Η ιστορία του Giannis Antetokounmpo είναι γνωστή πια. Γιος μεταναστών, κυνηγημένος από αστυνομία, ρατσιστές και φασίστες, παιδί χωρίς χαρτιά αλλά με πατρίδα -είτε αρέσει σε κάποιους, είτε όχι- έγινε το “μαγαζί γωνία” όλων εκείνων που τον έλεγαν “Ακενοτούμπο” ή καταψήφιζαν τον νόμο περί ελληνικής ιθαγένειας για παιδιά που γεννιούνται εδώ το 2015. Ωστόσο ο ίδιος και η οικογένειά του άντεξαν. Ας είναι καλά οι άνθρωποι που τους αγκάλιασαν και τους βοήθησαν. Πάνω απ’ όλα, ας είναι καλά οι ίδιοι που δεν πτοήθηκαν από τις κακουχίες που πέρασαν μέχρι να βρεθούν στη μπασκετική γη της επαγγελίας, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Όπως σε πάμπολλα παραμύθια όμως, έτσι και σε αυτό υπάρχει δράκος. Στην περίπτωση του Giannis, ευτυχώς, δεν τον έφαγε. Οι περισσότερες ιστορίες όμως δεν είναι σαν του Giannis, αλλά αντίθετα τελειώνουν νωρίς. Είτε γιατί χάνονται στη θάλασσα, είτε γιατί δεν έχουν το θεϊκό αθλητικό χάρισμα που είχε ο ίδιος. Μεταξύ μας, αν ο Antetokounmpo δεν είχε μπασκετικό ταλέντο, θα ήταν περιφερόμενος κάπου στην Αθήνα, προσπαθώντας να βγάλει τα προς το ζην.
Και εδώ, αναπόφευκτα, μπαίνει στην εξίσωση ο υποκριτικός -μέχρι εσχάτων- ρόλος της πολιτείας στις περιπτώσεις των παιδιών που γεννιούνται εδώ, αλλά δεν έχουν δικαίωμα στην ελληνική ιθαγένεια. Μιας πολιτείας που ναι μεν αφήνει στις τύχες τους τα παιδιά των μεταναστών που γεννιουνται εδώ, αλλά μόλις αναπτύσσουν ένα “Χ” ταλέντο, τότε σπεύδουν να κλέψουν πολλή από τη λάμψη του εκάστοτε Antetokounmpo. Ακόμα και στην περίπτωση του 26χρονου πλέον σούπερ σταρ του NBA, όμως, το ελληνικό κράτος δεν έκανε απολύτως τίποτα. Όλες οι διαδικασίες ξεκίνησαν από τον πρώην ιδιοκτήτη των Bucks, Herb Kohl και την βοηθό του JoAnne Anton. Ο Kohl υπήρξε για χρόνια μέλος της Γερουσίας των ΗΠΑ και ασχολήθηκε επισταμένως με το μεταναστευτικό ζήτημα των ΗΠΑ. Όσα δεν έκανε η πολιτεία η οποία ευαγγελίζεται και θέλει να κλέβει σε κάθε περίσταση τη λάμψη του Giannis, τα έκαναν οι δύο προαναφερθέντες σε συνεργασία με την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα.
