Δεν θα προσπαθήσουμε να δώσουμε άλλοθι στον Κουφό μέσω του κειμένου αυτού για το γεγονός πως δεν βοήθησε επί της ουσίας την ΤΣΣΚΑ, στην πρώτη του σεζόν στην Ευρωλίγκα. Αντιθέτως θα προσπαθήσουμε να τοποθετήσουμε τα δεδομένα σε μια ρεαλιστική σφαίρα. Υπάρχουν κάποια βασικά κι απολύτως λογικά ελαφρυντικά που δε χωρούν ιδιαίτερης αμφισβήτησης και ξεδιαλύνουν το θόλο κάδρο. Διότι, καλώς ή κακώς, υπήρχαν φορές που η εικόνα του Κουφού δεν θύμιζε πρώην NBAer, αλλά παίκτη που προήλθε από κάποια μικρομεσαία ομάδα της VTB - ήταν δηλαδή μια στρεβλή εικόνα, για την οποία υπάρχουν όμως κάμποσες πειστικές δικαιολογίες. Για να δούμε...
1) Πρώτον, δεν πρέπει να παραβλέπουμε πως αυτή ήταν μόλις η πρώτη του σεζόν στην Ευρώπη. Μπορεί να μιλάμε για έναν παίκτη με σοβαρές παραστάσεις, που παίζει επαγγελματικό μπάσκετ για τουλάχισον 11 χρόνια, όμως πέρασε όλη την καριέρα του στην Αμερική. Σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο, όπου το μπάσκετ έχει ως γνωστόν μεγάλες διαφορές, σε όλα τα επίπεδα, σε σχέση με την γηραιά ήπειρο. Ο Αντρέι Βατούτιν, μάλιστα, είχε δηλώσει σε μια σύνεντευξη του στα τέλη του περασμένου Δεκέμβρη πως "δεν έχουμε παράπονα από τον Κουφό, αλλά δεν έχει αρκετή γνώση του ευρωπαϊκού μπάσκετ και του πως είναι να προπονείσαι κάπου, δεν έχουν και χρόνο (σ.σ. στο ΝΒΑ), επειδή μερικές φορές παίζουν και τρία παιχνίδια την εβδομάδα".
Κοινώς, ο έμπειρος σέντερ φάνηκε να αντιμετωπίζει από νωρίς δυσκολίες, αναφορικά με την προσαρμογή του στα νέα δεδομένα. Χρειαζόταν χρόνο κι υπομονή, προκειμένου να φτάσει σε σημείο όπου θα μάθει την γενικότερη κατεύθυνση των πραγμάτων στην Ευρώπη, τον ρυθμό και την ένταση των προπονήσεων, τον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας του και των αντιπάλων του, τα γήπεδα κτλ. Μπορεί να ισχύει κατά βάση η λαϊκή ρήση πως "ο καλός παίκτης παίζει κατευθείαν", ωστόσο πρέπει να λάβουμε υπόψη πως η κάθε μονάδα είναι διαφορετική, τόσο σε αγωνιστικό επίπεδο, όσο και σε ψυχοσύνθεση.
2) Από εκεί και πέρα, ο Κουφός βρήκε μερικά ακόμη εμπόδια μπροστά του, πριν την έναρξη, αλλά και κατά την διάρκεια της σεζόν. Είχε χάσει σημαντικό μέρος της προετοιμασίας λόγω τραυματισμού. Το διάστημα που έμεινε εκτός ήταν λίγο πριν το Gomelsky Cup, το οποίο είναι κάτι σαν την... τελική πρόβα της "ομάδας του στρατού", πριν το πρώτο επίσημο τζάμπολ της χρονιάς. Ο Κουφός όχι μόνο απουσίασε από εκείνα τα σημαντικά pre-season παιχνίδια, αλλά έμεινε στα πιτς τελικά για ακόμη μεγαλύτερο διάστημα από αυτό που αρχικά είχε εκτιμηθεί. Έχουμε δει αρκετούς παίκτες που τραυματίζονται στην προετοιμασία, να χάνουν τη... φόρα τους και τον όποιο ρυθμό μπορεί να έχουν εκείνη την περίοδο και να αργούν να μπουν στη σεζόν.
Το ντεμπούτο του ανέτοιμου Κουφού πήγε αρκετά πίσω και πραγματοποιήθηκε στις 8 Νοέμβριου, στο παιχνίδι της ΤΣΣΚΑ απέναντι στην Βιλερμπάν στο Αστρομπάλ. Ήταν ένα ματς όπου η ομάδα του ηττήθηκε κιόλας κι η επιστροφή του στην δράση δε συνδυάστηκε με ένα καλό αποτέλεσμα, χωρίς βέβαια να ευθύνεται ο ίδιος για την ήττα. Σε κάθε περίπτωση, καταλαβαίνουμε όλοι πως την ώρα που οι συμπαίκτες του έδειχναν να έχουν ρολάρει, εκείνος προσπαθούσε να επανέλθει και βρισκόταν φανερά "πιο πίσω" από πλευράς ετοιμότητας. Ο τραυματισμός του τον ταλαιπώρησε αρκετά και δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μιλάμε για ένα μεγάλο κορμί (2.13μ.) που έχει περάσει τα 30 έτη.
