Οι εικόνες από τις συνεδριάσεις ήταν σχεδόν μετα-αποκαλυπτικές, λες και οι αίθουσες ήταν γεμάτες ραδιενέργεια.
Ιδού.
The Wisconsun Assembly and Senate both gaveled in @GovEvers' special session on police reform, then gaveled into recess. In other words, the session is still technically active, but nothing is happening. Here are the empty chambers. pic.twitter.com/PhpyK8gKdv
— Shawn Johnson (@SJohnsonWPR) August 31, 2020
Η είδηση πέρασε στα ψιλά, σε πλήρη αντίθεση με τις ενέργειες των Μπακς πριν ένα μήνα και η αλήθεια είναι πως δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά στον κόσμο των media. Η απεργία των "Ελαφιών" αφορούσε τον κόσμο του θεάματος, ενώ οι (μη) αποφάσεις των δυο οργάνων της πολιτείας που θα μπορούσαν να θεσμοθετήσουν, θεωρείται πως αφορούν τους λίγους. Ακόμη, καθώς η απεργία απλώθηκε κατόπι σε όλα τα σπορ, έστρεψε αναπόφευκτα την προσοχή επάνω της σε τέτοιο βαθμό, που η συνέχεια της κάλυψης αφορούσε τα πεπραγμένα στον αθλητικό χώρο, αντί για το πολιτικό πεδίο. Δεν είμαι καν σίγουρος αν οι αθλητές και οι αθλήτριες που απήργησαν έλαβαν την ανάλογη ενημέρωση. Και να την λάμβαναν όμως, τι θα μπορούσαν άραγε να κάνουν; Να συννενοηθούν μεταξύ τους, προκειμένου να παγώσουν εκ νέου κάθε αθλητική δραστηριότητα σε όλο το φάσμα των σπορ; Ας είμαστε σοβαρές, αυτά θα γίνονταν σε έναν κόσμο πολύ διαφορετικό.
Στον δικό μας - για να θυμηθούμε - συνέβησαν τα εξής. Λίγο μετά την απόφαση τους να μην εμφανιστούν στο παρκέ, οι Μπακς είχαν τηλεφωνική συνομιλία με τον γενικό εισαγγελέα της πολιτείας Τζος Κάουλ και τον αναπληρωτή κυβερνήτη Μαντέλα Μπαρνς, στελέχη του κόμματος των Δημοκρατικών, στους οποίους μετέφεραν μία σειρά από αιτήματα. Κατόπιν αυτών και υπό την ασφυκτική πίεση των διαδηλώσεων που ακολούθησαν την στεγνή απόπειρα δολοφονίας του Τζέικομπ Μπλέικ, ο κυβερνήτης του Ουσκόνσιν Τόνι Έβερς, επίσης εκλεγμένος με τους Δημοκρατικούς, κάλεσε τα δύο νομοθετικά όργανα να πάρουν αποφάσεις. Εκείνα συγκλήθηκαν, αλλά απλώς δεν έκαναν τίποτα. Λεπτομέρεια; Τόσο η πολιτειακή γερουσία (state senate), όσο και η συνέλευση (state Assembly), ελέγχονται από τους ρεπουμπλικάνους, με αποτέλεσμα το αντιπροσωπευτικό σύστημα της δημοκρατίας να συμπλεύσει θριαμβευτικά με τις θεμελιακές του αξίες: Καμία αλλαγή, για κανέναν σοβαρό λόγο.
Διαβάζοντας όλα αυτά, θα μπορούσε κάποιος να πει πως η απεργία τελικά απέτυχε. Ίσως γιατί δεν διήρκησε όσο θα έπρεπε, προκειμένου να αφήσει κάποιο αληθινά πιεστικό αποτύπωμα, ίσως διότι το θέαμα υπερίσχυσε της ουσίας, ίσως επειδή κανείς δεν διακύνδεψε να απωλέσει τίποτα, ίσως, ίσως, ίσως.
Από άποψη επίτευξης των δεδηλωμένων επιδιώξεων είναι πράγματι έτσι και δεν έχω καμία όρεξη να αντιπαρατεθώ με την άποψη που λέει, πως δεν επρόκειτο για τίποτε παραπάνω από μία βολικά ανώδυνη διαμαρτυρία μίας ομάδας ανθρώπων, που εκτός από την ιδιότητα του ανήκειν στην ευρύτερη κοινότητα των μαύρων, φέρει παράλληλα και εκείνη της ένταξης στην οικονομική ελίτ. Εντούτοις, αν δεχτούμε ότι η παραπάνω αλληλουχία των γεγονότων όντως συνέβη (που άντε ναι, συνέβη), δεν μπορούμε να αγνοήσουμε άλλες, παράλληλες αλληλουχίες. Κατά τη γνώμη μου, τα εφαπτόμενα σύμπαντα της απεργίας αποκαλύπτουν εκφάνσεις με εν δυνάμει μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα, θέση που θα προσπαθήσω να τεκμηριώσω παρακάτω, εν μέσω μίας αναδρομής, χωριζόμενης σε τρία κεφάλαια.
1. Η μεταμόρφωση του γηπέδου
Διαχρονικά, τα γήπεδα δεν συνιστούν τόπους πολιτικής έκφρασης για τους αθλητές ή τις αθλήτριες (για να μην παρεξηγηθώ, αναφέρομαι αποκλειστικά σε εκείνους και εκείνες, όχι στους φιλάθλους, οι οποίοι σχετικά συχνά εκφράζουν τις πολιτικές τους θέσεις από την κερκίδα, ειδικά στο ποδόσφαιρο). Το γήπεδο του μπάσκετ δεν αποτελεί εξαίρεση, για αυτό ακριβώς οι λίγες περιστάσεις διαμαρτυρίας, όπως εκείνη του Ραούφ, είχαν μέχρι πρόσφατα χαρακτήρα μνημείου, αντίστοιχου με εκείνα των Σμιθ και Κάρλος στους ολυμπιακούς του 1968 ή του Τζέσε Όουενς. Η μετέπειτα εξέλιξη της καριέρας του Ραούφ μάλιστα, μαρτυρά τα όσα είχαν εγκαθιδρυθεί στέρεα την εποχή της έξαρσης της δημοφιλίας του μπάσκετ ή αλλιώς την εποχή του Μάικλ Τζόρνταν. Πως δηλαδή, η δημόσια τοποθέτηση εν ώρα αγωνιστικού θεάματος, συνιστά απειλή για την ευρεία αποδοχή του σπορ.
