Ο Άρης, μια ΚΑΕ που πριν τρία χρόνια χρωστούσε περισσότερα από 5 εκατ. ευρώ σε Δημόσιο και τρίτους, κατάφερε να βάλει με τη συνδρομή της τωρινής της διοίκησης τα οικονομικά σε μια τάξη. Όχι να τα μηδενίσει, αλλά να τα ρυθμίσει και να κατεβάσει το «μείον» σε πιο διαχειρίσιμα στάδια. Ο τρέχον στόχος της εταιρείας σε οικονομικό επίπεδο συνεχίζει να είναι ο ίδιος, δηλαδή το κοντέρ να τείνει αργά, αλλά σταθερά πιο κοντά στο μηδέν, παρά σε οτιδήποτε άλλο άνω των 2,7 εκατ. που θα συνιστούσε πισωγύρισμα (το χρέος του Απριλίου του 2023 όπως είχε γνωστοποιηθεί στη συνέντευξη Τύπου των Ρουσιαμάνη - Αρβανίτη). Η εξυγίανση στο οικονομικό σκέλος είναι άλλωστε μια χρονοβόρα διαδικασία που απαιτεί υπομονή, πλάνο και σχεδόν μηδενικά περιθώρια λάθους κι ενώ στο μεταξύ πάντα η προσέλκυση επενδυτή (ή γκρουπ τέτοιων) θα βρίσκεται στην κορυφή των προσδοκιών. Υπό το πρίσμα μάλιστα όχι του να «πετάξουμε από πάνω μας την ευθύνη», αλλά να πάει η εταιρεία σε καλά και φερέγγυα χέρια, με όραμα και αξιοπιστία.
Στην δεύτερη θέση της ιεράρχησης των «πρέπει», έρχεται το αγωνιστικό. Και μην απορήσει κανείς, σαφέστατα κατατάσσεται δεύτερο, αφού δεν μπορείς να έχεις την απαίτηση για μεγάλα πράγματα ως οργανισμός, όταν οφείλεις να εξοφλήσεις μεταξύ άλλων όχι παίκτες, αλλά… σχεδόν ολόκληρες ομάδες του σύγχρονου παρελθόντος. Ποιος ξεχνάει πως ο Άρης -κι ο ΠΑΟΚ- πριν 4 χρόνια ήταν προτελευταίος και φλέρταρε όσο ποτέ με τον υποβιβασμό; Ο Covid άλλαξε πολλά γύρω μας, αλλά… κράτησε Κιτρινόμαυρους κι Ασπρόμαυρους στην Basket League. Το καμπανάκι ήχησε εκκωφαντικά στην πόλη και το πιο δύσκολο κομμάτι της ιστορίας ήταν πως η περιρρέουσα ατμόσφαιρα έζεχνε απαξίωση, απόλυτη ξενέρα και κυριότερα υπήρχε ένα κοινό κουρασμένο, βομβαρδισμένο από 9/10 αρνητικές ειδήσεις γύρω από το κιτρινόμαυρο ρεπορτάζ. Ban ο τάδε, Χ μήνες πίσω η μισθοδοσία, επίσχεση εργασίας από υπαλλήλους, μικρή συμμετοχή κόσμου στην ΑΜΚ, και γενικώς μια κατάσταση ενίοτε στο απροχώρητο, άλλοτε με αφορμή μικρά καθημερινά ζητήματα που αναδείκνυαν την περίοδο μη κανονικότητας που είχε βουτήξει με τα μούτρα ο σύλλογος, κι άλλοτε με πιο μεγάλα φιρμάνια, που έβαζαν τρικλοποδιές στην ομαλή ολίσθηση της (κάθε) σεζόν.
Βαριέμαι οικτρά που τα ξαναγράφω όλα αυτά, αλλά η υπενθύμιση είναι απαραίτητη, καθώς τελευταία πολλοί είτε αγνοούν τι προηγήθηκε τα προηγούμενα χρόνια, είτε θυμούνται σκόρπια πράγματα και νομίζουν πως κάποιοι πάτησαν απλά ένα κουμπί στον Άρη κι έδιωξαν μονομιάς τα μαύρα σύννεφα στη Γρηγορίου Λαμπράκη. Δεν είναι έτσι, πολλοί που δεν φορούν φόρμες δούλεψαν για να ξεβαλτώσει το κλαμπ τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Κι αν δεν το ‘χει κάνει ακόμη εντελώς, ας συμφωνήσουμε πως τουλάχιστον πια βλέπει ένα φως στην άκρη του τούνελ.
