Πέμπτη, 30 ΜΑΙΟΥ 2024 14:56

Cleveland Cavaliers: Η ώρα των (σκληρών) αποφάσεων

Aπό :

Μέχρι και πριν ένα χρόνο, αναλυτές από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού παρουσίαζαν τους Cleveland Cavaliers ως ένα από τα πιο πετυχημένα ολικά rebuilds των τελευταίων χρόνων. Ωστόσο το συμπέρασμα αυτό θα πρέπει να επαναπροσεγγιστεί υπό το φως των κινήσεων των δυο τελευταίων ετών και των νέων δεδομένων που δημιουργήθηκαν.

Είχε προηγηθεί μια πολύ καλή χρονιά το 2021-22, όταν η ομάδα από το Ohio έφτασε μέχρι τα play-ins της Ανατολικής Περιφέρειας, ενώ παράλληλα οι επιλογές στο draft, μετά και την δεύτερη αποχώρηση του LeBron, ήταν αρκετά πετυχημένες, με την ομάδα να δείχνει να βαδίζει με σταθερά βήματα προς το μέλλον.

Κάπως έτσι, πριν την εκκίνηση της σεζόν 2022-23, οι Cavaliers έδειχναν να έχουν φτιάξει ένα σύνολο διόλου αδιάφορο, με τις επιλογές των Sexton (2018), Garland (2019), Mobley (2021) από τα αντίστοιχα drafts και τις προσθήκες των Allen (πριν το trade deadline του 2021) και Markkanen (offseason 2021). Αντίθετα, έδειχναν να έχουν τον κορμό που θα μπορούσε να τους οδηγήσει για την επόμενη πενταετία.

Κάτι όμως έλειπε. Τι ήταν αυτό; Μα εκείνο που ψάχνουν όλες (σχεδόν) οι ομάδες του NBA, ένα καλό 3&D forward και έναν stretch ψηλό.

Λίγες μέρες πριν αρχίσει η σεζόν 2022-23 και εκεί που όλα έμοιαζαν ήρεμα, μετά από ένα πολύ νωθρό, από πλευράς ανταλλαγών, καλοκαίρι το front office των Cavaliers -και ενώ είχε φάει μια ηχηρή χυλόπιτα από τον Kevin Durant- ανακοίνωσε την απόκτηση του Donovan Mitchell από τους Utah Jazz.

Το πρώτο συναίσθημα όλων ημών (των fans) της ομάδας ήταν στα όρια της έκστασης. To ήδη, ανεβασμένο ηθικό από την εικόνα της ομάδας τις δύο προηγούμενες χρονιές, αλλά και τις ενισχύσεις των τελευταίων μηνών, αναπτερώθηκε ακόμα περισσότερο.

Η συνύπαρξη και η συνεργασία Head Coach και President και οι ευθύνες τους

Σχεδόν κανείς τότε δεν ασχολήθηκε ούτε με το κατά πόσο είναι λογικό να φέρεις δίπλα στον Garland έναν ακόμα dynamic guard, που χρειάζεται πολύ την μπάλα στα χέρια του, αλλά ούτε και με το την ποσότητα και αξία των ανταλλαγμάτων που δόθηκαν για την απόκτηση του Mitchell.

Δύο χρόνια μετά, και ύστερα και από τον αποκλεισμό από τους Celtics στο Game-5 των φετινών ημιτελικών της Ανατολής να μην έχει ακόμα χωνευτεί, είναι η ώρα να γίνει ένας απολογισμός, να δούμε το πως φτάσαμε ως εδώ. Και για να συμβεί αυτό πρέπει να αξιολογήσουμε δύο πράγματα: αφενός, τις ευθύνες του προπονητικού team -και κυρίως του J.B. Bickerstaff- και, αφετέρου, τις ευθύνες του front office -και κυρίως του GM, Koby Altman.