Όταν όμως ο Κόλιν Κάπερνικ γονάτισε στο NFL τον Αύγουστο του 2016, στο ΝΒΑ σήμανε συναγερμός, καθώς η ενέργεια του παίκτη του φούτμπολ ερμηνεύτηκε ως "κερασάκι στην τούρτα". Βλέπετε, από το 2012 και έπειτα οι παίκτες είχαν ήδη εμφανίσει την τάση να χρησιμοποιήσουν το παρκέ αυτό καθεαυτό ως πολιτική πλατφόρμα, με αφορμή τις δολοφονίες των Τρεϊβόν Μάρτιν και Έρικ Γκάρνερ, ενώ λίγες ημέρες πριν το περίφημο γονάτισμα, οι αθλήτριες του WNBA είχαν προσφέρει ένα εξαιρετικά σπάνιο παράδειγμα προς μίμηση: Tην συλλογική και συντονισμένη έκφραση πολιτικής θέσης εντός γηπέδου. Η αρχή έγινε από την Μινεσότα και τις Λινξ και ακολούθησαν όλες οι άλλες ομάδες και το σωματείο, στρέφοντας τα φώτα εκτυφλωτικά επάνω στην επιλεκτική χρήση αστυνομικής βίας κατά των μαύρων. Το μίνι-κίνημα τους πολεμήθηκε από το ίδιο το WNBA1, παρόλα αυτά κέρδισε δημοσιότητα και έτσι όταν περάσαμε στην μεγάλη σκηνή - βλ. φούτμπολ- , το ΝΒΑ αποφάσισε να δράσει προληπτικά, ώστε να μην ξεφύγει η κατάσταση εντός των δικών του ορίων.
Από τον Αύγουστο μέχρι τον Οκτώβριο του 2016 υπήρχαν περίπου δύο μήνες χρόνος, κατά τη διάρκεια των οποίων μεσολάβησαν ένα σωρό ακόμη παραμφερείς εκδηλώσεις σε άλλα σπορ. Σε αυτούς τους δύο μήνες ο Σίλβερ (δηλαδή το πρόσωπο των ιδιοκτητών) πέρασε σε διαβουλεύσεις, οι οποίες τελικά επέφεραν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, να διατηρηθεί δηλαδή ο αγωνιστικός χώρος αμόλυντος (sic). Η σχετική ανακοίνωση της λίγκας στα τέλη Σεπτεμβρίου δεν ανέφερε μία τέτοια προϋπόθεση, όμως έστριβε διά της ενθάρρυνσης της δημόσιας τοποθέτησης στα πέριξ, κατόπιν συννενόησης και αμοιβαίου διαλόγου.
"Η λίγκα και η Ένωση παικτών, δουλεύοντας μαζί, έχουν αρχίσει να αναπτύσσουν ουσιώδεις τρόπους , ώστε να βρεθούμε όλοι μαζί και να αναλάβουμε ουσιαστική δράση", όπως για παράδειγμα "να βάλουμε νέους, γονείς, δημόσιους λειτουργούς και εκπροσώπους του νόμου σε ειλικρινή διάλογο, να χρησιμοποιήσουμε το παιχνίδι μας για να χτίσουμε δεσμούς εμπιστοσύνης στις κοινότητες μας, να αναπτύξουμε [...] προγράμματα που θα βοηθήσουν στην δημιουργία οικονομικών ευκαιριών για τους έγχρωμους. Καθώς προχωράμε προς αυτή την κατεύθυνση, θα ήταν πολύ σημαντικό να σας ακούσουμε. Θα δουλεύουμε με τις ομάδες σας κατά τη διάρκεια του training camp, ώστε να πάρουμε τις σκέψεις και τις ιδέες σας".
Παρακάτω και το σχετικό έγγραφο.
Με λίγα λόγια, ο σκοπός επετεύχθη. Οι παίκτες δεν προχώρησαν σε συλλογικές (ή ατομικές) καταπατήσεις των πρωτοκόλλων του εθνικού ύμνου ή της αγωνιστικής διαδικασίας, τοποθετώντας τις όποιες δράσεις τους στα κοινωνικά δίκτυα ή περιορίζοντας τις σε μπλουζάκια, παπούτσια και φιλανθρωπικές ασχολίες. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό, πως ο κυριότερος αντιπρόσωπος τους ανά τον κόσμο, ο Λεμπρόν Τζέιμς, δήλωσε ξεκάθαρα έναν χρόνο μετά, πως ο ίδιος δεν θα γονάτιζε την ώρα της ανάκρουσης. Έτσι, μέχρι φέτος το καλοκαίρι, οι ομαδικές αντιδράσεις στον χώρο των αμερικάνικων σπορ, περιορίστηκαν σε τόπους, τους οποίους τα βλέμματα των περισσοτέρων προσέχουν ληθαργικά και προπαντώς στιγμιαία, όπως για παράδειγμα η συνεχιζόμενη αντιπαράθεση του WNBA με τις παίκτριες του ή η επίμονη απεργία των αθλητριών της εθνικής ομάδας χόκεϊ των ΗΠΑ, τον Μάρτιο του 2017. Το τελευταίο αυτό γεγονός συγκέντρωσε την μεμονωμένη υποστήριξη των ανδρών NBAερς, όμως είναι αμφίβολο κατά πόσο συνέβαλε στην σπορά των όσων διαδραματίστηκαν πρόσφατα2.
Εικάζω πως για όσα είδαμε τελικά, πολύ καθοριστικότερη υπήρξε η διόγκωση του κινήματος Black Lives Matter, αμέσως μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Καθώς οι παίκτες του ΝΒΑ βρίσκονταν τότε υπό καθεστώς αγωνιστικής απραξίας, πολλοί από αυτούς συνευρέθηκαν με τους/τις εξεγερμένους/εξεργερμένες στους δρόμους, ως ίσοι μεταξύ ίσων. Άλλοι το έκαναν χωρίς να το δημοσιοποιήσουν και άλλοι πόζαραν μπροστά στον φακό κάπως άχαρα, όμως συνολικά η εικόνα που προσέλαβε η διοίκηση του ΝΒΑ ήταν πως οι επιφανέστεροι εκπρόσωποι του πρωταθλήματος δεν ήταν πλέον διατεθειμένοι να αυτοπεριοριστούν σε προϋπολογισμένους αντιδραστικούς ατομισμούς, αλλά είχαν βάλει στο μυαλό τους πως συμμετέχουν σε κάτι, που ήδη τους ξεπερνούσε προ πολλού και εμφανώς. Η ώρα είχε φτάσει! Αν το πρωτάθλημα ήταν να επανεκκινήσει μέσα σε φούσκα, τότε οι αγωνιστικοί χώροι δεν θα μπορούσαν παρά να γεμίσουν με όσα γίνονταν έξω από αυτή.
