Το καλοκαίρι του 2010, ακούσαμε τον LeBron James να αναφέρει την περίφημη φράση “I’m taking my talents to South Beach”, ξεκινώντας ουσιαστικά “το κίνημα” -αν μπορεί να χαρακτηριστεί ως τέτοιο- του player empowerment. Δεν ξέρω αν ο ίδιος ο LeBron είχε κάτι τέτοιο στο μυαλό του, όταν ξεστομιζε αυτά τα λόγια, αλλά σε κάθε περίπτωση αυτή ήταν η απαρχή των πάντων σε ατομικό επίπεδο. Ήταν μια κίνηση που έδωσε μια παραπάνω φωνή στους παίκτες, όσον αφορά τα “θέλω” τους. Δεκατρία χρόνια αργότερα, και έπειτα από αρκετές περιπτώσεις παικτών που απαιτούν αλλαγή εργασιακού περιβάλλοντος, άλλοτε με φιλικό τρόπο προς τις ομάδες τους, και άλλοτε με πιο “απότομο”, το τελευταίο επεισόδιο αυτού του σήριαλ, έχει ως πρωταγωνιστή τον Damian Lillard.
O βετεράνος guard των Blazers, αφού αποφάσισε πως περίμενε αρκετά τους ιθύνοντες της ομάδας για να τον πλαισιώσουν με ένα ανταγωνιστικό ρόστερ, αποφάσισε να τους ανακοινώσει πως θέλει να ανταλλαχθει, με επιθυμητό προορισμό το Miami. Η ως τώρα πορεία της περίπτωσης του Dame δεν είναι από αυτές που λες πως έχει κυλήσει ομαλά. Αν και τις τελευταίες μέρες φαίνεται να υπάρχει μια διάθεση και από τις δύο πλευρές να γεφυρωθεί το χάσμα του καλοκαιριού, υπήρξαν αρκετά σκαμπανεβάσματα στην ως τώρα offseason. Από τη μία υπήρχε ο General Manager, Joe Cronin, που καθιστούσε σαφές με κάθε ευκαιρία πως οι Blazers θα κοιτάξουν να βρουν το καλύτερο δυνατό πακέτο για εκείνους, όσο καιρό κι αν πάρει αυτό. Από την άλλη ο Lillard είχε αναφέρει ουκ ολίγες φορές πως αν δεν καταλήξει στους Heat, τότε δεν πρόκειται να παρουσιαστεί στην pre-season, ούτε των Blazers, αλλά ούτε και της ομάδας που θα τον έστελνε η νυν ομάδα του. Γενικώς, μια ωραία ατμόσφαιρα, που οι λάτρεις των reality shows αναμφίβολα την απολαμβάνουν. Αν θέλετε την άποψή μου, και η ίδια η Λίγκα. Όσο διατηρείται, άλλωστε, η προσοχή των πάντων στο “προϊόν” (στους παίκτες δηλαδή) και τα πάντα γίνονται με σχετικά πολιτισμένο τρόπο, όλοι είναι χαρούμενοι, καθώς το engagement παραμένει υψηλό.
Για τη μεριά του Dame, οι όροι είναι μαζί του. Ανήκει, άλλωστε, σε εκείνο το ράφι παικτών που μπορεί να ορίσει το που θα πάει να αγωνιστεί. Για τους λάτρεις της στατιστικής, οι περισσότεροι εξ αυτών που ζήτησαν να ανταλλαχθούν, όχι μόνο το κατάφεραν, αλλά κατέληξαν και στην ομάδα της προτίμησής τους. Ο Anthony Davis στους Lakers, o Bradley Beal στους Suns, οι Kevin Durant και James Harden… τέλος πάντων και που δεν ήθελαν να πάνε κατά τη διάρκεια της καριέρας τους, όπως ανέφερε πρόσφατα και ο David Aldridge. Και φυσικά ο LeBron, ο οποίος έφυγε από το Cleveland το 2010 με sign-and-trade. Όλα τα παραπάνω δεν γράφονται για να αποδοθεί κάποιο δίκιο. Μιλάμε για business (δισ)εκατομμυρίων και ο καθένας κάνει αυτό που θεωρεί καλύτερο για την πάρτη του. Ωστόσο, άπαντες κρίνονται από το τι “κληρονομιά” θα αφήσουν στο άθλημα, με τους παίκτες να είναι εκείνοι που τραβούν το μεγαλύτερο μέρος της κριτικής -όπως και της αποθέωσης στις καλές στιγμές- σε σχέση με τις ομάδες και τους ιδιοκτήτες τους. Στην πραγματικότητα, αν θα έπρεπε να ταχθώ υπέρ κάποιου, θα ήταν σαφώς με την πλευρά των παικτών που κοιτούν να κερδίσουν όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα στην καριέρα τους, από τους δισεκατομμυριούχους εργοδότες τους. Άλλωστε αυτοί είναι “οι εργάτες που παράγουν το προϊόν”.