Να αρχίσουμε με τα θετικά. Το γεγονός ότι οι Cavs βρίσκονται στην παρούσα φάση για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στα playoffs και μάλιστα απευθείας, είναι έργο του ανωτέρω αναφερθέντος διδύμου, Altman-Bickerstaff, κυρίως της επιλογής να αποκτηθεί ο Spida. Αυτό δεν επιδέχεται κάποιας αμφισβήτησης. Από εκεί και πέρα όμως, η συνύπαρξη των δύο, νομίζω πρέπει να χωριστεί σε δύο φάσεις πριν και μετά την απόκτηση του Donovan Mitchell. Και δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, καθώς η ομάδα έδωσε “γη και ύδωρ” (Sexton, Markkanen, Agbaji, τρία unprotected picks πρώτου γύρου και δύο swaps), όποτε εκ των πραγμάτων έχει πάρει μια σημαντική -και δύσκολα αναστρέψιμη- απόφαση για την πορεία του franchise. Έχει υποθηκεύσει όλο το μέλλον και δύο καλούς, αξιόπιστους, ρολίστες με την όποια ανάπτυξη έχουν -που στην περίπτωση Markkanen ήταν σχεδόν εκθαμβωτική- για έναν παίκτη.

Άρα με την παραδοχή αυτή, θα επικεντρωθούμε στην πορεία από την απόφαση του συγκεκριμένου trade και έπειτα, κοινώς αν πιστέψουμε τα όσα αναφέρουν στο εκτενές άρθρο τους στο Athletic οι Shams Charania, Joe Vardon, Jason Lloyd [που δεν έχουμε λόγο να μην το κάνουμε, αν και συχνά οι Shams (και Woj) γράφουν προσπαθώντας να κινήσουν τα νήματα] είναι η αρχή της νέας εποχής.

Επιστρέφοντας στην αφετηρία της σεζόν 2022-23, επιλέχθηκε από τον οργανισμό να στηριχθεί σε μια πολύ νέα ομάδα, με μόνο τον Kevin Love να έχει απομείνει από την ομάδα του 2016, με τους Garland, Mobley, Okoro ακόμα να απολαμβάνουν το άθλημα και να προσπαθούν να αναπτυχθούν, να έρθει ένας παίκτης επιπέδου (οριακά) superstar στο prime του. Και μάλιστα ένας ιδιαίτερα ανταγωνιστικός παίκτης με λογική “win now”. Οι ολίγον μποέμ, αλλά με πολύ ταλέντο και προοπτική, (παίκτες και προπονητής των) Cavs κλήθηκαν μέσα σε ένα βράδυ και με την προετοιμασία να έχει τελειώσει να κάνουν ένα άλμα και μάλιστα μεγάλο.

Το βάρος ήταν μεγάλο, όχι τόσο λόγω του ονόματος του Mitchell, αλλά και λόγω του κόστους. Την βασική ευθύνη για την επιλογή του shortcut, προφανώς είναι μια απόφαση του front office και κυρίως του Koby Altman, με την οποία όμως συμφώνησε, ή αναγκάστηκε να συμφωνήσει, ο coach Bickerstaff.

Αν όμως η επιλογή της παράκαμψης είναι κυρίως της διοίκησης, η διαχείριση της κατάστασης από εκείνο το σημείο και έπειτα είναι του προπονητικού team. Μετά το novelty effect των πρώτων μηνών, φάνηκαν οι αδυναμίες της ομάδας. Η βασικότερη εξ αυτών, η προφανής, τα παρόμοια προφίλ των δύο guards και των δύο ψηλών (που νομίζω θα γίνω κουραστικός αν αναλύσω ξανά), κυρίως όμως ότι το σύστημα με το οποίο κύλησε η σεζόν ήταν το λεγόμενο “my turn, your turn”. Garland και Mitchell εναλλάσσονταν στη δημιουργία, και για όσο συνυπήρχαν στο παρκέ, όταν ο ένας δημιουργούσε ο άλλος καθόταν στην «αδύναμη» πλευρά και περίμενε.

Για όσους είδαμε (μάλλον μόνο εγώ, οπότε “είδα”) όλα τα περσινά παιχνίδια των Cavaliers, με τον καιρό έγινε προφανής η αμηχανία όποιου εκ των δύο ήταν στον ρόλο του ακροβολισμένου. Θα προσπαθήσω να το περιγράψω με μια εικόνα που όλοι όσοι έχουμε δώσει εξετάσεις για δίπλωμα αυτοκινήτου έχουμε βιώσει. Όταν δίνεις εξετάσεις ο δάσκαλος που κάθεται στη θέση του συνοδηγού δεν πρέπει να παρέμβει γιατί αν το κάνει θα κοπείς, οπότε όταν πάει να γίνει κάτι λάθος νιώθεις εκείνη την αγωνία του ανθρώπου που ξέρει ότι αν κάνει αυτό που πρέπει θα κάνει, θα κάνει τα πράγματα χειρότερα.