Ομολογουμένως, στο 'ανοιγμα' του bubble συνέβη μία κάποια συνθηκολόγηση, που ευτυχώς αποδείχτηκε εφήμερη. Τα μπλουζάκια με τα προσυμφωνημένα συνθήματα, οι κονκάρδες στα πέτα των προπονητών και το ζωγραφισμένο Black Lives Matter στο παρκέ, σε συνδυασμό με το τηλεοπτικό θέαμα της ανάκρουσης του εθνικού ύμνου και του κυματισμού μίας ψηφιακής αστερόεσσας, μετέτρεψαν την διαμαρτυρία σε σόου. Παρόλα αυτά, εκείνο δεν συνεχίστηκε, παρά έδωσε τη θέση του πρώτα στην αμφιβολία, μέσα από τις απεγνωσμένες δηλώσεις των Σιάκαμ, Βαν Φλιτ και Τζορτζ Χιλ, και στη συνέχεια στην αποστροφή. Καθώς οι παίκτες των Μπακς γύρισαν την πλάτη στον ίδιο τον χώρο που τρέφει άπαντες, κατάφεραν επιτέλους να λυγίσουν τους συμβολισμούς του. Θεσμοθετημένα πλέον, το παρκέ του μπάσκετ δεν προορίζεται μόνο για μπάσκετ.
Ιδού τι εννοώ, με τη βοήθεια ενός ακόμη εγγράφου, παρόμοιου στην όψη.
Πρόκειται για τους όρους της ανακοίνωσης της συμφωνίας μεταξύ του ΝΒΑ και της Ένωσης Παικτών (NBPA), για τη συνέχιση των αγώνων μετά την απεργία, δύο εκ των οποίων παρουσιάζουν ενδιαφέρον.
- Στον δεύτερο όρο περιγράφεται πως όσες ομάδες έχουν ιδιόκτητα γήπεδα, θα τα μετατρέψουν σε εκλογικά κέντρα, σε μία προσπάθεια να βοηθήσουν τις πιο ευάλωτες κοινότητες να ψηφίσουν, εν μέσω της πανδημίας του COVID-19. Χωρίς πολλή σκέψη, οι κοινότητες αυτές είναι οι κοινότητες των μαύρων, οι οποίες έχουν χτυπηθεί από τον ιό αναλογικά πολύ περισσότερο από ό,τι εκείνες των λευκών. Προκειμένου να προσέλθουν στις κάλπες και να συμμετέχουν επί ίσοις όροις, οι αφρομερικάνοι/ες χρειάζονται ασφάλεια, την οποία τα αχανή γήπεδα μπάσκετ προσφέρουν.
- Στον τρίτο όρο τώρα, η λίγκα αναφέρει πως εντός των γηπέδων θα δημιουργηθούν σημεία προώθησης της πολιτικής συμμετοχής, τα οποία παράλληλα θα ενημερώνουν σχετικά με τις διόδους πρόσβασης στην εκλογική διαδικασία, σε συνεργασία με τους συνεργάτες διαφήμισης του πρωταθλήματος.
Εκ πρώτης όψεως, ίσως οι δυο παραπάνω ενέργειες να μην περιέχουν κάποια ιδιαίτερη τομή. Διαπιστωμένα άλλωστε, ο ρατσισμός και οι κοινωνικές ανισότητες δεν έχουν διαγραφεί μέσα από εκλογικές διαδικασίες, ούτε επηρέασε ποτέ τις προϋποθέσεις τους η αλλαγή των κυβερνήσεων. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης παρόλα αυτά, τα νέα στοιχεία που εισάγονται στον τρόπο χρήσης των αγωνιστικών χώρων φανερώνουν κάτι, που δεν μπορεί επ ουδενί να αγνοηθεί. Πως μέσα από την πίεση της μαζικής κινητοποίησης3, ο δημόσιος χώρος καθίσταται ανοιχτός για μεγαλύτερη πληθώρα ατόμων και για ευρύτερη γκάμα θέσεων, συνθημάτων και λόγου. Ο δημόσιος χώρος είναι διαπραγματεύσιμος, διεκδικήσιμος και τα νοήματα του είναι αδύνατο να τα συγκρατήσει οποιαδήποτε ηγεμονία ή ιδιοκτησία.
Είναι κάτι που το γνωρίζουν καλά όσοι και όσες συμμετέχουν ενεργά στα κινήματα στις ΗΠΑ. Δεν είναι όμως κάτι ευρέως παραδεκτό, ούτε αυταπόδεικτο, για αυτό ακριβώς ίσως ταιριάζει εδώ να υπενθυμίσουμε πως ιστορικά, η διεκδίκηση του χώρου συμπορεύεται με τις φυλετικές και τις ταξικές διεκδικήσεις. Για την ακρίβεια, συναντάται μαζί τους στην καρδιά της διελκυστίνδας μεταξύ ηγεμονίας και αντίστασης, που παράγει πολιτική πράξη. Νομίζω πως αν η συγκεκριμένη σχέση γίνει παραδεκτή, τότε οι γραμμές μεταξύ των αντιδραστικών ενεργειών των αθλητών και της πολιτικοκοινωνικής αναταραχής θα μπορούν να τραβηχτούν καθαρότερα.
