Η ΄Αλμπα, ναι, μοιράζει 24,2 ασίστ ανά παιχνίδι! Αν μάλιστα δούμε την επίδοση και από τη σκοπιά των προηγμένων στατιστικών, θα πρέπει να προσθέσουμε ακόμη ένα θαυμαστικό. 76% των καλαθιών των Γερμανών προέρχεται από τελική πάσα, δηλαδή από πάσα ασίστ!
(Ελα οκ, το κόβω).
Οι ασίστ δεν είναι φυσικά απαραίτητα δείκτης επιτυχίας. Πρόκειται πρωτίστως για δείκτη ομαδικότητας και διαμοιρασμού του παιχνιδιού, που συχνά μπορεί να είναι υψηλός, επειδή όλοι οι γκαρντ δεν κάνουν έναν Λάρκιν. Σε κάθε περίπτωση όμως, μία κάλλιστη επίδοση στον τομέα μπορεί να μας οδηγήσει ασφαλώς σε ένα συμπέρασμα: Πως ανάμεσα στα μέλη αυτού του συνόλου το μπάσκετ παίζεται με ροή, με συνεργασίες και τελικά, παίζεται όμορφα. Schoenes Spiel, beautiful game, που λένε.
Πράγματι, έτσι συμβαίνει με την Άλμπα, η οποία έχει αφήσει (σχετικά πάντα) στην άκρη τις on ball συνεργασίες και βασίζεται συχνά σε cross cuts, flare screens, flex actions, pin downs και διάφορα άλλα τέτοια περίεργα, που τώρα που σας απέδειξα ότι τα γνωρίζω, μπορώ να τα ονομάσω και αλλιώς: Τα βασικά του μπάσκετ ή αλλιώς, πάσα, κόψιμο, σουτ. Να μία πάσα, να ένα κόψιμο, να ένα σουτ.
Το στιγμιότυπο προέρχεται από την εμφάνιση-τσουνάμι των Γερμανών την πρώτη αγωνιστική απέναντι στην Παρτίζαν (100-84) και πρωταγωνιστές του είναι δύο εντελώς διαφορετικοί τύποι. Ο έμπειρος φόργουορντ με "τα μάτια στην πλάτη", Λουκ Σίκμα, και ο θαυμάσιος νεαρός, "μακρύς" γκαρντ Γκαμπριέλε Προσίντα (20), τον οποίο κάτι μου λέει ότι θα τον συζητάμε για πολλά χρόνια, με τα όσα έχει δείξει μέχρι στιγμής. Οι δυο τους θα μπορούσαν να είναι ... άλλοι, καθώς η Άλμπα βγάζει κατά κόρον ανάλογες συνεργασίες, παίζοντας διαρκώς με τις κινήσεις και τις ικανότητες των παικτών στα βασικά. Οκ, δεν διαθέτει δέκα πασέρ σαν τον Αμερικάνο, ούτε 10 αλτικούς γκαρντ σαν τον Ιταλό, αλλά και πάλι η προσήλωση των διάφορων μονάδων σε ένα τέτοιου είδους πλάνο, και μάλιστα μακροχρόνιο, είναι αν μη τι άλλο άξια λόγου.
Όσοι/ες κατέχετε περισσότερο το μπάσκετ από εμένα (υπολογίζω περί του 34% του αναγνωστικού κοινού μας), θα γνωρίζετε ασφαλώς πως οι αρχές στο παιχνίδι της Άλμπα έχουν θεμελιωθεί από τον τρομερό Αϊτο Ρενέσες, ήδη από το 2017. O Ρενέσες, έχοντας θητεία στους πάγκους από το 1973 παρακαλώ, όταν το μπάσκετ παιζόταν τελείως διαφορετικά, είναι ο μόνος προπονητής που γνωρίζω, που κατάφερε να μεταφέρει απολύτως οργανικά τα στοιχεία της κάθε εποχής στην επόμενη, τιμώντας εξίσου τις βασικές αρχές και τα οφέλη των νεωτερισμών. Το αποτέλεσμα; Μία άκρως γοητευτική "υβριδική συνταγή", που εξελίχτηκε από την άγρια μορφή της στην Γκραν Κανάρια (μπασκετάρα το 2014-16, με τελικούς σε Copa Del Rey και Eurocup), στην πιο ντελικάτη της στο Βερολίνο, για δύο πρωταθλήματα Γερμανίας (2020, 2022) και έναν τελικό Eurocup. Και ναι, στο δεύτερο πρωτάθλημα ο Ρενέσες φυσικά και είχε ήδη αποχωρήσει, όμως ο άξιος συνεχιστής του και επί χρόνια βοηθός του, Ίσραελ Γκονζάλεθ, πρακτικά δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα, προσαρμόζοντας την στελέχωση σε κάτι που πλέον αναδεικνύεται ως μοναδική μπασκετική κουλτούρα στο πλαίσιο της Ευρωλίγκα. Κανένας δεν παίζει σαν την Άλμπα στο πρωτάθλημα του συνεταιρισμού - απολύτως κανένας.
