Οι 14 ήττες του Άρη έναντι μόλις 6 νικών σε 20 παιχνίδια του πρωταθλήματος της Basket League στοιχειοθετούνται ποικιλοτρόπως. Όπως ο λαός λέει ότι σε "έναν χωρισμό ποτέ δεν φταίει μόνο ένας", έτσι και για την κακή πορεία του Άρη οι αίτιες είναι κάμποσες και μοιράζονται. Η αλλαγή της τεχνικής ηγεσίας, με τον Γιάννη Καστρίτη να αντικαθιστά προ περίπου τεσσάρων μηνών τον Βαγγέλη Αγγέλου, δεν ήταν αρκετή για να αλλάξει τη μοίρα των πραγμάτων. Ούτως ή άλλως ο Καστρίτης δεν ήταν ο "μάγος", που παραλαμβάνοντας το συγκεκριμένο ρόστερ θα μετέτρεπε με το ραβδάκι του σε Παπαλουκά τον Μποχωρίδη και σε Μπατίστ τον Μακ Γκι. Το υλικό είχε πολύ συγκεκριμένες δυνατότητες και βάση αυτών πορεύεται. Ας δούμε παρακάτω κάποιους βασικούς παράγοντες που οδηγούν σε νερόβραστη σεζόν τον Άρη, πιο αναλυτικά.
* Το παλέ δεν είναι πια "κάστρο": Φέτος ο Άρης μετρα μόλις τρεις νίκες σε σύνολο δέκα παιχνιδιών στο σπίτι του. Η συγκομιδή είναι ομολογουμένως πενιχρή. Το ότι η ομάδα των κίτρινων βρίσκεται εκτός ζώνης playoffs και με αρνητικό ρεκόρ στην Basket League οφείλεται εν πολλοίς στη μη αξιοποίηση του παράγοντα της έδρας, ο οποίος κατά το παρελθόν υπήρξε ρυθμιστής στις καλές χρονιές του Αρη. Στο "Nick Galis Hall" έχει ηττηθεί επτά φορές, κι αν για τα παιχνίδια με τους αιώνιους της Αττικής υπάρχουν ελαφρυντικά, δεν ισχύει το ίδιο και για τις υπόλοιπες "αστοχίες". Οι οριακές ήττες στα ντέρμπι με την ΑΕΚ και τον ΠΑΟΚ, καθώς κι εκείνες από Χολαργό, Κολοσσό και Περιστέρι είναι φυσιολογικό πως δεν του επιτρέπουν να κοιτάξει ψηλά. Κάποιες από αυτές θα μπορούσε να τις έχει αποφύγει, όμως στο τέλος της ημέρας μετράει μόνο το αποτέλεσμα. Ο κόσμος πηγαίνει στο γήπεδο και βοηθάει με την παρουσία του, όμως η ομάδα, πέραν του ότι δεν παίζει θελτκικό μπάσκετ, δεν είναι κι αποτελεσματική.
* Οι επιλογές στους ξένους δεν έχουν βγει: Πριν την έναρξη της σεζόν, οι μεταγραφές του Άρη - όλες από την Basket League λόγω του ban - έμοιαζαν θετικές, με μια πρώτη ματιά. Η ομάδα απέκτησε ξένους που πέρσι είχαν μια καλή σεζον στις ομάδες τους κι είχαν αποδείξει πως ανήκουν σε αυτό το επίπεδο. Ωστόσο, στο σημείο που είμαστε σήμερα, η προσφορά τους δεν είναι η αναμενόμενη. Δε χρειάζεται να επεκταθούμε στις περιπτώσεις αυτές , καθώς είναι κάτι που ισχύει πάνω - κάτω για όλους. Αστάθεια, σκόρπια καλά παιχνίδια και συχνά ράθυμη εικόνα - που αυτό ίσως είναι και το χειρότερο όλων. Για παράδειγμα, ο Ραμόν Χάρις των 9,4 πόντων και 10,9 ranking πέρσι στον Κολοσσό, στον Άρη φέτος προσφέρει 7,3 πόντους με 7 ranking. Ο Γκάρι Μακ Γκι που είναι κατά τα λοιπά ένας καλός σέντερ, έχει μετατρέψει το περσινό του 52,6% από την γραμμή των βολών σε 36,3% (29/80), ένα ποσοστό απογοητευτικό για επαγγελματία. Ο Κάιζερ παίζοντας περίπου δυο λεπτά περισσότερα από όσα έπαιρνε στην Κύμη τη σεζόν 2017-18, παρουσιάζει επίσης σημαντική πτώση (5,6π/4ρ στον Άρη - 6,9π/5ρ στην Κύμη).