2. Η ιστορική σημασία του χώρου
Ο συμβολικός χώρος
Στους μαύρους πάντα αναλογούσε λιγότερος χώρος στους τόπους της κορυφής του αμερικανικού (και όχι μόνο) ονείρου και σίγουρα δεν χρειάζεται κάποια βαθειά αρχαιολογία για να τεκμηριωθεί το συμπέρασμα, τόσο σε ό,τι αφορά το άυλο, όσο και το υλικό πεδίο. Ακόμη και σήμερα, για να ξεκινήσω από το πρώτο, ο πολιτικός λόγος των αφροαμερικάνων, όσο μπορεί εκείνος να αναπαρασταθεί πλειοψηφικά κάτω από ένα "είδος", δεν έχει αποκτήσει πρόσβαση σε ευρεία δημοσιότητα. Σωστότερα, δεν έχει αποκτήσει πρόσβαση όπως θα το ήθελε, δηλαδή να βρίσκεται εκεί αρθρωμένος από τα ίδια τα μέλη της κοινότητας, άσχετα με τις επι μέρους διαφορές στις θέσεις τους. Παρακάτω για παράδειγμα, σε μία μελέτη του 2018 από το κέντρο έρευνας PEW, φαίνεται πόσο λιγότερο εκπροσωπούνται οι αφροαμερικάνοι στα media, σε σχέση με το ποσοστό που καταλαμβάνουν επί του γενικού πληθυσμού, διαφορά που αυξάνεται όσο ανεβαίνει κανείς τα σκαλιά της ιεραρχίας.
Υπάρχει μία βελτίωση (sic) την τελευταία 30ετία, αλλά και πάλι το διάγραμμα δεν μαρτυρά δικαιοσύνη, καθώς η κατεύθυνση των μέσων διαμορφώνεται από τις υψηλά ιστάμενες θέσεις, τις οποίες οι μαύροι/ες καταλαμβάνουν σε ποσοστό μόλις 6%, σύμφωνα με τη μελέτη, με τις μαύρες γυναίκες ειδικά να μοιάζουν αόρατες4. Στο ραδιόφωνο ειδικά δε, η ανισομέρεια εντείνεται, καθώς μόλις 9% των εργαζομένων προέρχονται από οποιαδήποτε άλλη φυλή, πλην της λευκής! Το συγκεκριμένο ποσοστό έχει κατ'εμέ σημασία, διότι τα ραδιόφωνα έχουν τοπικό χαρακτήρα, τον οποίον λαμβάνοντας υπόψη μπορούμε να συμπεράνουμε πως ο άυλος δημόσιος χώρος τοπικά συρρικνώνεται και πως οι βάσεις για την διατήρηση του κυρίαρχου λόγου, παραμένουν το λιγότερο ανθεκτικές.
Εντός του παραπάνω πλαισίου, ορισμένες απόψεις είναι πολύ λογικό να μην αναπτύσσονται επαρκώς. Το κίνημα Black Live Matters έχει στο κέντρο του τον ρατσισμό και την αστυνομική βία, όμως παράλληλα οδηγεί σε ένα ξέφωτο κοινωνικοπολιτικής ανάλυσης, σχετικό τόσο με την έννοια της φυλής αυτής καθεαυτής, όσο και με την υφή του οικονομικού συστήματος (νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός), που φροντίζει να παρέχει τα εργαλεία για την διαιώνιση των ισορροπιών. Στο ξέφωτο όμως, για κάποιο λόγο δεν προτιμούν να πατήσουν παρά ελάχιστοι και αν κάτι κατάφεραν οι ενέργειες των Μπακς, ήταν πως σε σχέση με αυτές, ακούστηκαν κάποια πράγματα επιπλέον.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα προσφέρει η τοποθέτηση του Αϊζέια Τόμας, παλιού σταρ των Ντιτρόιτ Πίστονς. Ο Τόμας, σε συνέντευξη του, μπορεί να διαφώνησε με την ενέργεια των Ελαφιών (βλ. την διάσταση απόψεων εντός του λόγου των μαύρων που ανέφερα παραπάνω), όμως διατύπωσε ξεκάθαρα μία ακόμη θέση: Πως η φυλή, πέρα από κάποια απτά χαρακτηριστικά που (ενδεχομένως να) διαθέτει, αποτελεί μία κοινωνική κατασκευή, προορισμένη να χρησιμοποιείται ως εργαλείο διακυβέρνησης. Μπορεί να υπάρχουν διαφωνίες με την τοποθέτηση, αλλά το ουσιώδες εδώ είναι πως για να την φέρει κανείς στο φως, θα πρέπει να ξεσκονίσει ακαδημαϊκά συγγράματα. Με τον ίδιο τρόπο, θα πρέπει κάποια να ανατρέξει σε κείμενα μελέτης, προκειμένου να βρει τις διακλαδώσεις της άποψης του Αντρέ Ιγκουοντάλα πως "καπιταλισμός και ρατσισμός πάνε μαζί".
Δεν είναι ότι δεν έχουν υποστηριχθεί ή τεκμηριωθεί αυτά στο παρελθόν. Είναι ότι δεν εισάγονται επί ίσοι όροις στην αρένα της δημόσιας συζήτησης, όταν οι δίοδοι προς εκείνη δείχνουν να ανοίγουν από τα κινήματα. Αν συνέβαινε διαρκώς και με συνέπεια, τότε θα έρχονταν στο προσκήνιο και οι απτές, όσο και συνεχείς περιστάσεις διεκδίκησης του υλικού χώρου, από τους/τις αφροαμερικάνους/ες, για την αποδυνάμωση των οποίων μπαίνουν διαχρονικά σε λειτουργία διάφορα εργαλεία του καπιταλισμού, όπως η αγορά ακίνητης περιουσίας (real estate) ή ο έντοκος δανεισμός. Ας περάσουμε συνεπώς και σε αυτά.
Η υλική διεκδίκηση
Το κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων, γνωστό ως Civil Rights Movement (1954-1968 σύμφωνα με την δημοφιλέστερη εκδοχή), ήταν κυρίως ένα κίνημα πόλεων. Ως εκείνη την εποχή, οι μαύροι είχαν κατοχυρώσει το δικαίωμα ψήφου και επιπλέον είχαν επιτύχει μία κάποια κοινωνική ανέλιξη, με αποτέλεσμα οι χάρτες των αστικών κέντρων να αρχίσουν να αλλάζουν. Η γκετοποίηση αποδυναμωνόταν, καθώς κυρίως μαύροι άντρες δημιουργούσαν περιουσίες και μετοικούσαν με τις οικογένειες τους σε γειτονιές, που προηγουμένως θεωρούνταν προπύργιο των λευκών, απαιτώντας ισότιμη συμμετοχή, όχι μόνο στην εργασία, αλλά και στην παραγωγή της. Η εξέλιξη αυτή, μαζί με την διεξαγωγή του μακροχρόνιου πολέμου στο Βιετνάμ και τη συνεχιζόμενη φτώχεια της πλειοψηφείας των αφροαμερικάνων, δημιούργησε κατάλληλες συνθήκες για μία σειρά εξεγέρσεων από τα κάτω (grassroots) στις αμερικανικές μητροπόλεις, που έφεραν την (λευκή) ηγεμονία των ΗΠΑ μπροστά σε μία αναπόφευκτη συνθήκη παραχώρησης κεκτημένων. Οι πόλεις έπρεπε να αναδιαρθρωθούν προς το δικαιότερο και να δημιουργηθούν νέες ισορροπίες, προς όφελος των καταπιεσμένων, κάτι που προέβαλε ως ακόμη επιτακτικότερο μετά την δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ το 1968. Το Δικαίωμα στην Πόλη5 ήταν η στιγμή να κατακτηθεί.
