Από το 2004-5 και μετά όταν εφαρμόστηκαν τα πλέι-οφ στην Ευρωλίγκα η ΤΣΣΚΑ είναι κάτι σαν καθεστώς. Με εξαίρεση μία χρονιά (20010-11), όταν δεν προκρίθηκε καν από την πρώτη φάση, η ρωσική ομάδα απλά δεν χάνει (κυριολεκτικά) σε σειρές πλέι-οφ. Όπως δεν χάνει και στην έδρα της. Ιδού και οι αποδείξεις:
Η ΤΣΣΚΑ είναι η ομάδα με τις περισσότερες παρουσίες σε πλέι-οφ της Ευρωλίγκα. 14 με τη φετινή. Στις 13 προηγούμενες είχε σε όλες το πλεονέκτημα της έδρας και πήρε ισάριθμες προκρίσεις σε φάιναλ-φορ. Κάτι που καμία άλλη ομάδα δεν μπορεί καν να πλησιάσει! Υπάρχει και... χειρότερο (για τους αντιπάλους της) ρεκόρ. Σε 25 εντός έδρας αγώνες πλέι-οφ έχει χάσει όλη κι όλη μία φορά! Τη σεζόν 2007-08 από τον Ολυμπιακό (σε best of 3 σειρά μάλιστα) στον πρώτο αγώνα, αλλά πήγε μετά στο ΣΕΦ και έκανε περίπατο.
Ποσοστό επιτυχίας εντός έδρας; 96%. Όχι ότι εκτός πάει άσχημα, με 11 νίκες σε 19 ματς (58%) αλλά της αρκεί η έδρα.
Η μάχη της ρακέτας
Τα δεδομένα λοιπόν είναι υπέρ της ΤΣΣΚΑ και όχι υπέρ της «διοργανώτριας» του φάιναλ-φορ σε ένα μήνα από σήμερα. Μπορεί η Megasport Arena ή τα γήπεδα που στο παρελθόν χρησιμοποίησε η ΤΣΣΚΑ να μην είναι αυτό που αποκαλούμε «έδρα», αφού η ατμόσφαιρα παραπέμπει περισσότερο σε θέαμα από τα μπαλέτα Μπολσόι ξερωγώ, είναι όμως ένας ιδιαίτερος παράγοντας. Που κυρίως δίνει σιγουριά στην ομάδα του Ιτούδη.
Φέτος, πάντως, έχασε από τη Μακάμπι και τη Φενέρ (κλασικά...), φλέρταρε με την ήττα στα ματς με Νταρουσάφακα και Ζαλγκίρις (όπου έτυχε, ω του θαύματος, χείρας βοηθείας της γραμματείας, με τους Λιθουανούς μάλιστα εξώφθαλμης) και γενικώς δεν έπεισε για τη dominance παλαιότερων χρόνων, όπου οι αντίπαλοι έχαναν πριν καν προσγειωθούν στο Σερεμέτιεβο.
Θεωρητικά η ΤΣΣΚΑ σε σύγκριση με την περσινή ομάδα είναι πιο γεμάτη. Με πιο έμπειρους τους Κλάιμπερν και Χίγκινς, με τους Ντε Κολό-Τσάτσο να συνεργάζονται άψογα και (κυρίως) τον Χάκετ να προσφέρει πολλά περισσότερα σε άμυνα και επίθεση από τον Βέστερμαν στην περιφέρεια. Δεν είναι όμως ακριβώς έτσι και στη ρακέτα. Καλοί-χρυσοί οι Χάινς και Χάντερ, αλλά έχουν επιβαρυνθεί με έναν ακόμη χρόνο, με μπόλικη ταλαιπωρία από ταξίδια, συνεχείς αγώνες και δίχως ουσιαστική βοήθεια, αφού αυτός ο Μπολομπόι που προστέθηκε το καλοκαίρι δεν φημίζεται αφενός για τη σταθερότητά του, αφετέρου για το παιχνίδι του στο χρωματιστό. Και εκεί έγκειται η πρώτη αδυναμία της ΤΣΣΚΑ. Σε ένα κομμάτι του παιχνιδιού όπου η Μπασκόνια μετά την επιστροφή του Τόρνικε Σενγκέλια έχει να επιδείξει τρία μεγάλα και δυνατά κορμιά, αφού εκτός του Γεωργιανού υπάρχουν οι Πουαριέ και Φόιχτμαν που γεμίζουν τη ρακέτα των Βάσκων.