Έτσι λοιπόν, όσες φορές ο ένας εκ των δύο βλέποντας το αδιέξοδο του συνεχόμενου και ατέρμονου pick ‘n roll που εφάρμοζε η ομάδα, προσπαθούσε να βοηθήσει κάνοντας κίνηση, απλώς διευκόλυνε την αντίπαλη ομάδα να κλείσει τους χώρους, καθώς υπήρχαν ήδη κοντά στη ρακέτα οι δύο ψηλοί, ένας στο όριο της γραμμής των βολών και ένας στο dunker spot.

Οπότε η αδυναμία (για την χρονιά 2022-23) της ομάδας να λειτουργήσει με τους τέσσερις καλύτερους παίκτες της στο γήπεδο, χρεώνεται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα στον προπονητή -και λίγο στον Altman, κυρίως γιατί δεν ενίσχυσε την ομάδα πριν το trade deadline της περσινής χρονιάς. Μια απόφαση όμως που βασίζεται σε δύο παράγοντες: ο ένας ότι το αίτημα ενίσχυσης (ειδικά mid-season) έρχεται από τον προπονητή και όπως φαίνεται ο Bickerstaff είχε πει ότι είναι χαρούμενος με το ρόστερ και ο άλλος ότι για να πάρεις ένα καλό «φτερό» πρέπει να πληρώσεις και δυστυχώς οι Cavs δεν είχαν, πλέον, τα assets για μια τέτοια κίνηση, μιας και είχαν ήδη δώσει τα πάντα για τον Mitchell.

Κάπως έτσι τελείωσε η περσινή χρονιά, με ένα, σχετικά, καλό κλίμα, παρά τον, σχεδόν εξευτελιστικό, αποκλεισμό από τους Knicks στον πρώτο γύρο, και μόνο λίγους -παραδοσιακά γκρινιάρηδες (εμού συμπεριλαμβανομένου)- να πρήζουμε φίλους και γνωστούς για τα λάθη.

Φτάνουμε λοιπόν στην offseason όπου Altman-Bickerstaff συναποφασίζουν για τρεις κινήσεις που, υποτίθεται, ότι θα έλυναν το πρόβλημα του spacing: Strus, Niang, Merrill.

Η τρέχουσα σεζόν ξεκινάει με τον President of Basketball Operations της ομάδας να συλλαμβάνεται επειδή οδηγούσε μεθυσμένος και μάλιστα, σύμφωνα με το επίμαχο βίντεο, να χειρίζεται την υπόθεση με τρόπο που δεν είναι ενδεδειγμένος για κάποιον που με τις πράξεις του θέτει σε κίνδυνο τις ζωές των συνανθρώπων του. Πολλοί περιμέναμε τότε ότι ο Altman δεν θα προλάβει την παρέλαση, όμως και την πρόλαβε και παραμένει στην ομάδα με πολύ ισχυρή εμπιστοσύνη της διοίκησης στο πρόσωπό του.

Από τα νέα αποκτήματα, σταθερή θέση στο rotation είχε μόνο ο Strus και δευτερευόντως κάπως ο Niang. O Merrill, που έκανε κάποια εξαιρετικά παιχνίδια, κατά την δίμηνη απουσία του Garland, και κάποια πολύ καλά παιχνίδια, μετά την επιστροφή αυτού, έπαιζε στα υπόλοιπα μόνο garbage λεπτά. Θα μπορούσε να χωρέσει; Αυτή είναι η εξίσωση που λύνει ένας καλός προπονητής. Εξάλλου πέρσι το ίδιο θέμα, ότι δηλαδή μπήκε όταν χρειάστηκε, έκανε καλά παιχνίδια και μετά τον έφαγε ο πάγκος, το είχε ζήσει -και τονίσει- πολύ εμφατικά ο Raul Neto. Και αυτό, το να πετύχει δηλαδή το βέλτιστο δυνατό rotation, είναι προφανώς και πάλι ευθύνη του προπονητή.