Πώς όμως θα συνέβαινε, εν μέσω μίας τόσο στέρεα εγκαθιδρυμένης καπιταλιστικής οικονομίας; Η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ δεν ήταν έτοιμη να "παραδώσει τα όπλα" εύκολα και έτσι μετά την αναποτελεσματικότητα της ωμής καταστολής των εξεγέρσεων κατέφυγε στο τέλος της δεκαετίας του '60 σε διαφορετικές τακτικές, οι οποίες εισήγαγαν το χωρικό στοιχείο βαθειά στον πυρήνα της κρατικής πολιτικής. Χωρίς να σημαίνει ότι το Civil Rights Movement δεν επέτυχε κάποιες από τις επιδιώξεις του (πόσο υπερφίαλη θα ήταν μία τέτοια θέση), σε βάθος χρόνου ο συνδυασμός αυτών των τακτικών δημιουργησε μία περίπλοκη αστική (αποδι)οργάνωση, η οποία σήμερα βρίσκεται εκ νέου σε δυναμική αμφισβήτηση, εν μέσω συνεχούς αστυνόμευσης των αμφισβητιών. Ας δούμε τις τακτικές.
Α. Red Lining και BlockBusting: Αρχικά, τις πρακτικές red lining (σημείωση μίας "ανεπιθύμητης" περιοχής στο χάρτη, με σκόπιμη μείωση παροχών και αξίας) που ήταν δημοφιλείς μέχρι τότε, ακολούθησε το blockbusting, δηλαδή η παρότρυνση των κτηματομεσιτικών επιχειρήσεων προς τους λευκούς να πουλήσουν σε χαμηλές τιμές την ιδιοκτησία τους, υπό την απειλή της μετακόμισης στην περιοχή μειονοτικών πληθυσμών. Μεταφέρω από τις καταπληκτικές Εξεγερμένες Πόλεις (2012)6 του Ντέιβιντ Χάρβεϊ, καθηγητή γεωγραφίας και ανθρωπολογίας στο Graduate Center of the City University of New York.
"To γεγονός αυτό [του blockbusting] απέφερε υψηλά κέρδη στις κτηματομεσιτικές εταιρείες. Για να έχει αποτελέσματα η εν λόγω πρακτική όμως, έπρεπε οι Αφροαμερικάνοι να αποκτήσουν με κάποιο τρόπο πρόσβαση σε ενυπόθηκα δάνεια, τη στιγμή που είχαν [σημ: όλα τα προηγούμενα χρόνια] κατηγοριοποιηθεί όλοι τους ως πληθυσμός υψηλού πιστωτικού κινδύνου. Και αυτό έγινε μέσω του Land Installment Contract. Mε τον τρόπο αυτό οι Αφρομερικάνοι 'βοηθήθηκαν' από ιδιοκτήτες που έπαιξαν ρόλο του διαμεσολαβητή με τις πιστωτικές αγορές και πήραν υποθήκες στο δικό τους όνομα". (σελ.118).
Την συνέχεια πιθανώς να την φαντάζεστε. Οι ιδιοκτήτες-διαμεσολαβητές έβαζαν κρυφές χρεώσεις στα ακίνητα, όπως είχαν το δικαίωμα στα "ψιλά γράμματα', οι υποθήκες ήταν δυσβάσταχτες και έτσι, επειτα από πολλά χρόνια αποπληρωμής, πολλές οικογένειες βρίσκονταν να χρωστάνε περισσότερα για το βασικό κεφάλαιο αγοράς από όσα χρωστούσαν στην αρχή. Το συμβόλαιο ακυρωνόταν, τους γινόταν έξωση και τελικά κατέληγαν φτωχοποιημένες και χωρίς ιδιοκτησία, η οποία περνούσε εκ νέου σε χέρια λευκών ιδιοκτητών, σε μία άτυπη διαδικασία αναδιαμόρφωσης των περιοχών. Αργότερα, οι πρακτικές αυτές εξελίχθηκαν στο λεγόμενο flipping, δηλαδή στην υπερτιμολόγηση ανακαινισμένων σπιτιών, τα οποία φαίνονταν καινούρια χωρίς να είναι. Επί Κλίντον μάλιστα, όπως γράφει ο Χάρβεϊ, καθώς προωθήθηκε η δανειοδότηση υψηλού ρίσκου, τα σπίτια αυτά άλλαξαν ξανά ιδιοκτήτες, ως συνέπεια της αδυναμίας των αφροαμερικάνων να ανταποκριθούν. Τα "ψιλά γράμματα" έκαναν και πάλι το θαύμα τους.
Μέχρι και σήμερα, το παραπάνω καθεστώς δεν έχει αλλάξει ή σωστότερα, δεν έχουν διαφοροποιηθεί τα φαινόμενα που συνδέονται με αυτό. Πολύ χαρακτηριστικά, οι μαύροι έχουν ιδιόκτητη κατοικία σε ποσοστό 44%, την ώρα που το αντίστοιχο ποσοστό των λευκών ιδιοκτητών ανέρχεται στο 73,7% του πληθυσμού της φυλής (sic). Η χαώδης διαφορά του 30% μάλιστα, έχει αυξηθεί σε σχέση με περίπου 20 χρόνια πριν, όταν βρισκόταν στο 26,7%. Το παρακάτω σχήμα προέρχεται από την Washington Post και απεικονίζει περιεκτικά τις αποκλίσεις, σε κατοχή ιδιοκτησίας, στην μέση αξία της, όπως και στον ρυθμό απόρριψης των ενυπόθηκων δανείων.
