Το γεγονός πως το σωφρονιστικό σύστημα (το πόσο δόκιμος είναι αυτός όρος είναι μια συζήτηση για άλλη στιγμή) στις Η.Π.Α. αποτελεί μια πολυεπίπεδη κερδοσκοπική επιχείρηση δεν είναι είδηση. Ούτε και το φυλετικό πρόσημο της κερδοσκοπίας αυτής (προτείνεται σχετικά το “13th” στο Netflix για να πάρετε μια γεύση). Τα δομικά προβλήματα δεν βρίσκουν λύση, ακριβώς γιατί η αστυνόμευση, o σωφρονισμός και το οικονομικό κέρδος αλληλοτροφοδοτούνται, με τελικό χαμένο τα φτωχότερα στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας, ιδίως τις μαύρες και μειονοτικές κοινότητες.
Το θέμα συζήτησης εν προκειμένω αποτελεί ο Tom Gores, ιδιοκτήτης των Detroit Pistons και της εταιρείας ιδιωτικών κεφαλαίων Platinum Equity, μέσω της οποίας αγόρασε το 2017 την Securus. Η τελευταία “παρέχει” υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών σε κρατούμενους. Πέρα από τις υπέρογκες χρεώσεις για τα πακέτα τους, σύμφωνα με την οργάνωση “Worth Rises” που ανέδειξε το θέμα, η Securus έχει στο παλμαρέ της διοικητικά πρόστιμα, κενά ασφαλείας, παρακολούθηση και price fixing. Όλες τις ομορφιές που περιμένει κανείς από τέτοιου τύπου ευαγή ιδρύματα.
Σε μια άλλη εποχή ίσως να μην είχε ανοίξει μύτη, ωστόσο με όσα συμβαίνουν στις ΗΠΑ και το ΝΒΑ τον τελευταίο χρόνο, η δραστηριότητα ενός ιδιοκτήτη που κερδοσκοπεί σε βάρος ήδη επιβαρυμένων κοινωνικών ομάδων και ατόμων, πλέκοντας ακόμα σφιχτότερα τον ιστό που τους κρατά σε αδιέξοδο, δικαίως αν και απροσδόκητα, μπαίνει στο στόχαστρο. Η εκμετάλλευση της ανθρώπινης ανάγκης για επικοινωνία, σε ένα περιβάλλον που δεν υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές, μα ακόμα περισσότερο σε καθεστώς πλέον πολλαπλού εγκλεισμού (η δυνατότητα επισκεπτηρίων είναι περιορισμένη τον τελευταίο χρόνο), είναι χυδαία σε κάθε περίπτωση. Και όταν ακολουθούνται μονοπωλιακές πρακτικές σε συνεργασία με τις φυλακές, επιβεβαιώνεται για πολλοστή φορά πόσο ακριβό είναι να είσαι φτωχός.
Η διαδικασία της τιμωρίας ενός εγκληματία δεν (πρέπει να) επαφίεται στην ιδιωτική πρωτοβουλία, και η επιβάρυνση αυτού του είδους, σε ανθρώπους που στερούνται τη δυνατότητα επιλογής ή προστασίας, δεν αποτελεί μέρος της ποινής τους. Ούτως ή άλλως ένα τέτοιο σκεπτικό κατηγοριοποιεί τους φυλακισμένους συλλήβδην κάτω από μια ασαφή ταμπέλα “εγκληματιών”, σαν ανθρώπους κατώτερης βαθμίδας.
Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία στο Detroit Free Press, όπου μια μητέρα μιλάει για το ότι χρειάζεται περίπου $100 τον μήνα για να μιλήσει στον 18χρονο γιο της στη φυλακή -φανταστείτε το λίγο. Για ποιον σωφρονισμό μιλάμε; Κι αν δεν είναι όλοι οι κρατούμενοι 18 ετών, κάθε άνθρωπος έχει ανάγκη επικοινωνίας και σε κάθε περίπτωση οι κανόνες και οι διαδικασίες υπάρχουν για να προστατεύουν αυτόν που έχει ανάγκη, όχι για να εκδικούνται αυτόν που κρίνεται χειρότερος.
Δεν είναι ότι έχουμε καμία ψευδαίσθηση ότι οι περιουσίες των ιδιοκτητών του NBA έχουν χτιστεί πάνω σε θεμέλια αλληλεγγύης και δικαιοσύνης - άλλωστε κάθε συσσώρευση πλούτου αυτού του μεγέθους ενέχει το στοιχείο της εκμετάλλευσης, δεν γίνεται αλλιώς. Το ότι κάτι είναι αναμενόμενο όμως, δεν το καθιστά ταυτόχρονα και δικαιολογημένο.
Υπάρχει λοιπόν μια γραμμή που ακόμα και όσοι αποδέχονται την πραγματικότητα του κόσμου ως έχει, αναγκάζονται να πουν “ως εδώ”, έστω κι αν η αγανάκτησή τους είναι βραχύβια και εξατομικευμένη. Ο Tom Gores διέβη αυτόν τον Ρουβίκωνα, και θα δούμε πώς θα καταλήξει. Ήδη από τον Οκτώβριο, για τον ίδιο λόγο, εκδιώχθηκε από το διοικητικό συμβούλιο του Los Angeles County Museum of Art.
