Έχουν περάσει ακριβώς 14 μήνες από την ημέρα που εντυπωσιασμένος είχα γράψει ένα κομμάτι αφιερωμένο στην Ιταλική Τρέντο, συνεπαρμένος από το πολύ ωραίο μπάσκετ που είχε παίξει κατά τη διάρκεια του Eurocup την αγωνιστική χρονιά 2015-2016.
Στο τέλος μπορεί να μην κατέκτησε το Κύπελλο, που πήγε σε Τουρκικά χέρια, αλλά τότε είχα γράψει ότι το θαύμα της Τρέντο θα έχει και συνέχεια. Σαφώς δεν έχω κάποιες μαντικές ικανότητες, ούτε ιδιαίτερη σχέση με τα μέντιουμ, αλλά μόλις 14 μήνες μετά, η ομάδα του Ιταλικού Βορρά πήρε την πρόκριση για πρώτη φορά στους τελικούς του Ιταλικού Πρωταθλήματος.
Μάλιστα το κατόρθωμα αυτό γίνεται ακόμα πιο επικό, αν αναλογιστούμε ότι έχει περάσει ήδη δύο γύρους στα πλέι οφ της Ιταλικής Λίγκας με ρεκόρ 7-1, απέναντι σε ομάδες με πολλαπλάσιο μπάτζετ. Στους ημιτελικούς κυριολεκτικά ισοπέδωσε την ευρωλιγκάτη Ολίμπια Μιλάνο, μια ομάδα γεμάτη καλούς παίκτες (αλλά χωρίς χημεία και με άθλιο προπονητή) με 4-1 νίκες, κερδίζοντας τρεις φορές μέσα στο Μιλάνο, ενώ τις δύο τελευταίες νίκες τις κατέκτησε με διαφορές 20 και πάνω πόντων.
Ο ηγέτης
Όταν λοιπόν είχε γραφτεί το προηγούμενο κομμάτι για την Τρέντο, είχαμε εστιάσει στον εκπληκτικό προπονητή της ομάδας, ο οποίος την οδήγησε στα σαλόνια από την τρίτη κατηγορία του Ιταλικού Πρωταθλήματος.
Ο Μαουρίτσιο Μπουσκάλια είναι ένας άνθρωπος που έχει βαθιά γνώση του αθλήματος, και το συγκεκριμένο γεγονός μου το έχουν πιστοποιήσει φίλοι και εξαιρετικοί γνώστες του μπάσκετ, που ζούσαν ή κάποιοι ζουν ακόμα στην Ιταλία. Τον παρακολούθησα πολύ προσεκτικά πέρυσι, αν και φέτος λόγω φόρτου εργασίας δεν είχα ανάλογες παραστάσεις για την δουλειά που κάνει στην ομάδα. Πέρα από κάποια σκόρπια ματς μέσα στη χρονιά, είδα σχεδόν όλη τη σειρά απέναντι στο Μιλάνο και για μία ακόμα φορά πρέπει να πω ότι βγάζω το καπέλο σε αυτόν τον σπουδαίο προπονητή, αλλά και σκάουτερ ταυτόχρονα.
Ο Μπουσκάλια είναι σίγουρα μέσα στους καλύτερους προπονητές της Ευρώπης. Έχει έναν δικό του τρόπο αντίληψης για το άθλημα και του αρέσει να παίζει ένα συγκεκριμένο στυλ μπάσκετ. Το έκανε και πέρυσι, αλλά φέτος σχεδόν το έχει τελειοποιήσει, με μία ομάδα με συγκεκριμένα ταλέντα, που είναι σχεδόν ολοκληρωτικά αλλαγμένη σε πρόσωπα από την περυσινή.
Το ολοκληρωτικό μπάσκετ, χωρίς θέσεις, έκανε και πάλι το θαύμα του. Όπως είχαμε γράψει και πέρυσι, αυτό που προσπαθεί να παρουσιάσει ο Μπουσκάλια είναι ένα μπάσκετ χωρίς δεσμά, που σε μεγάλο βαθμό όλο το ρόστερ θα μπορεί να κάνει τα πάντα στο παρκέ. Όλοι θα μπορούν να τρέξουν, να σουτάρουν, να δημιουργήσουν, και γενικότερα θα προσπαθήσουν να ανταποκριθούν σε όλες τις δυσκολίες που θα προκύψουν σε ένα παιχνίδι μπάσκετ.