Τα όσα παρατηρείτε στην εικόνα ενισχύονται από μία συνθήκη, η οποία πλέον έχει διαδεχθεί το blockbusting: Την δυσκολία πρόσβασης σε δάνεια. Ακόμη και αν οι αφροαερικανικές οικογένειες τα πάρουν, τελικά θα κληθούν να πληρώσουν 13% παραπάνω φόρο ιδιοκτησίας, σε σχέση με όσα επιβαρύνει ένας δανεισμός κατοικίας έναν λευκό. Ακούγεται εξοργιστικό, αλλά οι δανειστές πατάνε επάνω στην πρότερη πιστωτική δραστηριότητα των υποψήφιων δανειοληπτών και συνήθως ο μαύρος πληθυσμός χρησιμοποιεί λιγότερο κάποια βασικά πιστωτικά εργαλεία, όπως οι κάρτες ή καταναλωτικά δάνεια για αυτοκίνητα και άλλες αγορές. Πλέον λοιπόν, με διαμορφωμένο τον αστικό ιστό, το blockbusting δεν είναι καν απαραίτητο. Αρκεί απλώς η απόρριψη ενός στεγαστικού δανείου ή η υπερτίμηση της κατοικίας, προκειμένου να διατηρηθούν οι συσχετισμοί, όπως έχουν διαμορφωθεί από το τέλος της δεκαετίας του '60 και έπειτα.
Η περιορισμένη ιδιοκτησία κατοικίας, όπως επισημαίνεται στην μελέτη της Post, επηρεάζει άμεσα την δυνατότητα των νοικοκυριών των αφροαμερικάνων να συγκεντρώσουν αγοραστική δύναμη γενικά ή να αποκτήσουν οικονομική επάρκεια. Η συνέπεια σε ευρεία κλίμακα είναι πιστεύω αυταπόδεικτη: Οι μαύροι και οι μαύρες, υπό τέτοιες συνθήκες, είναι δύσκολο να επέμβουν ριζικά στις γειτονιές τους, να τις αναβαθμίσουν δραστικά και να πάρουν τον έλεγχο των κοινοτήτων στα χέρια τους. Tα γκέτο θα παραμένουν οριοθετημένα, προσφέροντας φτηνό εργατικό δυναμικό σε επιχειρήσεις που εδράζονται έξω από τα όρια των συνοικιών. Εξίσου κρίσιμα, η όποια ανάπλαση τους θα βασίζεται μονίμως στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στην κρατικού τύπου "φιλανθρωπία", οι οποίες σε συνδυασμό αναδιαμορφώνουν τον χώρο, υπό τους δικούς τους, ηγεμονικούς όρους και πάντως όχι σε συνέργεια με τις επιθυμίες της τοπικής κοινωνίας.
Β . Ιδιωτική φιλανθρωπία
Ένα εξαιρετικό παράδειγμα συναντάται στις Εταιρείες Ανάπτυξης της Κοινότητας ή αλλιώς Community Developement Corporations (CDCs). Οι εταιρείες αυτές θεσπίστηκαν το 1966 με πρωτοβουλία των γερουσιαστών της Νέας Υόρκης Ρόμπερτ Κένεντι και Τζέικομπ Τζάρβις7. Οι δύο πολιτικοί αντιλήφθηκαν την δυναμική του Civil Rights Movement και εν μέρει υπέκυψαν στις πιέσεις του, δημιουργώντας έτσι οργανισμούς-υβρίδια, με σκοπό την αστική αναβάθμιση. Στα πρώτα CDCs οι συμμετέχοντες στη διοίκηση προέρχονταν τόσο από τη βάση των κοινοτήτων, όσο και από κρατικά ή επιχειρησιακά στελέχη εταιρικών/φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, προεξέχοντος του ιδρύματος Ford, ενώ σε ορισμένα, όπως το Watts Labor Community Action Committee, ηταν δυναμική και η συμμετοχή μαύρων συνδικαλιστών των εργοστασίων. Οι πόροι που θα συγκεντρώνονταν μέσα από τετοιου είδους συμπράξεις, θα κατευθύνονταν προς ανάπλαση των γκέτο, σύμφωνα με τις ανάγκες των κατοίκων τους.
Φευ... Συνέβη μάλλον το αντίθετο. Παρά κάποια επιτυχημένα παραδείγματα , τα CDCs εξελίχθηκαν σε ένα δαιδαλώδες πάρτι χορηγών και αμφιβόλου προέλευσης ιδρυμάτων, τα οποία τελικά κατέληξαν να διαμορφώνουν τις συνοικίες των αφροαμερικάνων με τους όρους της κυριαρχίας (Purnell, 2018, σελ 270). Πρόσφεραν μεν βοήθεια στους τομείς της κατοικίας και του πολιτισμού, όμως δεν παρέδωσαν το πιο βασικό: Την δυνατότητα της πλήρους αυτοδιάθεσης. Όπως αναφέρεται μάλιστα σε έναν άρθρο του 1973 στο American Journal of Sociology8, την ίδια εποχή που τα CDCs διαμόρφωναν προγράμματα ανάπλασης, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων εντός των αφροαρικάνικων κοινοτήτων εξακολουθούσε να βρίσκεται στα χέρια των λευκών σε ποσοστό περίπου 55%.
Ανάλογα με την εποχή και την εκάστοτε κυβέρνηση, οι κρατικές χρημοτοδοτήσεις προς τις συγκεκριμένες εταιρείες έμεναν σταθερές ή μειώνονταν. Στη δεύτερη περίπτωση, το βάρος της πολιτικής τακτικής για τη διατήρηση των κοινωνικών ισορροπιών έπεφτε σχεδόν εξ ολοκλήρου στην αστυνόμευση, όπως στη 12ετία διακυβέρνησης από τους Ρόναλντ Ρίγκαν και Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου. Μοιραία, κάποια περιστατικά αστυνομικής βίας ήρθαν στη δημοσιότητα και οδήγησαν σε ταραχές, με κυριότερες εκείνες του Λος Άντζελες το 1992 μετά τον ξυλοδαρμό του Ροντνεϊ Κινγκ, όμως για την πρόκληση αναβρασμού η θεσμική βία ήταν απλά το αναγκαίο σύμπτωμα. Η ασθένεια παρέμενε η διαμόρφωση του αστικού τοπίου με έναν μεταμοντέρνο τρόπο, που αντανακλούσε απόλυτα τις αρχές της φιλευλεύθερης καπιταλιστικής οικονομικής οργάνωσης, εξαιρώντας τις μειονότητες από τη συμμετοχή.
