Ο Μπράουν
Ο Ρίον Μπράουν πήγε στον Παναθηναϊκό ως ένας παίκτης που μόλις είχε αγγίξει το peak του, έχοντας κάνει με τον Προμηθέα την πιο μεστή σεζόν της καριέρας του. Υπό τις οδηγίες του Μάκη Γιατρά, πραγματοποίησε ουκ ολίγες εντυπωσιακές εμφανίσεις σε Ελλάδα και BCL. Μέχρι εκείνο το σημείο, ο περσινός All Star της ελληνικής λίγκας είχε ήδη μια διαδρομή 4.5 ετών στο ευρωπαϊκό στερέωμα, σε ομάδες τύπου Ντιζόν στην Γαλλία, Κατάγια στη Φινλανδία, Εξέλσιορ στο Βέλγιο και Χάποελ Τελ Αβίβ στο Ισραήλ. Διαφαινόταν πως επρόκειτο για μια περίπτωση παίκτη πραγματικά ικανού, αλλά όχι για το κορυφαίο επίπεδο. Ο Αμερικανός πάντα βοηθούσε κατά κόρον ομάδες από τα χαμηλότερα στρώματα, έχοντας πρωταγωνιστικό ρόλο σε όλες τις περιφερειακές γραμμές που κλήθηκε να μπει.
Θα ήταν ούτως ή άλλως δύσκολο, για έναν παίκτη που έχει μάθει να παίζει αρκετά και να παίρνει πρωτοβουλίες, να προσαρμοστεί σε έναν πιο μικρό ρόλο, όπως αυτός που του δόθηκε στον Παναθηναϊκό. Τα συνολικά 16:35 λεπτά που πήρε σε 8 συμμετοχές στην Ευρωλίγκα δεν αποτελούν σοβαρό δείγμα και από ένα σημείο κι έπειτα είναι άδικο να κρίνεται τόσο αυστηρά (ως αμυντικό εργαλείο) ένας (κατ' εξοχήν επιθετικογενής) παίκτης, που όποτε πατούσε παρκέ, έπαιζε σκάρτα διλεπτα. Αντιθέτως, στην Basket League, όπου οι απαιτήσεις είναι λιγότερες, ο 29χρονος swingman είχε θετικές στιγμές, αφού οι ανάγκες τόσο για ξεκούραση σε βασικά στελέχη, όσο και για ενεργοποίηση παικτών από την "δεύτερη γραμμή" του ρόστερ, προσέφεραν απλόχερα λεπτά στον Μπράουν. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουν πως όταν κάποιος καταλαμβάνει θέση ξένου, πρέπει να βοηθά την ομάδα και στις δύο λίγκες που συμμετέχει. Κι ο Αμερικανός, αν και φιλότιμος, δεν μπόρεσε επουδενί να ξεφύγει από τον ρόλο του αμιγώς βοηθητικού παίκτη.
Η άλλη περίπτωση Μπέντιλ
Ο,τι έγινε, έγινε, πάμε και στον Μπέντιλ, όπου θα σταθούμε περισσότερο. Ο άλλοτε φόργουορντ του Περιστερίου πέρσι έκανε το "μπαμ" στα δυτικά προάστια, αποτελώντας κομβικό γρανάζι για την ομάδα του Αργύρη Πεδουλάκη. Βάσει σχεδιασμού, ήταν μια κίνηση με χαμηλό κόστος, αλλά και προοπτική, με μια μονάδα που γνωρίζει καλά πια την πρωτεύουσα. Το ρίσκο ήταν μικρό κι, αν θέλετε τη γνώμη μου, ο Παναθηναϊκός ορθώς τον απέκτησε - με συμβόλαιο και για την επόμενη περίοδο.
Στο πρόσφατο παρελθόν είδαμε πως οι "πράσινοι" δεν είχαν την απαιτούμενη υπομονή με την περίπτωση του Ζακ Όγκαστ. Έναν παίκτη δηλαδή που αποχώρησε εύκολα από τον Παναθηναϊκό, όταν έληξε το μονοετές του, παρότι ήταν νέος (25 ετών το καλοκαίρι του 2018) και κατείχε ελληνικό διαβατήριο. Πλέον ο ομογενής σέντερ πραγματοποιεί συχνά "γεμάτες" εμφανίσεις με την Γαλατασαράι, παραμένοντας συνεπής στην ατομική του πρόοδο. Μπορεί ακόμη να μην έχει γίνει παίκτης τοπ επιπέδου - κι ούτε ξέρουμε αν και πότε θα συμβεί αυτό - όμως σίγουρα δεν πρόκειται για αμελητέα ποσότητα. Νομίζω πως δεν θα... χαλούσε καμία ελληνική ομάδα πρώτης γραμμής να τον είχε τώρα στην front line της, δεδομένου φυσικά και του διαβατηρίου, που πάντα είναι σημαντικός παράγοντας.