Όπως ευθύνη του προπονητή και του επιτελείου του, είναι και η εναλλαγή περισσότερων του ενός, αποτελεσματικών σχημάτων και συστημάτων στο παρκέ. Ναι, με τους παίκτες που έχει καταφέρει να αποκτήσει το front office, αλλά ο πολύ καλός προπονητής δεν είναι αυτός που πετυχαίνει τα εύκολα, είναι αυτός που στέκεται βράχος στα δύσκολα.

Είναι όμως και εκείνος που έχει την ευελιξία να προσαρμόζεται, όταν ο αρχικός σχεδιασμός του βρίσκει απάντηση, τόσο μέσα σε κάθε παιχνίδι, όσο και στο σύνολο της χρονιάς. Και εδώ δυστυχώς ο J.B. και η ομάδα του παίρνουν κάτω από’ τη βάση. Έγινε ήδη λόγος για την κακή πορεία της ομάδας μετά το ορόσημο των all star games τα τελευταία τρία χρόνια. Αντίστοιχα το μοτίβο στους περισσότερους αγώνες με παρόμοιας δυναμικής αντιπάλους, είναι η ομάδα να κάνει από κακή έως πολύ κακή εμφάνιση στο τρίτο δεκάλεπτο, από την οποία συνήθως συνερχόταν πολύ αργά.

Εν κατακλείδι, οι ευθύνες του προπονητή εστιάζονται στην αδυναμία του να διαχειριστεί με τον καλύτερο τρόπο το δυναμικό του στο παρκέ, να εμπνεύσει εμπιστοσύνη στους παίκτες του και να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα όταν ο αντίπαλος coach βρίσκει απαντήσεις.

Οι ευθύνες του Altman αφορούν κυρίως τις επιλογές των παικτών στα trades και τα acquisitions της τελευταίας διετίας, επιλογές που δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο τον προπονητή, που σε τελευταία ανάλυση παρέμεινε πέρσι με απόφαση του front office.

Και οι δύο όμως έχουν ευθύνη για μια σειρά από πράγματα. Τα πιο πολλά προκύπτουν από τα παραπάνω, το σημαντικότερο όμως όλων είναι η επιλογή αντιπάλου στο τελευταίο παιχνίδι της κανονικής διάρκειας της σεζόν.

Για κάποιον λόγο που κανείς δεν κατάλαβε, η ομάδα επέλεξε να πάρει την τέταρτη θέση και να παίξει με τους Magic, αντί για τη δεύτερη ή τρίτη που θα τους έφερνε απέναντι στους 76ers ή τους Heat.

Μια τέτοια απόφαση δεν είναι πρωτοφανής, καθώς πολλές φορές οι ομάδες διαλέγουν αντίπαλο, που, αν και θεωρητικά καταρρίπτει τη διαφάνεια της διοργάνωσης, είναι εύκολο να γίνει. Είναι όμως δίκοπο μαχαίρι, ειδικά όταν γίνεται σε αγώνα με πολύ πιο αδύναμο αντίπαλο, όπως εν προκειμένω ήταν οι Hornets. Για να ανατραπεί το προβάδισμα των Cavs, στο παρκέ μπήκαν οι Damion Jones, Emoni Bates, Pete Nance και Isaiah Mobley, με μόνο guard τον Isaac Okoro. Από τη μια, οι παίκτες μπορεί να εκλάβουν μια τέτοια απόφαση ως έλλειψη εμπιστοσύνης του προπονητή προς αυτούς. Από την άλλη, αν κάνεις μια τέτοια κίνηση, να επιλέξεις δηλαδή αντίπαλο, καλό θα είναι να φροντίσεις να πάρεις τη σειρά εύκολα, και όχι να είσαι το μόνο ζευγάρι που πάει σε Game-7 στον πρώτο γύρο. Τέλος, όταν έχεις όλη την προσοχή σου στο να περάσεις τον πρώτο γύρο, γνωρίζοντας ότι αν περάσεις περιμένουν στα ημιτελικά οι Celtics, είναι σαν βάζεις με την κίνηση αυτή το μεγαλύτερο εμπόδιο σε ενδεχόμενη συνέχεια προς τους τελικούς της περιφέρειας.