3) Ένας ακόμη παράγοντας που αρκετός κόσμος δεν έλαβε ποτέ σοβαρά κατά νου, είναι ο Κάιλ Χάινς. Πόσο εύκολο είναι να γίνει κάποιος βασικός, ο οποισδήποτε σέντερ κι όχι συγκεκριμένα ο Κουφός, όταν υπάρχει ο Χάινς στην front line; Και δεν το λέμε αυτό επειδή ο άλλοτε σέντερ του Ολυμπιακού είναι... Ολάζουον. Προφανώς, η ομάδα εδώ και χρόνια είναι σεταρισμένη πάνω στον έμπειρο Αμερικανό, ο οποίος παίζει σταθερά πάνω από 22-23 λεπτά ανά παιχνίδι. Δεν μπορεί να εκτοπιστεί εύκολα από την πεντάδα, αφενός γιατί αποτελεί μεγάλη κλάση για την Ευρώπη και διαθέτει απίστευτη εμπειρία, αφετέρου διότι είναι θεμέλιος λίθος για την αμυντική γραμμή της "αρκούδας". Τόσο λοιπόν αγωνιστικά, όσο και σαν προσωπικότητα, ο Χάινς έχει κερδίσει το δικαίωμα να θεωρείται ακλόνητος και να έχει εγγυημένο χρόνο συμμετοχής στα παιχνίδια της ΤΣΣΚΑ.
Είναι ξεκάθαρο πως εφόσον ο Κουφός μοιραζόταν την θέση "5" με τους Μπολομπόι και Φόγκτμαν φερειπείν, δεν θα έπαιζε φέτος 9:33' κατά μέσο όρο, αλλά σαφώς περισσότερο. Το πρόβλημα με τον ομογενή σέντερ ήταν εξ' αρχής το εξής: αμοιβόταν σαν βασικός, ενώ πρακτικά ανέκαθεν αποτελούσε ρεζέρβα. Το κασέ του είναι υπερβολικά υψηλό για παίκτη που έρχεται από τον πάγκο και φυσικά δυσανάλογο της (χαμηλής) προσφοράς του.
Ας αναλογιστούμε, όμως, κάπου εδώ κάτι άλλο. Πόσο εύκολο θα ήταν για έναν παίκτη που ως επί το πλείστον στην καριέρα του ήταν ρολίστας και συμπληρωματικός, να γίνει αιχμή του δόρατος; Σκεφτείτε πως κάτι παρόμοιο συνέβη φέτος στον Παναθηναϊκό με τον Ουέσλι Τζόνσον, σε μια άλλη θέση της πένταδας, βέβαια. Το κοινό περίμενε από έναν φύση αναπληρωματικό, να κάνει... παπάδες. Ο Κουφός είχε "ρυθμίσει" με το πέρασμα των ετών με τέτοιο τρόπο το παιχνίδι, ώστε θα ήταν χρονοβόρο - κι ίσως δεν γινόταν και ποτέ, κάτι που είδαμε να συμβαίνει - να αλλάξει δραματικά αυτό το στάτους.
4) Η σεζόν της ΤΣΣΚΑ γενικότερα. Φέτος η ρωσική ομάδα δεν ήταν τόσο επιβλητική όσο πέρσι και πρόπερσι. Σε 28 παιχνίδια είχε 9 ήττες, τη στιγμή που την περασμένη διετία είχε μόλις 12 χαμένα ροζ φύλλα σε 60 αναμετρήσεις στην Regular Season. Δεν διεκδίκησε την πρωτιά όπως έκανε συνήθως, παρά μόνο το πλεονέκτημα έδρας, δηλαδή την τετράδα. Έγιναν αλλαγές πέρσι το καλοκαίρι στο ρόστερ κι υπήρχε η διάθεση να υπάρξουν μικρές/μεγάλες τροποποιήσεις στον τρόπο παιχνιδιού. Όλα αυτά κόστισαν κάποια αποτέλεσματα και προκάλεσαν μια γενικότερη αίσθηση πως η ομάδα είναι πλέον ένα "κλικ" λιγότερο ισχυρή, συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια που κυριαρχούσε.