Η πρεσβεία εξέδωσε βίζα κατηγορίας P-1, η οποία δίνεται σε αθλητές άλλων χωρών, προκειμένου να εργαστούν στις ΗΠΑ και με αυτόν τον τρόπο ο Giannis κατάφερε να ταξιδέψει στη Νέα Υόρκη για το draft του 2014. Όχι με τη βοήθεια του ελληνικού κράτους, αλλά του αμερικάνικου. Φυσικά ο πολιτικός κόσμος δεν ντράπηκε για την εξέλιξη αυτή και σαν να μη συνέβη τίποτα πανηγύριζε για την επιλογή του από το Milwaukee. Από εκεί και έπειτα, μέχρι και την κατάκτηση του πρωταθλήματος των Bucks, σε κάθε ευκαιρία έδινε συγχαρητήρια για τις επιδόσεις και τα βραβεία του. Η περίπτωση του Giannis, ανήκει στο κλασικό διήγημα του “αμερικανικου ονείρου”. Δυστυχώς για τα αμέτρητα παιδιά που γεννιούνται εδώ, αυτό δεν ισχύει. Ούτε έχουν τις ικανότητες του Antetokounmpo, ούτε το άστρο, ούτε την τύχη. Μπορεί κάποιο από αυτά να έχει κλίση στις επιστήμες, τις τέχνες ή οτιδήποτε άλλο, αλλά το πιο πιθανό είναι να μην το μάθουμε ποτέ. Ή αν το μάθουμε μέσα από κάποια επιτυχία τους, τότε αυτόματα ο κόσμος που μέχρι εκείνη την στιγμή τους περιφρονούσε και τους έφτυνε, να πηγαίνει δίπλα τους για μια φωτογραφία ώστε να καμαρώνει ως “περήφανος Έλλην”. Ο μέγας Alexander Gomelsky είχε δηλώσει κάποτε πως “οι Έλληνες δεν αγαπούν τον αθλητισμό, αλλά τις νίκες”.
Και ενώ αυτό ισχύει ακόμα, υπάρχει μια εξέλιξη μέσα στα χρόνια που μας αποδεικνύει καθημερινά πως “οι Έλληνες δεν αγαπούν τον άνθρωπο, αλλά τις νίκες που εκείνος φέρνει”. Η περίπτωση του Antetokounmpo δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καλύτερο παράδειγμα. Για τα υπόλοιπα χιλιάδες παιδιά που υπάρχουν εκεί έξω θα πρέπει να περιμένουμε πρώτα να δούμε αν μπορούν να δώσουν μια επιτυχία που θα μπορεί να καπηλευτεί η χώρα και μετά βλέπουμε για την ιθαγένεια. Από τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, η οποία όπως αποδεικνύεται καθημερινά πρόκειται για μια βαθιά κοινωνική κρίση, οι χειρότερες παθογένειες των Ελλήνων βγήκαν στην επιφάνεια. Εκείνες που επιτάσσει η ακροδεξιά ρητορική και αναφέρει πως για κάθε πρόβλημα που υπάρχει σε μια παρηκμασμένη οικονομία ευθύνεται ο μετανάστης, ανεξαρτήτου ηλικίας. Είτε γιατί “μας παίρνουν τις δουλειές” είτε γιατί “εγκληματούν όπου σταθούν και βρεθούν”.
Για μια μεγάλη μερίδα της χώρας αυτής, οι παραπάνω γραμμές αποτελούν ευαγγέλιο και η όποια συζήτηση υπάρξει σταματάει εκεί. Χωρίς να μπαίνουν στη διαδικασία να σκεφτούν πως κάθε άνθρωπος θέλει να για τον ίδιο και τα παιδιά του το καλύτερο δυνατό παρόν και ένα ακόμα καλύτερο μέλλον. Βλέποντας λοιπόν την ιστορία του Giannis και το πως αυτή εξελίχθηκε, μόνο να χαμογελάσεις μπορείς -με απαραίτητη προϋπόθεση να μην είσαι μισάνθρωπος. Πλέον, μετα την κατάκτηση του πρωταθλήματος με τους Bucks, ο Giannis είναι αστέρας πρώτου ραφιού στο παγκόσμιο μπάσκετ και η φράση “γίνε σαν τον Γιάννη” ή λέξη “παραμύθι” έχει ακουστεί ή γραφτεί ουκ ολίγες φορές από τα Μέσα τούτης της υπέροχης χώρας. Ωστόσο, άπαντες ξεχνούν το πιο σημαντικό πράγμα: Κανείς δεν μπορεί να γίνει σαν τον Giannis. Για να μπορέσει κανείς να φτάσει στο επίπεδο του Antetokounmpo, δεν χρειάζεται απλά καθημερινή και σκληρή δουλειά. Ο Giannis, από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στα παρκέ του NBA έμοιαζε να έχει μια συγκεκριμένη αποστολή.