Κάποτε είχε πει ο Ντούσαν Ίβκοβιτς ότι ονειρεύεται να προπονήσει μία ομάδα με 5 δίμετρους, που όλοι θα μπορούν να κάνουν τα πάντα στο παρκέ και δεν θα υστερούν σε τίποτα. Αν κάποιος έχει καταφέρει να πλησιάσει σε αυτό το είδος μπάσκετ περισσότερο από τους υπόλοιπους, τότε αυτός είναι αδιαμφισβήτητα ο Μπουσκάλια. Και πρέπει να του βγάλουμε το καπέλο γιατί το κατάφερε αυτό για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, με μία ομάδα που δεν κράτησε σε καμία περίπτωση τον κορμό της.
Το μεγαλύτερο credit του Μπουσκάλια είναι ότι ξέρει απόλυτα τι είδους μπάσκετ θέλει να παίξει, και έφτιαξε το ρόστερ της ομάδας του με πολύ πενιχρά μέσα, αλλά έχοντας στο μυαλό του ένα συγκεκριμένο τρόπο παιχνιδιού. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, αν αναλογιστούμε παραδείγματα προπονητών ακόμα και στην χώρα μας (ονόματα μη λέμε), που έμειναν σε ομάδες πάνω από ένα χρόνο, άλλαξαν καμιά τριανταριά παίκτες και ακόμα και όταν έφυγαν, κανείς δεν κατάλαβε τι ήθελαν να παίξουν.
Η μετάβαση στη φετινή Τρέντο.
Η περυσινή σπουδαία ομάδα του Μπουσκάλια ουσιαστικά σκόρπισε στην μπασκετική Ευρώπη. Όλοι σχεδόν οι κομβικοί παίκτες έφυγαν και η αντικατάστασή τους μόνο εύκολη δεν ήταν. Για να καταλάβουμε το μέγεθος της αποψίλωσης, από την Τρέντο αποχώρησαν οι Ντάβιντε Πάσκολο (Μιλάνο), Γουίλ Κάμινγκς (πρώτος σκόρερ της Α1 με τον Αρη), Τζούλιαν Ράιτ (Τράμπζονσπορ), Τρεντ Λόκετ (Μπέτις Σεβίλλης), Τζαμάρ Σάντερς (Βόννη) και ο συμπαθέστατος Πέπε Ποέτα για το Τορίνο.
Ουσιαστικά από την ομάδα που εξέπληξε στο Γιούροκαπ την περασμένη σεζόν έμειναν ένας φέρελπις Ιταλός πιτσιρικάς, ο Ντιέγκο Φλακαντόρι, ο Αντρές Φοράϊ, ένας Ιταλο-Αργεντίνος που είναι στην ομάδα από τα χρόνια που αγωνιζόταν στην τρίτη κατηγορία, ο Ντόμινικ Σάτον, που είχε περάσει και από τα μέρη μας με τον Ίκαρο και ένας συμπληρωματικός ψηλός, ο Λούκα Λεχτάλερ.
Ο Μπουσκάλια έψαχνε ουσιαστικά να δημιουργήσει μία νέα ομάδα, με μπάτζετ το οποίο είναι πολύ μικρό για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα. Έχοντας όμως κατασταλάξει στο τι θέλει να παίξει έφερε μία νέα φουρνιά παικτών, που απολαμβάνουν το παιχνίδι και ταυτόχρονα βγάζουν όλα τους τα ταλέντα στο γήπεδο, εκτοξεύοντας μάλιστα και την εμπορική τους αξία στο Ευρωπαϊκό μπασκετικό χρηματιστήριο.