Ο προσανατολισμός των "Αλμπατρος" δεν είχε πάντα απόλυτη επιτυχία, εννοείται. Καθώς οι ποιοτικοί scoring guards σπάνιζαν και σπανίζουν στη σύνθεση, η μονιμη προσδοκία απο τους υπόλοιπους να κινούνται διαρκώς και να βρίσκουν ο ένας τον άλλον με πάσες-διαβήτη, δεν γινόταν να ευοδωθεί σε όλα τα μέτωπα, ούτε να αναπληρώσει μέρος του - συχνά ελλειπούς - ταλέντου. Παρόλα αυτά, η διάρκεια της συνταγής, σε συνδυασμό με το πρόσφατο ανακάτεμα, μας έχουν φέτος δώσει μία εξαιρετικά γοητευτική εκδοχή, που συναγωνίζεται σε αποτελεσματικότητα την καλύτερη περίοδο του Ρενέσες στη Γερμανία, εκείνη μεταξύ 2018 και 2020.
Η φετινή Άλμπα έχει ρεκόρ 3-2, το "κακό" μέρος του οποίου αποτελούν δύο απολύτως λογικές ήττες, που συνοδεύτηκαν από σημαντικότατες απουσίες, όπως εκείνη του Μαόντο Λο. Η επικείμενη επιστροφή του ίσως αφαιρέσει λίγη από την off ball φρενίτιδα, αλλά και πάλι το πολύ πολύ να κάνει την Άλμπα πιο ισορροπημένη ως προς την εφαρμογή των αρχών της. Τι πιο ωραίο θα ήταν άλλωστε, να προηγείτο ένα σκριν στη μπάλα πριν από ένα κόψιμο στη base line ή ένα drive πριν από μία skip πάσα για τον απέναντι;
Ο Λο, όταν επιστρέψει, δεν πρόκειται επ ουδενί να αλλάξει το σύνολο. Θα προσαρμόσει τις αρετές του σε εκείνο, προκειμένου να μπορούν όλα τα υπόλοιπα στοιχεία του να απλωθούν απερίσπαστα, όπως στο ματς-ραψωδία με την Παρτίζαν που αναφέραμε, όπως στην εκτός έδρας νίκη στο Μιλάνο ή όπως στην έξαλλη εμφάνιση απέναντι στον Παναθηναϊκό. Πάμε να δούμε ένα ποτ πουρί από όλα αυτά τα παιχνίδια, σε φάσεις που έχουν μεταξύ τους ένα κοινό: Δεν συμβαίνει ούτε ένα σκριν. H 'Aλπα χαίρεται να ακουμπά τη μπάλα στους φόργουορντ και να τα κάνει slip, λατρεύει να παίζει με τις θέσεις, ξετρελαίνεται για dribble drags.
Δεν πρόκειται για την πλειοψηφία, θέλω να είμαι ξεκάθαρος. Η Άλμπα και πικ εν ρολ παίζει και μακριά από τη μπάλα σκρινάρει και μάλιστα πολύ. Όμως οι παραπάνω φάσεις φανερώνουν τα πρωτόλεια μόρια της φιλοσοφίας της, γυμνά, στεγνά, χωρίς κανένα περιτύλιγμα. Το ότι πάνω σε αυτά προστίθενται διάφορες δράσεις είναι έτσι κι αλλιώς αναπόφευκτο, αλλιώς θα μιλούσαμε για το μπάσκετ των 80ς.