Δεν το λέμε μόνο εμείς, το λένε και τα σχετικά στοιχεία από τα γραφήματα του Panagiotis S. Η Μπασκόνια είναι μία από τις τρεις ομάδες (οι άλλες δύο είναι Ρεάλ και Μπαρτσελόνα) που επιτρέπει στους αντιπάλους της να σκοράρουν με ποσοστό μόλις 60% εντός ρακέτας, όταν ο μέσος όρος της διοργάνωσης είναι πάνω από 65%. Και κάτι μας λέει ότι οι μικροί το δέμας (σε σύγκριση με την τετράδα των αντιπάλων τους προσθέτοντας και τον Σενεγαλέζο Ντιόπ) Χάινς και Χάντερ θα έχουν τα θεματάκια τους.
Aς δούμε και μερικά βασικά στατιστικά στοιχεία από το badbasket.gr.
ΤΣΣΚΑ ΜΟΣΧΑΣ |
ΜΠΑΣΚΟΝΙΑ |
|
120,3 (2η) |
OFFENSIVE RATING |
113 (6η) |
111,3 (9η) |
DEFENSIVE RATING |
110 (6η) |
9 |
NET RATING |
3,1 |
55,4% (5η) |
% EFG |
54,2% (8η) |
52,9% (3η) |
% EFG ΑΝΤΙΠΑΛΩΝ |
54% (9η) |
Η ΤΣΣΚΑ
Η παράδοση πάντως λέει ΤΣΣΚΑ. Η ρωσική ομάδα μετράει 16 συνεχόμενες εντός έδρας νίκες, αφού έχει να χάσει από το Top-16 της πρώτης της σεζόν στη διοργάνωση (2001-2). Α, έχασε και στον ημιτελικό του δικού της φάιναλ-φορ το 2005 αλλά δεν... μετράει. Προσθέστε ότι από τις 13 προκρίσεις της σε πλέι-οφ οι τρεις έχουν επιτευχθεί επί της Μπασκόνια (2010, 2013, 2017) για να έχετε όλο το κάδρο.
Ο Ιτούδης φέτος πήγε σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια σε ένα σαφώς πιο ανοιχτό ροτέισον, αφού 11 παίκτες του έπαιξαν σε περισσότερα από 20 ματς, κάτι κάθε άλλο παρά σύνηθες. Δεν είχε σταθερές όσον αφορά στην αρχική πεντάδα, με τους Τσάτσο-Ντε Κολό και Χάκετ να εναλλάσονται ανάλογα με τον αντίπαλο. Πολλές φορές ανέβαζε τον μέσο όρο ύψους με τους Αντόνοβ ή Κουρμπάνοβ (κυρίως τον δεύτερο, ο οποίος αναβαθμίστηκε) ενώ από εκεί και πέρα Χίγκινς-Κλάιμπερν έβγαιναν μόνο για ανάσες, ενώ Χάινς και Χάντερ συμπλήρωναν ο ένας τον άλλο. Σίγουρα περίμενε κάτι περισσότερο από τον Αμερικανό σουτέρ Πίτερς, ο οποίος ναι μεν σούταρε με 45% στο τρίποντο, δεν είχε όμως την απαιτούμενη σταθερότητα, ενώ ο Μπολομπόι όπως προαναφέραμε δεν ήταν και τακτικός θαμώνας της ρακέτας.
Αυτός του οποίου ο ρόλος περιορίστηκε ειδικά στο 2ο μισό της σεζόν ήταν ο βετεράνος Αντρέι Βοροντσέβιτς, ο οποίος έκανε cameo εμφανίσεις, ενώ τον τελευταίο ενάμιση μήνα έπαιξε μόλις 7 λεπτά σε δύο ματς. Η εμπειρία του όμως ίσως φανεί χρήσιμη στα ματς με τη Μπασκόνια. Πιθανολογώ ότι αυτό συνέβη χάρην της άμυνας, καθώς πολλές φορές ο Ιτούδης καταφεύγει σε ευέλικτα σχήματα (Χάκετ, Χίγκινς, Κουρμπάνοφ, Κλάιμπερν και ένας ψηλός), τα οποία μπορούν να αλλάξουν σε όλα τα σκριν και να πιέσουν, αλλάζοντας την ροή του παιχνιδιού. Είναι και αυτό ένα νέο όπλο του Έλληνα τεχνικού.