Αφού έχρισε σαν ηγέτη της ομάδας τον Ντόμινικ Σάτον (φωτό), έφερε πρώτα από όλους ένα παιδί που θυσιάζεται για την ομάδα. Ο Άαρον Κραφτ ήταν δύο συνεχόμενες χρονιές καλύτερος αμυντικός στο Κολεγιακό Πρωτάθλημα με το Οχάιο Στέιτ. Ένας παίκτης που θα πέσει στο παρκέ για κάθε μπάλα, μπορεί να διαβάζει καλά το παιχνίδι, αλλά έχει περιορισμένο επιθετικό οπλοστάσιο. Είχε παίξει πολύ λίγα ματς στην Ευρώπη, αφού η καριέρα του είχε περιοριστεί αποκλειστικά σχεδόν στο NBDL, αλλά φέτος κάνει μία εξαιρετική χρονιά με περίπου 10 πόντους, 4 ριμπάουντ, 5 ασίστ και 2 κλεψίματα ανά παιχνίδι.
Εκτός αυτού προχώρησε σε δύο ακόμα δύο ακόμα μεταγραφές Αμερικανών. Ο πρώτος ήταν ο Ντάστιν Χογκ, που τη χρονιά που μας πέρασε έκανε παπάδες με την φανέλα της Κηφισιάς, έχοντας buy out μόλις 22 χιλιάδες ευρώ από την ομάδα των βορείων προαστίων. Έκλεισε το ρόστερ με τον έναν εξαιρετικό Πορτογάλο (ναι Πορτογάλο καλά ακούσατε), τον Μπετίνιο Γκόμεζ, που τα τελευταία δύο χρόνια είχε κάνει καλές χρονιές με την Ανδόρα.
Τον Απρίλιο προχώρησε και σε μία προσθήκη, με τον Σαβόν Σίλντς που έκανε μία πολύ καλή χρονιά στην Φρανκφούρτη. Με αυτό το πολύ χαμηλό μπάτζετ δημιούργησε μία ομάδα γρήγορη, εκρηκτική, που όλοι μπορούν να δημιουργήσουν, να τρέξουν και να σκοράρουν. Ταυτόχρονα απέναντί τους δεν είναι εύκολο να δημιουργήσεις μις ματς, καθώς είναι όλοι παίκτες με σχετικά ταυτόσημα χαρακτηριστικά. Σίγουρα η ομάδα έχει αδυναμίες, με μεγαλύτερη από όλες τη συνοχή της, ειδικά στην άμυνα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μιλάμε σχεδόν ολοκληρωτικά για μία νέα ομάδα, ίσως και μίας χρήσης.
Ο Μπουσκάλια ακόμα και έτσι εμφανίζει στο παρκέ ένα σύνολο όπως αυτός το οραματιζόταν, και γενικά με τον τρόπου που αυτός οραματίζεται το μπάσκετ. Μια ομάδα με πιο κοντό παίκτη τον Κραφτ του 1.90 και ψηλότερο τον Γκόμεζ που είναι 2.01. Ακόμα και ο βασικός σέντερ της ομάδας, ο Χογκ είναι μόλις 1.98.
Είναι όμως μία ομάδα που από την αρχή της μέχρι και το τέλος της έχει τη σφραγίδα αυτού του υπέροχου οραματιστή. Μια ομάδα που μπορεί να κάνει τα πάντα, που μπορεί να παίξει θεαματικά, να σουτάρει πολύ. Μια ομάδα που οι θέσεις είναι λίγο έως πολύ ακαθόριστες, αλλά παίζει ένα μπάσκετ που τραβάει τον ουδέτερο θεατή. Μια ομάδα που ουσιαστικά αγωνίζεται λίγο πολύ με πέντε δίμετρους, κάνοντας σε μεγάλο βαθμό το όραμα του Ντούσαν Ίβκοβιτς πραγματικότητα. Ακόμα και αν αυτή δεν είναι στο υψηλότερο επίπεδο του Ευρωπαϊκού μπάσκετ, αλλά σίγουρα με πολύ λιγότερα μέσα, σε σχέση με τα αγωνιστικά της κατορθώματα.
Εγώ, αυτό που θέλω να ευχηθώ είναι να δω την Τρέντο Πρωταθλήτρια, για να δικαιωθεί στο παρκέ ένα μπάσκετ με φαντασία, αλεγκρία και ανάδειξη των ικανοτήτων των παικτών στο μέγιστο. Και για να δικαιωθεί επιτέλους αυτός ο εκπληκτικός κόουτς που ακούει στο όνομα Μαουρίτσιο Μπουσκάλια.