Για να κάνουμε όλοι το κέφι μας παρόλα αυτά, να πούμε πως στα πρώτα δύο λεπτά ο Καλάθης είχε ήδη σουτάρει τρία τρίποντα και ο Γιάννης άλλα δύο, το σύνολον πέντε (5). Στο τέλος του πρώτο δεκαλέπτου οι Κροάτες είχαν σκοράρει 31 πόντους χωρίς να δοκιμάσουν πολλά. Τα πικ εν ρολ τους κατέληγαν κατά κανόνα σε αμαρκάριστες προσπάθειες και τα τρίποντα που σημείωσαν ήταν όλα ελεύθερα. Ολα. Οι σουτέρ τους είναι από το είδος εκείνο που σε μία απλώς καλή μέρα μπορεί να βάλει στο καλάθι ο,τι μπάλα καταλήξει με άνεση στα χέρια του. Η εθνική, κάπου μπερδεμένη ανάμεσα στην θέληση για ανανέωση της κατοχής και στην εφαρμογή μιας χλιαρής πρες άμυνας, επέτρεψε στους Κροάτες να μεταφέρουν τη μπάλα στα πλάγια της επίθεσης τους ταχύτατα και να βγάλουν ελεύθερα σουτ. Η προσέγγιση της στην αρχή του κρίσιμου αγώνα σίγουρα προξενεί απορία, και αν θέλετε τη γνώμη μου μαρτυρά ελλειπή τακτική και πνευματική προετοιμασία. Δεν γίνεται να μην ακουμπάει η μπάλα στους ψηλούς για σχεδόν δέκα λεπτά, ούτε το τρέξιμο των αντιπάλων να αντιμετωπίζεται έτσι αψήφιστα.
Στις αρχές του τέταρτου δεκαλέπτου βέβαια, και αφού κάποιες αμυντικές προσαρμογές είχαν βοηθήσει την εθνική να επανέλθει, τα προβλήματα που έβγαλε η ομάδα στο παρκέ ήταν καθαρά επιθετικής φύσεως, και είχαν να κάνουν και με την γενικότερη στελέχωση. Με τον Μάντζαρη βασικό γκαρντ και με τον Γιάννη ως συνήθως σε ρόλο δεύτερου περιφερειακού, η Κροατική άμυνα έκλεισε πάρα πολύ στα post - up και δεν υπήρχε κάποιος να την ανοίξει. Η κίνηση ήταν μηδαμινή, και τα off ball screens για πάσες του Μπουρούση αναιμικά. Αυτό το τελευταίο στοιχείο έμοιαζε να είναι ελάχιστα δουλεμένο, καθώς κάτι που γινόταν κατά κόρον στη Λαμποράλ, χθες δεν εφαρμόστηκε σχεδόν καθόλου, και επιπλέον τα cuts των περιφερειακών μας ήταν μέσα σε ένα σωρό κόσμο. Επίσης, στις απομονώσεις του Γιάννη γύρω γύρω δεν συνέβαινε και κάτι το ιδιαίτερο, με αποτέλεσμα ο σταρ των Μπακς να εκτεθεί.
Σε ο,τι αφορά τον τελευταίο, πρέπει γενικά να αναγνωριστεί στον προπονητή η προσπάθεια να του δώσει γενικά πολύ περισσότερο τη μπάλα στα χέρια από ο,τι άλλες φορές. Αυτό είναι θετικό και δείχνει προς το μέλλον. Από την άλλη, για να αξιοποιηθεί η ικανότητα του παίκτη στον χειρισμό, στο drive και στο μοίρασμα του παιχνιδιού υπάρχουν τρόποι και τρόποι. Η αποκλειστική χρησιμοποίηση του Αντετοκούνμπο στη θέση 2, τελικώς πήρε από την εθνική περισσότερα από όσα έδωσε, και ειδικά στην άμυνα, εκεί όπου ο παιχταράς της ομάδας έμεινε πολλές φορές εγκλωβισμένος στο μαρκάρισμα του πικ εν ρολ και μακριά από βοήθειες ή ριμπάουντ. Επίσης, όταν μεταφερόταν στο πλάι για να μαρκάρει (όπως χθες τον Μπογκντάνοβιτς), αυτόματα συνέβαινε στην αμυντική λειτουργία ένα ντόμινο που έφερνε έναν άλλο φόργουορντ να μαρκάρει κοντούς. Δεν είναι και ο,τι καλύτερο, και οφείλεται κυρίως στην ένδεια στα γκαρντ. Και στην επίθεση όμως, η διαρκής περιφερειακή του παρουσία στέρησε από την εθνική άλλα πράγματα, όπως η ανανέωση επιθέσεων και το high low παιχνίδι, κάτι που στην αρχή των φιλικών έδειχνε πως θα συνέβαινε με μεγαλύτερη συχνότητα.