Το οποίο -στο δικό μου μυαλό τουλάχιστον – σημαίνει ότι κοιτάς μόνο τη θέση σου, να έχεις να παρουσιάσεις κάτι καλύτερο από πέρσι, και όχι να πετύχεις το βέλτιστο δυνατό για την ομάδα.

Οι δυσκολίες της επόμενης μέρας και ο ρόλος του Gilbert

Μέσα στο όλο αυτό το (ας μου επιτραπεί ο όχι πολύ λόγιος όρος) “μπουρδούκλωμα”, ο owner της ομάδας, Dan Gilbert, έχασε πριν ένα χρόνο (Μάιο 2023) τον γιο του, Nick, σε ηλικία 26 ετών από νευροϊνωμάτωση, μια πολύ δύσκολη και επίπονη νόσο. Ο μικρός ήταν σαν μασκότ για την ομάδα, καθώς την είχε εκπροσωπήσει το 2011, ως παιδί ακόμα, στο draft φορώντας μάλιστα ένα παπιγιόν που έγινε και το σήμα κατατεθέν του.

Η πληροφορία αυτή δεν είναι κουτσομπολιό, κάθε άλλο, αναφέρεται γιατί στη φάση που είναι οι Cavs πρέπει να ξεκαθαρίσει την κατάσταση ο Governor και να δοθεί μια σαφής κατεύθυνση.

Είναι πια προφανές ότι το να παραμείνει η τετράδα Garland, Mitchell, Mobley, Allen ως έχει είναι μάλλον απίθανο. Η απόλυση του Bickerstaff και η παραμονή όλων των υπολοίπων του τεχνικού team είναι μάλλον μια κίνηση που γίνεται με βασικό αποδέκτη τον Spida.

Ωστόσο, το να αλλάξεις head coach, για να έχει ουσιαστικό αντίκτυπο, σημαίνει ότι θα πρέπει να έρθει κάτι σημαντικά καλύτερο, να “ψωνίσεις” από το πάνω ράφι. Οι προπονητές αυτοί όμως δύσκολα μετακινούνται και ειδικά για να πάνε σε μια μικρή πόλη του 1,5 εκατ. κατοίκων, που αγαπά μεν πολύ τα αθλήματα και τις ομάδες της, αλλά δεν έχει μάλλον κάτι άλλο ενδιαφέρον πέραν αυτών. Εξάλλου και το Ohio έχει γίνει meme, καθώς θεωρείται μεταξύ των Αμερικανών περισσότερο τόπος εξορίας, παρά μέρος για να μείνεις από επιλογή.

Με τα συγκεκριμένα δεδομένα κατά νου, η ομάδα των Cavaliers θα πρέπει να ψάξει στην αγορά για κάποιον που είναι σε θέση assistant επί του παρόντος, και θέλει να αναδειχθεί και να αποδείξει τα προσόντα του και σε θέση head coach. Με βάση το συγκεκριμένο κριτήριο, αυτά είναι τα ονόματα που μέχρι σήμερα έχουν βγει στα σχετικά δημοσιεύματα: Kenny Atkinson (GSW), Johnnie Bryant (NYK), Terry Stotts (τρία χρόνια χωρίς θέση, πέραν του πολύ σύντομου περάσματός τους ως βοηθός στους Bucks), James Borrego (NOP), ενώ υπάρχει και το ενδεχόμενο να υπάρξει αναβάθμιση του Luke Walton, κατάσταση παρόμοια με όταν ο J.B. διαδέχθηκε τον John Beilein. Εκτιμώ ότι η πιο ταιριαστή λύση είναι αυτή του Atkinson, ένας προπονητής με εμπειρία σαν πρώτος και δη με εξαιρετικά αποτελέσματα στην εξέλιξη νεαρών παικτών, που σίγουρα πλέον είναι πολύ καλύτερος από ότι στο πέρασμά του στους Nets, έχοντας διατελέσει για τέσσερα χρόνια βοηθός του Kerr στους Warriors.