Άλλωστε, και μόνο ο προσανατολισμός της κατάρτισης του ρόστερ μαρτυρά πως το μέλλον είναι εδώ. Ο Προσίντα, ο αγαπημένος μας νεαρός, έχει ύψος 1.98 και τα άκρα του σε κάνουν να πιστεύεις πως είναι 2.05. Ο Ολίντε, που καταλαμβάνει στο μεγαλύτερο μέρος τη θέση 3, είναι όντως 2.05 και επίσης "μακρύς" και λεπτός. Το ίδιο και ο Τίμαν στο 4 και το 5, το ίδιο και ο Ζούσμαν πάλι στα γκαρντ, το ίδιο και ο Μπεν Λάμερς, που οκ, είναι κάπως πιο "κάθετος" τελος πάντων. Η ουσία όμως είναι πως αυτό το αμετάφραστο το 'versatility' σαν να ανακατεύει διαρκώς ένα κοχλάζων μείγμα, που μοιράζουν δεξιά και αριστερά οι γκαρντ και ο ευφυής Σίκμα. Πού να μπει περισσότερο και στο κλίμα ο σκόρερ Τζαλίν Σμιθ, που να επιστρέψει και ο Λο.
Δεν ξέρω, ίσως να υπάρχει και μία σχετική υπερβολή σε όλα αυτά, υπό την έννοια πως η Άλμπα στην εκκίνηση κάθε άλλο παρά επικίνδυνη φαινόταν. Στην Ευρωλίγκα τις υπερβάσεις τις έκανε τα προηγούμενα χρόνια η Μπάγερν του Τρινκιέρι, που έπαιζε (και παίζει) δυνατά στην άμυνα και συγκρατημένα εώς ανέμπνευστα στην επίθεση. Όμως η φετινή διοργάνωση σαν να δείχνει διαφορετική. 11 ομάδες αγωνίζονται πάνω από τις 70 κατοχές, όταν πέρυσι αγωνιζόταν ... μία. Πρόπερσι τις 70 κατοχές πέρασαν μόλις τέσσερις και μόνο η χρονιά της διακοπής μπορεί να συγκριθεί με τις επιδόσεις των πρώτων πέντε φετινών αγώνων. Η Άλμπα, που τρελαίνεται για το πάνω-κάτω και τις γρήγορες εναλλαγές της μπάλας, μοιάζει αυτή τη φορά ικανή να συνδυάσει αυτά που της αρέσουν με αυτά που χρειάζονται. Διότι μπορεί το κείμενο που διαβάζετε να επαινεί κατά βάση την επίθεση, αλλά ταυτόχρονα, ανά 100 κατοχές, η Άλμπα διαθέτει μέχρι τώρα και την δεύτερη καλύτερη άμυνα, εν μέρει κρεμασμένη στους ώμους του θεόρατου Κουμάτζε (2,24).
Στα 26 του, ο Σενεγαλέζος από την μία χρονιά στην άλλη δείχνει άλλος παίκτης (2,5 μπλοκ, πρώτος στη σεζόν) και συμπεριφέρεται ακριβώς όπως αρμόζει στην σωματοδομή του: Σαν φόβητρο, που δίνει την πολυτέλεια για μισή καθυστέρηση στις μάχες των σκριν για τους γκαρντ, καλύπτοντας τον μεσαίο χώρο. Χωρίς εκείνον, οι αλλαγές είναι συχνές, πατώντας επάνω στην ευελιξία των φόργουορντ και του Λάμερς. Κλασικά πράγματα δηλαδή, απλώς σε ανάλογες αμυντικές επιδόσεις δεν μας είχαν συνηθίσει οι Γερμανοί, συνεπώς υπό τέτοιες προϋποθέσεις μοιάζει δικαιολογημένη η έξτρα αισιοδοξία.
Μην ξεφεύγουμε, όμως. Η άμυνα βάζει τις βάσεις, δίνει την συνέπεια, αλλά εμείς είμαστε με το όμορφο παιχνίδι. Και η Άλμπα το προσφέρει αυτή τη στιγμή απλόχερα, παρουσιάζοντας μας νέους πρωταγωνιστές, που θα απολαμβάνουμε για χρόνια (Μπλατ, Προσίντα), μαζί με ποικιλία σε έμπνευση και αυτοσχεδιασμό. Ο Ρενέσες λογικά θα λοξοκοιτάει από την Τζιρόνα και θα τρίβει τα χέρια του.