Οι πρώτοι “τελικοί” της σεζόν του ΠΑΟΚ είναι προ των πυλών, με το συγκρότημα του Άρη Λυκογιάννη να ταξιδεύει στην Λιθουανία με την προοπτική να παρουσιαστεί ανταγωνιστικό και να διεκδικήσει τις πιθανότητες νίκης που του αναλογούν, 1.600 χιλιόμετρα μακριά από την έδρα του. Το διπλό-πρόκριση στη Ντιζόν έδωσε... άλλο νόημα στην ευρωπαϊκή σεζόν των Ασπρόμαυρων, οι οποίοι θα κοντραριστούν με την Ρίτας, την ομάδα ενός παλιού γνώριμου, μεταξύ άλλων: του Γιώργου Δέδα.
Ο επί μια πενταετία φόργουορντ του Δικεφάλου (2010-11, 2012-16) στα χρόνια του Σούλη Μαρκόπουλου, εκτελεί χρέη assistant στο πλευρό του 38χρονου Γκιέντριους Τζιμπένας, ενός ιδιαίτερα φιλόδοξου κι ανερχόμενου head. Ο Τζιμπένας, παρά το νεαρό της ηλικίας του, έχει ήδη ένα αρκετά ενδιαφέρον βιογραφικό ως προς τα χρόνια του “αγροτικού” του (2018-20 σε ομάδες της Ινδονησίας, 2016 σε ομάδα του Ιράν), αλλά και τον βαρύτιμο τίτλο του πρωταθλητή, πέρσι τον Ιούνιο, μόλις στην πρώτη του σεζόν ως πρώτος στην Ρίτας (τη σεζόν 2020-21 ήταν βοηθός του Ντονάλντας Καϊρίς).
Μέσα σε λίγους μήνες, ο Τζιμπένας ανέβασε σημαντικά τις μετοχές του στο λιθουανικό μπάσκετ κι ευελπιστεί πως θα συνεχίσει να το κάνει, κυνηγώντας πλέον και μια ευρωπαϊκή διάκριση. Η Ρίτας βρίσκεται φέτος για τρίτη διαδοχική χρονιά στο BCL, με την πρώτη της (2020-21) να φέρνει αποκλεισμό στην Regular Season και την δεύτερη (2021-22) να σταματά στους “16” (3η σε όμιλο με Τενερίφη, Στρασμπούρ και Φάλκο). Πριν την πλήρη μετάβαση του στη FIBΑ, ο λιθουανικός σύλλογος υπήρξε για επτά σερί χρόνια (2013-2020) στο EuroCup και προκειμένου να βρούμε συμμετοχές της στην Euroleague, πρέπει να πάμε ακόμη πιο πίσω χρονικά (σεζόν 2012-13 και παλαιότερα από το 2009 ως το 2011).
Πρόκειται για ένα ιστορικό club με πιστό κοινό, σύγχρονο γήπεδο, 12 πρωταθλήματα, 6 κύπελλα και 2 τρόπαια του EuroCup, το οποίο βρίσκεται σε μια φάση αναγέννησης, μετά από πολλά χρόνια στη σκιά της Ζάλγκιρις Κάουνας. Ο περσινός τίτλος ήταν μια τεράστια επιτυχία (πρώτος μετά από 12 ολόκληρα χρόνια, τα περισσότερα άσχημα σε επίπεδο επιτευγμάτων), όμως άπαντες στον οργανισμό θα ήθελαν να υπάρξει και συνέχεια, με την (επαν)εδραίωση της ομάδας σε σταθερά υψηλό επίπεδο, εντός κι εκτός των τειχών. Τη σεζόν 2018-19 η Ρίτας είχε κάνει και πάλι αξιόλογα πράγματα (κατέκτησε το κύπελλο, πήγε στους “8” του EuroCup), αλλά η επιτυχία της είχε αποδειχθεί εφήμερη. Επομένως, η φετινή σεζόν, η... μεταπρωταθληματική, θεωρείται “κρίσιμο σταυροδρόμι”.
