Ο Σπανούλης, εννοείται, δεν είναι θαυματοποιός. Δεν θα μπορούσε μέσα σε ελάχιστες μέρες και με τόσο διαφορετικές συνθέσεις να παρουσιάσει ένα σύνολο που θα διέλυε αντιπάλους και θα δικαιολογούσε υψηλές τιμές εισιτηρίων. Σοφά, ο νέος κόουτς της εθνικής αφέθηκε στις αρετές της στελέχωσης. Απέναντι στην Τσεχία, έβαλε μαζί τους παίκτες του Ολυμπιακού να τρέχουν την επίθεση (διακρίθηκαν φυσιολογικά οι Παπ και Γουόκαπ) και έδωσε μπάλες στον πιο φορμαρισμένο Έλληνα της σεζόν, Ντίνο Μήτογλου. Στην άμυνα, μάκραινε όσο περισσότερο μπορούσε τις πλάγιες θέσεις (2-3-4), παίζοντας για κάμποσα λεπτά χωρίς κλασικό "δυάρι" και εδωσε στους παίκτες τους ρόλους που έχουν και στις ομάδες τους - κανείς δεν έκανε κάτι διαφορετικό από ό,τι τον έχουμε συνηθίσει.
Απέναντι στην Ολλανδία, με τα πρωτοκλασάτα ονόματα εκτός, ο Σπανούλης άφησε όλες τις πρωτοβουλίες στον Τολιόπουλο, προκειμένου να παίξει αναλογικά τον ρόλο που παίζει στον Άρη. Χαμηλότερο το επίπεδο των αντιπάλων, χειρότεροι οι συμπαίκτες, συνθήκη που έμοιαζε δηλαδή με ... Άρη και Eurocup και στην οποία ο Τολιό έλαμψε, όπως μας έχει φέτος συνηθίσει. Τρία βράδια πριν, καλά καλά δεν τον συναντήσαμε.
Ο Τολιόπουλος, μαζί με τους Μωραϊτη και Χαραλαμπόπουλο, μπορούν να θεωρηθούν ως οι κερδισμένοι των ημερών. Τολμώ να προβλέψω πως προβάδισμα για μελλοντικές συνθέσεις έχει ο δεύτερος, ως παίκτης που εξελίχθηκε πέρυσι στα χέρια του προπονητή και ως καλύτερος αμυντικός, αλλά η ένδεια σε instant score της εθνικής ανοίγει "παράθυρο" και για τον γκαρντ του Άρη. Για τον Χαραλαμπόπουλο τα πράγματα προμηνύονται δυσκολότερα, καθώς η αναμενόμενη είσοδος του Γιάννη στο προολυμπιακό θα γεμίσει τόσο τις θέσεις στο πλάι, όσο και τα λεπτά του rotation. Θεωρώ δεδομένη την παρουσία των Παπανικολάου, Μήτογλου, Ρογκαβόπουλου έτσι ή αλλιώς, ενώ υπάρχει και ένα προβάδισμα του Καλαϊτζάκη χάρην χημείας.
Γενικώς, με βάση το χρονοδιάγραμμα των διοργανώσεων, φαίνεται πως από εδώ και πέρα τον πρώτο και τελευταίο λόγο για την πορεία της εθνικής στο προολυμπιακό και (σε βάθος χρόνου) στο επόμενο Ευρωμπάσκετ, θα παίξει η στελέχωση. Αν η ομάδα παρουσιαστεί πλήρης στις υποχρεώσεις της, όπως παρουσιάστηκε στο προηγούμενο Ευρωμπάσκετ, τότε κάλλιστα μπορεί να εκπληρώσει τους στόχους της. Το απέδειξε και επί Ιτούδη, όταν η μόνη βαριά ήττα της ήρθε από τη Γερμανία, η οποία αποδείχτηκε τελικά η καλύτερη εθνική ομάδα του κόσμου.
