Αρχές Σεπτεμβρίου και φαινομενικά το ρόστερ της λιθουανικής ομάδας έχει συμπληρωθεί, αν και πάντα τέτοια εποχή πρέπει να κρατάμε ανοικτό παραθυράκι για πιθανές διαφοροποιήσεις της τελευταίας στιγμής. Κάποιος τραυματισμός εν μέσω προετοιμασίας, ένας παίκτης με αργή προσαρμογή, μια «ευκαιρία» που μπορεί να προκύψει στο μεταγραφικό παζάρι ή έστω κάποια συμπληρωματική προσθήκη, είναι πράγματα που μπορεί να συμβούν στην κορύφωση της pre season. Όπως και να 'χει, ας θεωρήσουμε δεδομένο το υπάρχον ρόστερ της Ζάλγκιρις, το οποίο αριθμεί αυτή τη στιγμή 12 παίκτες «πρώτης γραμμής» και δύο συμπληρωματικούς, που είναι περισσότερο λύσεις για το εγχώριο πρωτάθλημα.
Αποχωρήσεις που αφαίρεσαν ποιότητα και εδραιωμένες σταθερές
Οι αποχωρήσεις των Γκριγκόνις, Γιοκουμπάιτις, Γουόκαπ και Χέιζ έχουν αναμφίβολα αγωνιστικό κόστος για τους πρωταθλητές Λιθουανίας. Μιλάμε για περσινά γρανάζια που κατείχαν βασικούς ρόλους. Έκαστος στο είδος του, βέβαια, όμως άπαντες από την παραπάνω τετράδα, ήταν πολύτιμοι για το σύνολο του Σίλερ. Αντιθέτως, το γεγονός πως δεν συνεχίζει ο Βαστούρια που δεν βγήκε, ο σε σχεδόν μόνιμη βάση τραυματίας Γκαρίνο, αλλά κι ο αναλώσιμος ψηλός Γκεμπέν, δεν πληγώνουν το λιθουανικό κλαμπ, περισσότερο συνεισφέρουν στην εκκαθάριση του ρόστερ. Σε μια ενδιάμεση κατηγορία θα μπορούσε να τοποθετηθεί ο Ρούμπιτ, ένας παίκτης που ναι μεν δεν κάνει την διαφορά, εντούτοις έχει εμπειρία κι είναι σταθερός σε όσα προσφέρει.
Σε κάθε περίπτωση, δεν έφυγε λίγος κόσμος απ' την Ζαλγκίρις, όπερ σημαίνει πως τη νέα σεζόν οι πράσινοι θα έχουν αρκετά αλλαγμένο προφίλ. Δεν θα υπάρχει πια η ποιοτική σταθερά στο σκορ που μέχρι πέρσι άκουγε στο όνομα Γκριγκόνις, αλλά ούτε κι η σίγουρη λύση της ομάδας σε οργάνωση και περιφερειακή άμυνα, Τόμας Γουόκαπ, που άλλαξε πολιτείες, μετακομίζοντας στον Πειραιά. Ο Γιοκουμπάιτις πάνω που άρχισε να δείχνει πράγματα με διάρκεια, κατέληξε στην αγκαλιά του Σάρας, όπως κι ο αρκετά χρήσιμος στο περσινό εγχείρημα, Νάιτζελ Χέιζ. Τα παραπάνω κενά θα πρέπει να καλυφθούν μέσα στο γήπεδο, πράγμα όχι εύκολο, εάν η Ζαλγκίρις επιθυμεί να παρουσιάσει παρόμοια δυναμική με πέρσι. Κινήσεις έγιναν, το θέμα είναι αν αυτές θα ταιριάξουν κι αν εν πάσει περιπτώσει επαρκούν για να διατηρήσουν την ομάδα σε καλό επίπεδο.
Μούντιε και Στρέλνιεκς γλύκαναν τον μεταγραφικό σχεδιασμό
Κακά τα ψέματα, αν δεν είχε πραγματοποιηθεί η σπουδαία μεταγραφή του Εμάνουελ Μούντιε πρωτίστως και δευτερευόντως εκείνη του Γιάνις Στρέλνιεκς, το καλοκαίρι της Ζαλγκιρις θα ήταν ιδιαίτερα φτωχό. Αυτές οι δύο κινήσεις γλύκαναν τον σχεδιασμό της ομάδας του Σίλερ, αφού εκτός αυτών, οι υπόλοιπες προσθήκες δεν έριξαν δα και τα τσιμέντα. Αποκτήθηκε ο νεαρός σέντερ Τζος Νέμπο, από την Χαποέλ Εϊλάτ του Ισραήλ, ένα παιδί με αξιόλογο potential, το οποίο σίγουρα άξιζε να δοκιμαστεί στην EuroLeague. Όμως μιλάμε για έναν παίκτη που ακόμη μαθαίνει, θα χρειαστεί τον χρόνο του και δεδομένα στερείται παραστάσεων απέναντι σε αντιπάλους κορυφαίας εμβέλειας στην Γηραία Ήπειρο. Θα αξιολογηθεί, επομένως, εν καιρώ.
