Παρά την ομολογουμένως επιτυχημένη πορεία της πέρυσι, η Μονακό έδειχνε να είναι πλήρως εξαρτημένη από τον Μάικ Τζέιμς, σε βαθμό που η κατά καιρούς απενεργοποίηση του από την αντίπαλη άμυνα μπλόκαρε όλη την επίθεση του Ομπράντοβιτς. Γιατί ακόμα κι όταν ο Μπέικον, ή όποιος άλλος, έβαζε 25 πόντους βρίσκοντας χώρους που «δημιούργησε» ο Τζέιμς, τραβώντασ την άμυνα πάνω του, η επίθεση συνέχισε να περνάει από τα χέρια του, είτε βρισκόταν σε καλό βράδυ είτε όχι, κάτι που επηρέαζε μακροπρόθεσμα τον ρυθμό της ομάδας.
Αυτή ακριβώς την μοναξιά του Τζέιμς διέγνωσε ο Σάσα Ομπράντοβιτς, και το καλοκαίρι οι κινήσεις ήταν αρκετές και δυνατές. Πάρε Ελί Οκόμπο, πάρε Τζόρνταν Λόιντ, πάρε Τζον Μπράουν τον τρίτο, πάρε κι Αντριεν Μοερμάν μιας που ήταν διαθέσιμος, κι έναν Τζάρον Μπλόσομγκειμ, μετά την πολύ καλή χρονιά που έκανε στην Ουλμ. Ολικό λίφτινγκ στο ρόστερ, με τους Τζέιμς, Ουαταρά, Ντιαλό και Μοτεγιούνας να είναι οι μόνοι που συνέχισαν απο πέρυσι.
Οι πρώτοι πέντε αγώνες της σεζόν στην Ευρωλίγκα (οι τέσσερις εκτός έδρας) ήταν ένα αρκετά καλό δείγμα για να κρίνουμε την κατεύθυνση που έχει πάρει η Μονακό. Ο απολογισμός είναι 4-1 με μόνη ήττα αυτή από την Μακάμπι στο Τελ Αβίβ. Ας ρίξουμε πρώτα μια ματιά σε κάποιες στατιστικές κατηγορίες.
Επιθετικά η ομάδα του Ομπράντοβιτς είναι στην 5η θέση σε πόντους ανά αγώνα με 82.4 (1.3 πόντους ανά κατοχή), με ένα αξιοπρεπές 45.4% εντός παιδιάς αλλά με μόλις 31.3% έξω από την γραμμή των 6.75 (ευθύνη και του Τζέιμς εδώ, παίρνει σχεδόν 7 τρίποντα ανα παιχνίδι και βρίσκεται στο 24.2%). Παράλληλα εκτελεί σχεδόν 20 βολές, κάνει τα λιγότερα λάθη, και είναι τρίτη σε επιθετικά ριμπάουντ με 10.4.
Στον αντίποδα, κινείται χαμηλά στα αμυντικά ριμπάουντ (21.8, 13η στην κατάταξη) και στις ασίστ (15.4 όσες ακριβώς είχε και πέρυσι). Μέτρια νούμερα σε πόντους και ποσοστό ευστοχίας αντιπάλων, ειδικά στο τρίποντο που παραχωρεί 37.4%, αλλά αμύνεται ικανοποιητικά κοντά στο καλάθι (συνολικά 8η σε DRtg). Τέλος η Μονακό οδηγεί τους αντιπάλους της σε 15 λάθη ανά αγώνα, όντας 2η στην σχετική κατηγορία, και είναι 1η στα κλεψίματα με 8.6!
Fair numbers αν μη τι άλλο για τους Μονεγάσκους, που προς το παρόν παρουσιάζουν μια σαφή αμυντική βελτίωση, ενώ επιθετικά είναι σχεδόν στο ίδιο επίπεδο (ORtg και Pace είναι σχεδόν πανομοιότυπα σε σχέση με πέρυσι). Αυτό που έχει πολύ ενδιαφέρον να εξετάσουμε, είναι η ως τώρα συνύπαρξη των νεοαποκτηθέντων και του Μάικ Τζέιμς, που είχε συνηθίσει να απολαμβάνει την πλειοψηφία των επιθέσεων.
