Ο Maximilian γεννήθηκε το 1993 στο Annecy της Γαλλίας, τελείωσε το τοπικό σχολείο με πολύ καλό βαθμό και φοίτησε σε σχολή πληροφορικής επιστήμης στο πολυτεχνείο της Λυόν. Μετά από τέσσερα χρόνια πήρε το πτυχίο του και με τα χρήματα που εξοικονόμησε αποφάσισε να πάει στο μέρος που είχε γεννηθεί η μητέρα του, η οποία είχε φύγει από τον κόσμο, όταν ο ήρωας μας ήταν μόλις 14 ετών. Σύμφωνα με τα όσα του είχε πει ο πατέρας του, ίσως θα μπορούσε να βρει κάποιους μακρινούς συγγενείς της.
Το μεγαλύτερο μέρος της οικογένειάς της είχε προνοήσει να φύγει από την χώρα τους, το Βιετνάμ, λίγες ημέρες πριν από την εισβολή της Κίνας, τον χειμώνα του 1979. Με κάποιο τρόπο η οικογένεια έφτασε στην πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης, Μπανγκόκ, όπου έζησε φτωχά για πέντε χρόνια, προτού η άνοδος της οικονομίας στην περιοχή καταφέρει να κάνει τους ντόπιους να ανακατασκευάσουν το μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας. Σε μία από τις πρώτες πτήσεις από το Διεθνές Αεροδρόμιο της Μπανγκόκ, βρέθηκε και η μητέρα του Max, με προορισμό αρχικά την Δαμασκό, εν συνεχεία την Αθήνα και τελικώς την Ζυρίχη.
Ενώ το αεροπλάνο της βρισκόταν καθ’οδόν για το αεροδρόμιο του Ελληνικού, το πλήρωμα του αεροσκάφους έλαβε ειδοποίηση πως στον ίδιο χώρο, και πιο συγκεκριμένα στην πτήση 648 των Αιγυπτιακών Αερογραμμών που μόλις είχε απογειωθεί από την Αθήνα με προορισμό το Κάιρο, είχε ξεκινήσει αεροπειρατεία. Ως αποτέλεσμα, το αεροπλάνο υποχρεώθηκε να προσγειωθεί άμεσα στο Ελληνικό, μέχρι να λυθεί η κατάσταση μίας εκ
των πολλών αεροπειρατειών που έγιναν στα μέσα της δεκαετίας των 80’s. Το FIR έκλεισε για 48 ώρες, αναστέλλοντας κάθε άλλη προγραμματισμένη πτήση κι άφησε μεταξύ αυτών και την νεαρή Βιετναμέζα στην Αθήνα.
Δυστυχώς για τους περισσότερους επιβαίνοντες της πτήσης 648, η επιχείρηση των αεροπειρατών έληξε με την λεγόμενη «Σφαγή στη Μάλτα». Ευτυχώς για τον Max, πίσω στο Ελληνικό, οι γονείς του θα επέβαιναν, λίγα 24ωρα αργότερα στην ίδια πτήση, από Αθήνα προς Ζυρίχη, όπου φυσικά γνωρίστηκαν, για να καταλήξουν να παντρευτούν δυο χρόνια αργότερα στο Annecy.
Όταν ο Max προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Noi Bai του Ανόι, ξεκίνησε άμεσα την έρευνα για να εντοπίσει τους συγγενείς της μητέρας του. Ρώτησε όσους περισσότερους μπορούσε, όμως στο Βιετνάμ, οι εποχές των τριών πολέμων της Ινδοκίνας έχουν καταλήξει να βρίσκονται σε μία συλλογική σιωπή και αμνησία. Μετά από 10 μέρες πλήρους αποτυχίας, ο νεαρός Γάλλος αποφάσισε να βγάλει εισιτήρια επιστροφής. Αυτά θα περιλάμβαναν λίγες ημέρες διακοπών σε φίλους που γνώρισε κατά τη διάρκεια των σπουδών του, στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus, στην Ελλάδα. Όμως, ενώ βρισκόταν στο γκισέ του αεροδρομίου για να ολοκληρώσει τα τυπικά της επιστροφής του, το κινητό του χτύπησε.
Από την άλλη άκρη του τηλεφώνου, ήχησε μία γνώριμη γυναικεία φωνή, η οποία όμως μιλούσε σπαστά αγγλικά με έντονη ασιατική προφορά. Αυτή η φωνή του συστήθηκε ως η αδερφή της μητέρας του, η οποία είχε ενημερωθεί από την κρατική αρχή της περιοχής, πως το όνομα της αδερφής της, είχε χρησιμοποιηθεί σε μία δημόσια αναφορά. Η σύνδεση είχε κάποια κενά, άλλωστε η μητέρα του πίστευε πως οι συγγενείς της είχαν επιστρέψει στην γενέτειρα της, στο Ανόι. Η περιέργεια του τον έκανε να ακυρώσει την πτήση της επιστροφής και να μπει στο τρένο, με τελικό προορισμό την πόλη Ντα Νανγκ, όπου θα μιλούσε για πρώτη φορά στη ζωή του με μία συγγενή της μητέρας του.
Σύμφωνα με τον Max, όταν κατέβηκε από το τρένο στον σταθμό, η ζωή του άλλαξε μονομιάς, ήξερε ότι δεν θα ήταν ποτέ ο ίδιος. Βρέθηκε αντιμέτωπος με σχεδόν 30 ανθρώπους, οι οποίοι τον κοιτούσαν χαμογελαστά, έτοιμοι να τον υποδεχθούν στην αγκαλιά τους. Λίγες ώρες αργότερα, κι οι δύο πλευρές έμαθαν την πλήρη ιστορία της μητέρας του και της οικογένειάς της, η οποία διασπειρόταν σε δυο άκρες του κόσμου.
48 ώρες αργότερα, ο πατέρας του θα έφτανε με τη σειρά του στην πόλη. Ο ίδιος έμεινε εκεί για έξι μήνες προτού επιστρέψει στην Γαλλία. Το περιβόητο ταξίδι του στην Ελλάδα θα γινόταν το καλοκαίρι του 2016, όπου αφηγήθηκε με αρκετές λεπτομέρειες στους εκεί φίλους του αυτήν την ιστορία. Εκεί θα προτιμήσει να αποφύγει να πει τα όσα έμαθε για την ιστορία της μητέρας του πριν το περιβόητο ταξίδι στην Ευρώπη. Λίγο νωρίτερα, είχε δει στο κλειστό του ΟΑΚΑ για πρώτη φορά από κοντά τον Γιάννη Αντετοκούνμπο σε ένα φιλικό της εθνικής μπάσκετ.
Ο Max ζει μόνιμα πλέον στο Βιετνάμ, όπου εργάζεται, ενώ ο πατέρας του αναμένεται να μετακομίσει σύντομα. Στην προτελευταία μας συνομιλία, αποφασίσαμε να συναντηθούμε στο Grand Prix της Formula 1 στο Βιετνάμ ή τουλάχιστον σε αυτό της κοντινής Σιγκαπούρης. Η εξάπλωση του κορονοϊού μας πρόλαβε, τα αεροπορικά εισιτήρια μου ακυρώθηκαν και η επόμενη συνάντηση μας έμεινε στον αέρα. Την ώρα που μιλούσαμε για την κατάσταση στις χώρες μας, στην τηλεόραση έπαιζε το Mad Max. Τρίχες.