Όχι μόνο να γίνει ένας franchise player και ένας εκ των καλύτερων παικτών της Λίγκας. Αυτό, προς απόδειξη των όσων παρακολουθούμε από εκείνον μάλλον εννοούνταν στο μυαλό του. Δούλεψε για θέσει τα θεμέλια για τον ίδιο, την οικογένειά του και τους διαδόχους του, ώστε να μην κοιτάξουν ποτέ πίσω και να μην αντιμετωπίσουν τις συνθήκες που ο ίδιος βίωσε. Αυτό που βλέπουμε κάθε φορά που αγωνίζεται ο Giannis δεν είναι απλά μια αγωνιστική συμπεριφορά που αποτελεί τη dominance φύση του ή αν θέλετε τη Mamba Mentality, την οποία του εμφύσησε ο Kobe Bryant στις μεταξύ τους προπονήσεις. Γινόμαστε μάρτυρες του ίδιου στην καθημερινή μάχη που δίνει με νύχια και με δόντια για να εξασφαλίσει το καλύτερο δυνατό μέλλον για την οικογένειά του και -ενδεχομένως- να ξεφύγει από το μίσος που βίωσε σε μικρή ηλικία από συγκεκριμένες ομάδες “ανθρώπων”.
Πως μπορεί να γίνει κανείς σαν τον Giannis, όταν ο ίδιος έχει μέσα του “καύσιμα” που οι περισσότεροι εξ ημών ούτε που μπορούμε να τα φανταστούμε; Πως μπορεί να γίνει κανείς σαν τον Giannis, όταν δεν ξέρουμε πως είναι να σηκώνεις αποκλειστικά πάνω σου το βάρος ενός καλύτερους μέλλοντος για την οικογένειά σου; Το βάρος της πολιτείας, λοιπόν, σαφώς και θα έπρεπε να πέσει πάνω στον Γιάννη. Να του δώσει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες εκπαίδευσης, άθλησης και κυρίως ασφάλειας. Η Ελλάδα αποτελεί μία από τις πολλές χώρες του κόσμου, όπου ισχύει η χορήγηση ιθαγένειας σε παιδί που γεννιέται εδώ, εφόσον ένας εκ των δύο γονιών είναι Έλληνας πολίτης. Από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μόνο το Λουξεμβούργο χορηγεί ιθαγένεια σε παιδί που γεννιέται στο έδαφός του και αυτό σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις. Ισχυριζόμενοι εδώ και πολλά χρόνια πως “ανήκομεν εις την Δύσιν”, για πρώτη φορά θα ήταν όμορφο να συνθέταμε εμείς τις βάσεις για ένα τέτοιο ζήτημα. Να φτιάχναμε εκείνο τον μηχανισμό που θα εξασφάλιζε στα χιλιάδες “αόρατα” παιδιά που γεννιούνται στον τόπο αυτό ένα καλύτερο μέλλον, τόσο για τα ίδια, όσο και για τη χώρα της οποίας θα γίνουν πολίτες. Έναν μηχανισμό ασφάλειας, εκπαίδευσης, αλληλεγγύης. Αυτό δεν είναι, άλλωστε, το βέλτιστο σενάριο στην ιστορία αυτή;
Με αυτόν τον τρόπο ο Giannis -και ο κάθε Giannis- δεν θα έχει στο μυαλό του να φυλάγεται σε κάθε γωνία και να αναρωτιέται αν θα δει τους γονείς του σε λίγες ώρες, κάθε φορά που ο ίδιος βγαίνει εκτός σπιτιού του. Ίσως τότε η όλη ιστορία της χορήγησης ιθαγένειας να πάρει μια μορφή κανονικότητας (sic) και να μη θέλουμε να γίνουμε μόνο σαν τον Giannis, αλλά να γίνουμε σαν την Αΐσα που θέλει να γίνει ζωγράφος, σαν τον Τσαρλς που θέλει να γίνει δάσκαλος ή σαν την Αντελμίρα που θέλει να γίνει μουσικός. Και ίσως τότε να τεθεί και ένα καθεστώς που αυτοσκοπός δεν θα είναι οι νίκες, αλλά το να γινόμαστε καθημερινά καλύτεροι άνθρωποι.
ΥΓ: Καλό καλοκαίρι, να είστε υγιείς και να προσέχετε τους αγαπημένους σας ανθρώπους.