Οι 3 + 4 παίκτες που “κουβαλούν”
Η Ρίτας είναι μια ομάδα με σταθερό κι ευδιάκριτο ροτέισον κοντά στους 10 παίκτες. Ο κόουτς Τζιμπένας έχει ξεχωρίσει ένα συγκεκριμένο γκρουπ (7-8 παίκτες συν ένας-δυο ακόμη που “γεμίζουν” κενά) το οποίο εμπιστεύεται, με το πληθωρικό επιθετικό παιχνίδι του Μάρκους Φόστερ να ξεχωρίζει σε ατομικό επίπεδο. Ο άλλοτε παίκτης του Παναθηναϊκού (6π., 1.2ριμπ., 1ασ., σε 20 αγώνες της προπέρσινης Euroleague) και του Προμηθέα κάνει εκπληκτική σεζόν με 21.2 πόντους, 4.5 ασίστ και 3.5 ριμπάουντ κατά μέσο όρο ανά 33 λεπτά δράσης στο εφετινό BCL. Ο 27χρονος σούτινγκ γκαρντ νιώθει άνετα, έχει ελευθερία και σε πέντε από τα έξι ματς των Λιθουανών στον όμιλο, σκόραρε 21+ πόντους. Σαφέστατα η περιφερειακή άμυνα του ΠΑΟΚ θα έχει μπόλικη δουλειά απέναντι του. Είναι σίγουρο ότι θα πληγωθεί από τον Φόστερ που παίζει πολυδιάστατα και σκοράρει ποικιλοτρόπως, το ζήτημα είναι να περιορίσει όσο μπορεί την δραστηριότητα του.
Ύστερα συναντάμε στους ψηλούς τον Μαρτίνας Εκόντας, ο οποίος μετά από ένα break ενός έτους στη Βενέτσια, επέστρεψε το περασμένο καλοκαίρι στον σύλλογο που τον ανέδειξε. Ο 25χρονος σέντερ έχει ρόλο βασικού και προσφέρει 11.5 πόντους, 6.7 ριμπάουντ αλλά 1.2 τάπες και 1 ασίστ ανά 21 λεπτά. Ο Εκόντας τροφοδοτείται αρκετά και φροντίζει να τελειώνει φάσεις με 57% πλησίον του καλαθιού. Ένας δυνατός ψηλός στα 2.06μ κι αναμφίβολα ένας από τους πιο ποιοτικούς στη θέση του στην εφετινή διοργάνωση. Ο ΠΑΟΚ ελπίζει να είναι σε καλή κατάσταση ο Ρένφρο (προέρχεται από τραυματισμό), διαφορετικά ο Εκόντας θα βρει περισσότερο “χώρο” να δράσει. Για την ιστορία, παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο Λιθουανός έχει εμπειρία 80 αγώνων στα κύπελλα Ευρώπης και στο συγκεκριμένο timing η καριέρα του βρίσκεται σε αρκετά παραγωγική τροχιά.
Πάμε και στον άσο του συνόλου, τον Έλβαρ Φρίδρικσον, ο οποίος όχι μόνο καμουφλάρει τη μέτρια εικόνα του έτερου πόιντ, Μπενεντέκ Βαράντι (αποκτήθηκε για να ηγηθεί, αλλά αντιμετωπίζει δυσκολίες προσαρμογής), αλλά εσχάτως κάνει και την διαφορά στο εκτελεστικό σκέλος. Ο βραχύσωμος Ισλανδός (κεντρική photo) ξεχωρίζει με 13.2 πόντους, 42% στο τρίποντο, 3.5 ασίστ και 2 ριμπάουντ ανά 22 λεπτά, ενώ πρόσφατα σκόραρε 19 και 22 πόντους αντίστοιχα κόντρα σε Τενερίφη και Χερτσλίγια. Στα 28 του χρόνια, ο Φρίδρικσον έχει σημαντικές εμπειρίες στο Βέλγιο με την Άντβερπ (συμπαίκτης του Χαντς πέρσι) και την Ιταλία με τη Ντερτόνα, αλλά και γενικότερα γνώση των πραγμάτων στην Λιθουανία (τη σεζόν 2020-21 ήταν στη Σιαουλιάι, κορυφαίος πασέρ της LKL). Ο Φρίδρικσον είναι συνεπής κουμανταδόρος, όμως το step up στο σκοράρισμα είναι αυτό που αναγκάζει τον Άρη Λυκογιάννη και τους συνεργάτες του να τον προσέξουν ιδιαιτέρως στο σκάουτινγκ.
Η τριάδα Φόστερ, Φρίδρικσον και Εκόντας, σκοράρει το 55% των πόντων της Ρίτας στο BCL. Αλλά και το 43% στους αγώνες της εγχώριας Λίγκας. Η Ρίτας σημειώνει 84.2 πόντους στην Ευρώπη (9η) κι 90.1 αντίστοιχα στην LKL (1η). Σε 18 αγώνες ανεξαρτήτου διοργάνωσης (ρεκόρ 12-6), το ζύγι κάθεται στους 87.2 πόντους, για μια ομάδα που παίζει με επιθετικότητα και προσπαθεί να ακολουθεί τις επιταγές του σύγχρονου μπάσκετ.