3. Χώρος και κατακερματισμός της αντίστασης
Ο τρόπος της διάπλασης των πόλεων σκιαγραφήθηκε με ανεπανάληπτη διεισδυτικότητα από τον Έντουαρντ Σόγια (1940-2015), σε ένα από τα πιο επιδραστικά βιβλία της κριτικής γεωγραφίας, με τίτλο "Postomodern Geographies" (1989)9. Εντός του o Σόγια χαρτογραφεί τον αστικό ιστό του Λος Άντζελες ανά διαμέρισμα και αμέσως παρακάτω ακολουθεί η περιγραφή του διαμερίσματος του αεροδρομίου LAX (μετάφραση δική μου, ομοίως και η έμφαση).
"Προσκολλημένες στους άξονες της παραγωγής, βρίσκονται οι αντιπροσωπευτικές τοπικότητες της βιομηχανικής έξω-πόλης: To πολύβουο διεθνές αεροδρόμιο. Δρόμοι με ολοκαίνουργια κτίρια που στεγάζουν γραφεία. Ξενοδοχεία και υπερμεγέθη εμπορικά κέντρα (malls). Προσεκτικά οριοθετημένες παιδικές χαρές και πάρκα αναψυχής. Εξειδικευμένες και σχεδιασμένες στην εντέλεια κατοικίες για την υψηλή τεχνοκρατία. Εξοπλισμένα και καλά φυλαγμένα σπίτια για τα στελέχη επιχειρήσεων. Κοινότητες χαμηλόμισθων εργατών στον τομέα των υπηρεσιών, που διαμένουν σε υπερτιμημένα σπίτια. Και τέλος, οι πάντα προσβάσιμοι θύλακες και τα γκέτο, που παρέχουν αξιόπιστες ροές φθηνότατης εργασίας στις χαμηλές προεξοχές της τοπικής αγοράς εργασίας. Η δομή της περιοχής του LAX αναπαράγει την κατάτμηση του εσωτερικού της πόλης, μία κατάτμηση βασισμένη στη φυλή, την τάξη και την εθνικότητα. 'Ομως καταφέρνει επιπλέον να την τεμαχίσει ακόμη περισσότερο, παράγοντας κοινότητες κατοικιών σύμφωνα με την κατηγορία του επαγγέλματος, την σύνθεση των νοικοκυριών και μία ευρεία ποικιλία από ξεχωριστά χαρακτηριστικά, ιδιαίτερες συγγένειες, επιθυμητά lifestyles και διαθέσεις".
Θεωρώ την ανάλυση του Σόγια ύψιστης αξίας, διότι καταδεικνύει πολύ ολοκληρωμένα το μοντέλο των σύγχρονων μεγαλοπουπόλεων. Σε αυτές η κεντρικότητα δεν έχει παραιτηθεί του διαχρονικού της ρόλου, ως προς την διασπορά και την επιτήρηση των υπολοίπων τμημάτων, όμως παράλληλα, το κέντρο παύει να είναι ένα. Οι πόλεις, όσο μεγαλώνουν και διασπείρονται προς τα προάστια, άλλο τόσο φωτοτυπούν τις δομές και τις σχέσεις των κέντρων τους, προκειμένου να αναπαράγουν ακέραιες τις εξουσιαστικές δομές. Το αποτέλεσμα είναι η δημιουργία πόλεων εντός των πόλεων, κάτι που με τη σειρά του επιφέρει κατακερματισμό των κοινοτήτων και κατά συνέπεια κατακερματισμό των διεκδικήσεων. Όπως γράφει ο Xάρβεϊ, πρόκειται για μία νέα μορφή ταξικής διαμόρφωσης, διαιρεμένης, "με πολύπλευρους στόχους και ανάγκες, συχνά ρευστής, ανοργάνωτης και ασταθούς, παρά γερά εδραιωμένης". (σελ 28).
Εν ολίγοις, για να διατηρούμαστε σε επαφή και με τη θεματική μας, καθίσταται πλέον αδιανόητα δύσκολο να συγκροτήσουν οι μαύροι και οι μαύρες ένα αραγές μέτωπο για την δικαιοσύνη στην οργάνωση και την καθημερινότητα των συνοικιών τους, των οποίων τον έλεγχο έχουν απωλέσει όχι κατ'επιλογή, αλλά ως συνέπεια της θέσης τους στον δαίδαλο της νεοφιλεύθερης πολιτικοοικονομικής οργάνωσης. Η αστυνομική βία που ασκείται εναντίον τους επιλεκτικά προσφέρει μία ενωτική αντί-αφορμή, που με τη σειρά της σχηματοποιεί ένα συνεχιζόμενο κίνημα μεγάλης ισχύος, όμως προκειμένου το Black Live Matters να διογκωθεί και άλλο, χρειάζεται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη συνοχή και όσο το δυνατόν ισχυρότερους ιστορικούς δεσμούς με την κληρονομιά της αντίστασης του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων. Με άλλα λόγια, χρειάζεται εκείνους τους συμβολισμούς, που θα επιτρέψουν την εκπαραθύρωση του από ένα καθεστώς διάσπαρτων εξεγέρσεων και την μετατροπή του σε έναν ορμητικό, ενιαίο διεκδικητικό αγώνα, που δεν θα αφήνει κανένα περιθώριο στις διοικήσεις των πολιτειών να αποφασίζουν κατά το δοκούν.
Προκειμένου να το πετύχει, κάθε συμβολή στο επίπεδο της διάτρησης της μεμβράνης της δημοφιλούς δημόσιας σφαίρας είναι καλοδεχούμενη και κατά την άποψη μου, είναι υπό αυτό ακριβώς το πρίσμα που οφείλουμε να εστιάσουμε τόσο στην απεργία των Μιλγουόκι Μπακς, όσο και κατ'επέκταση στις υπόλοιπες συλλογικές ενέργειες των διάσημων αθλητών/αθλητριών του ΝΒΑ και των άλλων σπορ. Οι ενέργειες αυτές δεν θα αλλάξουν τον κόσμο, ούτε καν θα πλησιάσουν σε έναν τέτοιο σκοπό. Όμως αποτελούν μία καίρια συμβολή σε κάτι που το Black Live Matters έχει τη δεδομένη στιγμή ανάγκη: Την εγκυρότητα σε ένα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο φάσμα του κοινωνικού ιστού και την διασπορά του σε όσο το δυνατόν περισσότερες κοινωνικές ομάδες, που φαινομενικά δεν έχουν κανένα λόγο να συνταχθούν μαζί του.