Δεν ξέρω γιατί βαφτίστηκε αποτυχία εκείνος ο αποκλεισμός, παρεμπιπτόντως. Πρόκειται για ξεκάθαρη γκαντεμιά ενός αήττητου συνόλου χωρίς σέντερ, σε ένα τουρνουά που οι Πολωνοί τρύπωσαν στην τετράδα. Την επόμενη σεζόν, στο Μουντομπάσκετ, πάλι η εθνική έπαιξε όσο της επέτρεπε η σύνθεσή της, ούτε παραπάνω, ούτε παρακάτω. Και δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, εν μέσω συνθηκών μυστηρίου για τη συμμετοχή του Αντετοκούνμπο και κλίματος διαρκούς υπονόμευσης του προπονητή.
Υπό αυτή την έννοια, η επιλογή του Σπανούλη για τον πάγκο είναι και η πιο ταιριαστή. Φαίνεται να τον στηρίζουν άπαντες στα πέριξ, οι παίκτες τον σέβονται. Ο ίδιος το πάει περισσότερο στο φιλότιμο, τη φανέλα και την εθνική υπερηφάνια, μπροστά στα μικρόφωνα έστω. Τα συστατικά δεν μας προϊδεάζουν για μπασκετική πανδαισία, αλλά είναι τα συστατικά που πασπαλίζουν με άχνη ζάχαρη τον κανόνα της στελέχωσης. Φανταστείτε δηλαδή να έβγαινε ο προπονητής και να έλεγε "θα παίξουμε μέχρι εκεί που θα μας πάνε οι παίκτες". Δεν θα φαινόταν και τόσο σοβαρό, έτσι δεν είναι; Από την άλλη, στην ουσία του πράγματος, στο πλαίσιο των τουρνουά της FIBA, οι παίκτες χρειάζονται πολύ περισσότερο την αίσθηση του ανήκειν σε μία ετερόκλητη παρέα, παρά άλλον έναν κουραστικό γύρο φυσικής και τακτικής προετοιμασίας. Τι έκανε ο Γιαννάκης; Έδωσε όλες τις πρωτοβουλίες του κόσμου στους τέσσερις ποιοτικούς γκαρντ των '00s και έπαιξε ... πικ εν ρολ.
Συνεπώς, κατανοώ πλήρως την ευφορία των ημερών. Μία εθνική που μαζεύτηκε από το πουθενά, με έναν νέο προπονητή, πέτυχε δύο νίκες, μία με τα "πρώτα" και άλλη μία με τα "δεύτερα", καταφέρνοντας παράλληλα να δημιουργήσει το κλίμα που χρειάζεται να υπάρχει σε αντίστοιχες ομάδες. Ο Σπανούλης, με τη διαχείριση του, έδωσε κίνητρο σε παίκτες της δεύτερης γραμμής να συνεχίσουν τη σεζόν τους με ένταση (Τολιόπουλος, Χαραλαμπόπουλος), εδραίωσε το πνεύμα μαχητικότητας, ειδικά μέσα από την αμυντική περφόρμανς της Παρασκευής και δεν άφησε τον παραμικρό άνθρωπο δυσαρεστημένο - ούτε καν εντός των αιωνίων στρατοπέδων, στα οποία διάφοροι αθλητές επέστρεψαν υπέρ του δέοντως έγκαιρα και δεν πολυπιέστηκαν ενόψει των υποχρεώσεων της Ευρωλίγκα. Για να το γράψω δηλαδή με πολύ απλά λόγια, το τετραήμερο που μας πέρασε δημιουργήθηκε το υπόβαθρο, ώστε οι μελλοντικές κλήσεις να αντιμετωπίζονται με χαρά και να μη λογίζονται ως αγγαρεία.
Τα υπόλοιπα, προφανώς έπονται. Φαίνονται πολύ μακρινές οι συζητήσεις για το αν έχει ή δεν έχει η εθνική σουτέρ, για το αν βγάζει το ελληνικό μπάσκετ παίκτες ή δεν βγάζει, όλα αυτά δηλαδή που συνηθίζουμε να συζητάμε μετά τις αποτυχίες. Τώρα είναι η στιγμή για το χαλάκι και κακά τα ψέματα, κανείς δεν πρόκειται να ασχοληθεί, εάν ο Γιάννης Αντετοκούνμπο έρθει έτοιμος να καταπιεί κόσμο. Πάνω από όλα η στελέχωση, φίλες και φίλοι, δηλαδή πάνω από όλα ο Γιάννης.