Ο ίδιος σε διάφορες απαντήσεις του αναφέρει πως με αφορμή την εξαγορά θα μεταρρυθμίσει προς το δικαιότερο τις πρακτικές της εταιρείας και πρόκειται να “ασχοληθεί με τα πολιτικά, κοινωνικά, ρατσιστικά και οικονομικά ζητήματα που ταλαιπωρούν την Αμερική σήμερα”. Σαν απόδειξη φέρνει ως παράδειγμα τη μείωση των χρεώσεων κατά 30% αυτά τα χρόνια1. Τρίχες. Η ωμή κερδοσκοπία δεν αναμορφώνεται. Μάλιστα δηλώνει πληγωμένος που καλείται να αποσυρθεί από την εταιρεία και θέλει να φέρει αλλαγές, που όμως χρειάζονται χρόνο. Οι φράση “billionaire needs time” κάπου ακούγεται γελοία.
Η επόμενη σκέψη είναι: “κι αν δεν είναι αυτός, θα είναι κάποιος άλλος, γιατί ασχολούμαστε;” και πράγματι η κατάσταση μοιάζει ως συνήθως ένα αέναο catch-22. Ωστόσο, η εξέχουσα θέση του Gores και η φήμη του ως ιδιοκτήτη ενός NBA franchise έχουν σημασία. Όχι γιατί το NBA και ο κόσμος μπορεί να τον πιέσει να αποσυρθεί από την εταιρεία ή να μειώσει τις τιμές, αλλά επειδή ακριβώς ανοίγει στο κοινό ένα θέμα που δεν είναι εμπορικό. Το ζήτημα δεν είναι ο Tom Gores, αλλά όλο το παιχνίδι που στήνεται σε βάρος των κρατουμένων, των οικογενειών τους και εν τέλει ενός συστήματος σωφρονισμού που σκοπό δεν έχει καμία επανένταξη, καμία ευαισθησία προς τις κοινωνικές ομάδες που πλήττονται, καθώς κάτι τέτοιο έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τα συμφέροντά του, με όσα ωραία λόγια ή μεταρρυθμίσεις και αν ντυθεί. H φήμη χρησιμοποιείται για να γίνουν παρόμοιες εταιρείες “toxic assets”, όπως το θέτει η Bianca Tylek, ιδρυτής και εκτελεστική διευθύντρια της “Worth Rises”.
Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι αν ο Tom Gores προσωπικά, θα είναι ιδιοκτήτης της Securus. Άλλωστε, και ας βγάλει ο καθένας το συμπέρασμα που θέλει από αυτό, είναι ο ίδιος άνθρωπος που ξεκίνησε μια καμπάνια $10 εκατ. για την κρίση του νερού στο Flint του Michigan προ λίγων ετών, που δωρίζει σε φιλανθρωπίες στο Detroit και επανέφερε την έδρα των Pistons στο κέντρο της πόλης. Η NBPA (National Basketball Players Association), μέσω της εκτελεστικής διευθύντριας της, Michelle Roberts, έχει εκφραστεί θετικά για τον Gores και τις μεταρρυθμίσεις που έχουν εισαχθεί μετά την εξαγορά. Ο ίδιος λέει ότι δεν πιστεύει ότι τέτοιες εταιρείες πρέπει να είναι στα χέρια ιδιωτών (...) και χρηματοδοτεί προσπάθειες κατά του φαινομένου της υποτροπής. Εκμεταλλεύεται δηλαδή τους κρατούμενους και ύστερα επενδύει τα χρήματα τους σε καμπάνιες για να μην εγκληματίσουν εκ νέου. Ενδιαφέρον σχήμα.
Είναι ο ίδιος Gores που δημιούργησε τον πλούτο του εξαγοράζοντας, “καθαρίζοντας” και ξαναπουλώντας παρηκμασμένες εταιρείες2. Φυσικά μέρος αυτού του “συμμαζέματος” είναι οι μαζικές απολύσεις, πρακτική πολύ προσφιλής στον επιχειρηματικό κόσμο3. Κάθε μακροπρόθεσμη δήλωσή του για την Securus, προφανώς διαβάζεται με δυσπιστία, αν όχι ως προς την αλήθεια της, τουλάχιστον ως προς τα κίνητρά της. Σε άλλη συνέντευξή του στην LA Times χαρακτήρισε την αγορά “headline risk”, γεγονός που δείχνει τον μεγαλύτερο προβληματισμό γύρω από την εταιρεία.
Μοιάζει σχεδόν σκηνοθετημένο ότι όλο αυτό γίνεται από τον ιδιοκτήτη της ομάδας του Detroit, μιας πόλης διαλυμένης από τον οπορτουνισμό της κερδοσκοπίας και του ασύστολου κυνηγιού της οικονομικής ανάπτυξης. Μια πόλη που βίωσε και βιώνει βίαια τον απόηχο της κρίσης των στεγαστικών δανείων και μοιάζει βυθισμένη σε κινούμενη άμμο.