Αλλά… όταν η κουβέντα πάει -και πάει αναπόφευκτα- στο αγωνιστικό κομμάτι, οι παίκτες είναι εκείνοι που πρέπει να δικαιολογήσουν όλα όσα ζητούν. Είτε σε επίπεδο νέων συμβολαίων, είτε σε επίπεδο ανταλλαγών. Και αν αυτά που ζητούν δεν συνδυαστούν με επιτυχίες, τότε η γκρίνια μεγαλώνει από όλους. Δείτε για παράδειγμα τον Kevin Durant: το καλοκαίρι του 2019, όταν ανακοίνωσε πως θέλει να πάει στο Brooklyn μαζί με τον καλό του φίλο Kyrie Irving. Το αστείο σε αυτήν την ιστορία, για όσους δεν θυμούνται, είναι πως οι Nets έμαθαν πως ο KD θέλει να γίνει μέλος τους μέσω Instagram. Όποιος και αν βρισκόταν στη θέση των Νεοϋορκέζων, λοιπόν, ακόμα και με αυτόν τον τρόπο δεν θα άφηνε την ευκαιρία να πάει χαμένη εφόσον ο Durant ήταν διαθέσιμος. Ειδικά από την στιγμή που ερχόταν πακέτο με τον Kyrie και αργότερα με τον Harden, καθώς οι ιθύνοντες της ομάδας είδαν μπροστά τους τον ορισμό του “win now”. Καλά πήγε αυτό, βέβαια…
Όπως είναι φυσικό σε όλες τις Λίγκες του κόσμου, σε όλα τα σπορ, έτσι και στο NBA, οι κινήσεις των αστέρων είναι εκείνες που συγκεντρώνουν πάνω τους όλα τα φώτα. Στο NBA, ίσως και ένα “κλικ” παραπάνω, καθώς οι αστέρες πρώτης γραμμής έχουν το στάτους να ορίσουν τις συνθήκες των μετακινήσεών τους. Προφανώς και ένα trade των LeBron, Durant και της λοιπής δικής τους συνομοταξίας, έχει άλλη βαρύτητα από εκείνο του Evan Turner. Τι γίνεται όμως, από την άλλη μπάντα; Γιατί για κάθε Durant που ανταλλάσσεται σε μια ομάδα, υπάρχουν δύο-τρία-Χ ανταλλάγματα που πηγαίνουν στην άλλη πλευρά, προκειμένου να ικανοποιηθούν τα “θέλω” του κάθε αστέρα. Ίσως πιο χαρακτηριστική περίπτωση να είναι αυτή του Harden, για τον οποίο έχουν ανταλλαχθει συνολικά 11 παίκτες, ώστε ο ίδιος να πάει σε Brooklyn και Philadelphia. Και ενώ ο ίδιος γίνεται μέρος μιας -θεωρητικά- super team (με KD και Irving σε Brooklyn, με Joel Embiid σε Sixers), οι υπόλοιποι γίνονται μέλη χειρότερων ομάδων που -πιθανότατα- δεν πρόκειται να κερδίσουν ποτέ κάτι.
