(Γράφει αρχικά ο Δημήτρης Βούρδας)
Το τελικό 66-97 είναι η πιο βαριά ήττα του Παναθηναϊκού στην ιστορία του στην Ευρωλίγκα και αναμφίβολα έγινε στο πιο σημαντικό παιχνίδι της χρονιάς κι απέναντι σε μία ομάδα που λίγο η πολύ έδειχνε να της έχει πάρει τα μπόσικα, καθώς είχε τρεις συνεχόμενες επιτυχίες απέναντί της, οι δυο εξ αυτών εκτός έδρας. Κάπως έτσι, με το ρεκόρ πλέον στο 14-14, η πρόκριση στα πλέι-οφ παίζεται πλέον επί ίσοις όροις με τις υπόλοιπες ομάδες που κατοικοεδρεύουν εδώ και καιρό στις παρυφές της οκτάδας και βάσει της εικόνας και του προγράμματος που ακολουθεί, δεν είναι δα και εύκολη υπόθεση.
Πτώση διαρκείας
Για να είμαστε ακριβολόγοι δεν ήταν αυτές οι τέσσερις τελευταίες ήττες που έριξαν τον Παναθηναϊκό από την εξάδα, στην οποία είχε σταθερή παρουσία από την αρχή της χρονιάς. Άλλωστε η τετράδα των αντιπάλων απαρτιζόταν από τρεις πολύ δυνατές ομάδες και τον Ολυμπιακό. Οι συνεχόμενες εκτός έδρας ήττες μετά το διπλό στην Μόσχα απέναντι σε ομάδες που ήταν πιο χαμηλά στη βαθμολογία, όπως η Αρμάνι, η Βαλένθια κι ο Ερ. Αστέρας ήταν εξίσου, αν όχι περισσότερο, καταστροφικές.
Αυτό που είναι πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός πως σε αυτό το διάστημα η ομάδα δεν έχει βελτιωθεί στην απόδοσή της. Σαν σε φωτοτυπία από την αρχή της χρονιάς, μέσα στον αγώνα θα παρουσιάσει μερικά λεπτά αρκετά καλής απόδοσης, ακολουθούμενα από μερικά λεπτά απόλυτης καταστροφής. Δεν είναι τυχαίο πως στην συντριπτική πλειοψηφία των ηττών ήταν κοντά ή και μπροστά στο σκορ με την έναρξη του τελευταίου δεκαλέπτου. Εκεί παρουσιάζεται περισσότερο αδύναμη μέσα στους αγώνες, καθώς ακόμη δεν έχει καταφέρει να κερδίσει κάποιον στον οποίο έχανε στο τέλος της τρίτης περιόδου.
Σε κάθε περίπτωση όμως, η εικόνα απέναντι στην ΤΣΣΚΑ ήταν αποτέλεσμα αρκετών παραγόντων, με κύριο τις εγγενείς αδυναμίες του ρόστερ. Τα όνειρα του Ιουλίου άρχισαν να σβήνουν, καθώς σιγά σιγά άρχισαν να αποτυπώνονται ξεκάθαρα τα αγωνιστικά θέματα που υπήρχαν κρυμμένα όλον αυτόν τον καιρό. Η έλλειψη μεγέθους στην περιφέρεια δεν διορθώθηκε ποτέ, ίσα ίσα που διογκώθηκε μετά την απόκτηση του Ράουτινς, ο οποίος δεδομένα δεν προσφέρει κάτι διαφορετικό από τον Φριντέτ. Ταυτόχρονα, η απειρία των ψηλών έφερε αρκετά σκαμπανεβάσματα στην απόδοσή τους, καθώς κανείς από τους Παπαγιάννη, Μήτογλου, Ουάιλι και Μπέντιλ δεν έχει κάνει συνεχόμενες καλές εμφανίσεις μέσα στη χρονιά, παρά μερικά σκόρπια εξαιρετικά ατομικά παιχνίδια.