Η επικεφαλίδα, ωστόσο, αυτής της διαδικασίας φέρει το όνομα του Γιάννη Καστρίτη. Διότι χωρίς το άοκνο έργο του έμπειρου τεχνικού, ο τωρινός Άρης δεν θα είχε πετύχει τίποτε - και κυριολεκτώ ακόμη κι ας μην είμαι μάντης. Οκ, προφανώς η ομάδα έχει γίνει ομαδάρα, τρυπάει το ταβάνι της, πιάνει στόχους που θέτει κι ούτω καθεξής. Ανακάλυψε τον Χάρελ, αναγέννησε τον Τολιόπουλο, βοήθησε παλαιότερα παίκτες όπως ο Χάνλαν να φτάσουν σε συμβόλαια καριέρας. Έκανε 9 νίκες στο Eurocup, ενώ όλοι μιλούσαν για «τυπική συμμετοχή», απέναντι σε ομάδες με πολλαπλάσια μπάτζετ, και φυσικά «έγραψε» μια νίκη - ορόσημο, αυτή στο ΟΑΚΑ με τον Παναθηναϊκό. Ο Καστρίτης έκανε «τικ» σε πολλά κουτάκια φέτος και παραμένει μέσα σε όλους τους στόχους του, αλλά το κυριότερο είναι πως αρχής γενομένης από τη σεζόν 23/24, άλλαξε τους ρυθμούς δουλειάς στο Παλέ, άμεσα ή έμμεσα. Το ξεβόλεμα ήταν… ξεβόλεμα, αλλά κάπου έρχεται κι η ανταμοιβή.
Είναι εντελώς διαφορετική η εγρήγορση που απαιτείται για να βγει μια σεζόν με 25 αγώνες κι άλλη με 50. Και φυσικά δεν μιλάμε μόνο για τους ρυθμούς των προπονήσεων, των υποχρεώσεων και των μετακινήσεων. Όλο το κλαμπ μπήκε σε μια καινούργια ροή και σαφώς η ταχύτητα της εμπεριέχει και κινδύνους για σοβαρά λάθη (Σταρκ στο Λαύριο). Αλλά είναι λογικό. Ο Άρης είχε ξεμάθει, έχοντας εδραιώσει τον εαυτό του σε μια θέση που δεν του άρμοζε. Χωρίς Ευρώπη και με ανάλατες χρονιές, με 2-3 μεγάλα αποτελέσματα ανά σεζόν, αλλά χαμηλούς στόχους και σίγουρα όχι μια εικόνα που θα «πουλάει» στο ευρύτερο κοινο.
Ο Καστρίτης προφανώς θεωρούσε ότι το πρότζεκτ θα πάει ένα βήμα παραπέρα, εφόσον τα όσα καλά έκανε ήδη εντός των τειχών, θα επιχειρούσε να τα μεταφέρει και σε μια ξένη σκηνή. Προσπάθησε το καλοκαίρι του 2022 να μπει στους ομίλους του FIBA Europe Cup, χωρίς επιτυχία. Φέτος η ομάδα κατάφερε να εκμεταλλευτεί το brand name της και να εισβάλλει στο Eurocup, σε φάση ομίλων με 18 αγώνες. Πολλοί ανησύχησαν -μεταξύ αυτών κι εγώ- για την ανταγωνιστικότητα της σε ένα ΟΛΟΚΛΗΡΟ πρωτάθλημα (ναι, 18 αγώνες είναι πρωτάθλημα), αλλά και το αν αντέχει το βαλάντιο του Άρη ένα σημαντικο σήκωμα του μπάτζετ, χωρίς στο μεταξύ να βρεθεί προ δυσάρεστων εκπλήξεων ως προς τη θέση του στο ελληνικό πρωτάθλημα. Ως γνωστόν η Ευρώπη έχει τίμημα στο κομμάτι της διαχείρισης, όποια ομαδα κι αν αφορά.