Παράλληλα, είναι αναγκαίο να γίνει μια κουβέντα με τον Altman. Τούτο καθώς μπορεί να νιώθει και εκείνος την καρέκλα του να τρίζει, και μάλιστα έντονα από την επόμενη μέρα που ο Mitchell πάτησε το πόδι του στο Cleveland (και άρχισαν τα δημοσιεύματα ότι εκείνος βλέπει τους Cavs ως ένα σκαλί για τα επόμενο βήματά του), αλλά πρέπει να του εξηγήσει κάποιος ότι ο πανικός είναι κακός σύμβουλος, το ίδιο και οι διαρροές από εδώ και από εκεί κατά του (μέχρι πρόσφατα) προπονητή και (μέχρι σήμερα) ορισμένων παικτών.

Θα έπρεπε λοιπόν κάποιος να τους είχε βάλει στο ίδιο τραπέζι, ήδη από πέρσι και να τους εξηγήσει ότι αν φύγουν θα φύγουν μαζί, δικό τους δημιούργημα είναι οι σημερινοί Cavs, κοινή θα είναι και η αναγνώριση της αποτυχίας. Και αυτός ο κάποιος δεν μπορεί να είναι άλλος από τον Dan Gilbert.

Δύο δρόμους έχει η ζωή

Πηγαίνοντας προς το κλείσιμο της προσπάθειας να βάλω σε μια σειρά τις σκέψεις δύο περίπου ετών, αλλά κυρίως των ημερών μετά και τον φετινό αποκλεισμό των Cavaliers και ιδίως του τρόπου με τον οποίον αυτός προήλθε, νομίζω αξίζει να γίνει μια προσπάθεια να αξιολογηθούν τα όσα ακούγονται τις τελευταίες ημέρες για trades παικτών, κυρίως γύρω από τους Mitchell, Garland, Allen. Μέχρι στιγμής ο μόνος που φαίνεται να είναι σίγουρος για την επόμενη χρονιά είναι ο Mobley (ο ίδιος που κατά ειρωνεία της τύχης είχε δια του ατζέντη του παρακαλέσει τους Cavs να μην τον επιλέξουν τρία χρόνια νωρίτερα).

Το πιο πιθανό είναι ότι θα φύγει ο Jarrett Allen. Η αλήθεια είναι ότι μέχρι το τέλος του πρώτου γύρου κάνεις δεν υπολόγιζε τον συγκεκριμένο ως πιο πιθανό να αποχωρήσει, όμως τα ρεπορτάζ λένε ότι υπάρχει δυσαρέσκεια στην ομάδα από την απόφαση του να μην κάνει παυσίπονη ένεση ώστε να βοηθήσει στα ημιτελικά, το οποίο όμως κατά άλλες πηγές είναι αποτέλεσμα του κλίματος που έχει δημιουργηθεί τον τελευταίο καιρό στα αποδυτήρια των Cavs. Αν η πρόθεση για ανταλλαγή του προχωρήσει, νομίζω δεν θα είναι δύσκολο και να υλοποιηθεί, καθώς είναι πολλές οι ομάδες που αναζητούν έναν καλό rim protector που μπορεί να προσφέρει και επιθετικά υπό κατάλληλες συνθήκες, ενώ ταυτόχρονα έχει κάνει ψωμοτύρι το pick ‘n roll. Ιδανικός συνομιλητής των Cavaliers για ένα πιθανό trade του Allen θαρρώ είμαι οι OKC, μια ομάδα που φαίνεται να “φωνάζει” για ένα παραδοσιακό πεντάρι, που όμως να μπορεί να ακολουθήσει τον ρυθμό της ομάδας και να μπορεί από πλευράς ηλικίας να προσφέρει για την επόμενη πενταετία. Οι Cavs από την πλευρά τους νομίζω θα ήταν ευχαριστημένοι με έναν Jaylin Williams και δύο (unprotected; ) picks πρώτου γύρου (από τα πάμπολλα που έχουν μαζέψει εκεί στην Oklahoma).