Τα ίδια ισχύουν μέσες άκρες και για τους Νταλό και Λάκι Τζόουνς, ενώ για τον Μπελ που πολλοί περίμεναν πως κατά την δεύτερη του σεζόν στον Άρη θα είναι σε θέση να αποδώσει περισσότερα, κάτι τέτοιο δεν έχει φανεί, αφού βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με πέρσι, χωρίς ιδιαίτερη διαφορά στην απόδοση του. Η έλευση του Καστρίτη τους ανανέωσε για ένα διάστημα, όμως τελευταία η κατάσταση έχει επανέλθει στα προ Ιανουαρίου στάνταρ. Φαίνεται σα να μην είναι τόσο ζήτημα δυνατοτήτων, αλλά περισσότερο νοοτροπίας. Ή τέλος πάντων, ένα κράμα αυτών των δύο, που ως απόρροια έχει ο Άρης να περιμένει ακόμη περισσότερα πράγματα από τους γηγενείς του. Οι Έλληνες προσπαθούν, όμως είναι φανερό πως δεν μπορούν - στην παρούσα φάση - να αντεπεξέλθουν σε πρωταγωνιστικούς ρόλους. Οι έξι εξ' αυτών που έχουν χρησιμοποιήθει περισσότερο φέτος - πλην του Βεργίνη - συνδυάζονται για ηλικιακό Μ.Ο. 22,5 ετών.
* Η προβληματική επίθεση: Ο Άρης είναι μια ομάδα με εμφανές πρόβλημα στο να βρίσκει σκορ με συνέπεια. Αρκεί κανείς να σταθεί στα δύο τελευταία παιχνίδια της ομάδας (με ΠΑΟΚ, 58 πόντοι εντός, και Περιστέρι, 61 πόντοι εκτός) για να δει σε μικρογραφία τους φετινούς επτά μήνες. Με 68,5 πόντους ανά παιχνίδι ο Άρης έχει τη χειρότερη παραγωγή πόντων στο πρωτάθλημα, την ώρα που το 58,9% από την γραμμή των προσωπικών και το 31,7% πίσω από το τόξο συνοψίζουν το μεγαλύτερο μέρος του προβλήματος. Σε εννέα από τα είκοσι παιχνίδια του πρωταθλήματος ο Άρης έμεινε χαμηλότερα των 70 πόντων. Δεν είναι όμως μόνο η αστοχία, καθώς ο Άρης συχνά είναι αργός, δεν έχει τις ιδανικές επιλογές και διακρίνεται εύκολα μια έλλειψη φαντασίας, όταν επιτίθεται. Μια νορμάλ άμυνα μπορεί να τον βραχυκυκλώσει και να τον οδηγήσει σε μεγάλης διάρκειας νεκρά διαστήματα. Άλλωστε, δεν υπάρχουν πολλές μονάδες στο ρόστερ που να διακρίνονται για τις επιθετικές τους αρετές και να μπορούν να πάρουν την ομάδα στις πλάτες τους, εφόσον αυτό χρειαστεί. Θα λέγαμε λοιπόν πως το συγκεκριμένο ζήτημα δεν θα λυνόταν ούτως ή άλλως με μια αλλαγή προπονητή. Είτε με τον Αγγέλου στο τιμόνι, είτε με τον Καστρίτη, η "αφλογιστία" αποδίδεται κυρίως στην γενικότερη δομή του ροστερ και στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των παικτών που το αποτελούν.