Ακόμη κι ομάδες της Ευρώπης με προϋπολογισμούς που ο Άρης ούτε μπορεί να διανοηθεί, έχουν σκαμπανεβάσματα στο Τετάρτη-Κυριακή, και σε κάποιο σημείο αναγκάζονται να θέσουν προτεραιότητες μεταξύ ευρωπαϊκής διοργάνωσης και εγχώριας λίγκας. Κι όμως, ο Άρης, πέρα από την σπουδαία του ευρωπαϊκή επιτυχία, διανύει και την καλύτερη του χρονιά εσωτερικά, όπου δεν είναι παράλογο πια να δηλώνει πως θέλει την 3η θέση. Το έχει κερδίσει με την εικόνα του, η οποία σαφώς δεν κρίνεται από τη νίκη στο ΟΑΚΑ, αλλά από τα όσα κάνει με τους ανταγωνιστές του, συν τα «μικρά» παιχνίδια στο Παλέ όπου δεν μέτρα απώλειες.
Με κάποιον τρόπο, δικό του και μοναδικό, ο Γιάννης Καστρίτης έχει καταφέρει να οδηγήσει το καράβι παραπάνω από αξιοπρεπώς με δύο καρπούζια κάτω από μια μασχάλη, συνδυάζοντας αποτελέσματα και θελκτική εικόνα για τον κόσμο του. Με ευδιάκριτη ταυτότητα στο εγχείρημα του, είτε αρέσει σε κάποιους, είτε όχι. Κι ενώ ο Άρης φέτος έχει δεχθεί ισχυρά πλήγματα στον καλοκαιρινό του σχεδιασμό με μακροχρόνιους τραυματισμούς (Μπέιτς, Γκάλινατ, Μπλούμπεργκς) ή μικρότερης διαρκείας αλλά εκνευριστικά συχνούς, αυτός εκεί, την δουλειά του.
Τέλος πάντων, η φετινή χρονιά αποτελεί την κορύφωση της δεύτερης θητείας του Γιάννη Καστρίτη στο Αλεξάνδρειο. Ο Άρης ήταν για καιρό στην μετά Λάσκαρη εποχή μια αρκούδα σε χειμερία νάρκη. Ο καιρός περνούσε κι εκείνος είτε δεν μπορούσε, είτε δεν ήθελε να ρισκάρει να αφήσει τη ζώνη (σχετικής) ασφαλείας που είχε βρει στην 8ο-9η θέση της Basket League. Ο κόσμος στήριζε πάντα, αλλά δεν ανυπομονούσε, έχοντας εστιάσει στην επάνοδο του ποδοσφαιρικού τμήματος. Δεν μπήκε ποτέ στην λογική διάκρισης, όμως οι νίκες σε ντέρμπι, οι υψηλές θέσεις, οι ευρωπαϊκές έξοδοι και το οφθαλμοφανές κοντράστ από Γ-Β Εθνική, στα παραπάνω, μοιραία άλλαξε την ρουτίνα.
Διότι στο μπάσκετ, ο Άρης μπορεί να έλεγε πως προόδευσε αγωνιστικά αν απλά από 10ος έμπαινε στα playoffs. Πρόοδος λέγεται κι αυτό, αλλά όχι θεαματική, όχι ραγδαία, όχι ικανή να φέρει διαδοχικά sold outs στο Παλέ. Κι εδώ που τα λέμε, αναλογικά με το μέγεθος και την ιστορία του, μια τέτοια πρόοδος δεν λέει τίποτα σε παλαιότερες γενιές, για λόγους που όλοι κατανοούμε. Ο κόσμος έσπευσε όταν η ομάδα του Γιάννη Καστρίτη ίδρωνε για κάθε κατοχή, έβγαζε πάθος, δεν κορόιδευε, έπαψε να αποτελείται από παίκτες στα τελευταία τους, και τελικά κυριάρχησε το συναίσθημα του «πάμε να στηρίξουμε τα παιδιά». Που δεν είχαν καριέρα ή λεφτά ή άπειρο ταλέντο, αλλά είχαν ένα κίνητρο ανάδειξης. Κι ο Καστρίτης πόνταρε στο ότι θα αναδειχθούν όλοι μαζί, μέσα από την ομάδα, με μικρά κι εφικτά βήματα. Και στο τέλος της ημέρας, αυτό είναι ο σημερινός Άρης.