Επόμενος στη λίστα των υποψηφίων να αποχωρήσουν είναι -η μεγάλη μου αγάπη- ο Darius Garland, που (όπως και στην περίπτωση του Mobley) έχει δεχθεί πολλή κριτική, ότι δεν εξελίχθηκε όσο περίμενε ο πολύς κόσμος. Διαφωνώ και για τους δύο, έγραφα πιο πάνω ότι ο ερχομός του Spida δημιούργησε την ανάγκη της απότομης ωρίμανσης όλης της ομάδας, ενώ επιπρόσθετα, ένας παίκτης με τόσο “ηλιοκεντρικά” χαρακτηριστικά όπως ο Mitchell, μοιραία επιβραδύνει την ανάπτυξη των νεότερων παικτών, ειδικά, όταν αυτοί είναι παραπάνω από ένας. Μετά λοιπόν τη διαρροή του ατζέντη του Darius ότι δεν χωρούν και οι δύο (που πρέπει να σημειωθεί πως είναι ατζέντης και του ίδιου του Mitchell) στην ίδια ομάδα. Το επόμενο λεπτό άρχισαν τα δημοσιεύματα για το ενδιαφέρον της μισής Λίγκας για τον 24χρονο PG. Κάτι λογικό, καθώς προσωπικά εκτιμώ ότι πρόκειται για ένα από τα καλύτερα δημιουργικά guards που μπορεί να κάνει ό,τι απαιτείται από έναν σύγχρονο guard. Σίγουρα η φετινή χρονιά του δεν ήταν καλύτερη από την περσινή (όπως όλες οι προηγούμενες), όμως σε αυτό, πέρα από τα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, σοβαρό ρόλο έπαιξε και ο τραυματισμός του, όταν έσκασε με το σαγόνι πάνω στον Porzingis. Στη διάρκεια της θεραπείας έχασε πολλά κιλά (που δεν είχε το περιθώριο) και προφανώς δεν πρόλαβε να επανέλθει στην επιθυμητή κατάσταση. Όπως και να έχει όμως, η μετοχή του είναι πολύ ψηλά, ψηλότερα από αυτή του Trae Young για παράδειγμα κατά τη γνώμη μου, που μέχρι τα playoffs ήταν το μεγάλο χαρτί της επερχόμενης off-season.

Βέβαια αυτό όσον αφορά τα trades, γιατί εκεί που θα πέσουν κορμιά είναι η free agency, όπου φιγουράρει το όνομα του Paul George. Και στην περίπτωση που φύγει ο Garland, νομίζω οι Cavs θα πρέπει να κυνηγήσουν τον PG13 με ό,τι έχουν. Μια ενδεχόμενη τριάδα, αποτελούμενη από τους Mitchell, George, Mobley, και με έναν decent ψηλό πίσω απ’ τον Mobley, μπορεί να είναι φόβητρο για την επόμενη χρονιά στην Ανατολή, έχει όμως το πρόβλημα ότι οι τρεις καλύτεροι παίκτες είναι από τρία διαφορετικά timelines, και ίσως έτσι το “παράθυρο” επιτυχίας κλείνει πολύ.

Μια πρόταση που αντισταθμίζει την παράμετρο αυτή, είναι μια προσέγγιση με το Brooklyn. Για μία πρόταση που θα στέλνει τους Garland και Allen, και θα επιστρέφει τους Mikal Bridges και Day’Ron Sharpe (και ίσως και κάποια picks αν καταφέρεις διαπραγματικά να τους ξεγελάσεις – σημείωση του editor: όχι Μάνο, δεν θα πάρεις και picks σε αυτό το πακέτο).

Υπάρχουν και άλλες λύσεις βέβαια, που για να αναλυθούν θα χρειαζόντουσαν πολλές ακόμη γραμμές, επιγραμματικά ωστόσο οι Pelicans και οι Lakers έχουν ήδη κάνει κρούση για τον Allen αλλά και τον Garland και αν οι Cavaliers προχωρήσουν στο συγκεκριμένο σενάριο ανταλλαγής τους είναι δεδομένο πως η λίστα των ενδιαφερόμενων για αυτούς κάθε μέρα και θα μεγαλώνει.