Ο Ουλάνοβας επέστρεψε στην προσωπική του comfort zone, αλλά προέρχεται από μια κάκιστη σεζόν στην Φενέρμπαχτσε. Οι μετοχές του έπεσαν αισθητά, αυτό βέβαια δεν σημαίνει κιόλας πως ο Λιθουανός φόργουορντ ξέχασε το μπάσκετ. Ίσως καταφέρει να ξαναβρεί την χαμένη του αυτοπεποίθηση στο Κάουνας, ο χρόνος θα το δείξει αυτό. Ο δε Καλνιέτις, ακόμη μια επιστροφή που ολοκληρώθηκε το φετινό καλοκαίρι, είναι ομολογουμένως σε καλό φεγγάρι και προέρχεται από σούπερ σεζόν στην Κουμπάν, αλλά δεν παύει να είναι ένας 35χρονος που εδώ και τρεις σεζόν είχε χάσει την επαφή του με την EuroLeague. Ως εναλλακτική λύση που θα δώσει βάθος στο backcourt, είναι μια τιμιότητα επιλογή. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.
Ο Κάβανο αναμένεται να έχει δύσκολο έργο στο "4" καθώς πια ο Γιανκούνας είναι 37 κι ο ρόλος του έχει μειωθεί, επομένως ο 27χρονος Αμερικανός θα κληθεί να κάνει μπόλικη δουλειά στην θέση. Έχει εμπειρία μιας σεζόν από την διοργάνωση, αλλά το ζήτημα είναι καθαρά ποιοτικό αλλά και προσωπικότητας. Ο Κάβανο είναι αξιοπρεπής αλλά περισσότερο μοιάζει με εργαλείο, παρά με παίκτη ικανό να πρωταγωνιστήσει σε μια ομάδα. Έτσι ήταν και πέρσι στην Τενερίφη, στο Basketball Champions League και την ισπανική λίγκα. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται κι ο Νιλς Γκίφεϊ, ο επί μια επταετία στρατιώτης της Άλμπα που άφησε το Βερολίνο για το Κάουνας. Συνεπής, εργατικός, πολυθεσίτης, παίκτης ομάδας, αλλά στα 30 του, έχει δείξει πως έχει συγκεκριμένο ταβάνι.
Κλείνοντας, επανερχόμαστε στους δύο πρώτους που αναφέρθηκαν, καθώς δεν γίνεται να μην τους σχολιάσουμε πιο αναλυτικά. Ο μεν Μούντιε πέρσι δεν αγωνίστηκε πουθενά κι αυτό από μόνο του είναι κάτι το ανησυχητικό. Δεν είναι μικρό το διάστημα αποχής του από τα παρκέ, αν και πρόσφατα στο Summer League έδειξε φιτ. Η ποιότητα του είναι δεδομένη, εξάλλου μιλάμε για έναν άσο με σοβαρό background στο ΝΒΑ. Βέβαια, αν ο Μούντιε ήταν ακόμη active στον "μαγικό κόσμο", δεν θα είχε λόγο να σκεφτεί μια μετακίνηση στην Ευρώπη. Επομένως, η Ζάλγκιρις οφείλει να εκμεταλλευτεί το γεγονός πως πλέον τον έχει στο δυναμικό της. Πρέπει να τον αξιοποιήσει, καθώς είναι ικανός να δώσει μεγάλη ώθηση στο σύνολο.
Όσο για τον Στρέλνιεκς, τα πράγματα είναι απλά. Με εξαίρεση την περσινή του σεζόν στην Μόσχα, πρόκειται για μια μονάδα που αποδεδειγμένα μπορεί να προσφέρει πολλά, πόσο δε μάλλον σε ομάδα αυτού του βεληνεκούς. Ωστόσο η τελευταία εικόνα είναι αυτή που μετράει περισσότερο κι η αλήθεια είναι πως ο 32χρονος Λετονός πέρσι έμεινε πολύ μακριά από τον καλό του εαυτό. Είχε τραυματισμούς κατά διαστήματα που ανέκοψαν τον ρυθμό του, τα 16-17 λεπτά που συνήθως έπαιζε μειώθηκαν στα 11-12, με αποτέλεσμα ο παίκτης να μην αποδώσει σχεδόν καθόλου. Ο Στρέλνιεκς πρέπει να αποδείξει πως έχει αφήσει πίσω του αυτήν την αρνητική παρένθεση και πως είναι πλέον υγιής και έτοιμος να βοηθήσει ένα σύνολο με διάρκεια.