Ο κόουτς Τζιμπένας, πάντως, έχει τρεις ακόμη μονάδες που είναι πολύτιμες στο εγχείρημα, χωρίς να είναι το ίδιο αστραφτερές. Ο (σχεδόν) δίμετρος φόργουορντ Γκίτις Ρατζεβίτσιους είναι ο δεύτερος παίκτης της ομάδας σε λεπτά με 26.3' κατά μ.ο., διάστημα κατά το οποίο δίνει 8 πόντους (9/17 τριπ., 6 αγ.) κι 6.2 ριμπάουντ. Ένας glue-guy, παίκτης-ομάδας, απ' αυτούς που βοηθούν στη συνοχή, ενώ ανάλογο προφίλ στους ψηλούς παρουσιάζει κι ο Τζάρβις Γουίλιαμς. Ο αθλητικός φόργουορντ-σέντερ παίζει περίπου 18' και παρέχει στην Ρίτας 5.5 πόντους, 3.7 ριμπάουντ και 1.2 κλεψίματα, βγάζοντας ενέργεια και ματσάροντας με αντίστοιχης φυσιογνωμίας αντιπάλους. Ο Νορμάντας (7.3π., 2.3ριμπ., 1.7ασ., 19.5') παίζει στο “2-3” κι αποτελεί έναν εναλλακτικό πόλο στην επίθεση με κύριο άξονα του παιχνιδιού του το μακρινό σουτ, ενώ τέλος ο Γκίτις Μασιούλις (6.5π., 5ριμπ., 21.6') λειτουργεί ως ενδιάμεσος στο “4-5” κι είναι απαραίτητος -κι εν δυνάμει επικίνδυνος- καθώς είναι ο μοναδικός shooting big της ομάδας.
Δεν είναι ανίκητη, όμως είναι σταθερά ανοδική πορεία
Κατά κοινή ομολογία, η Ρίτας είναι μια αρκετά ισχυρή ομάδα (πρωταθλήτρια Λιθουανίας άλλωστε...), όμως έχει τρωτά σημεία κι αυτά σίγουρα έχουν να κάνουν με τις αμυντικές της αδυναμίες. Πρόσφατα δέχθηκε 101 πόντους τόσο από τη Σιαουλίαι (νίκησε, βάζοντας 107), όσο κι από τη Χερτσλίγια (έχασε με 90-101 στο Βίλνιους). Στις αρχές Δεκεμβρίου είχε κάμψει με 109-104 (!) την αντίσταση της Λιετκαμπέλις. Θεαματικά σκορ και μια αλέγρα επίθεση που διανύει περίοδο φόρμας τον τελευταίο μήνα, με αξιοπρόσεκτο πλουραλισμό, δεν ισχύει όμως το ίδιο και για την αμυντική αποτελεσματικότητα του συνόλου. Κάποια στιγμή θα το βρει μπροστά της, αφού δε θα βάζει πάντα 90 ή 100+. Η ομάδα του Τζιμπένας δέχεται 82.2 πόντους στο BCL κι 83.8 στην LKL, επίπεδα τα οποία ο φετινός ΠΑΟΚ έχει δείξει πως μπορεί να προσεγγίσει/ξεπεράσει (ιδίως στην καλή μέρα των Ράιλι, Χαντς, Φράνκε).
Δεν μπορούμε ωστόσο να παραβλέψουμε πως το τελευταίο δίμηνο η Ρίτας έχει ρεκόρ 9-1 σε όλες τις διοργανώσεις. Οι Λιθουανοί είναι αποτελεσματικοί τελευταία και το επιβεβαίωσαν αυτό στη σπουδαία νίκη τους με 85-78 επί της Τενερίφης, στην αυλαία της Regular Season. Η ψυχολογία της Ρίτας είναι σε καλά επίπεδα λόγω του σερί, ενώ είναι σημαντικό για την ίδια πως άφησε... χιλιόμετρα πίσω της την κρίση του (τραγικού) Οκτωβρίου. Το ξεκίνημα της πρωταθλήτριας ήταν κάκιστο, με πέντε διαδοχικές ήττες (κατά σειρά Τενερίφη εκτός, Νεβέζις-Γιόναβα εντός, Χερτσλίγια-Λιετκαμπέλις εκτός) να προκαλούν... πρόωρες ανακατωσούρες. Αυτή η περίοδος ανήκει στο παρελθόν, με την Ρίτας να βελτιώνεται όσο περνάει ο καιρός. Μη ξεχνάμε πως είναι μια ομάδα που χτίστηκε το καλοκαίρι για να υπερασπιστεί τον τίτλο της LKL αλλά και να προχωρήσει όσο πιο βαθιά μπορεί στο BCL. Ο ΠΑΟΚ την πετυχαίνει σε μια καλή της φάση, ενώ είναι περιττό να υπενθυμίσουμε πως το Περιστέρι του Σπανούλη πέρασε πολύ δύσκολες στιγμές απέναντι της (89-64 στο Βίλνιους, 71-82 στην Αθήνα).