Το τρίο της περιφέρειας
Σε πρώτη ανάγνωση, είναι ξεκάθαρο πως η επιλογή του Ομπράντοβιτς να γεμίσει το ρόστερ του με διαρκείς απειλές, όπως οι Οκόμπο, Λόιντ και Μοερμάν έχει ωφελήσει άρδην τον Μάικ Τζέιμς. Τακτικές σαν τις περσινές, όπως συνεχή ντουμπλαρίσματα πάνω του, δυναμικά hedge out ή υπερφόρτωση της πλευράς που παίζει για να κλείσουν οι διάδρομοι και να οδηγηθεί σε σκοτωμένο σουτ, φέτος θα χάσουν σε αποτελεσματικότητα. Παράλληλα, οι Οκόμπο και Λόιντ ναι μεν δεν είναι δύο κλασικοί άσσοι, αλλά έχουν επαρκές court vision για να εκτελέσουν συστήματα από την κορυφή. Σαν αποτέλεσμα έχουν αυξηθεί οι off ball δράσεις του Τζέιμς, με backdoor cuts και σουτ πίσω από σκριν.
Και τουλάχιστον για τον Γάλλο διεθνή, μπορούμε να πούμε ότι επίσης έχει ωφεληθεί από την συνύπαρξη στην ίδια ομάδα με τον Τζέιμς. Ξεκίνημα της σεζόν με 75.5% True Shooting, 52.6% δίποντα, 58.8% τρίποντα, κι όλα αυτά με λιγότερα λεπτά και κατοχές από πέρυσι! Ένας παίκτης που είχε συνηθίσει να βγάζει το φίδι από την τρύπα στην Βιλερμπάν, δείχνει να αποδίδει πολύ άνετα, είτε ως sidekick του Τζέιμς, είτε ως βασικός μαέστρος της επίθεσης κυρίως σε pick n roll δράσεις και mid-range παιχνίδι.
Αυτός που ως τώρα ψάχνει τα πατήματα του ως τρίτη επιλογή στην περιφέρεια είναι ο Τζόρνταν Λόιντ. Έχοντας μόλις δύο κατοχές λιγότερες φέτος συγκριτικά με πέρυσι (μέχρις ώτου η Ζενίτ σταματήσει να αγωνίζεται), σημειώνει σημαντικά λιγότερους πόντους, ενώ τα ποσοστά του έχουν κατρακυλήσει. Έχει κάποιες εκλάμψεις, όπως απέναντι στον Ολυμπιακό, αλλά θα πρέπει να συμβιβαστεί με το γεγονός ότι και λιγότερα σουτ θα παίρνει, και ότι θα κληθεί να το κάνει όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται, για να ανοίγουν οι διάδρομοι που χρειάζονται ο Τζέιμς κι ο Οκόμπο.
Φόργουορντ-σέντερ
Στα φτερά, οι Ντιαλό και Μοερμάν προσφέρουν τόσο σουτ μακρινής απόστασης, όσο και παιχνίδι στο ποστ, που συνήθως καταλήγει σε σουτ μέσης απόστασης. Ο Τζάρον Μπλόσομγκειμ ως τώρα δεν έχει καταφέρει να προσαρμοστεί στο στυλ παιχνιδιού της ομάδας, ίσως να ευθύνεται κι ο Ομπράντοβιτς που τον δοκιμάζει στο 4 σε χαμηλά σχήματα. Παρόλα αυτά, είναι συνεπής στα αμυντικά του καθήκοντα κι αν νιώσει άνετα, θα είναι ένα ακόμα όπλο στα χέρια του Σέρβου προπονητή.
Εκεί που η Μονακό δείχνει να πάσχει αυτή τη στιγμή είναι οι θέσεις των ψηλών, καθώς στην ομάδα δεν υπάρχει κλασικός σέντερ. Φαίνεται όμως πως αυτό δεν ήταν παράλειψη, αλλά επιλογή. Ένας βαρύς ψηλός θα έριχνε τον ρυθμό, και θα στερούσε κατοχές από τους γκαρντ. Ταυτόχρονα, η Μονακό παίρνει αρκετούς πόντους στο low post και παρουσιάζει μια πολύπλευρη κι ευπροσάρμοστη άμυνα στις αλλαγές, της οποίας ηγείται ο Τζον Μπράουν ΙΙΙ, δίπλα στον Ντόντα Χολ.
Αρχικά ο Μπράουν ΙΙΙ αρέσκεται πλήρως στο να βγαίνει από την ρακέτα στα 4-5 μέτρα και να εκτελεί μετά από πάσα και το κάνει καλά, όπως μεγάλη έφεση έχει και στο επιθετικό ριμπάουντ, που μαζέυει περί τα 2.6 ανά παιχνίδι. 1.6 κλεψίματα ανά αγώνα, άνεση στο μαρκάρισμα των γκαρντ, και το απαραίτητο IQ για να οδηγεί τους αντιπάλους του κατευθείαν στον Χολ, που ήδη μετράει 1.0 κλέψιμο και 1.8 τάπες.