Εκ του αποτελέσματος και βάσει και του ελάχιστου χρόνου που πήραν τελικά οι Αθηναίου - Μπόγρης, το κόψιμο του Ντόρσει από τη σύνθεση κρίνεται άστοχο (ειχε γίνει και σχετικό τουή τότε), υπό την έννοια ότι ήταν ο μόνος γκαρντ που πίσω από τα σκριν θα αποτελούσε κίνδυνο και θα μπορούσε να συνδυαστεί εν δυνάμει με έναν εκ των Καλάθη, Μάντζαρη. Ακόμη περισσότερο η αστοχία έχει να κάνει με την μονιμοποίηση του Γιάννη σε μία και μόνο θέση. Με τόσους λίγους κοντούς δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, και υποθέτω πως το αρχικό πλάνο ήταν αυτό : να πάει η εθνική με καθαρή τετράδα περιφέρειας τους Μάντζαρη, Καλάθη, Aντετοκούνμπο και Αθηναίου, και με τον Θανάση περισσότερο πασπαρτού από τον αδερφό του.
Ολα αυτά, και πιθανώς και άλλα που θα βρει ο καθένας, σίγουρα αφορούν τον προπονητή, ο οποίος όμως δεν γίνεται να κρίνεται μονίμως από μία και μόνο σκοπιά. Τον Κατσικάρη σίγουρα βαραίνουν τρεις αποκλεισμοί, δύο εκ των οποίων αφορούν μέτρια προετοιμασία (Ισπανία, Κροατία) και είσοδο στα παιχνίδια. Από την άλλη, στην τριετή θητεία του, ο κοουτς της Μούρθια προσπάθησε αληθινά να εμφυσήσει στην εθνική ένα μπάσκετ διαφορετικό από ο,τι παλιότερα, τουλάχιστον το '14 και φέτος. Και ήταν μάλλον ο μόνος εδώ και χρόνια. Αν δεν ήταν το περυσινό διάλειμμα τακτικής και οι βάσεις του μουντομπάσκετ είχαν παραιτέρω αναπτυχθεί σε διάφορα επίπεδα, ίσως τώρα μιλούσαμε διαφορετικά. Ο φετινός αποκλεισμός εξάλλου συνοδεύεται και από ένα σωρό ελαφρυντικά, τα οποία αυτή τη στιγμή θα τα απαριθμούσαμε όλα αν η χθεσινή εμφάνιση ήταν καλύτερη , και ειδικά στο ξεκίνημα της.