Οκ, από στατιστικής άποψης πάντα κάποιοι θα ξεχωρίζουν (Τολιόπουλος, Γκάλινατ), αλλά στην πραγματικότητα ο Άρης δεν θα ήταν αυτός που είναι χωρίς τους Σανόγκο, Χάρελ, Σλαφτσάκη, Περσίδη, που… δεν ξέρω αν συνδυάζονται για παραπάνω από 20 πόντους. Κι αυτή τη συνταγή σίγουρα δεν την βλέπεις κάθε μέρα κι ακόμη πιο βέβαιο είναι πως χρειάζεται πλάνο και χρόνο, συστατικά που δεν είναι προνόμια όλων των ομάδων της λίγκας. Ίσως ο -χωρίς πολλή χρήμα- Άρης τα έχει περισσότερο από κάθε άλλη ομάδα τούτη την ώρα στην Ελλάδα.
Για να συνοψίσουμε, ο Άρης πάντοτε θα είναι ένας απαιτητικός οργανισμός, όσο κρέμονται τα λάβαρα στην οροφή του Παλέ. Δεν μπορεί να ισχύει κάτι άλλο. Όμως, το ότι ο Καστρίτης κατάφερε έστω και για ένα χρονικό διάστημα να παραμερίσει την πίεση και να κάνει τους οπαδούς να δώσουν εύλογο χρόνο και να χειροκροτούν μετά από ήττες με τον Κολοσσό, είναι άξιο αναφοράς κι ενδεικτικό των όσων έχει κερδίσει. Η μεγαλύτερη, πάντως, προσφορά του, είναι πως πλέον στη βιτρίνα βρίσκεται κάτι που έχει μεγάλη δυναμική και potential που δεν έχει πιάσει. Υπάρχουν κι άλλα περιθώρια, αλλά αυτά θα καλυφθούν σταδιακά και με μέθοδο.
Τα περί Ευρωλίγκας ηχούν εντελώς αστεία στα αυτιά μου, αλλά δεν μπορείς παρά να αναγνωρίσεις πως το Παλέ έγινε ξανα ένας ευρωπαϊκός προορισμός, όπως λέγαμε παλιά ότι είναι η Μπολόνια, η Χάλα Πιονίρ κι η Νόκια Αρένα. Για την ακρίβεια, δεν έγινε επειδή ανακαινίστηκε μια παλιά εγκατάσταση, αλλά γιατί βιώνει ημέρες περιπλάνησης η αρκούδα που ξύπνησε. Από τα διαρκή τσικλήματα του… φροντιστή της.
ΥΓ. Επιτρέψτε μου να γίνω για λίγο «μετά Χριστόν προφήτης» και να κυκλώσω ως «νίκη της χρονιάς» εκείνη στην Άγκυρα με την Τουρκ Τέλεκομ. Ούτε Ουλμ, ούτε Παναθηναϊκός για εμένα. Αυτές έκαναν το ηφαίστειο να εκραγεί, αλλά από το διπλό στην Τουρκία αυτό άρχισε να βράζει. Οι Τούρκοι μετά την ήττα από τον Άρη πήγαν… τρένο, έκαναν 5 νίκες σε 6 ματς κι από 1-8 ρεκόρ στην πρώτη γύρο, τελικά προκρίθηκαν, γιατί έγιναν… ομάδα. Αν ο Άρης τους πετύχαινε τρεις εβδομάδες αργότερα, δεν ξέρω αν θα είχε το ίδιο νικηφόρο αποτέλεσμα στην γειτονική χώρα. Νίκη που άλλαξε τη ψυχολογία κι έθεσε νέες βάσεις, σε πολύ σημαντικό σημείο της ευρωπαϊκής σεζόν.