Αν μπορούμε να πιστέψουμε πως υπάρχει μια τρόπον τινά θεία δίκη, μετά την εποχή των Big-3 του Miami (Wade - LeBron - Bosh), ουδεμία super team που οι αστέρες της υποχρέωσαν στο να καταλήξουν εκεί, δεν είδε επιτυχία. Ο Durant δεν πέρασε ποτέ τον δεύτερο γύρο με τους Nets, ενώ δεν προχώρησε στους τελικούς με τους Suns. Ο Harden, επίσης. Εδώ, ωστόσο, μάλλον πρέπει να μπει ένα απαραίτητο disclaimer για τους Warriors, μιας και από την στιγμή που πήγε ο Durant σε αυτούς το καλοκαίρι του 2016 ήταν "Η Superteam". Όμως, η κίνησή τους να τον αποκτήσουν ήταν απόλυτα λογική, για τον Durant μιλάμε άλλωστε, οποιαδήποτε ομάδα θα τον κυνηγούσε από την στιγμή που ήταν ελεύθερος. Επιπλέον δεν ήταν μια ομάδα που έχανε συνεχώς σε Τελικούς και χρειαζόταν έναν υπερπαίκτη για να κατακτήσει το πολυπόθητο δαχτυλίδι. Το είχε κατακτήσει την περασμένη χρονιά. Αξίζει να αναφέρουμε, βέβαια, στα πλαίσια της απόκτησης του Durant, πως για να τον αποκτήσουν οι Warriors χρειάστηκε να "θυσιάσουν" τους Barnes και Bogut, καθότι δεν χωρούσαν στο cap της ομάδας. Με τον Durant οι Warriors κατέκτησαν ακόμα δύο πρωταθλήματα, αλλά επαναλαμβάνω η ομάδα ήταν έτοιμη για εκείνον. Δεν πήρε σε μια νύχτα τον Durant, τον Irving, τον Harden.
Τείνουμε να ξεχνάμε κάτι μέσα σε όλη αυτή τη γκλαμουριά των μετακινήσεων: Πως οι παίκτες δεν μπορούν και δεν πρέπει να είναι GMs. Είναι εξαιρετικοί στο να παίζουν μπάσκετ - και μόνο. Ενδεχομένως, βέβαια, αυτό μπορεί να διαβαστεί και από την αντίθετη πλευρά: Πως οι παίκτες παίρνουν την εκδίκησή τους από τους GMs και τους προπονητές που έστηναν τα ρόστερ τα προηγούμενα χρόνια. Ωστόσο, όπως φαίνεται και στην πράξη και οι δύο πλευρές είναι λάθος - μέχρι στιγμής.
Παίκτες σαν τον Durant, τον Harden, τον Lillard είναι εκείνοι που αποτελούν τη βιτρίνα του καταστήματος. Υπάρχουν κι άλλα “προϊόντα” στα πίσω ράφια, τα οποία μπορεί να είναι καλά και ελκυστικά, αλλά άπαντες πληρώνουν για να δουν τα μπροστά. Φανταστείτε τον εαυτό σας - όσοι μεγαλώσατε- στα ‘90s και περνούσατε μπροστά από ένα μαγαζί με αθλητικά. Οι επιλογές ήταν πολλές, αλλά όλοι θέλαμε ένα μοντέλο Jordan ή τα “AIR” του Pippen. Υπήρχαν, ωστόσο, και άλλα πανέμορφα μοντέλα, όπως τα “Answer” του Iverson ή τα “Air Penny” του Hardaway. Αλλά δεν ήταν ποτέ μπροστά. Ήταν λίγο πιο πίσω. Το ίδιο συμβαίνει και με τους παίκτες. Και οι παίκτες φτάνουν σε ένα σημείο που απλά θέλουν να κερδίσουν, με οποιοδήποτε κόστος. Στο διάολο οι κουλτούρες, τα έμψυχα ανταλλάγματα, τα μελλοντικά picks των ομάδων που μπλέκονται στα trades του και το salary cap, όταν αυτοί είναι ελεύθεροι και μπορούν να πάνε όπου επιθυμούν. Οι πιο ακριβοπληρωμένοι παίκτες μπορούν να ορίζουν, ουσιαστικά, την κίνηση της αγοράς αδιαφορώντας για το ντόμινο που μπορεί να προκληθεί από αυτή την στάση. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν υποστηρίζω πως επιλέγουν τις κινήσεις τους με απώτερο σκοπό να κάνουν κακό στη Λίγκα ή στους συναδέλφους τους. Έχουν κάποια δύναμη στα χέρια τους, που τους έχει δοθεί μέσα στα χρόνια και τη χρησιμοποιούν ώστε να καρπωθούν οι ίδιοι όσο το δυνατόν περισσότερα. Τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο πόλεων που θα ζήσει κάποιος. Φαντάζομαι οι περισσότεροι θα θέλουν να ζήσουν σε πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το L.A., το Chicago σε σχέση με τη Minnesota ή τη Charlotte. Όπως συμβαίνει δηλαδή και σε όλες τις χώρες του κόσμου. Ωστόσο, εδώ βρίσκεται και το οξύμωρο σχήμα αυτού που με τόση περηφάνια αναφέρονται οι παίκτες πρώτης γραμμής, ως “player empowerment”.