Ποσοστά για τα πανηγύρια
Σταδιακά πλέον φανερώνεται κι έλλειψη στο σουτ, καθώς από το παιχνίδι με τη Βαλένθια και μετά, στα τελευταία επτά ματς δηλαδή, οι παίκτες σουτάρουν ανεκδιήγητα. Σε 173 προσπάθιες για τρίποντο, έχουν επιτευχθεί μόλις 48, με το ποσοστό να είναι στο 27%, επίδοση που εάν έμενε σε μία σεζόν θα ήταν η χειρότερη στην ιστορία της Ευρωλίγκας. Όχι φέτος, διαχρονικά. Το γεγονός βέβαια πως υπάρχουν σχετικά καλοί σουτέρ στο ρόστερ δείχνει πως αυτό είναι μάλλον αποτέλεσμα της κακής ψυχολογίας που έχει διαμορφωθεί. Όχι πως αλλάζει κάτι, εάν βαράς τούβλα σε κάθε ματς, ο αντίπαλος δεν θα σε ρωτήσει εάν είσαι καλά στην υγεία σου.
Ακόμη κι ατομικά εάν το πάρει κανείς, τα ποσοστά των Φριντέτ (6/21), Ράις (6/30), Τζόνσον (3/17) και Τόμας (9/25) που αποτελούν ίσως τους καλύτερους σουτέρ της ομάδας, είναι από μόνα τους χαρακτηριστικά της τρικυμίας που έχει βρεθεί ο Παναθηναϊκός έξω από τα 6,25. Οι κακές, ή μάλλον άστοχες επιθέσεις από μακριά δίνουν στους αντιπάλους τη δυνατότητα να επιβάλλουν τον ρυθμό τους κι όπως είναι λογικό, μία ομάδα με τέτοιες αμυντικές αδυναμίες, θα το πληρώσει ακριβά. Ο Παναθηναϊκός δέχεται πολλούς πόντους σχεδόν σε κάθε ματς (88,4), οι αντίπαλες ομάδες νιώθουν άνετα κι εκτελούν κατά ριπάς εναντίον του (40,2% σε μέσο όρο 25 προσπαθειών ανά αγώνα) και κάπως έτσι παίρνουν το πάνω χέρι σε κάθε φάση του αγώνα.
Οι λύσεις λιγοστεύουν σε ένα ρόστερ που οι αδυναμίες του ήταν συγκεκριμένες. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι περισσότερες ομάδες στρέφονται στις σταθερές τους. Μόνο που ακόμη κι αυτές δεν μοιάζουν να αποδίδουν, καθώς η απειλή έχει περιοριστεί από μακριά, ενώ το ντεφορμάρισμα του Τόμας και η έλλειψη σκορ κοντά στο καλάθι, δεν δίνουν τη δυνατότητα να υποστηριχθεί κάτι άλλο σε σετ παιχνίδι. Οι κακές επιδόσεις στην άμυνα και τα πεσμένα ποσοστά στην επίθεση, δεν δίνουν ούτε τη δυνατότητα στον Παναθηναϊκό να τρέξει όπως θα ήθελε, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο το παιχνίδι των δυο πιο σημαντικών παικτών του φέτος (Καλάθης, Παπαπέτρου).
Με το πρόγραμμα να μην είναι αρκετά βοηθητικό στη συνέχεια ο κόουτς Πιτίνο δεν έχει πολλά να κάνει. Αλλαγές στο ρόστερ δεν προβλέπονται από εδώ και στο εξής, οπότε η μόνη διαφορά μπορεί να γίνει απλώς από την βελτίωση των παικτών και της ομαδικής συμπεριφοράς. Ο ίδιος ο Πιτίνο το ξέρει ασφαλώς, χθες με την ΤΣΣΚΑ δοκίμασε άλλωστε πολλά διαφορετικά σχήματα μέσα στο ματς, είτε με Παπαπέτρου και Τζόνσον μαζί στο παιχνίδι για καλύτερη πίεση στην περιφέρεια, είτε κατεβάζοντας τον Τόμας στο 3 για να ξεφύγει από το δάσος των χεριών του Βόιτμαν, του Χάινς και του Μπολομπόι, αλλά δεν κέρδισε τίποτα.