Περνώντας στα λοιπά ενδεχόμενα, είχα γράψει και πιο πάνω ότι το τρίτο όνομα είναι του Donovan Mitchell. Ε λοιπόν προσωπικά θα προτιμούσα το παραπάνω σενάριο, ήτοι με κάποιον τρόπο, να βγει το όνομα Garland από τους “υπό παραχώρηση” και να μπει αυτό του Donovan. Κατά την άποψή μου είναι προτιμότερο οι Cavaliers να χτίσουν πάνω στα παιδιά που επέλεξαν στο draft. Αν επιλεγεί η συγκεκριμένη κατεύθυνση, το πιο πιθανό σενάριο είναι οι Spurs να κάνουν κρούση, ιδανικά προσφέροντας τον Tre Jones, τον Keldon Johnson και δύο picks.

Η προτίμησή μου σε κάτι τέτοιο δεν έγκειται στο ότι αμφισβητώ το ταλέντο του Spida. Δεδομένα ήταν και στις δύο σειρές των playoffs ο καλύτερος παίκτης στο παρκέ (στα παιχνίδια που έπαιξε). Ωστόσο, φοβάμαι πως αν παραμείνει στην ομάδα, θα είναι πάλι με το ένα πόδι έξω. Απαντώντας συνεπώς στο άρθρο του Athletic, που αναφέρθηκε στην αρχή του παρόντος κειμένου, ο Mitchell απάντησε με το “I am happy in Cleveland”. Μόνο που την ίδια φράση ακριβώς είχε πει και άλλη μία ψυχή κατά σύμπτωση τον ίδιο μήνα (Μάιο) κάπου 15 χρόνια νωρίτερα, ένα χρόνο πριν το περίφημο “The Decision”. Με τη βασική διαφορά, πως εκείνος ήταν ένα παιδί από το Akron και εξελίχθηκε στον καλύτερο παίκτη όλων των εποχών (biased προσωπική άποψη) και ο Spida ήταν τότε -μικρο παιδί- κάπου στο κοινό.

Το άσχημο της όλης υπόθεσης είναι ότι με αυτόν τον τρόπο δίνεται στην απάντηση για την πρόταση ανανέωσης (στις 4 Ιουλίου είναι το deadline) ένα βάρος πολύ μεγαλύτερο από την αξία του παίκτη. Ο Mitchell έχει όλη την διαπραγματευτική ισχύ, όχι γιατί είναι ένας top5 παίκτης, όπως ο Giannis, ή ο Luka, αλλά γιατί δόθηκαν τόσα assets για την απόκτησή του που θα χρειαστεί η συνεργασία του για να μην μείνει η ομάδα σε πολύ δυσμενή θέση όταν φύγει.

Μόνο που αυτή η τακτική, του “ξεχειλώματος” του player empowerment, της μετατροπής του σε μια μηχανή του κιμά, που καταπίνει την ίδια την ομάδα και τους υπόλοιπους παίκτες, όποτε έχει αφεθεί να εξαπλωθεί, αφήνει πίσω ρημαδιό. Είναι άλλο πράγμα να έρχεται ο Niang στην ομάδα, άλλο το να είναι ο επόμενος προπονητής όποιος αποφάσει ο Spida, άλλο το να εξαρτάται το που θα βρίσκονται οι μισοί παίκτες της ομάδας σε ενάμιση μήνα.

Με βάση όλα τα παραπάνω, ιδανικό κατά την άποψή μου θα ήταν ένα core trio με Garland - Bridges - Mobley ως το βέλτιστο σχήμα για να πάει η ομάδα μπροστά.

Ωστόσο, μετά από δύο σεζόν εξαιρετικών επιδόσεων στη regular και αναιμικών ακολούθως στα Playoffs, η φετινή postseason φαντάζει ως η πλέον κρίσιμη για την κατεύθυνση που θα πάρει ο οργανισμός των Cavaliers. Η απομάκρυνση Bickerstaff αποτέλεσε την πτώση του πρώτου κομματιού domino, ωστόσο το ποιες θα είναι οι κινήσεις που θα την ακολουθήσουν και θα την συμπληρώσουν, αποτελούν τις καθοριστικές για την επόμενη ημέρα του οργανισμού και το που αυτός θα βρίσκεται στα χρόνια που θα ακολουθήσουν.

 

 PODCASTS

Basketballguru.gr 2018 All righs reserved.      Designed and Developed by Web Rely