Player empowerment για ποιον ακριβώς και με ποιους όρους; Κάθε χρόνο υπάρχουν κοντά στα 450 ενεργά συμβόλαια στο NBA, συν κοντά 80 two-ways. Και ενώ οι μισθοί έχουν σαφώς αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, χάρη στις CBAs, και στην αύξηση των συνολικών εσόδων που κατά βάση οι superstars φέρνουν, είναι ξεκάθαρο πως η δύναμη παραμένει στα χέρια αυτών των ελαχίστων superstars, των παικτών που μάλλον μπορούν να μετρηθούν στα δάχτυλα των δύο χεριών. Συνεπώς, όπως φαίνεται και στην πράξη των τελευταίων ετών, το player empowerment αντιστοιχεί σε ένα ποσοστό της τάξης του 2% - 2,5% των παικτών. Αν σώνει και καλά πρέπει να βάλουμε την εξίσωση αυτή και στη σύγχρονη κοινωνία και με καπιταλιστικούς όρους, οι ισχυροί γίνονται ισχυρότεροι. Ακόμα και έτσι, υπάρχουν και στιγμές που οι “ισχυροί” παίκτες της Λίγκας, χρησιμοποίησαν την επιρροή τους και τη δύναμή τους για να αλλάξουν κάποια πράγματα. Καλά παραδείγματα για αυτό, είναι τόσο η περίπτωση του πρώην ιδιοκτήτη των Clippers, Donald Sterling, ο οποίος εκδιώχθηκε από το NBA και τα κοινά του δια βίου, εξαιτίας των ρατσιστικών χαρακτηρισμών του προς τους αφροαμερικανούς παίκτες, όσο και του Robert Sarver πρώην ιδιοκτήτη των Suns, όταν και βγήκαν στη φόρα οι συνθήκες του εργατικού περιβάλλοντος εντός των οργανισμών (και των Phoenix Mercury).
Σε αμφότερες τις περιπτώσεις οι παίκτες πίεσαν για αλλαγή και προφανώς αυτό ήταν κάτι που τους δόθηκε από την εποχή του player empowerment. “Είτε αλλάζετε τις καταστάσεις, είτε δεν παίζουμε”. Απλά και όμορφα. Ακόμα και στο αγωνιστικό κομμάτι, αυτή η δύναμη των λίγων παικτών έχει σαφώς και τα καλά του. Αφενός σε πρώτο επίπεδο κάνει τη Λίγκα πιο διασκεδαστική για εμάς τους ουδέτερους, ενώ παίρνει από τα χέρια των οργανισμών μεγάλο κομμάτι της δύναμης που είχαν και δεν είχαν πάντα ως πρώτο μέλημα το καλό των παικτών τους. Ωστόσο πολλές φορές σε μια κατάσταση, μπορούν να υπάρχουν δύο πλευρές που μπορεί ταυτόχρονα να κάνουν λάθος. Στην περίπτωση του player empowerment, αυτό συμβαίνει και για τη μεριά των παικτών, οι οποίοι πιστεύουν πως μπορούν να είναι και GMs, αλλά και από τη μεριά των ομάδων που είναι έτοιμες να ξεπουλήσουν ό,τι έχουν και δεν έχουν για το πολυπόθητο δαχτυλίδι. Σε συλλογικό επίπεδο οι κουλτούρες και οι νοοτροπίες χτίζονται μέρα με τη μέρα (Miami, San Antonio, Denver) και όχι μέσα σε μια νύχτα (Brooklyn, Suns;).
Σε ατομικό επίπεδο, όμως, κάθε φορά που αλλάζουν οι ορέξεις των πρωτοκλασάτων αστέρων της Λίγκας, θα υπάρχουν παίκτες που θα μπαίνουν στην εξίσωση ως “θυσία” για τους πρώτους.
Και εκεί πάντα θα επιδεικνύεται η δύναμη των λίγων, έναντι των πολλών.