Περίληψη και αστερίσκοι
Ας συνοψίσουμε. Η απεργία των Μιλγουόκι Μπακς φαινομενικά δεν πέτυχε κάτι. Η πολιτεία του Ουσικόνσιν δεν προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις σε ό,τι αφορά την αστυνόμευση. Επίσης, οι αγώνες του ΝΒΑ συνεχίζονται κανονικά και το θέαμα έχει περιέλθει εκ νέου στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου. Εντούτοις, το γεγονός πως τα γήπεδα του μπάσκετ απέκτησαν επισήμως χαρακτήρα πολιτικού χώρου, έστω προωθώντας την ανώδυνη ιδέα περί μετασχηματισμού διαμέσου εκλογών, έχει σε ένα δεύτερο επίπεδο σημασία, διότι οι κανόνες εντός των ορίων τους έχουν παραδοσιακά σχηματοποιηθεί πολύ διαφορετικά, καθρεφτίζοντας εν μέρει τα όσα ισχύουν στο μικροκλίμα των αστικών συνοικιών.
Οι κοινότητες των μαύρων εδώ και πολλές δεκαετίες διεκδικούν τον χώρο που τους αναλογεί, τόσο στον δημόσιο διάλογο, όσο και εντός των πόλεων, μακριά όμως από την λογική του gentrification. Δεν τον βρίσκουν, διότι η οργάνωση των μέσων επικοινωνίας και των πόλεων είναι κατακερματισμένη, προσφέροντας έτσι πρόσφορο έδαφος στις πρακτικές της νεοφιλεύθερης πολιτικής οργάνωσης, που συμβάλουν εκ νέου στον κατακερματισμό. Προκειμένου συνεπώς να συγκροτηθεί ένα ισχυρό κίνημα, που να γίνεται αντιληπτό ως ενιαίο10 , κάθε πιθανή συμβολή εμφανίζεται απαραίτητη.
Υπό αυτή την οπτική, η κριτική επάνω στις σύντομες απεργίες του μπάσκετ και των υπόλοιπων σπορ με όρους αποτελέσματος ή με χρονικό ορίζοντα μία εκλογική διαδικασία, αποτελεί κατά τη γνώμη μου ατόπημα μεγέθους. Πράγματι, διάφορες δράσεις των επαγγελματιών αθλητών στο πρόσφατο παρελθόν ήταν ανούσιες11 και εργαλειοποιήθηκαν εύκολα διαμέσου του θεάματος, όπως για παράδειγμα το γονάτισμα του Κάπερνικ από την NIKE και το ευρύτερο τόξο των Δημοκρατικών. Μαλιστα, το ενδεχόμενο να επαναληφθεί μία ανάλογη εργαλειοποίηση στο μέλλον, προβάλει εξαιρετικά πιθανό. Μια τέτοια παραδοχή όμως, δεν σημαίνει αυτόματα πως άλλες δράσεις, διαφορετικού τύπου, μπορούν συνεχώς να εργαλειοποιούνται εξίσου, ούτε σημαίνει πως τα όσα διαδραματίζονται στο pop περιβάλλον του αθλητισμού, εξάγουν μονίμως νοήματα διαθέσιμα προς συσκευασία. Το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα, αν εξεταστεί λεπτομερώς (όχι όπως εδώ), δεν επιτρέπει την άκριτη απόρριψη.
Ισως η απεργία να έπρεπε να συνεχιστεί, προκειμένου να πετύχει κάτι απτό σε σύντομο χρονικό διάστημα. Θα ήταν πιθανώς καλύτερο. Ίσως όμως να αποτέλεσε ήδη μία μικρή συμβολή σε κάτι μεγαλύτερο, που την καθοδήγησε εξ αρχής, προσφέροντας παράλληλα την ελάχιστη συμβολική υπενθύμιση, πως πάντα υπάρχει χώρος που μπορεί να κατακτηθεί.
Σημειώσεις
1. Διαβάστε σχετικά https://basketballguru.gr/social/item/795-h-beki-kai-oi-alles
2. Τα τελευταία χρόνια απεργίες συμβαίνουν συχνά στο χόκεϊ γυναικών. Αφορούν ζητήματα ασφάλισης και απολαβών.
3. Με τον όρο μαζικής θέλω να εννοήσω τις διαδηλώσεις και κατόπιν την συμμετοχή των Μπακς σε αυτές, μέσω της απεργίας. Οχι δηλαδή αποκλειστικά την κίνηση της ομάδας.
4. Να σημειώσω εδώ πως ακόμη και αν προσλαμβάνονταν περισσότεροι/ες αφροαμερικάνοι/ες σε διάφορες θέσεις των media, αυτό δεν θα σήμαινει αυτόματα διαφορετική κάλυψη των ειδήσεων, εφόσον δεν κατείχαν πόστα αποφάσεων.
5. Η φράση είναι δανεική από τον τίτλο του επιδραστικού βιβλίου του Ανρί Λεφέβρ, "Το Δικαίωμα στην Πόλη" (1968), εκδόσεις Κουκκίδα 2007.
6. Ντέιβιντ Χάρβεϊ, Εξεγερμένες Πόλεις. Από το Δικαίωμα στην Πόλη στην Επανάσταση της Πόλης (2012), εκδόσεις ΚΨΜ
7. Purnell, Brian (2018), Unmaking the ghetto: Community development and persistent social inequality in Brooklyn, Los Angeles, and Philadelphia, έκθεση που βρίσκεται στο βιβλίο "Τhe Ghetto in Global History" - ed. Wendy Z. Goldman και Joe William Trotter Jr., σελ 258-274
8. Howard E. Aldrich, Employment Opportunities for Blacks in the Black Ghetto: The Role of White-Owned Businesses, American Journal of Sociology, Vol. 78, No. 6 (May, 1973), pp. 1403-1425 (23 pages), Published By: The University of Chicago Press
9. Soja, Edward W. (1989). Postmodern geographies : the reassertion of space in critical social theory. London ; New York :Verso.
10. Αντιλαμβάνομαι πως είναι πολύ δύσκολο ένα κίνημα να παραμείνει "ενιαίο" όσο διογκώνεται. Παρόλα αυτά, η πρόσληψη του ως τέτοιο είναι σημαντική, σε ό,τι αφορά την επίτευξη των επιδιώξεων.
11. Π.χ. μπλουζάκια, social media posts, παπούτσια, φιλανθρωπικές εκδηλώσεις και συμβολικές φωτογραφίες.