Τόσο ο Μούντιε (παρεπιπτόντως, σε πρόσφατο φιλικό με την Λοκομοτίβ Κουμπάν είχε 21 πόντους και 5 ασίστ), όσο κι ο Στρέλνιεκς (έχει μπει λίγο πιο συντηρητικά στην προετοιμασία, λόγω ενός μικροπροβλήματος τραυματισμού που τον ταλαιπώρησε), είναι στοιχήματα με ελεγχόμενο ρίσκο, τα οποία η Ζάλγκιρις καλά έκανε και πήρε, αφού αν της βγουν αγωνιστικά, το επίπεδο της δεν θα έχει καμία σχέση, σε σύγκριση με το αν δεν της βγουν. Το πεσμένο κασέ των παικτών οδήγησε μια ομάδα με μετρημένο μπάτζετ να πάρει αυτά τα δύο ρίσκα. Είναι τα δύο - βάση βιογραφικού - κορυφαία ονόματα που απέκτησε το φετινό καλοκαίρι και μένει να δείξουν στο παρκέ πώς μπορούν να κουβαλήσουν τη νέα τους ομάδα.
Η βάση παικτών είναι εκεί αλλά δεν είναι (πια) αρκετή
Οι γερόλυκοι Γιανκούνας και Μιλάκνις έχουν ράψει πολλά γαλόνια στην διοργάνωση όμως είναι πλέον 37 και 35 ετών αντιστοίχως. Μπορούν να εγγυηθούν κάποια ποιοτικά λεπτά στο ροτέισον αλλά είναι εμφανές από πέρσι πως βρίσκονται σε πτωτική πορεία και σιγά σιγά περνούν απολύτως φυσιολογικά στην «δεύτερη ταχύτητα» του έμψυχου δυναμικού. Πριν 2-3 χρόνια θα τους λογίζαμε εντελώς διαφορετικά. Ο δε Λεκαβίτσιους, παρότι είναι μόλις 27 ετών είναι ακόμη ένας βετεράνος του ρόστερ, καθώς προετοιμάζεται για την έκτη του σεζόν στην ομάδα και όγδοη συνολικά στην διοργάνωση. Ωστόσο ο πρώην παίκτης του Παναθηναϊκού έχει πολλά πράγματα να δώσει ακόμη, προέρχεται από γεμάτες σεζόν, είναι αξιόπιστος στα καθήκοντα του και παρότι στερείται ύψους έχει επιβιώσει και με το παραπάνω στην διοργάνωση.
Στην ίδια κατηγορία θα συμπεριλάβουμε και τον Λοβέρν που θα είναι για δεύτερη διαδοχική χρονιά σημείο αναφοράς στην γραμμή κρούσης. Ο Γάλλος έχει ταιριάξει με την ομάδα και το γεγονός πως θα συνυπάρξει με τον Μούντιε - οι δύο τους ήταν συμπαίκτες στους Νάγκες τη σεζόν 2015-16 - παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον αναφορικά με τη συνεργασία τους στο παρκέ. Ύστερα, κατά τα φαινόμενα ο 20χρονος Μπλάζεβιτς θα βρει τη νέα σεζόν περισσότερα λεπτά, μετά την περσινή σεζόν γνωριμίας που είχε με το κορυφαίο επίπεδο. Στην λιθουανική λίγκα έπαιζε σταθερά και λογικά ο Σίλερ θα προσπαθήσει να του δώσει περισσότερες ευκαιρίες.
Άρα συνοψίζοντας ο κορμός που συνεχίζει στην Ζάλγκιρις αποτελείται από δύο iconic παίκτες του συλλόγου στην δύση της καριέρας τους, δύο που αποτελούν δοκιμασμένες λύσεις για το παρόν σε παραγωγικές ηλικίες, συν έναν prospect που δεν μπορεί ακόμη να θεωρηθεί αξιόπιστη λύση αφού δεν έχει «ψηθεί» στο κορυφαίο επίπεδο.
Ο Σίλερ καλείται να δώσει συνέχεια στην εξαιρετική πρώτη εντύπωση
Την περασμένη σεζόν, ο Σίλερ ήταν ένα από τα νέα πρόσωπα στους πάγκους της EuroLeague. Ένας κόουτς που εργαζόταν για διαδοχικές σεζόν στην G League, ενώ στην Ευρώπη είχε δουλέψει μόνο ως βοηθός. Ας μην κοροϊδεύομαστε, πέρσι τέτοια εποχή κανένας δεν ήξερε τον Σίλερ. Ο Κεστούτις Κεμζούρα, που ήταν επίσης υποψήφιος για διάδοχος του Γιασικεβίτσιους, ήταν πολύ πιο περπατημένος προπονητής από τον άγνωστο κι άπειρο Σίλερ. Όμως η Ζάλγκιρις έκανε την έκπληξη και τα αποτελέσματα την δικαιώνουν.