Από εκεί και πέρα, οι Χολ και Μοτεγιούνας μοιράζονται τον χρόνο στο 5, αλλά κανείς εκ των δύο δεν μπορεί να δημιουργήσει για τον εαυτό του. Και το θέμα είναι ότι στο ρόστερ δεν υπάρχει ούτε ένας pass first γκαρντ. Ως αποτέλεσμα, οι κατοχές που παίρνουν είναι κατά βάση προϊόν του επιθετικού ταλέντου της τριπλέτας στα γκαρντ, που αναγκάζουν την άμυνα να προσαρμοστείστα χαρακτηριστικά τους, δημιουργώντας χώρους για τους finishers.
Προβληματάκια
Είναι όμως όλα ρόδινα για την αρμάδα του Σάσα Ομπράντοβιτς; Φυσικά και όχι. Ο μεγαλύτερος εχθρός τους είναι το mirror match, που θα γίνει ροντέο. Μία αντίπαλη ομάδα αντίστοιχα εκρηκτική κι αθλητική, που δεν θα χαρίσει πόντους στο transition, θα πιέσει μέχρι τέλους τα αντίπαλα γκαρντ, και θα ελέγξει το ρυθμό. Περίπου όπως έπαιξε η Μακάμπι στο δεύτερο ημίχρονο του Τελ Αβίβ.
Το δεύτερο αρνητικό χαρακτηριστικό , είναι η «συνέπεια» που δείχνει η Μονακό στα κενά διαστήματα. Είχε τουλάχιστον ένα σε κάθε παιχνίδι της ως τώρα, κάτι που της στέρησε την ευκαιρία να καθαρίσει το παιχνίδι με την Μακάμπι και να βρεθεί στο 5-0. Συνήθως οφείλονται σε λανθασμένες αποφάσεις στην επίθεση, ή στην αφλογιστία που έχει ως τώρα στο σουτ τριών πόντων.
Τέλος, η περιφερειακή άμυνα μπορεί να λειτούργησε πολύ καλά κόντρα στον Ολυμπιακό, ήταν η πρώτη φορά που συνέβη όμως (με την Βίρτους το ποσοστό κατακρημνίστηκε και λόγω αστοχίας σε ελεύθερα σουτ). Για να φτάσει εκεί προηγήθηκαν πολλές λανθασμένες ή και ανύπαρκτες περιστροφές, ειδικά από τους Οκόμπο και Ντιαλό. Το 37.4% ποσοστο τριπόντων αντιπάλων είναι κολακευτικό για την ως τώρα αμυντική προσπάθεια των Μονεγάσκων στην περιφέρεια.
Οκ, πολλά αναφέραμε, ήρθε η ώρα να ανακεφαλαιώσουμε. Η Μονακό συνεχίζει να έχει ως αιχμή του δόρατος τον Μάικ Τζέιμς, είτε στο iso είτε στο pick n roll, όμως η παρουσία των Οκόμπο και Λόιντ τον έχει απελευθερώσει. Ναι μεν παραμένει ο go-to-guy, αλλά δεν απαιτούνται οι ηρωισμοί της περασμένης σεζόν για να φτάσει η μπάλα στο διχτάκι. Οι Ντιαλό και Μοερμάν, είτε από το low post, είτε ως spot up σουτέρ προσφέρουν άνεση, και ανοίγουν την αντίπαλη άμυνα, που δεν έχει επιλογή να ντρουμπλάρει τους τρεις γκαρντ. Οι χώροι αυτοί είναι βούτυρο στο ψωμί, τόσο των Τζέιμς και Οκόμπο, όσο και των Μπράουν ΙΙΙ, Χολ, Μοτεγιούνας. Βάλτε στην εξίσωση τους πόντους από λάθη αντιπάλων και τους second chance, και έχετε εν πολλοίς τη φετινή Μονακό.
Είναι στην συζήτηση για το Final 4; Αν και πρέπει να δούμε πόσο θα διαρκέσει η αποτελεσματικότητα της, σίγουρα καμία ομάδα δεν θα θέλει να την βρει στους 8. Παρόλα αυτά, αν κάποιος θελήσει να την χαρακτηρίσει ως το μαύρο άλογο της φετινής διοργάνωσης, δεν μπορώ να του προσάψω κάτι.