* Η διακοπή του πρωταθλήματος: Μέσα στο 2019 και μέχρι τις 2 Φλεβάρη, ο Άρης έφτασε στο peak του. Πέτυχε 4 νίκες σε 5 παιχνίδια (η μοναδική ήττα στο ΟΑΚΑ από τον Παναθηναϊκό) και η εικόνα του ήταν πειστική. Ο Γιάννης Καστρίτης κι οι παίκτες του έδειξαν να "σημαδεύουν" ως turning point της σεζόν τους τον μήνα Ιανουάριο και πολλοί πίστεψαν πως με τέτοια - σοβαρή κι αποτελεσματική - εικόνα, ο Άρης θα ήταν σε θέση να πλασαριστεί στα playoffs. Εν τέλει, αυτές οι εμφανίσεις αποδείχθηκαν... πυροτέχνημα, καθώς μετά την διακοπή του Φεβρουαρίου, ο Άρης φόρεσε και πάλι το κακό του πρόσωπο. Είναι γεγονός πως αυτή η μεγάλη περίοδος αγρανάπαυσης στην οποία βάζει τις ομάδες η εγχώρια λίγκα (λόγω κυπέλλων, all-star game κτλ.) επηρεάζει την αγωνιστική τους φόρμα. Πόσο δε μάλλον, εκείνες που βρίσκονται σε ανοδική πορεία. Για τον Άρη, που ούτως ή άλλως δεν είχε όλα τα προβλήματα του λυμένα, δεν ήθελε και πολύ. Η διακοπή, πάνω που βρισκόταν σε περίοδο ανάκαμψης, τον αποτελείωσε.
Επείγει ο σχεδιασμός της νέας σεζόν
Μη σας φανεί παράξενο, αλλά ο Άρης βρίσκεται σε μια κρίσιμη φάση της σεζόν. Όχι τόσο από πλευράς βαθμολογίας και στόχων, αλλά από την άποψη του κινήτρου, το οποίο δε φαίνεται να υπάρχει στον ορίζοντα. Απέχει αρκετά από την ζώνη, αλλά παράλληλα έχει την ίδια απόσταση κι από την οκτάδα. Είναι παγιωμένος σε μια θέση που απλώς τον καθιστά "αδιάφορο". Όμως, στην πραγματικότητα μόνο ως τέτοιος δεν πρέπει να εμφανιστεί στα παιχνίδια που απομένουν. Τέτοια διαστήματα είναι καλό να χρησιμοποιούνται ως μια προεργασία για την επόμενη αγωνιστική σεζόν. Στον Άρη οφείλουν να περάσουν από διαδικασία πλήρους αξιολόγησης το υπάρχον ρόστερ, προκειμένου να είναι έτοιμοι για το σχεδιασμό με το που ολοκληρωθούν οι υποχρεώσεις. Θα ξέρουν τι χρειάζεται η ομάδα τους, άρα όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα.
Φυσικά, ένας φυσιολογικός προγραμματισμός για τη νέα σεζόν προϋποθέτει πως η διοίκηση του θα καταφέρει να απαλλαχθεί από την απαγόρευση μεταγραφών. Το να επέλθει μια κανονικότητα σε αυτόν τον τομέα θα είναι καθοριστικός παράγοντας ως προς το να μπορέσει ο Άρης να χτίσει εκ νέου μια καλή ομάδα. Οι επιλογές από τις ξένες αγορές θα είναι πολλές κι οι Θεσσαλονικείς δεν θα περιοριστούν μόνο σε παίκτες από την Basket League, όπως έκαναν πέρσι. Μια θετική πρώτη ύλη υπάρχει στον ελληνικό κορμό, αν κι αυτός επιδέχεται βελτίωσης. Όμως, όπως είπαμε και νωρίτερα, μεγαλύτερο πρόβλημα δημιούργησε η χαμηλή απόδοση των ξένων του - επομένως εκεί οφείλουν να εστιάσουν. Δύο χρόνια τώρα δεν υπήρξε στην ομάδα ένας παίκτης με έφεση στο ένας με έναν, ένας αξιόπιστος γνήσιος σουτέρ και γενικώς παίκτες που να μπορούν να πάρουν πρωτοβουλίες σηκώνοντας βάρος στην επίθεση.