Στον Παναθηναϊκό θα πρέπει να επαναφέρουν στις μνήμες τους εκείνη την περίπτωση, όταν έρθει η στιγμή να ζυγίσουν τα δεδομένα για τον Μπέντιλ. Ο Αφρικανός ψηλός δεν είναι ίδιο στυλ παίκτη με τον Όγκαστ - αν κι αμφότεροι έχουν ανεπτυγμένα αθλητικά στοιχεία. Ο Μπεντιλ είναι περισσότερο mobile, με τρίποντο, παρά "κλασσικός" παίκτης ρακέτας, όπως ήταν τότε ο Όγκαστ. Πρόκειται για μια πιο εφικτή οικονομικά περίπτωση, υπό την έννοια πως ο πρώην σέντερ του Περιστερίου δεν έχει παράλογες απαιτήσεις, σε αντίθεση με τον Όγκαστ, ο οποίος τότε ζητούσε χρήματα που δεν μπορούσε να βρει στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, τα δυο αυτά πρότζεκτ παρουσιάζουν ορισμένα κοινά στοιχεία, υπάρχει μια λογική συσχέτιση των δύο υποθέσεων από αγωνιστικής πλευράς, επομένως καλό θα ήταν στον Παναθηναϊκό να προσέξουν, κινούμενοι πιο... διαβασμένοι αυτή τη φορά, προκειμένου να μη χάσουν έναν παίκτη που σήμερα δεν είναι (τόσο) καλός και "EuroLeague-ready", όμως μπορεί σε ένα φυσιολογικό εύρος χρόνου να... κάνει δουλειά.
Ο Ρικ Πιτίνο έβγαλε εσχάτως τον Μπέντιλ από τη ναφθαλίνη. Στο Μιλάνο, σε ένα παιχνίδι υψηλότατων απαιτήσεων, τον χρησιμοποίησε για 11 λεπτά. Έδειξε σε αυτό το διάστημα ικανός να δώσει λύσεις, ασχέτως αν πράγματι υπάρχουν αδυναμίες στο παιχνίδι του, τόσο ποιοτικές, όσο και κατανόησης. Δείχνει πως βρίσκεται σε ένα στάδιο που ακόμη "ρουφάει" πληροφορίες, μαθαίνει αντιπάλους και συμπαίκτες.
Ο 25χρονος, στην πιο "σοβαρή" ευκαιρία που είχε μέχρι σήμερα, τα είχε πάει καλά. Ποια ήταν αυτή; Μα φυσικά, το παιχνίδι του Μονάχου, περί τα τέλη Νοεμβρίου. Το μοναδικό παιχνίδι φέτος όπου ο χρόνος του στο παρκέ πλησίασε το 25λεπτο. Γενικά, θεωρώ πως αν ο πήχης του Παναθηναϊκού ήταν ένα κλικ χαμηλότερος, ο Μπεντιλ θα είχε γράψει κι άλλες τέτοιες συμμετοχές.
Εν κατακλείδι, μιλάμε για έναν παίκτη γεννημένο στα τέλη Μαρτίου του 1995, ο οποίος πρώτη φορά στην καριέρα του παίζει σε αυτό το επίπεδο. Ο Παναθηναϊκός είναι ευκαιρία για τον ίδιο, όμως μέσες άκρες ισχύει και το αντίστροφο: οι πράσινοι μπορούν να φτιάξουν, εφόσον το επιθυμούν και δείξουν μεθοδικότητα, έναν "δικό τους", σύγχρονο ψηλό, για τα επόμενα χρόνια, χωρίς να χρειαστεί να βγουν στην αγορά και να "σκάσουν" ένα σωρό χρήματα για κάτι έτοιμο και φτασμένο. Δεν πρέπει να «καεί» από το γεγονός πως ήταν επιλογή ενός προπονητή, που πλέον δεν βρίσκεται στην ομάδα. Δεν γνωρίζουμε τι καριέρα θα διαγράψει ο Μπέντιλ και πως θα τον θυμόμαστε σε μια δεκαετία, αλλά επιτρέψτε μου να θεωρώ πρότζεκτ κι εκείνον, τοποθετώντας το όνομα του δίπλα σε εκείνα των Μήτογλου, Παπαγιάννη και Καλαϊτζάκη.