H αλλαγή του κόουτς πιθανώς από μόνη της δεν εγγυάται τίποτα. Αν σουτέρ δεν υπάρχουν, όποιος και να είναι στην άκρη του πάγκου θα αναγκαστεί να φτιάξει ομάδα χωρίς σουτέρ. Κάποιος μπορεί να το κάνει καλύτερα, κάποιος όχι τόσο, αλλά και πάλι σουτέρ (ή αν θέλετε σκόρερ) δεν θα υπάρχουν. Αν δείτε την μελλοντική σύνθεση της ομάδας, θα διαπιστώσετε ακόμη ότι αυτοί που θα την στελεχώνουν σε μεγάλο βαθμό δεν θα προέρχονται από τη δική μας παραγωγική διαδικασία ή και αν προέρχονται, θα έχει παίξει μικρό ρόλο στην εξέλιξη τους. Ο Γιάννης, όσο κι αν κάποιοι θέλουν να πουν το αντίθετο, το μπάσκετ το μαθαίνει στην Αμερική. Το ίδιο και ο Θανάσης. Ο Καλάθης ήταν στη Φλόριντα, ο Κουφός δεν έχει καμμία σχέση με τα ελληνικά προγράμματα. Ο Ντόρσει το ίδιο, και αν μπει ο Ογκαστ στη σύνθεση , τότε θα έχουμε να λέμε για το σπουδαίο Νοτρ Νταμ (ή Ντέιμ). Ο Παπαπέτρου εξέλιξε τα βασικά του επίσης στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και ο Παπαγιάννης, αν τελικά γίνει παιχτάρα, θα το χρωστάει περισσότερο στον Ντίβατς και λιγότερο σε ο,τι έχει κάνει μέχρι τώρα στην καριέρα του.
Μην κοροιδευόμαστε. Μετά τη γενιά των τριών μεγάλων πλέι μέικερ , παίκτες βγαίνουν συγκυριακά και αυτό δεν χρειάζεται να είναι κανείς Αινστάη (sic) για να το αντιληφθεί. Η ελληνική μπασκετική σχολή είναι προϊον μυθοπλασίας, και έχει παραχθεί από αυτοαναφορικές καταγραφές όσων έχουν κατά καιρούς κερδίσει μετάλλια με μικρές ή μεγάλες εθνικές. Στο μπάσκετ έχουμε μεγάλες επιτυχίες γιατί υπάρχουν προπονητές που δούλεψαν μόνοι τους ή δίπλα σε τέρατα, δυο - τρεις φουρνιές με παιχταράδες , και ένα σωρό λεφτά από τους ιδιοκτήτες των Ολυμπιακού και Παναθηναικού. Και επίσης γιατί πολλοί άλλοι αγαπούν το άθλημα. Σε καμμία περίπτωση όμως δεν υπάρχουν οι δομές που θα εξελίξουν το ταλέντο, και δη το επιθετικό.
Αυτά μάλλον τα ξέρετε ήδη και δεν θέλω να μπω και σε πράγματα που είναι των δημοσιογράφων. Συνεπώς ας μείνουμε στα του προπονητή. Ο Κατσικάρης μπορει να φύγει, και όποιος έρθει πρέπει να παρουσιάσει κάτι διαφορετικό από τα 34 τρίποντα από μέτριους σουτέρ. Δεν έχω ιδέα ποιος μπορεί να είναι, καθώς η (πουτάνα η) FIBA έχει πλέον βάλει στο πρόγραμμα και παιχνίδια των εθνικών μεσούσης εζόν, συνεπώς όπως θα έχετε ήδη πληροφορηθεί χρειάζεται κάποιος που θα ασχολείται αποκλειστικά με την εθνική. Ταυτόχρονα, κάποιος που να έχει προοπτική να παίξει γρήγορα, συγχρονα, με έμφαση στο spacing και την switch άμυνα, και που να μπορεί να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες του ρόστερ, όπως και του παίκτη που θα κλείσει την καριέρα του ως μακράν ο καλύτερος Ελληνας μπασκετμπολίστας όλων των εποχών. Κάμποσα μαζεύονται, μήπως να συνεχίσουμε έτσι καλύτερα;
Κάτι άλλο προς το παρόν δεν θα γραφτεί, καθώς τώρα πίνω καφέ στο αεροδρόμιο της Ζυρίχης. Decaf, μη με πιάσουν και τα νεύρα μου στο ρημάδι. Λίγο πριν , περάσαμε μια βόλτα από το Rheinfall, εκεί όπου ο Ρήνος δημιουργεί τους μαγαλύτερους καταρράκτες της Ευρώπης. Το ακούει αυτό κανείς και ψαρώνει λιγάκι, αλλά στην πραγματικότητα οι καταρράκτες δεν είναι δα και σπουδαίοι. Όμορφα είναι πάντως.