Σε μια ΤΣΣΚΑ που θα πήγαινε τρένο και θα είχε όλα τα προβλήματα της λυμένα, ο Κουφός, φυσιολογικά, θα έβρισκε περισσότερο πρόσφορο έδαφος και από πλευράς λεπτών, αλλά κι υπό την μορφή πίστωσης χρόνου. Προσωπική εκτίμηση μου είναι πως αν δεν είχε υπάρξει ο σοβαρός τραυματισμός του Κλάιμπερν, ο οποίος αποσυντόνισε σε μεγάλο βαθμό την ομάδα και τον κόουτς, η είσοδος του Κουφού στο ροτέισον θα ήταν πιο εύκολη. Ο οργανισμός κατανάλωσε αρκετή ενέργεια στο να βρει αντί-Κλάιμπερν (Σαντ-Ρος) και στο να επαναρυθμιστεί, μετά από αυτή την καθοριστική απώλεια, κάτι που σημαίνει πως άλλοι παίκτες που υπό νορμάλ συνθήκες θα ετοιμάζονταν να μπουν στην... ροή (Κουφος, αλλά και Μπέικερ), συνέχισαν να μην αποτελούν προτεραιότητες, αφού η βασική πλέον ήταν "να βρούμε γρήγορα αντί-Κλάιμπερν". Γιατί αυτό ήταν το ζήτημα που πραγματικά "έκαιγε", από ένα σημείο κι ύστερα, την ΤΣΣΚΑ κι όχι το πώς θα κάνει τα 9 λεπτά του Κουφού, 15 και αντίστοιχα τα 10 του Μπέικερ, 20.
Ήταν μια λανθασμένη επιλογή τελικά;
Εκ του αποτελέσματος, αποδείχθηκε πως ναι. Ο Κουφός δεν μπόρεσε να προσφέρει με διάρκεια και σταθερότητα, σε σκορ και ριμπάουντ στην γραμμή κρούσης της ΤΣΣΚΑ. Ο κόουτς Ιτούδης, ομολογουμένως, δεν πήρε πολλά πράγματα από τον βετεράνο. Έφαγε το μεγαλύτερο κομμάτι της σεζόν ψάχνοντας τα... πατήματα του. Μόνο σε μερικά από τα τελευταία παιχνίδια προ διακοπής, έδειξε να πατάει κάπως καλύτερα, σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες. Έχασε κι αρκετά παιχνίδια εν τω μεταξύ, με αποτέλεσμα να μην καταφέρει να πατήσει παρκέ σε μια ευρεία σειρά αγώνων, ώστε να βρει έναν ρυθμό.
Όμως, το περασμένο καλοκαίρι, όταν η ΤΣΣΚΑ υπέγραφε τον Κουφό, η μεταγραφή ηχούσε μια χαρά στ' αυτιά των φιλάθλων. Υπήρχε παράλληλα κι ανυπομονήσια, να τον δούμε να αγωνίζεται στα... μέρη μας, αφού καλώς ή κακώς αρκετός κόσμος που δεν ασχολείται συστηματικά με το NBA, δεν είχε εικόνα του παίκτη όλα αυτά τα χρόνια. Οι Ρώσοι αποκτούσαν έναν διεθνή αθλητή με καλό όνομα και 700+ παιχνίδια στον "μαγικό κόσμο", σε καλή ηλικία παράλληλα. Ήταν υπερβολικά τα χρήματα που δαπανήθηκαν γι' αυτή την μεταγραφή; Σίγουρα κι ίσως αυτό να ήταν το μοναδικό λάθος της ΤΣΣΚΑ. Καλώς τον απέκτησε και θέλησε να τον δοκιμάσει, όμως με τα χρήματα που διέθεσε, θα μπορούσε είτε να έχει πάρει 2-3 παίκτες, είτε έναν, αλλά από κορυφαίο ράφι.
Εν κατακλείδι, η σεζόν δεν του πήγε καλά σε ατομικό επίπεδο κι αυτό είναι όλο. Η μεταγραφή δεν βγήκε, η ΤΣΣΚΑ θα ψάξει για κάτι διαφορετικό (όπως έκανε και στο παρελθόν όταν δεν "λειτούργησε" ο Φρίλαντ) κι η ζωή προχωρά. Κατά τη γνώμη μου, ο παίκτης δεν πρέπει να υποτιμηθεί σε βαθμό πλήρους απαξίωσης, καθώς έχει δείξει κατά το παρελθόν πως έχει ποιότητα κι αναμφίβολα δεν είναι για... πέταμα. Ίσως μια δεύτερη σεζόν στην Ευρώπη, σε ένα άλλο κλαμπ και με μικρότερο συμβόλαιο (κάτι που θα σήμαινε και "κατέβασμα" του πήχη των προσδοκιών), να του έκανε καλό.