Ασφαλώς το τοπίο είναι διαφορετικό από πολιτεία σε πολιτεία. Το γεγονός αυτό κάνει μια ομογενή λύση ακόμη δυσκολότερη, αφού κάθε πολιτεία αποφασίζει για τα όρια που θα θέσει στις εταιρείες τηλεπικοινωνιών. Μέρος των εσόδων από αυτές επιστρέφεται στην πολιτεία, κι αυτό είναι άλλο ένα αντικίνητρο για μια πραγματική λύση. Η πόλη της Νέα Υόρκης και του San Francisco έχουν κάνει τις κλήσεις των κρατουμένων δωρεάν. Το Connecticut τα τελευταία χρόνια προσπαθεί να γίνει η πρώτη πολιτεία που θα εξασφαλίζει τη δωρεάν επικοινωνία στους κρατούμενούς του με τον έξω κόσμο4. Αξίζει να σημειωθεί πως το Connecticut είναι η πλουσιότερη πολιτεία των Η.Π.Α., και η πόλη της Νέας Υόρκης και το San Francisco από τις πλουσιότερες πόλεις. Για ακόμα μία φορά δηλαδή, “η φτώχεια είναι ακριβή υπόθεση”.
Η πιο πρόσφατη προσπάθεια να ρυθμιστεί το θέμα του κόστους των τηλεπικοινωνιών για τους κρατούμενους στις Η.Π.Α. είναι το H.R. 6389 (116th): Martha Wright Prison Phone Justice Act, το οποίο μεταξύ άλλων όριζε ανώτατα όρια χρεώσεων, την κατάργηση των χρεώσεων ανά κλήση αντί ανά χρόνο ομιλίας καθώς και την απαγόρευση προμηθειών και δωρεών στην πλευρά των φυλακών (τακτική που αποσκοπεί στην εξασφάλιση μονοπωλίων στην εκάστοτε κατάστημα). Το νομοσχέδιο εισήχθη μεν, αλλά δεν ψηφίστηκε από το Κογκρέσο.
Οι προμήθειες παράλληλα αποτελούν μεγάλο μέρος των εσόδων των μικρότερων φυλακών (όχι δηλαδή σε πολιτειακό επίπεδο), προσθέτοντας άλλο ένα κομμάτι στο κολάζ των κινήτρων να διατηρηθεί η κατάσταση ως έχει σήμερα - ή τουλάχιστον να μην αλλάξει στον πυρήνα της.
Στην τελική τα λόγια της Bianca ηχούν αληθινά όταν σχολιάζει πως είναι διαφορετικό να έχει μια εταιρεία κάποιες ηθικά αμφιλεγόμενες πρακτικές και παρεκκλίσεις και διαφορετικό να είναι ανήθικος ο πυρήνας των δραστηριοτήτων της - στην τελική το κέρδος αυτών των εταιρειών προέρχεται από την εκμετάλλευση των κρατουμένων που πληρώνουν ένα βασικό αγαθό ως πολυτέλεια.
Στην επιστολή παραίτησής του από το διοικητικό συμβούλιο του LACMA, ο Tom Gores έγραψε τα παρακάτω, τα οποία νομίζω ότι συνοψίζουν τα κίνητρα και το αγεφύρωτο χάσμα που υπάρχει μεταξύ θεωρίας και πραγματικότητας. Μπορεί άραγε ποτέ το κέρδος να συνυπάρχει πραγματικά δίπλα στον αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη: "We didn’t know when we acquired Securus that it would become a nexus for addressing the political, social, racial and economic issues roiling America today," the letter continued. "But now that we are here, we will not shy away from the hard work ahead. We’ve made substantial progress but there is more to do. We are investors and business operators, not activists, but we embrace the opportunity to make a meaningful impact in support of social justice, racial equity and criminal justice reform."
Σημειώσεις
1. Περισσότερα για τους αριθμούς μπορείτε να δείτε στη σελίδα του Worth Rises “Demand the NBA Force Tom Gores to Sell the Detroit Pistons”, ενώ στα ελληνικά το θέμα είχε αναδείξει το περιοδικό HUMBA! στη σελίδα του στο facebook ήδη από τον Δεκέμβρη.
2. Troubled companies made him billions. A prison phone investment made him enemies
3. Union-Tribune cuts 192 positions
4. Connecticut Lawmakers Want to Try Again to Make Prison Phone Calls Completely Free
Πηγές:
“Demand the NBA Force Tom Gores to Sell the Detroit Pistons”, στο Worth Rises
“Troubled companies made him billions. A prison phone investment made him enemies”, του Laurence Daramiento στους LA Times
“Under fire, Gores says he's committed to changing prison phone system, but needs time”, στο Crain’s Detroit Business
“Detroit Pistons owner Tom Gores steps down from L.A. art museum board after public pressure”, του Omari Sankofa II, στο Detroit Free Press