Επομένως, με τη χρονιά να είναι σε (αν)ισορροπία ο Παναθηναϊκός χρειάζεται να βελτιωθεί, ακόμη κι αν ο πήχης που πρέπει να περάσει είναι αρκετά χαμηλός. Το διακύβευμα δεν είναι απλώς να προκριθεί στα πλέι-οφ, όπου εάν το καταφέρει θα αντιμετωπίσει ομάδες πολύ πιο δυνατές και μάλιστα με μειονέκτημα έδρας, αλλά το να αποδείξει ότι στον οργανισμό του υπάρχει ακόμη κίνητρο για κάτι καλύτερο.
Άποψη Β' - επί του προγραμματισμού
(γράφει ο Γιάννης Χάτσιος)
Να πω κι εγώ την αποψάρα μου. Αυτή τη στιγμή η ομάδα έχει μετά βίας τέσσερις παίκτες που δεν είναι απόλυτα αναλώσιμοι, και σχεδόν όλο το ρόστερ ειναι παίκτες που (ασχετως ποιοτητας) περισσότερο δημιουργουν προβλήματα στις πεντάδες παρά λύνουν τέτοια. Δηλαδή σκέφτεσαι Τζονσον, Τόμας, Φριντέτ, Γουάιλι, Μήτογλου, Παπαγιάννη και ούτω καθεξής και λες "ποιον θα πρέπει να βαλω διπλα για να παίξει αυτός", ενώ μόνο ο Παπαπέτρου ειναι παίκτης που ξεκλειδώνει πεντάδες. Θα ήταν έτσι κι ο Τζόνσον αν την έβαζε, έστω στοιχειωδώς, αλλά είναι αυτός ο τύπος που παίζει μονά και αγανακτείς σε μια φάση και λες "βάλε ένα βρε αγόρι μου, ΕΝΑ".
Οκτάδα ή όχι, το πρόβλημα είναι οτι η ομάδα δεν έχει συνέχεια και προοπτική, τουλάχιστον δεν έχει κάνει καμια πρόοδο σε αυτή σε σχέση με πρόπερσι το καλοκαίρι. Καλάθης, Παπαπέτρου και προσευχές, μπας και βγουν ο Μήτογλου ή ο Παπαγιάννης. Δύο χρόνια δεν υπάρχει δεύτερο αξιοπρεπές γκαρντ, φορ φαξ σέηκ. Η ανανέωση Παππά και οι επιλογές Λανγκφορντ και Ράις δεν είναι προβλήματα απο μόνες τους, αλλά από το γεγονός οτι δεν εχουν καμία προοπτική, ώστε τουλάχιστον να έχει ο Παναθηναϊκός έναν κορμό πέντε παικτών, που ό,τι και να γίνει θα αποκτήσει ομοιογένεια χρόνο με το χρόνο και αν στραβώνει το πράγμα, απλά μαζεύεις το ροτέισον. Δεν είναι καν δικαιολογία το ότι δεν υπάρχουν καλοί Έλληνες ή οτιδήποτε.
Τέλος πάντων εχτές σκεφτόμουν αν ο σύλλογος θα μπορούσε να έχει κάψει νωρίτερα τον Παππά και να είχε προσπαθήσει να "βγάλει" τον Μποχωριδη περισσότερο, για να στηρίζεται έστω για 10' σε ένα μπακ απ που θα ήξερε την ομάδα, δεν θα παιτούσε πολλά και θα ήταν εκεί για πάντα. Βέβαια και αυτος αναξιόπιστος είναι και εγώ είμαι Άρης, αλλά τέλος παντων.
Το χτεσινό ματς πάντως ήταν απίστευτη παρωδία. Και ενα μικρό σχόλιο εδω, τι ωραίος παίκτης ο Φόιγκτμαν. Αυτά, γιουρολιγκ Χάτσιος αουτ. :Ρ
Υ.Γ. Α, και ειναι φοβερό οτι με εξαίρεση τον Παπαπέτρου, τον Ράις και τον Καλάθη πριν σκάσει, ολοι ντριμπλάρουν κοιτώντας την πλάγια γραμμή διαολε.