Όπως και πέρσι, έτσι και φέτος, είδαμε στον Άρη μια καραβιά all around παικτών, οι οποίοι έκαναν λίγο απ' όλα, όμως σε μέτριο βαθμό. Δεν ειδικεύονταν σε κάτι, συνθέτοντας ένα ρόστερ γεμάτο ρολίστες. Δεν λέει κανείς πως ο Νταλό ή ο Κάιζερ είναι κακοί παίκτες και δεν έχουν κάποια θετικά στον τρόπο που αγωνίζονται, απλά τονίζεται πως ανέκαθεν στο μπάσκετ ο κάθε παίκτης ήταν σε θέση να προσφέρει ανάλογα με το ποιους είχε τριγύρω του. Το να δημιουργηθεί το κατάλληλο περιβάλλον είναι πιο σημαντικό από τις μονάδες αυτές καθ' αυτές. Άρα λοιπόν ο Άρης θα πρέπει να στοχεύσει στην έλευση ποιοτικών παικτών με προσωπικότητα, τους οποίους θα πλαισιώσουν οι Έλληνες. Δεν είναι κάτι που δεν γίνεται, καθώς βλέπουμε πως το Περιστέρι, ο Ήφαιστος κι ο Χολαργός το κατάφεραν, χωρίς σώνει και καλά να σκορπίσουν ένα σωρό χρήματα.
Πριν κλείσουμε, αξίζει να σταθούμε και σε κάτι ακόμη. Τον Ιανουάριο η ομάδα είχε την τύχη να αποκτήσει έναν παίκτη που μπορεί σε βάθος χρόνου να τον βοηθήσει πάρα πολύ. Είναι ο Βασίλης Τολιόπουλος, ο οποίος στα εννιά πρώτα παιχνίδια του αναζητά το χαμένο ρυθμό που επί της ουσίας δεν απέκτησε ποτέ στον Ολυμπιακό. Ένας instant scorer που μπορεί να δώσει αρκετές λύσεις από απόσταση, αρκεί να του δοθεί ένα συγκεκριμένο χρονικό πλαίσιο. Προσοχή: ο "Τολιό" δεν έχει κάνει δα και κάτι το φανταστικό (7,7π, 34% τριπ, 1,1α, 4,7PIR ανά 17') ως τώρα. Όμως κάθε φορά που πατά παρκέ εκθέτει δύο πράγματα: την ταχύτητα που λείπει από την πεντάδα και την όρεξη που συχνά αγνοείται. Ο Άρης πήρε έναν παίκτη με κίνητρο και θα ήταν καλό να τον διατηρήσει, αλλά παράλληλα να βρει κι άλλους με διάθεση ως προς το να αποδείξουν πράγματα.
Στο ρεζουμέ, ο Άρης πρέπει να αποφύγει όπως ο διάολος το λιβάνι μια τρίτη διαδοχική χρονιά υπό αυτό το status. Καιρός να πάει παρακάτω, χωρίς να δοκιμάσει άλλο τις αντοχές του κοινού που πιστά τον στηρίζει. Μια άλλη ομάδα θα είχε γονατίσει από την εσωστρέφεια και τις μουρμούρες αυτήν την διετία. Ο Άρης αντέχει ακόμη, αλλά καλό θα ήταν να μη φτάσει σε οριακό σημείο.