Η Μπασκόνια
Για τους αποκαλούμενους «Βάσκους» (που και φέτος χρησιμοποίησαν όλον κι όλο έναν Ισπανό, τον Μιγκέλ Γκονζάλες για συνολικά 5’48’’ σε έξι ματς) ισχύει το «ουδέν κακό αμιγές καλού». Απέλυσαν τον Πέδρο Μαρτίνεθ όταν τίποτα δεν δούλευε σωστά και επανέφεραν τον Περάσοβιτς, ο οποίος τους οδήγησε στα πλέι-οφ. Έχασαν από νωρίς τον Τζέισον Γκρέιντζερ και ξεπετάχθηκε ο Αργεντίνος Βιλντόζα ως νέος Πριχιόνι. Τραυματίστηκε σοβαρά ο Σενγκέλια, βρήκε ευκαιρία ο Φόιχτμαν να ξεδιπλώσει το πλούσιο ταλέντο του με απανωτά double-double και εξαιρετικές συνεργασίες με τον Πουαριέ. Με την ταυτόχρονη παρουσία των δύο ψηλών (που τρέχουν γρήγορα και στον αιφνιδιασμό), το γήπεδο ανοίγει σα βεντάλια.
Ο Περάσοβιτς, ακόμη και στην περίπτωση των δύο «ρούκι» στην Ευρωλίγκα Αμερικανών είχε την υπομονή να τους περιμένει να δείξουν τα καλά τους στοιχεία και να βοηθήσουν ουσιαστικά. Πάρτε παράδειγμα τον Σέιβον Σιλντς. Στις πρώτες 17 αγωνιστικές είχε 7,6 πόντους, 2,5 ριμπάουντ, 0,6 ασίστ. Τις 12 τελευταίες; 12,7 πόντοι (+5), 3,6 ριμπάουντ (+1,1), 1,8 ασίστ (+1,2) μέσο όρο. Λιγότερο εντυπωσιακή αλλά και πάλι βελτιωμένη σε σχέση με τον 1ο γύρο ήταν και η παρουσία του πρώην ΝΒΑερ Νταρούν Χίλιαρντ. Από τους 8,5 στους 9,5 πόντους, από τα 2,5 ριμπάουντ στα 3,2 από τις 0,9 ασίστ στις 1,3.
Αυτός πάντως που έκανε το ξεπέταγμα ήταν το δίχως άλλο ο Λούκα Βιλντόζα. Στη μόλις δεύτερη σεζόν του στη διοργάνωση διπλασίασε τους μέσους όρους του (9,7 πόντοι από 4,5, 3,8 ασίστ από 2, 2,1 ριμπάουντ από 1,1), βελτίωσε τις ευστοχίες του και πήρε ρόλο πρωταγωνιστή δίπλα στο «δάσκαλο» Ουέρτας. Σε όλα τα παραπάνω προσθέστε την επιστροφή στη δράση για τον ηγέτη αυτής της ομάδας Τόρνικε Σενγκέλια, ο οποίος έχασε σχεδόν όλο τον 2ο γύρο (είχε χτυπήσει μετά το 15ο ματς της σεζόν με τη Χίμκι στη Μόσχα και επέστρεψε σε αυτό με την ΤΣΣΚΑ για την τελευταία αγωνιστική). Σίγουρα οι μήνες απουσίας θα έχουν επηρεάσει τη φυσική του κατάσταση, όμως και πάλι η παρουσία του και μόνο μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Συνοπτικά
Η ΤΣΣΚΑ απέναντι στην Μπασκόνια έχει ένα βασικό ντεφό, το μέγεθος κάτω από το καλάθι. Κατά τα λοιπά όμως, είναι πληρέσταστη, ενώ στον πρόσφατο αγώνα μεταξύ των δύο ομάδων έδειξε πως μπορεί να συγκρατήσει την ορμή των Βάσκων στο transition, με την χρήση των ευέλικτων σχημάτων. Ο Περάσοβιτς θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος για αυτά, καθώς οι παίκτες του θα βρίσκονται συνέχεια με έναν γρήγορο προσωπικό αντίπαλο πάνω τους. Επίσης, το "υπερόπλο" Κλάιμπερν αποτελεί ο,τι καλύτερο για να αναχαιτιστεί η δράση του Σενγκέλια, πριν καν εκείνος πάρει την μπαλα. Τέλος, το γεγονός πως οι Ρώσοι έχουν την πληρέστερη γραμμή γκαρντ στην διοργάνωση, με κάνει να πιστεύω πως πολύ δύσκολα η Μπασκόνια θα καταφέρει να επιβιώσει σειράς πέντε παιχνιδιών απέναντι τους. Ίσως ένα-δυο αποτελέσματα έρθουν "ανάποδα", παρόλα αυτά οι Χίγκινς-Τσάτσο-Ντε Κολό αντιμετωπίζονται όλοι μαζί κυρίως με ... προσευχές. Φανταστείτε να συνεχίσει και ο Χάκετ στους ρυθμούς που είχε από τη μέση της σεζόν και μετά.