Ο Αυστριακός προπονητής οδήγησε πέρσι την Ζάλγκιρις σε μια μάλλον υπερβατική σεζόν. Το πλασάρισμα στην 11η θέση κι οι 17 νίκες ήταν γεγονότα που κανένας δεν θεωρούσε δεδομένα, ειδικά μετά την αποχώρηση του Γιασικεβίτσιους για την Μπαρτσελόνα, αλλά και ζωτικής σημασίας μονάδων όπως ο Ουλάνοβας, ο Λεντέι, ο Λάντειλ αλλά κι ο Κέι Σι Ρίβερς, που είχε... ξανανιώσει στο Κάουνας. Η αίσθηση που υπήρχε στην ατμόσφαιρα ήθελε την Ζάλγκιρις να πέφτει απότομα αγωνιστικά, αν και τελικά οι Λιθουανοί ήταν κλασικά μια αξιόμαχη, επικίνδυνη και συνάμα δυσκολοκατάβλητη ομάδα, στην πλειοψηφία των αγώνων της. Ο Σίλερ είναι μόλις 39 ετών και πλέον δεν φέρει την ταμπέλα του πρωτοεμφανιζόμενου, μαζεύοντας τη σχετική εμπειρία 34 αναμετρήσεων στην κορυφαία ευρωπαϊκή διοργάνωση.
Εν τω μεταξύ, στα χέρια του νεαρού κόουτς κατάφερε να κάνει την καλύτερη σεζόν της καριέρας του ο Μάριους Γκριγκόνις, η οποία αποτέλεσε το εισιτήριο του για την μεγάλη μεταγραφή στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, ενώ ο Γιοκουμπάιτις παρουσίασε σημαντικότατη πρόοδο μέσα στη σεζόν και εξελίχθηκε από prospect σε παίκτη των 20-22 λεπτών. Παράλληλα, ο Λοβέρν αναγεννήθηκε κι επανήλθε στις παραγωγική τροχιά, μετά το μέτριο πέρασμα του από τη Φενέρ. Σίγουρα η πορεία τους οφείλεται ως ένα βαθμό και στην δουλειά του προπονητή - κι όχι μόνο στο δικό τους ταλέντο αποκλειστικά. Άλλους λιγότερο, άλλους περισσότερο, ο Σίλερ κατάφερε να τους κάνει όλους να φαίνονται χρήσιμοι.
Σε κάθε περίπτωση, ο Σίλερ ήταν overachiever, καθώς με ένα μέτριο ρόστερ και χωρίς μεγάλο μπάτζετ, αλλά και με την... κληρονομιά του Σάρας να τον βαραίνει, οδήγησε την ομάδα του κοντά στην ζώνη των playoffs, σε απόσταση τριών νικών από την οκτάδα, με σοβαρό μπάσκετ και πλάνο στο παιχνίδι του. Η πρώτη εντύπωση που άφησε ήταν εξαιρετική, αν κι οι προσδοκίες που υπήρχαν δεν ήταν μεγάλες, με τον Αυστριακό να κάνει παραπάνω από καλή δουλίτσα εν τέλει. Ας μην λησμονούμε πως η Ζάλγκιρις νίκησε μέσα-έξω τις ελληνικές ομάδες, ενώ είχε πανηγυρίσει, μεταξύ άλλων, ροζ φύλλο απέναντι στην μετέπειτα πρωταθλήτρια Ευρώπης, Έφες.
Το ρεζουμέ είναι πως ο Σίλερ με τα υλικά που είχε τα πήγε μια χαρά. Πλέον, με αρκετά νέα πρόσωπα και γενικότερα διόλου αμελητέες διαφοροποιήσεις στο έμψυχο δυναμικό του, πρέπει να δούμε τι θα καταφέρει. Δεν είναι εύκολο πάντως, να κάνει ότι και πέρσι. Η ψυχρή λογική υπαγορεύει πως κάποια στιγμή η Ζάλγκιρις θα έχει μια λιγότερο επιτυχημένη σεζόν, με περισσότερες ήττες παρά νίκες στο σακούλι της. Η ουσία είναι πως παραμένει μια ομάδα ικανή να ρυθμίσει καταστάσεις στην regular season της διοργάνωσης.