Ο κοινός παρανομαστής στις ήττες της
Αν εξαιρέσουμε την ήττα της στο Ισραήλ από τη Χερτσλίγια (90-85), στις υπόλοιπες πέντε της σεζόν, η Ρίτας σούταρε... άθλια από το τρίποντο. Για την ακρίβεια, κατέγραψε 32/124 από τα 6.75 (25%, όταν ο εφετινός της μέσος όρος είναι 36%) με τον Φόστερ πιο συγκεκριμένα να μένει στο 22% (4/18) αντί του συνηθέστερου για τον ίδιο 35%. Ενώ συνολικά σκόραρε ως ομάδα σε επίπεδα κάτω των 80 πόντων (79.6) αντί των 87.2 του μέσου όρου της. Με απλά λόγια, το τρίποντο είναι η “πηγή” που δημιουργεί τις πραγματικά εντυπωσιακές βραδιές της. Αντίθετα όταν αυτό δεν λειτούργησε, σε συνδυασμό με την ασταθή εικόνα της στα μετόπισθεν, ήλθαν ήττες.
Η μεγάλη εικόνα δείχνει πως, ακριβώς επειδή πρόκειται για μια ομάδα ενστίκτου που βασίζεται ως επί το πλείστον στο ατομικό ταλέντο των μονάδων της, εάν αυτές φθαρούν αγωνιστικά και εκνευριστούν πνευματικά (Φόστερ, Εκόντας, Φρίδρικσον) από τον αντίπαλο, η απόδοση του συνόλου φθίνει αισθητά. Ο ΠΑΟΚ -λογικά- θα φάει αρκετούς πόντους από την Ρίτας, το θέμα όμως είναι να τους φάει δύσκολα. Να μην της επιτρέψει άκοπα καλάθια, δημιουργώντας δυσμενείς συνθήκες, κακό shot selection, κι εμφανίζοντας το αγκρέσιβ προφίλ του στην άμυνα που θα κουράσει τον αντίπαλο. Ενώ όσον αφορά την δική του επίθεση, υπάρχει η εκτίμηση πως μπορεί να κάνει ένα καλό ζευγάρι αγώνων στο σκοράρισμα. Βέβαια πολλά θα εξαρτηθούν κι από το τι θα δώσει ο πάγκος του ΠΑΟΚ, πέραν των συνήθων υπόπτων. Δεν είναι κλισέ πως σε μια τέτοια σειρά, ο Δικέφαλος θα πρέπει να πάρει πολλά από πολλούς, αν θέλει να έχει τύχη στη σειρά.
ΥΓ. Πέρσι τέτοια εποχή, ο ΠΑΟΚ στο play-in έπαιζε με τη Στρασμπούρ, μια καλύτερη ομάδα από τον ίδιο, από την οποία αποκλείστηκε με 2-0. Έχασε πολύ εύκολα στην Γαλλία, αλλά οριακά στην Πυλαία, με τον Ντέιβιντ ΝτιΛέο να αστοχεί στο φινάλε στις... περιβόητες βολές που -κατά πολλούς- του “χάλασαν” το μυαλό και του προκάλεσαν δραματική κάμψη απόδοσης στο υπόλοιπο της σεζόν. Η περσινή εμπειρία έκανε το club σοφότερο, όπως και τον Άρη Λυκογιάννη και το σταφ του, που γνωρίζουν πια καλύτερα τις ιδιαιτερότητες αυτών των νοκ - άουτ αγώνων. Όμως, ως προς τα πρόσωπα, δεν υπάρχουν παίκτες που να βίωσαν την περσινή κατάσταση. Για την ακρίβεια, μόνο ο Καμπερίδης συνέχισε από την περσινή ομάδα που είναι τραυματίας κιόλας. Όπως και να 'χει, ο ΠΑΟΚ θα εισέλθει στη σειρά με όση εμπειρία διαθέτει από τους... γνωστούς (Μαργαρίτη, Σαλούστρο, Σάιμπερτ, Φράνκε που έχουν ευρωπαϊκές συμμετοχές στα βιογραφικά τους) κι ενώ περιμένει να βρει μπροστά του και καλές διαιτησίες, μετά τα όσα έγιναν κατά την διάρκεια του αγώνα με την Μάλαγα (και όσα ακολούθησαν).