια πολύ άστοχα όπως στην Ουλμ (1/7) ή τον Ερυθρό Αστέρα (1/6).
Jock Landale (Partizan, 23 ετών, 2.11μ.)
Ο νεαρός Αυστραλός σέντερ είναι άλλο ένα αξιόλογο project στη φαρέτρα της Παρτίζαν, μετά τους Βάνια Μαρίνκοβιτς, Αμάρ Γκέγκιτς και Μάρκο Πετσάρσκι. Παρότι "άψητος" και πρωτοεμφανιζόμενος στα ευρωπαϊκά γήπεδα, ο Λάντειλ παίζει με αξιοσημείωτη οξυδέρκεια. Εκμεταλλεύεται το μέγεθος του και μεταξύ άλλων, είναι καλός πάσερ - πολύ σημαντικό στοιχείο για την θέση του σέντερ. Καταγράφει 11.6 πόντους με 67% στα δίποντα και πολύ αποτελεσματικά τελειώματα, αλλά από την άλλη έχει ξεκάθαρη αδυναμία από την γραμμή των προσωπικών (9/21 βολές). Προσφέρει επιπλέον 7.2 ριμπάουντ, τομέα που είναι αρκετά αξιόπιστος, ενώ μοιράζει και 2.3 τελικές πάσες. Το ranking του ξεπερνά τις 16 μονάδες για κάθε 27:28 στο παρκέ, αριθμός αν μη τι άλλο πολύ υψηλός για παίκτη που μέχρι πέρσι έπαιζει σε κολλεγιακό επίπεδο.
Μας έχει εντυπωσιάσει διότι ήρθε στην Ευρώπη ως undrafted - μετά την τετραετούς διάρκειας παρουσία του στο St. Mary's - και χωρίς τις "τρελές" συστάσεις. Στο Summer League με τους Atlanta Hawks, από τους οποίους δοκιμάστηκε, δεν έδειξε κάτι το ιδιαίτερο (5 πόντοι, 5.8 ριμπάουντ σε 9 παιχνίδια) και δύσκολα θα κέρδιζε κάποια θέση στο ρόστερ τους. Παρ' όλα αυτά, η "ήσυχη" άφιξη του δίνει ακόμη μεγαλύτερη αξία στα φετινά του κατορθώματα. Είναι ακόμη σε διαδικασία όπου "φτιάχνεται" κι αν μελλοντικά εντάξει ολοκληρωτικά το τρίποντο στο παιχνίδι του (έχει 5 εύστοχα σε 9 προσπάθειες φέτος), θα έχει δημιουργήσει ένα πολύ ελκυστικό πακέτο για να μακροημερεύσει στην Ευρώπη. Από εδώ και στο εξής, μεγάλη σημασία θα έχει η παρουσία και η πρόοδος του στην Αδριατική λίγκα.